Τα παθήματα εν ενεργεία και πρώην Προέδρων των ΗΠΑ


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Tα διεθνή τηλεοπτικά δίκτυα και άλλα ειδησεογραφικά Μέσα μετέδιδαν προ ημερών συνεχώς την είδηση και εικόνες από τη μετάβαση του πρώην Προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ στο Δικαστήριο της Νέας Υόρκης, από το οποίο είχε κληθεί προκειμένου να λάβει γνώση των κατηγοριών που του έχουν απαγγελθεί για τη γνωστή υπόθεση χρηματισμού πορνοστάρ με την οποία είχε συνάψει παροδικές σχέσεις, την οποία είχε χρηματοδοτήσει με ποσό προερχόμενο από την εταιρεία του, για να μην προβεί σε σχετικές αποκαλύψεις.

Το κατηγορητήριο αφορούσε κυρίως το γεγονός ότι δεν είχε δηλώσει στην εφορία –ως ώφειλε κατά τον νόμο– πού και γιατί διατέθηκε το εν λόγω ποσό. Ο Τραμπ αρνείται την κατηγορία, την οποία αποδίδει σε σκευωρίες πολιτικών αντιπάλων του με στόχο να εμποδίσουν και να ακυρώσουν τη δηλωμένη πρόθεσή του για υποψηφιότητα στις προεδρικές εκλογές του 2024.

Εντυπωσιακή ήταν η μετάβασή του στη δικαστική αίθουσα, συνοδευόμενος από δεκάδες οχήματα φανατικών οπαδών του, που δυναμικά εκδήλωσαν την αμέριστη υποστήριξη και συμπαράστασή τους στον πρώην Πρόεδρο. Εκτός της κατηγορίας παραβίασης του φορολογικού νόμου, στον Ντόναλντ Τραμπ προσάπτουν και κατηγορίες που ακόμα τελούν υπό ανακριτικό έλεγχο και αφορούν φοροδιαφυγή, ενθάρρυνση φανατικών οπαδών του να εισβάλουν στο Καπιτώλιο κατά την ανάληψη των καθηκόντων του διαδόχου του Τζο Μπάιντεν, όπως και αθέμιτες ενέργειες αμφισβήτησης των τελευταίων εκλογικών προεδρικών αποτελεσμάτων. Ο Τραμπ αρνήθηκε τις εναντίον του κατηγορίες και η υπόθεση παραπέμφθηκε προς περαιτέρω συζήτηση τον προσεχή Δεκέμβριο.

Ο Τραμπ είναι ο δεύτερος σε διάστημα λίγων δεκαετιών Πρόεδρος των ΗΠΑ που απασχολεί τη Δικαιοσύνη. Ο πρώτος ήταν ο Πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον, ο οποίος είχε κατηγορηθεί για το αδίκημα υποκλοπών σε βάρος πολιτικών του αντιπάλων, γεγονός που τον ανάγκασε να παραιτηθεί από το προεδρικό αξίωμα, προκειμένου να αποφύγει και τις ποινικές συνέπειες. Ο Ρίτσαρντ Νί­ξον βέβαια ήταν εν ενεργεία Πρόεδρος, ενώ στην περίπτω­ση του Ντόναλντ Τραμπ πρόκειται για πρώην Πρόεδρο. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι ο Τραμπ έχει ήδη εκδηλώσει την πρόθεσή του να διεκδικήσει εκ νέου την επανεκλογή του στη θέση του Προέδρου των ΗΠΑ στις επόμενες προεδρικές εκλογές, που θα διεξαχθούν το 2024.

Το κατηγορητήριο για απόκρυψη από τη εφορία του ποσού των 150.000 δολαρίων, που δόθηκαν προς εξαγορά της σιωπής της πορνοστάρ, η οποία όμως υπαναχώρησε και το κατήγγειλε, έχει και χαρακτηριστικά αγγλοσαξονικού πουριτανισμού. Ο Ντόναλντ Τραμπ ίσως είναι ο πρώτος αμερικανός Πρόεδρος που του απευθύνεται κατηγορητήριο για διάπραξη αδικήματος του οποίου το αρχικό αίτιο έχει ηθικά αίτια. Άλλοι προκάτοχοί του, μεταξύ των οποίων ο Τζον Κένεντι –ήταν γνωστός για τις εξωσυζυγικές σχέσεις και με γνωστή διεθνώς ηθοποιό–, έμειναν στο ποινικό και πολιτικό απυρόβλητο. Αντίθετα, στη Γηραιά Ήπειρο, παρόμοια γεγονότα και ηθικά παραπτώματα πολιτικών προσωπικοτήτων μάλλον αγνοούνται, περνούν απαρατήρητα και δεν επηρεάζουν τον πολιτικό τους βίο.

Παροιμιώδης ήταν η απάντηση του γάλλου Προέδρου Φρανσουά Μιτεράν, όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφο αν αλήθευε ότι είχε εξώγαμο τέκνο. Ανάλογη περίπου ήταν η απάντηση και του ιταλού πρωθυπουργού Τζούλιο Αντρεότι, όταν του ζητήθηκε να σχολιάσει τις σχέσεις του Ανδρέα Παπανδρέου με αεροσυνοδό και μετέπειτα σύζυγό του.

Ο πρώην Πρόεδρος Τραμπ υπήρξε από τους πλέον αμφιλεγόμενους Προέδρους στην πολιτική ζωή των Ηνωμένων Πολιτειών. Άκρως επιτυχημένος επιχειρηματίας, δεν είχε προηγουμένως καμιά ανάμειξη με την πολιτική και ήταν ο πρώτος στην ιστορία των ΗΠΑ που δεν είχε διατελέσει ούτε καν πολιτειακό πολιτικό πρόσωπο. Την υποψηφιότητά του για Πρόεδρος και την εκλογή του την είχε στηρίξει στο σύνθημα-υπόσχεση «to make America great again» («να κάνουμε την Αμερική ξανά μεγάλη»).

Η εξωτερική πολιτική που εφάρμοσε ως Πρόεδρος των ΗΠΑ είχε να κάνει περισσότερο με εξυπηρέτηση οικονομικών στόχων παρά με διπλωματικές επιδιώξεις. Στο πνεύμα αυτό, απέφυγε αντιπαραθέσεις με τη Ρωσία –σε αντίθεση με την πολιτική αντιμετώπιση της Κίνας–, ανήγγειλε την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν, με το επιχείρημα ότι η διατήρησή τους στοίχιζε πολύ ακριβά. Στο μέτωπο της Συρίας, όπου δρούσε το Ισλαμικό Κράτος, εγκατέλειψε τους πλέον πιστούς συμμάχους του, τους Κούρδους, κάτι που από ορισμένους χαρακτηρίσθηκε και ως προδοσία, και μαζί με τον Πούτιν ευνόησαν την εισβολή τουρκικών στρατευμάτων στη Βόρειο Συρία, με το αιτιολογικό καταπολέμησης των δυνάμεων του Ισλαμικού Κράτους (ISIS), όπως και των Κούρδων, που κατηγορούνταν από την Άγκυρα για συνεργασία με το ΡΚΚ. Ανέπτυξε ενεργή συνεργασία και προσωπική φιλία με τον Ερντογάν, που συνετέλεσε στην πεποίθηση και επιδίωξη του τούρκου Προέδρου να καταστήσει την Τουρκία μεγάλη περιφερειακή δύναμη.

Σχετικά με τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει ο πρώην Πρόεδρος Τραμπ, γενική είναι η εκτίμηση ότι έχουν συσπειρώσει τους οπαδούς του και η στήριξη που του παρέχεται θα ενισχυθεί περαιτέρω, αν ο Τραμπ κηρυχθεί α­θώος για ό,τι του καταλογίζεται. Οι πιθανότητες επανεκλογής τους, αν τελικά λάβει το χρίσμα του υποψηφίου Προέδρου από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, είναι μεγάλες.

Από ορισμένους πολιτικούς αναλυτές εκφράζονται φό­βοι ότι, σε περίπτωση επιστροφής του Τραμπ στον Λευκό Οίκο, οι ΗΠΑ μπορεί στα θέματα εξωτερικής πολιτικής να επιστρέψουν στις γνωστές από την προηγούμενη προεδρική θητεία επιλογές του για συνεργασία με τη Ρωσία, γεγονός που θα έχει επιπτώσεις στην αντιμετώπιση του Ουκρανικού και μπορεί να βλάψει τη συνοχή της Δύσης στην καταδίκη και αντιμετώπιση της ρωσικής εισβολής.

Οι ΗΠΑ είναι βέβαιο ότι θα εξακολουθήσουν να είναι πρωταγωνίστρια δύναμη στον κόσμο και όχι μόνο στον στρατιωτικό – πολιτικό τομέα. Ό­μως, το στίγμα του πρωταγωνιστικού ρόλου σε μεγάλο βαθμό δίνεται και από το γόητρο και την προσωπικότητα του εκάστοτε Προέδρου και ένοικου του Λευκού Οίκου. Η εμπλοκή ενός έστω και πρώην Προέδρου με τη δικαιοσύνη σίγουρα βλάπτει την εικόνα της Αμερικής ως δημοκρατικής χώρας και ηγέτιδας του Δυτικού Κόσμου.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Σχολιάστε εδώ