Ελίζα Βόζεμπεργκ στο “Π”: Οι Βρυξέλλες ψηφίζουν Ελλάδα
Της
ΕΛΙΖΑΣ ΒΟΖΕΜΠΕΡΓΚ
Ευρωβουλευτού της Νέας Δημοκρατίας
Βαδίζοντας προς το τέλος της τετραετίας, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε εάν και κατά πόσο έχει αλλάξει η εικόνα της Ελλάδας στην Ευρώπη σε σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν.
Έχοντας την τιμή να υπηρετώ την πατρίδα μας ως ευρωβουλευτής με την ψήφο των ελλήνων πολιτών εδώ και σχεδόν εννέα χρόνια, βίωσα μια αξιοπρόσεκτη αλλαγή κατά την τελευταία τετραετία στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν την Ελλάδα τόσο ευρωπαίοι αξιωματούχοι όσο και συνάδελφοί μου ευρωβουλευτές.
Την περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, κατά γενική ομολογία, η χώρα μας ήταν ο αδύναμος κρίκος της Ευρωζώνης, δοθέντος ότι ήταν ουραγός σε μεταρρυθμίσεις, ρυθμούς ανάπτυξης, προσέλκυση επενδύσεων και απορρόφηση κονδυλίων.
Οι μοναδικές πρωτιές που κατέγραφε ήταν αρνητικές, αφού αφορούσαν την ανεργία και το δημόσιο χρέος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη διαπραγματευτική θέση και την αξιοπιστία της χώρας μας.
Η εικόνα, όμως, της Ελλάδας και κατ’ επέκταση η στάση των συναδέλφων μου ευρωβουλευτών από τα άλλα κράτη-μέλη άρχισαν να αλλάζουν μετά τις εκλογές του 2019. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης από την πρώτη στιγμή ανέλαβε πρωτοβουλίες και κατέγραψε επιτυχίες, που βελτίωσαν το κλίμα, αποκαθιστώντας σταδιακά το διεθνές κύρος της χώρας μας.
Η αποτελεσματική προστασία των ευρωπαϊκών συνόρων στον Έβρο, η επιτυχημένη διαχείριση του Προσφυγικού – Μεταναστευτικού, οι πρωτοβουλίες του έλληνα πρωθυπουργού για τη δημιουργία Ταμείου Ανάκαμψης και για την καθιέρωση «πράσινου ψηφιακού πιστοποιητικού» και οι προτάσεις του για κοινή ευρωπαϊκή απάντηση απέναντι στην ενεργειακή κρίση αποτελούν ορισμένα μόνο χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, η Ελλάδα στις Βρυξέλλες από ουραγός έγινε πρωταγωνίστρια και εξελίχθηκε σε πραγματικό συνδιαμορφωτή των ευρωπαϊκών εξελίξεων.
Περαιτέρω, καταλυτικό ρόλο στη βελτίωση της διεθνούς μας παρουσίας διαδραμάτισαν οι πολυεπίπεδες επιτυχίες της εξωτερικής μας πολιτικής.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα, μεταξύ πολλών άλλων, αποτελούν οι αμυντικές συμφωνίες με Γαλλία και ΗΠΑ, η επίλυση μακροχρόνιων γόρδιων δεσμών, όπως η συμφωνία για τις Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες με Ιταλία και Αίγυπτο, και η αναβάθμιση των σχέσεών μας με το Ισραήλ αλλά και με μια σειρά από αραβικές χώρες, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Σαουδική Αραβία.
Εξίσου μεγάλη εντύπωση έχουν προκαλέσει στις Βρυξέλλες οι θετικές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, που έχει πάψει προ πολλού να αποτελεί τον αδύναμο κρίκο της Ευρωζώνης.
Σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε κατά το παρελθόν, οι εταίροι μας βλέπουν την ελληνική οικονομία να καταγράφει διπλάσιο ρυθμό ανάπτυξης από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης για το 2022, ενώ σύμφωνα με όλες τις σχετικές εκτιμήσεις ανάλογη αναμένεται να είναι η εικόνα και για το 2023.
Επίσης, αίσθηση έχει προκαλέσει το ότι η Ελλάδα πέτυχε τη μεγαλύτερη μείωση δημόσιου χρέους και τη μεγαλύτερη μείωση της ανεργίας στην ΕΕ κατά την τελευταία τετραετία. Είναι αξιοσημείωτο το ότι η ανεργία από 17,6% το καλοκαίρι του 2019 έχει μειωθεί στο 10,8% σήμερα, με τη δημιουργία 270.000 νέων θέσεων εργασίας.
Επιπρόσθετα, την επενδυτική απραξία της περιόδου ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ διαδέχθηκε ρεκόρ εικοσαετίας νέων μεγάλων επενδύσεων και σημαντικών επιχειρηματικών συμφωνιών.
Η μείωση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, σε συνδυασμό με την προώθηση μεταρρυθμίσεων, την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος και τα ψηφιακά άλματα, με πάνω από 1.000 νέες ψηφιακές υπηρεσίες, δημιούργησαν ένα εξαιρετικά φιλικό επενδυτικό περιβάλλον, που αντιμετωπίζεται με ιδιαίτερα θετικά σχόλια στις Βρυξέλλες.
Το αποτέλεσμα ήταν η πατρίδα μας να γίνει πόλος έλξης επιχειρηματικών κολοσσών, όπως, μεταξύ άλλων, η JP Morgan, η Google, η Microsoft, η Volkswagen, η Pfizer, η Amazon και η Cisco.
Οι 12 αναβαθμίσεις των προοπτικών και της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης επιβεβαιώνουν με τον πλέον σαφή τρόπο ότι η Ελλάδα έχει γυρίσει σελίδα.
Κατά μείζονα λόγο όταν όλα τα παραπάνω έλαβαν χώρα κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες και σε ένα εξαιρετικά δύσκολο οικονομικό και γεωπολιτικό περιβάλλον, με την πρωτόγνωρη κρίση της πανδημίας, την κορύφωση της έντασης με την Τουρκία, τον πόλεμο στην Ουκρανία, την ενεργειακή κρίση και τον εισαγόμενο πληθωρισμό.
Η κυρίαρχη εντύπωση που επικρατεί τώρα στις Βρυξέλλες για την πατρίδα μας είναι ότι η Ελλάδα για την Ευρώπη αποτελεί πλέον μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος.