Γ. Δραγασάκης: Η επόμενη προοδευτική κυβέρνηση θα εφαρμόσει σχέδιο που θα εγγυάται τη δημοσιονομική κυριαρχία, με αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος και αποκατάσταση της κοινωνικής συνοχής
Ο βουλευτής και πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης, ο οποίος στην ομιλία του στο συνέδριο του Οικονομικού Επιμελητηρίου τόνισε ότι “…σε μια χώρα υπερχρεωμένη και με ανισότητες, η προτεραιότητα της απερχόμενης κυβέρνησης ήταν η μείωση του φόρου μερισμάτων στο 5% και η μη φορολόγηση στις γονικές παροχές πολύ μεγάλης περιουσίας. Και ενώ χρειάζεται να θέσουμε σταθερές βάσεις για συμπεριληπτική ανάπτυξη, την 4ετία 2019-23 έχουμε αύξηση μόνο αύξηση των περιορισμών. Περιορισμών στην πρόσβαση στην εκπαίδευση, στην υγεία κ.ά. Αντί να ανοίγουμε δρόμους συμμετοχής, υψώνουμε τείχη αποκλεισμών”.
Το πρώτο δείγμα του οικονομικού σχεδιασμού του ΣΥΡΙΖΑ έδωσε ο βουλευτής και πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης στην ομιλία του καθώς, όπως, τόνισε, “η κυβέρνηση «βαφτίζει» ως επενδύσεις τις εξαγορές επιχειρήσεων αλλά είναι εκείνες που θα καλύψουν το παραγωγικό κενό; Είναι βιώσιμο το παραγωγικό μοντέλο μας, που παρότι δεν έχει μεγάλη συμμετοχή βαριάς βιομηχανίας, είναι εξαιρετικά ενεργοβόρο;”
και πρόσεθσε: “Τι κάνει η κυβέρνηση με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης; Οδηγούνται σ’ επενδύσεις που αλλάζουν το παραγωγικό υπόδειγμα, αυξάνουν την παραγωγικότητα και ενισχύουν την ανθεκτικότητα της οικονομίας; Ή αναπαράγονται τα παραγωγικά αδιέξοδα με πλουτισμό λίγων και ισχυρών;”
“Η δεύτερη πρόκληση που θα ήθελα να αναφέρω είναι οι ανισότητες. Παλαιότερα θα έπρεπε να αιτιολογήσω τη σημασία του θέματος αλλά τώρα δεν νομίζω ότι χρειάζεται αυτό αφού όλοι οι παγκόσμιοι οργανισμοί, ακόμα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θεωρούν πρόκληση, προτεραιότητα μεγάλη το θέμα της μείωσης των ανισοτήτων και μεταξύ κρατών αλλά και εντός των κρατών και εντός των κοινωνιών. Την προηγούμενη τετραετία παρόλο που ήταν εξαιρετικά δύσκολη, την περίοδο 2015-2019 είχαμε μια κάμψη των δεικτών ανισοτήτων και της φτώχειας, του δείκτη gini και άλλων. Με λύπη μου διαπιστώνω ότι αυτήν την τετραετία, που επίσης ήταν δύσκολη αλλά που είχαμε μεγαλύτερη άνεση διάθεσης πόρων οι ανισότητες ξανά επιδεινώνονται. Οι ανισότητες στο εισόδημα ιδίως μετά τον πληθωρισμό επιδεινώνονται διότι οι αυξήσεις μισθών δεν καλύπτουν, δεν αποκαθιστούν την αγοραστική δύναμη μισθών και εισοδημάτων και αυτό θα λειτουργήσει σωρευτικά. Τα μέτρα φορολογίας που ελήφθησαν τα περισσότερα διευρύνουν τις ανισότητες. Δεν είναι δυνατόν σήμερα να φορολογούμε με 5% περίπου τα μερίσματα, μια χώρα υπερχρεωμένη με μεγάλες ανισότητες. Δεν είναι δυνατόν να απαλλάσσουμε από το φόρο τη μεταβίβαση, τις γονικές παροχές μεγάλων περιουσιών. Αυτή είναι η προτεραιότητα σε αυτήν τη χώρα; Είναι ανάγκη να ξαναδούμε το φορολογικό σύστημα και την κατανομή των φορολογικών βαρών”.
Δραγασάκης: “Η εποχή που ήταν «βεβαιότητα» ότι η αυτορρύθμιση των αγορών, η μεγιστοποίηση του κέρδους και οι ιδιωτικοποιήσεις θα διασφάλιζαν τη συλλογική ευημερία έχει παρέλθει.”
Ακολουθούν βασικά σημεία της ομιλίας του Γιάννη Δραγασάκη, Βουλευτή του Δυτικού Τομέα Αθηνών του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, στο 4ο διεθνές συνέδριο του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας:
Σήμερα, και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη και διεθνώς, ζούμε σε μια συγκυρία αλλαγής. Η εποχή που ήταν «βεβαιότητα» ότι η αυτορρύθμιση των αγορών, η μεγιστοποίηση του κέρδους και οι ιδιωτικοποιήσεις θα διασφάλιζαν τη συλλογική ευημερία έχει παρέλθει.
Για την Ελλάδα, που μόλις πριν από μία 10ετία βιώσαμε μια χρεοκοπία και μετά τα μνημόνια, από τα οποία βγήκαμε το 2018, η σημερινή συνθήκη θέτει 3 μεγάλες προκλήσεις:
• Δημοκρατία και κράτος δικαίου
• Ανισότητες
• Παραγωγικό μοντέλο
Μετά το 1974 δεν κινδύνεψε ποτέ η Δημοκρατία και το κράτος δικαίου. Τεθήκαμε σε επιτήρηση για τη χρεοκοπία, αλλά όχι για τους δημοκρατικούς θεσμούς μας. Και είναι ανησυχητικό ότι σήμερα υποχωρούμε σε διεθνείς κατατάξεις ως προς την ποιότητά τους.
Η Δημοκρατία όμως και το κράτος δικαίου είναι προϋποθέσεις και όροι της βιώσιμης ανάπτυξης, είναι πυλώνας της. Δίχως έλεγχο και λογοδοσία, δίχως διαφάνεια και ισχυρούς θεσμούς, η οικονομική μεγέθυνση, ακόμη και αν υπάρχει, θα ναι πρόσκαιρη και άνιση.
Κάποτε χρειαζόταν να επιχειρηματολογήσουμε για τη σημασία καταπολέμησης των ανισοτήτων. Σήμερα η αρνητική επίπτωσή τους είναι κοινός τόπος ακόμη και για το ΔΝΤ.
Και είναι ανησυχητικό ότι ενώ το 2015-19 πετύχαμε μια σημαντική μείωση των ανισοτήτων στην Ελλάδα και μάλιστα σε πολύ δύσκολες συνθήκες, την 4ετία 2019-23 έχουμε νέα αύξησή τους, σε μια περίοδο μάλιστα που υπήρχαν πολλές δημοσιονομικές ευελιξίες.
Και σε μια χώρα υπερχρεωμένη και με ανισότητες, η προτεραιότητα της απερχόμενης κυβέρνησης ήταν η μείωση του φόρου μερισμάτων στο 5% και η μη φορολόγηση στις γονικές παροχές πολύ μεγάλης περιουσίας.
Και ενώ χρειάζεται να θέσουμε σταθερές βάσεις για συμπεριληπτική ανάπτυξη, την 4ετία 2019-23 έχουμε αύξηση μόνο αύξηση των περιορισμών. Περιορισμών στην πρόσβαση στην εκπαίδευση, στην υγεία κ.ά. Αντί να ανοίγουμε δρόμους συμμετοχής, υψώνουμε τείχη αποκλεισμών.
Το 2000 η κυρίαρχη αντίληψη πίστευε ότι η ένταξη στο ευρώ, από μόνη της, θα διασφάλιζε την ελληνική οικονομία. Το 2010 αυτή η ψευδαίσθηση κατέρρευσε μαζί με τη χρεοκοπία του παραγωγικού μοντέλου.
Τι γίνεται όμως σήμερα για το παραγωγικό και επενδυτικό κενό στην ελληνική οικονομία; «Βαφτίζουμε» επενδύσεις τις εξαγορές επιχειρήσεων, αλλά είναι εκείνες που θα καλύψουν το παραγωγικό κενό;
Είναι βιώσιμο το παραγωγικό μοντέλο μας, που παρότι δεν έχει μεγάλη συμμετοχή βαριάς βιομηχανίας, είναι εξαιρετικά ενεργοβόρο;
Τι κάνει η κυβέρνηση με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης; Οδηγούνται σ’ επενδύσεις που αλλάζουν το παραγωγικό υπόδειγμα, αυξάνουν την παραγωγικότητα και ενισχύουν την ανθεκτικότητα της οικονομίας; Ή αναπαράγονται τα παραγωγικά αδιέξοδα με πλουτισμό λίγων και ισχυρών;
Το 2018 φτιάξαμε έναν πρωτοποριακό νόμο για τις ενεργειακές κοινότητες για τόνωση της ενεργειακής δημοκρατίας. Τι έκανε η κυβέρνηση της ΝΔ; Τον εκφύλισε σε πλαίσιο ευνοϊκής υπερσυγκέντρωσης υπέρ λίγων ενεργειακών ομίλων.
Το 2018 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να επιτύχει ρύθμιση του χρέους μέχρι το 2030. Αν δεν αξιοποιηθεί ο χρόνος, η χώρα θα ξαναβρεθεί ενώπιον μεγάλων περιπετειών. Και ήδη το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης αυξήθηκε κατά 45 δισ. ευρώ το 2019-23.
Γι’ αυτό η επόμενη προοδευτική κυβέρνηση θα εφαρμόσει, στο νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο, ένα σχέδιο που θα εγγυάται τη δημοσιονομική κυριαρχία μακροπρόθεσμα χωρίς λιτότητα, με βιώσιμη και ανθεκτική ανάπτυξη, με αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος και αποκατάσταση της κοινωνικής συνοχής.
Δραγασάκης: “ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ ως πολιτικές δυνάμεις έχουν ένα μέλλον, εγώ βλέπω συγκλίσεις”