Ο Χριστός ξανασταυρώνεται

Ο Χριστός ξανασταυρώνεται

Στη Λυκόβρυση, ένα χωριό της Ανατολίας, ένα παμπάλαιο έθιμο απαιτεί από τους κατοίκους να αναβιώσουν τα Πάθη του Χριστού κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα.

Ο παπα-Γρηγόρης με τους προεστούς επιλέγουν τα πρόσωπα που θα λάβουν μέρος: τον Χριστό θα υποδυθεί ο Μανολιός, ένας απλός βοσκός· τον Ιωάννη, ο Μιχελής, ο γιος του άρχοντα Πατριαρχέα· τον Ιούδα, ο Παναγιώταρος· τη Μαγδαληνή, η χήρα Κατερίνα.

Η άφιξη μιας ομάδας Ελλήνων, κυνηγημένων από τους Τούρκους, μοιράζει τη Λυκόβρυση στα δύο: ενώ ο ιερέας και οι προύχοντες αποδιώχνουν τους απόκληρους, εκείνοι που υποδύονται τους Αποστόλους και τον Χριστό προσπαθούν να τους βοηθήσουν. Μια άγρια πάλη αρχίζει να εξελίσσεται ανάμεσα στους κατοίκους του χωριού και στους πρόσφυγες, που έχουν εξαγριωθεί από τη μακρά λιμοκτονία.

Υπό την πίεση των γεγονότων οι χωρικοί-πρωταγωνιστές ταυτίζονται ολοένα και περισσότερο με τα πρόσωπα του Eυαγγελίου που πρόκειται να υποδυθούν. Οι άρχοντες του χωριού ασυναίσθητα καταλήγουν στον ρόλο των Φαρισαίων· ο παπα-Γρηγόρης οδηγείται από τις περιστάσεις και από την ιδιοσυγκρασία του στον ρόλο του Kαϊάφα· τον ρόλο του Πιλάτου υποδύεται κατά τρόπο έξοχο, και με χιούμορ από τη μεριά του Kαζαντζάκη, ο τοπικός Tούρκος Αγάς.

Ο Μανολιός-Χριστός αλλάζει μέρα με τη μέρα. Χωρίζει την αρραβωνιαστικιά του και αποφασίζει να φτάσει σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πνευματική, ψυχική και σωματική αγνότητα. Υπερασπίζεται τους πρόσφυγες και μιλά για την αξία της αγάπης και του ελέους, προκαλώντας την αντίδραση των συγχωριανών του και την οργή του παπα-Γρηγόρη.

Tο μυθιστόρημα τελειώνει με τη μοίρα του Mανολιού να ταυτίζεται με το δράμα του Xριστού, καθώς φτάνει η είδηση της προέλασης των τουρκικών στρατευμάτων· βρισκόμαστε προ της Mικρασιατικής Καταστροφής και της εκδίωξης του ελληνικού πληθυσμού από την Aνατολία.

Ελληνικό Πάσχα σε χωριό της Ανατολίας λίγα χρόνια πριν από τον ξεριζωμό.

 

Η εποχή που γράφτηκε το βιβλίο

«Χριστέ μου», μουρμούρισε, «κοντεύουν δύο χιλιάδες χρόνια κι ακόμα σε σταυρώνουν…»

Το μυθιστόρημα Ο Χριστός ξανασταυρώνεται πρώτα κυκλοφόρησε στη Νορβηγία και στη Γαλλία και τρία χρόνια αργότερα στην Ελλάδα, το 1954, αφού ακολούθησε μια περιπετειώδη εκδοτική διαδρομή. Γράφει ο Καζαντζάκης τον Αύγουστο του 1948 προς τον φίλο του Πρεβελάκη από την Αντίμπ της Γαλλίας:
«Εδώ δουλεύω καλά, ησυχία, γλύκα, χαρά θεού. Αυτές τις μέρες τελειώνω το μυθιστόρημα που άρχισα Ο Χριστός ξανασταυρώνεται, θα γίνει 500 σελίδες, είναι σύγχρονο και γίνεται σε ένα χωριό της Μικράς Ασίας και δεν υπάρχει “εγώ”. Φυσικά δεν ξέρω αν είναι καλό, μα το γράφω με κέφι.

Ο Νίκος Καζαντζάκης μαζί με τον Εσταυρωμένο στο Sauze της Γαλλίας.

»Το μυθιστόρημα έγινε για μένα μια διέξοδος όπου μπορώ να χρησιμοποιήσω μερικές ανθρώπινες ιδιότητές μου, που δεν μπαίνουν, με τη μορφήν αυτή, στην ποίηση ή στην τραγωδία. Κέφι, χιούμορ, ανθρώπινες καθημερινές κουβέντες, γέλιο, αλατισμένα χωρατά, έννοιες δύσκολες διατυπωμένες με χωριάτικη απλότητα – όλα αυτά ήταν μέσα μου και μονάχα στο μυθιστόρημα μπορούσα να τα βάλω και να αλαφρώσω.

»Ήταν κι αυτό ένα μέρος του εαυτού μου, που έπρεπε να διατυπωθεί, για να μην το πάρω μαζί μου και χαθεί στο χώμα. Καθώς ξέρετε, θα ’θελα, όταν πεθάνω, να μη βρει τίποτα σπουδαίο ο Χάρος να πάρει».

Το εξώφυλλο της πρώτης ελληνικής έκδοσης από τις εκδόσεις Δίφρος, το 1954.

Το ιστορικό πλαίσιο

Σημειώνει ο σπουδαίος καθηγητής Ρόντρικ Μπίτον σε ένα κείμενο που μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης: «H τοποθέτηση του μυθιστορήματος στη Mικρά Aσία λίγο πριν την καταστροφή του 1922 επιτρέπει στον Kαζαντζάκη να υπαινίσσεται την ιστορική ομοιότητα ανάμεσα στη μοίρα των Eβραίων της αρχαιότητας και αυτή των Eλλήνων τον 20ό αιώνα.

»Αλλά υπάρχει και μια επιπρόσθετη ιστορική διάσταση. Στο μυθιστόρημα υπάρχουν πλείστες αναφορές στο μπολσεβικισμό· οι πρόσφυγες που κατασκηνώνουν έξω από το χωριό, απευθύνονται μάταια στους χωρικούς για βοήθεια. Tελικά όταν αυτή δεν τους παρέχεται επιτίθενται και στιγματίζονται από τους χωρικούς και τους Tούρκους σαν Mπολσεβίκοι. H σύγκρουση ανάμεσα στον κομμουνισμό και το υπάρχον καθεστώς είναι πραγματικά ευνόητη, αφού το μυθιστόρημα τοποθετείται λίγο μετά τη Pωσική Eπανάσταση, αλλά στην ουσία έχει πολύ περισσότερο να κάνει με τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο.

Ο Νίκος Καζαντζάκης (δεξιά) σε ένα από τα ταξίδια του στον Καύκασο.

»H αντιπαράθεση ανάμεσα στους έχοντες στη Λυκόβρυση και τους μη έχοντες που κατασκηνώνουν στο βουνό δεν είναι μόνο μια παραβολή για τη χριστιανική υποκρισία και το χριστιανικό φανατισμό αντίστοιχα, αλλά ταυτόχρονα μια παραβολή για την πραγματική σύγκρουση εκείνης της εποχής ανάμεσα σε Έλληνες και “Έλληνες”, ανάμεσα στους έχοντες των πόλεων και τους επαναστάτες, τους αντάρτες, στα βουνά.

[Σ.Σ.: Στο μυθιστόρημα Οι αδερφοφάδες ο Καζαντζάκης μιλάει για την αδελφοκτόνο σύγκρουση σε ένα χωριό κατά τον Ελληνικό Εμφύλιο. Στην υπόθεση του βιβλίου είναι και πάλι Μεγάλη Εβδομάδα και, με τον φόνο, τον θάνατο και την καθημερινή καταστροφή, ο παπα-Γιάνναρος αισθάνεται ότι κουβαλάει στους ώμους του τις αμαρτίες του κόσμου. Ο παπα-Γιάνναρος αγανακτεί, κραυγάζοντας ότι χωρίς ειρήνη δεν θα έρθει ανάσταση. Και, τελικά, φτάνει στη μεγάλη αποκάλυψη: όσο οι άνθρωποι αλληλοσκοτώνονται, ο Χριστός θα παραμένει νεκρός.]

»Έτσι ο Mανολιός-Xριστός δεν μεταμορφώνεται μονάχα σε άγιο αλλά και σε κοινωνικό επαναστάτη, ενώ ο παθιασμένος παπα-Φώτης, ο ηγέτης των προσφύγων, συνδυάζει τα χαρακτηριστικά, αλλά και μερικές από τις πεποιθήσεις του παραδοσιακού Oρθόδοξου ασκητή με εκείνα του φλογερού επαναστατικού ηγέτη. Το O Xριστός ξανασταυρώνεται συνδέει με μεταφορικό στοχασμό τρεις ξεχωριστές ιστορικές εποχές: την Iουδαία του καιρού των Παθών, τους Έλληνες της Μικράς Ασίας στα πρόθυρα της μαζικής τους εκδίωξης και τον Εμφύλιο.

«Ο διαμερισμός των ιματίων του Χριστού», 1579. Πίνακας του Ελ Γκρέκο. Είναι εμφανείς οι ομοιότητες με το εξώφυλλο της πρώτης ελληνικής έκδοσης του βιβλίου. 

»Tο μυθιστόρημα αντιστοιχεί τις εποχές αυτές με τρεις ιδεολογίες: τον Xριστιανισμό, τον εθνικισμό της Mεγάλης Iδέας που ήταν η ρίζα της καταστροφής του 1922, και τον Kομμουνισμό. Έτσι, όταν σκοτώνεται η μορφή του Xριστού και οι Tούρκοι ετοιμάζονται να μπουν στο χωριό:
α) O Xριστιανισμός του σημερινού κόσμου νικάται από τις δυνάμεις της ιδιοτέλειας, της πλεονεξίας και του φόβου.
β) Το ελληνικό ιδεώδες των αρχών του 20ού αιώνα γκρεμίζεται καθώς ο ελληνικός στρατός υφίσταται ήττα στην Aνατολία και στη συνέχεια οι Mικρασιάτες Έλληνες καταλήγουν πρόσφυγες, όπως οι Eβραίοι της αρχαιότητας.
γ) O Kομμουνισμός νικάται στην τελευταία φάση του ελληνικού εμφύλιου πολέμου, ταυτόχρονα με τη συγγραφή του μυθιστορήματος· οι αντάρτες στο βουνό που διακατέχονται από παθιασμένη και απεγνωσμένη πίστη στην αδελφοσύνη της ανθρωπότητας αναγκάζονται να επιτεθούν στους καλοθρεμμένους συμπατριώτες τους στο χωριό, από τους οποίους κατατροπώνονται.

»H υιοθέτηση μιας επαναλαμβανόμενης δομής που συνδέει διαφορετικούς μύθους, άλλους παλαιούς και άλλους υπό εξέλιξη, καθιστά τον θάνατο του Mανολιού-Xριστού σύμβολο και των τριών ηττών, και υπαινίσσεται μια βαθύτερη ταύτιση ανάμεσα σε τρεις διαφορετικές και μάλιστα ασυμβίβαστες ιδεολογίες· τον Xριστιανισμό, τον εθνικό ρεβανσισμό και τον Kομμουνισμό».

Εκδόσεις του βιβλίου σε Βουλγαρία, Τουρκία και ΗΠΑ. 

Ένα παγκόσμιο φαινόμενο

Λόγω της διεθνούς αναγνώρισης που πέτυχε (τουλάχιστον 34 διαφορετικές μεταφράσεις), το έργο του Καζαντζάκη μεταφέρθηκε σε διάφορες μορφές τέχνης. Τη δεκαετία του ’50 ο Τσέχος συνθέτης Bohuslav Martinů το διασκεύασε σε όπερα με τίτλο Το ελληνικό πάθος (τσέχικα: Řecké pašije). Μπορείτε να την ακούσετε εδώ.

Ο Ζιλ Ντασέν το μεταφέρει το 1957 σε γαλλο-ιταλική παραγωγή στον κινηματογράφο με τίτλο Αυτός που πρέπει να πεθάνει (γαλλικά: Celui qui doit mourir) με σπουδαίο καστ, στο οποίο συμπεριλαμβανόταν η Μελίνα Μερκούρη. Τα γυρίσματα έγιναν στην Κρήτη, ενώ την πρεμιέρα, που έγινε στις Κάννες, παρακολούθησαν ο Νίκος και η Ελένη. Έγραψε ο Καζαντζάκης στον Πρεβελάκη: «Χτες τα ξημερώματα γύρισα από τις Κάννες όπου παίχτηκε για πρώτη φορά στο φεστιβάλ. Καταπληχτική επιτυχία· πολλοί έκλαιγαν».

 

Οι New York Times στην κριτική τους για το Ο Χριστός ξανασταυρώνεται (The Greek Passion, ο τίτλος στα αγγλικά) τον Ιανουάριο του 1954 αποθεώνουν τον Καζαντζάκη, αναφέροντας ότι πλέον δεν είναι τοπικός ή εθνικός συγγραφέας, αλλά αναδεικνύεται ως ένας παγκόσμιος καλλιτέχνης.

O Ντέρεκ Κάρβερ βάσισε στο βιβλίο το ραδιοφωνικό θεατρικό του Ουκ ήλθον βαλείν ειρήνην (αγγλικά: Not to Send Peace), που ακούστηκε στη συχνότητα του BBC, ενώ διασκευασμένο σε θεατρική παράσταση ανέβηκε σε Γαλλία, Βέλγιο, Νορβηγία, Σουηδία και Αμερική.

Το 1975 γίνεται τηλεοπτική σειρά επεισοδίων στην ΕΡΤ και συντάραξε το τηλεοπτικό κοινό. Η σκηνοθεσία ήταν του δύο φορές υποψήφιου για Όσκαρ Βασίλη Γεωργιάδη και πρωταγωνιστούσαν οι Κάτια Δανδουλάκη, Ανδρέας Φιλιππίδης, Γιώργος Φούντας, Αλέξης Γκόλφης. Μπορείτε να δείτε δωρεάν τα επεισόδια στο Ertflix.

Η καταστροφή του υλικού πάνω στο οποίο είχαν γυριστεί οι τηλεοπτικές σειρές της δεκαετίας του 1970 (όπως ο Άγνωστος πόλεμος και ο Γιούγκερμαν) είχε ως συνέπεια το Ο Χριστός ξανασταυρώνεται να είναι η παλαιότερη σωζόμενη ελληνική τηλεοπτική σειρά.

Από το πρώτο επεισόδιο της σειράς, ο Λυκούργος Καλλέργης (παπα-Γρηγόρης) και ο Αλέξης Γκόλφης (Μανολιός).

Ο Καζαντζάκης στον 21ο αιώνα

Ο Χριστός ξανασταυρώνεται είναι μια ιστορία με σύγχρονους απόηχους. Tο επικό μυθιστόρημα του μεγάλου Νίκου Καζαντζάκη επανατοποθετεί την ουσία του μηνύματος του Ευαγγελίου στην καρδιά της εποχής μας.

Έγινε διαχρονικά οικουμενικός συμβολισμός της ανυπαρξίας κοινωνικής δικαιοσύνης και της απουσίας ανθρώπινης αγάπης. Και όχι μόνο υπό παθητική μορφή, των δεινών και των δοκιμασιών από την έλλειψή τους, αλλά και ως ασκούμενη πράξη και ενέργεια αδικοπραγούντων επί αδυνάτων και ανυπεράσπιστων.
Γράφει η Ελένη Καζαντζάκη: «Ο παγκόσμιος τύπος χαιρέτισε σαν αριστούργημα τούτο το μυθιστόρημα. Ο Άλμπερτ Σβάιτσερ (Σ.Σ.: Νόμπελ Ειρήνης το 1952) είπε πως ποτέ του δεν διάβασε κάτι πιο συνταρακτικό. Οι δύο Εκκλησίες, Καθολική και Διαμαρτυρόμενη, το χειροκρότησαν κι ακόμα το συνιστούν στο ποίμνιό τους, Μονάχα η τρίτη αδερφή, η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία, φωνάζει πως είναι βλάσφημο».

Τα χρόνια πέρασαν και πλέον τα βιβλία του Καζαντζάκη βρίσκονται σε κάθε βιβλιοθήκη κάθε σπιτιού της χώρας. Αν έπρεπε να κρατήσουμε μια φράση από το βιβλίο, θα ήταν αυτή: «Και στο πιο μικρό πετραδάκι, και στο πιο ταπεινό λουλούδι, και στην πιο σκοτεινή ψυχή, βρίσκεται αλάκερος ο Θεός. Και στην πιο μακρινή έρημο μια καλή πράξη έχει τον αντίχτυπό της σε αλάκερη την οικουμένη».

Ο Χριστός ξανασταυρώνεται στη νέα του έκδοση, φιλοτεχνημένη από τον Γιάννη Καρλόπουλο, σε επιμέλεια Βίκυς Κατσαρού:

ΑΝΑΚΑΛΥΨΕ ΤΟ



ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΟΠΤΡΑ


Σχολιάστε εδώ