Μόλις 7.223 οι προσλήψεις στο ΕΣΥ, ενώ υπάρχει ανάγκη για 30.000
–Στα νοσοκομεία του ΕΣΥ εργάζονται 84.230!
Νέα μελέτη που πραγματοποίησε το Κέντρο Έρευνας και Εκπαίδευσης στη Δημόσια Υγεία, την Πολιτική Υγείας και την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΚΕΠΥ), με συντονιστές τους καθηγητές του Τμήματος Ιατρικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ηλία Κονδύλη και Αλέξη Μπένο, αναιρεί τους ισχυρισμούς της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Υγείας για περίπου 18.000 προσλήψεις στο ΕΣΥ στη διάρκεια της πανδημίας. Η μελέτη διαπιστώνει ότι οι προσλήψεις ήταν μόλις 7.223 και αυτές αφορούσαν επικουρικό ιατρικό, νοσηλευτικό και άλλο διοικητικό προσωπικό.
Σύμφωνα, όμως, με τους υπολογισμούς των συνδικαλιστικών φορέων γιατρών κ.λπ., για να καλυφθούν οι ανάγκες στα νοσοκομεία, όπως ορίζουν οι οργανισμοί των νοσοκομείων, που συντάχθηκαν επί υπουργίας Λοβέρδου, απαιτούνται γύρω στα 30.000 άτομα. Ωστόσο, από τότε μέχρι σήμερα, στα περισσότερα νοσοκομεία έχουν πλέον δημιουργηθεί νέα τμήματα, ανεβάζοντας τις οργανικές θέσεις ακόμη περισσότερο.
Η μελέτη που φέρει τον τίτλο «Η εξέλιξη του Υγειονομικού Προσωπικού στα Νοσοκομεία του ΕΣΥ πριν και κατά τη διάρκεια της πανδημίας» αποτυπώνει τη σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν τα νοσοκομεία του ΕΣΥ, με τις ελλείψεις προσωπικού, την καθημερινή εργασιακή εξουθένωση γιατρών και νοσηλευτών, δηλαδή «των ηρώων» της πανδημίας, καθώς και την ανεπαρκή εξυπηρέτηση των ασθενών που καταφεύγουν σε αυτά.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το 2019 στα νοσοκομεία του ΕΣΥ εργάζονταν συνολικά 80.991 εργαζόμενοι, εκ των οποίων το 24% ήταν γιατροί, 43,5% νοσηλεύτριες/τές και το 32,5% υπόλοιπο προσωπικό, στο οποίο περιλαμβάνονται το παραϊατρικό προσωπικό, προσωπικό φαρμακείων, διατροφικής μέριμνας, διοικητικό προσωπικό, προσωπικό πληροφορικής, διοικητικής και κοινωνικής μέριμνας και τεχνικό προσωπικό.
Στάσιμο το μόνιμο προσωπικό
Τον Δεκέμβριο του 2022, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Υγείας, στα νοσοκομεία του ΕΣΥ εργάζονταν συνολικά 84.230 εργαζόμενοι, από τους οποίους το 23% ήταν γιατροί, το 45% νοσηλεύτριες/τές και το υπόλοιπο 32% λοιπό προσωπικό.
Στη διάρκεια της πανδημίας (2020 – 2022), υπήρξε μια αύξηση στο νοσοκομειακό προσωπικό του ΕΣΥ κατά 9,4% (7.223 νέες θέσεις, με την πλειονότητα να αφορά θέσεις νοσηλευτικού και λοιπού προσωπικού).
Επίσης, το 2022 στο ΕΣΥ εργάζονταν 19.921 ιατροί, εκ των οποίων το 49% ήταν μόνιμοι γιατροί, το 41% ειδικευόμενοι και εξειδικευόμενοι (με συμβάσεις ορισμένου χρόνου), το 9% επικουρικοί ιατροί (με μονετείς συμβάσεις) και το 1% υπόλοιπο ιατρικό προσωπικό. Στα τρία χρόνια της πανδημίας, το ιατρικό προσωπικό αυξήθηκε κατά 5,7% (1.029 νέες θέσεις εργασίας ιατρών). Αύξηση η οποία προήλθε κυρίως από την αύξηση των επικουρικών ιατρών και την αύξηση των ειδικευομένων ιατρών το 2022, κατά το τρίτο έτος, δηλαδή, της πανδημίας. Το μόνιμο προσωπικό των νοσοκομείων στην τριετία παρέμεινε στάσιμο (321 νέες θέσεις ή αύξηση 0,5%).
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία σχετικά με τη διαχρονική εξέλιξη των σχέσεων εργασίας των εργαζομένων στα νοσοκομεία του ΕΣΥ κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η αύξηση του προσωπικού των νοσοκομείων του ΕΣΥ προήλθε σχεδόν εξ ολοκλήρου από την αύξηση του επικουρικού προσωπικού και του προσωπικού ορισμένου χρόνου.
Ως προς το επίπεδο εκπαίδευσης των εργαζομένων στα νοσοκομεία του ΕΣΥ, το 2022, το 40,5% των εργαζόμενων ήταν προσωπικό υποχρεωτικής (ΥΕ) ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (ΔΕ), ενώ το 59,5% του προσωπικού ήταν τεχνολογικής (ΤΕ) ή πανεπιστημιακής εκπαίδευσης (ΠΕ).
Ως προς τη γεωγραφική κατανομή των εργαζομένων, το 37,6% ήταν συγκεντρωμένο στην Αττική, το 16,8% στην Κεντρική Μακεδονία και το υπόλοιπο 45,6% στις υπόλοιπες 11 γεωγραφικές περιφέρειες της χώρας.
Τι επισημαίνει η μελέτη
Υπάρχει σημαντική αποδυνάμωση του υγειονομικού προσωπικού του δημόσιου τομέα στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης. Ενδεικτικά, τα νοσοκομεία του ΕΣΥ τη χρονική περίοδο 2009 – 2015 απώλεσαν το 20% του ανθρώπινου δυναμικού τους (απώλεια σχεδόν 19.000 θέσεων εργασίας, το 50% των οποίων αφορούσε θέσεις κλινικού προσωπικού), με την όποια μερική ανάταξη την περίοδο 2015 – 2019 (αποκατάσταση 5.500 περίπου θέσεων εργασίας) να επιχειρείται κυρίως μέσω πρόσληψης επικουρικού προσωπικού.
Τα τραύματα της οικονομικής κρίσης και της δημοσιονομικής προσαρμογής, όσον αφορά το υγειονομικό προσωπικό του δημόσιου τομέα υγείας, οδήγησαν την περίοδο 2009 – 2019 πάνω από 3.100 εκπαιδευμένους στην Ελλάδα ιατρούς (και άγνωστο αριθμό νοσηλευτριών/τών) σε αναζήτηση εργασίας στο εξωτερικό, μια φυγή εγκεφάλων με ανυπολόγιστες συνέπειες για το μέλλον του συστήματος υγείας στη χώρα.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τα τραυματισμένα, από την περίοδο της οικονομικής κρίσης και λιτότητας, νοσοκομεία του ΕΣΥ κλήθηκαν να σηκώσουν κατ’ αποκλειστικότητα το βάρος της φροντίδας και νοσηλείας των ασθενών με Covid-19.
Η παρούσα μελέτη αναδεικνύει την πλημμελή και με βραχυπρόθεσμο ορίζοντα στήριξη των νοσοκομείων του ΕΣΥ με ανθρώπινο δυναμικό ακόμη και την περίοδο της ύστατης ανάγκης, την περίοδο δηλαδή της πανδημίας.
Με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το 2009 εργάζονταν στα νοσοκομεία του ΕΣΥ 92.946 εργαζόμενοι, ενώ τον Δεκέμβριο του 2022, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Υγείας, εργάζονταν 84.320 εργαζόμενοι. Με άλλα λόγια, τον Δεκέμβριο του 2022 οι εργαζόμενοι στα δημόσια νοσοκομεία ήταν λιγότεροι κατά 8.626 σε σχέση με τα προ οικονομικής κρίσης επίπεδα.
Η μελέτη επισημαίνει ότι η γήρανση των εργαζομένων με μόνιμη απασχόληση, χωρίς αυτόματη αναπλήρωση των αποχωρήσεων, οδηγεί με συνέπεια στην οριστική αποδιάρθρωση των νοσοκομειακών υπηρεσιών του ΕΣΥ. Για την άμεση ανακούφιση των νοσοκομείων του ΕΣΥ απαιτείται, κατ’ αρχάς, η πλήρης αποκατάσταση των απωλειών της οικονομικής κρίσης σε ανθρώπινο δυναμικό, με προσλήψεις τουλάχιστον 15.000 υγειονομικών, πέραν των ετήσιων προσλήψεων προς αντικατάσταση των αποχωρήσεων λόγω συνταξιοδότησης ή άλλων λόγων. Απαιτείται επίσης η μονιμοποίηση των 11.000 επικουρικών εργαζομένων στα νοσοκομεία του ΕΣΥ σήμερα και η αποκατάσταση της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης στο σύνολο του προσωπικού.