Το Πάσχα των Ομογενών: Ισχυρός συνδετικός κρίκος με την Ελλάδα η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία

Το Πάσχα των Ομογενών: Ισχυρός συνδετικός κρίκος με την Ελλάδα η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Το ελληνικό Ορθόδοξο Πάσχα και η Μεγάλη Εβδομάδα, που προηγείται, έχουν μια ευλαβική  μοναδικότητα, που δύσκολα τη συναντάς ακόμη και σε άλλες χώρες Ορθόδοξου Δόγματος.

Προφανώς οφείλεται στη μακρά παράδοση που κληρονομήθηκε από τα χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, διατηρήθηκε αναλλοίωτη κατά τη ζοφερή περίοδο της υποδούλωσης στους Οθωμανούς Τούρκους και στη συνέχεια –μετά την απελευθέρωση– εμπλουτίσθηκε και από τις τοπικές παραδόσεις και ιεροτελεστίες. Μοναδική η κατανυκτική ατμόσφαιρα τη Μεγάλη Παρασκευή, με την περιφορά του Επιταφίου και το «Αι Γενεαί Πάσαι», που συγκινεί και ανυψώνει ηθικά και πνευματικά τους πιστούς. Βέβαια και η Καθολική Εκκλησία έχει ανάλογες κατανυκτικές παραδόσεις, όπως η Via Crucis, που ο Πάπας μεταφέρει τον Σταυρό του Μαρτυρίου από το Κολοσσαίο στον Ιερό Ναό του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό, αλλά περιορίζεται μόνο στη Ρώμη. Ανάλογες θρησκευτικές ιεροτελεστίες ακολουθούνται και σε άλλες χώρες κυρίως της Λατινικής Αμερικής και της Ισπανίας, αλλά δεν έχουν την ίδια παραστατικότητα και γενικότητα με εκείνη της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Στην Ελλάδα, όπως και στις άλλες χώρες που ακολουθούν το Ορθόδοξο Δόγμα, η κατανυκτική ατμόσφαιρα της Μεγάλης Εβδομάδος ακολουθείται από το χαρμόσυνο μήνυμα του Πάσχα, με την εορταστική ατμόσφαιρα και τις τοπικές λαϊκές παραδόσεις. Οι χιλιάδες ξένοι τουρίστες που κατακλύζουν τη χώρα μας, και ιδιαίτερα τα νησιά, εντυπωσιάζονται από την κατανυκτική ατμόσφαιρα που επικρατεί τη Μεγάλη Εβδομάδα, όπως και το εορταστικό διήμερο του Πάσχα, και αυτό κατά γενική ομολογία.

Στην Κέρκυρα, το νησί των Φαιάκων, τις ημέρες του Πάσχα παρατηρείται το αδιαχώρητο και όλοι παρακολουθούν με ευλάβεια την Περιφορά του Επιταφίου, ενώ προηγούνται οι Φιλαρμονικές της Πόλης, αλλά και το φαντασμαγορικό έθιμο της Πρώτης Ανάστασης, κατά το οποίο πετάνε από τα παράθυρα των πολυκατοικιών της Πλατείας των Λιστών πήλινα δοχεία γεμάτα νερό, που τα αποκαλούν «Μπότηδες».

Αυτά σε ό,τι αφορά τον ελλαδικό χώρο. Τι συμβαίνει όμως με τους Έλληνες του εξωτερικού και την ομογένεια, τη σκορπισμένη στις πέντε ηπείρους; Η διάκριση μεταξύ τους δεν είναι εύκολα νοητή. Έλληνες του εξωτερικού είναι όσοι διαβιούν προσωρινά σε άλλη χώρα, κυρίως για επαγγελματικούς λόγους, και η επιστροφή τους στην Ελλάδα είναι δεδομένη και θέμα χρόνου.

Αντίθετα, ομογενείς είναι όσοι μετανάστευσαν και επέλεξαν ως νέα πατρίδα τη χώρα εγκατάστασης, απόκτησαν δεύτερη υπηκοότητα και έγιναν πολίτες της και στη νέα τους πατρίδα διαγράφεται το μέλλον τους, όπως και των οικογενειών τους. Για τα παιδιά και τους απογόνους τους, οι πλέον ζωντανοί δεσμοί με την πατρίδα καταγωγής των γονέων τους είναι οι ομογενειακοί σύλλογοι και κυριότατα η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία, όπου το αξεπέραστο τελετουργικό των λειτουργιών και οι ψαλμωδίες εξακολουθούν να τελούνται στην ελληνική γλώσσα.

Οι Έλληνες θεωρούνται από τις πιο δύσκολα αφομοιώσιμες εθνότητες μαζί με τους εβραϊκού θρησκεύματος και καταγωγής πολίτες. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι έχουν επίγνωση και συνείδηση της ξεχωριστής θέσης που κατέχει η Ελλάδας στον παγκόσμιο πολιτισμό, με την καθολική αναγνώρισή της ως λίκνο του δυτικού πολιτισμού και της δημοκρατίας. Από τις αρχές του 20ού αιώνα, τα μεγάλα ομογενειακά κέντρα έπαψαν να είναι τα ιστορικά και παραδοσιακά της μικρασιατικής ακτής, της Αιγύπτου, των παραδουνάβιων περιοχών και της Ρωσίας.

Σύγχρονα, μεγάλα ομογενειακά κέντρα έχουν καταστεί οι ελληνικές κοινότητες σε ΗΠΑ, Καναδά, Αυστραλία – Νέα Ζηλανδία, Νότια Αφρική και σε ορισμένες χώρες της Λατινικής Αμερικής. Η διαφορά μεταξύ των Ελλήνων των ιστορικών ομογενειακών κέντρων και εκείνων της σύγχρονης εποχής είναι ότι οι πρώτοι διατηρούσαν αλώβητη την ελληνικότητα τους, ενώ οι σύγχρονες Έλληνες της διασποράς αφομοιώνονται σταδιακά από τις τοπικές κοινωνίες.

Η γνώση και η χρήση της ελληνικής γλώσσας μειώνεται, ενώ στις ιστορικές κοιτίδες του Ελληνισμού η ελληνική ήταν η μητρική γλώσσα. Η διάκριση είναι αναγκαία, για να κατανοήσουμε τις σχέσεις των ιδίων και των απογόνων τους με την Ελλάδα. Η απώλεια της γνώσης της μητρικής γλώσσας είναι σημαντικό στοιχείο για τη διατήρηση των συναισθηματικών και πνευματικών σχέσεων με τη πατρίδα καταγωγής. Ο μεγάλος αλεξανδρινός ποιητής Κωνσταντίνος Καβάφης, σε ένα ποίημά του για τους Έλληνες της Κάτω Ιταλίας ή Μεγάλης Ελλάδος με τίτλο «Σε μία ελληνική Αποικία της κάτω Ιταλίας τον τρίτο μ.Χ. αιώνα» και σε σχέση με τη γλώσσα ως ταυτότητα, γράφει ότι τα ελληνικά «μόλις τα εψέλλιζαν ολίγοι», για να δείξει τη σημασία της γλώσσας στη διατήρηση της εθνικής και πολιτιστικής ταυτότητας.

Οι μεγάλοι εθνικοί ευεργέτες, χωρίς τις δωρεές των οποίων δεν θα υπήρχε στην ελληνική πρωτεύουσα ούτε Εθνικό Πανεπιστήμιο, ούτε Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, ούτε Ζάππειο, ούτε Καλλιμάρμαρο, στο οποίο διεξήχθησαν οι πρώτοι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες, όπως και άλλα, σημαντικά εθνικά ευεργετήματα, ήταν όλοι Έλληνες της διασποράς.

Οι απόδημοι Έλληνες στη σημερινή εποχή είναι οι άτυποι πρεσβευτές της Ελλάδας στη χώρα που διαβιούν, μεταφέρουν τον ελληνικό πολιτισμό και τις ελληνικές παραδόσεις και είναι θερμοί υποστηρικτές των εθνικών μας θεμάτων. Ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, που θεωρείται και είναι ηγέτιδα δύναμη του δυτικού κόσμου. Στη διατήρηση των σχέσεων των αποδήμων με την πατρίδα των ιδίων ή των προγόνων τους μεγάλως συντελούν και οι κατά τόπους Ελληνικές Προξενικές και Διπλωματικές μας Αρχές.

Μεγίστη είναι η συμβολή και ο ρόλος των Ελληνορθόδοξων Εκκλησιών, με το πλείστο των ιερωμένων λειτουργών τους να είναι Ελλαδικοί. Και το φετινό Πάσχα οι σκέψεις μας ας στραφούν προς τον Ελληνισμό και τον λαό της πολύπαθης Ουκρανίας και ας ευχηθούμε να τελειώσει γρήγορα ο πόλεμος, για τη συνέχιση του οποίου δεν ευθύνεται μόνο η Ρωσία.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Σχολιάστε εδώ