4,3 δισ. ευρώ τον χρόνο το συνολικό κόστος της παχυσαρκίας στη χώρα μας!
Μόνο το 30,3% του πληθυσμού έχει κανονικό βάρος
Του
ΑΡΗ ΜΠΕΡΖΟΒΙΤΗ
Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία, η πορεία της παχυσαρκίας λαμβάνει ανησυχητική τροπή, με την Ελλάδα να κατέχει μία από τις πιο υψηλές θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη ως προς τα ποσοστά παχυσαρκίας των πολιτών.
Η θέση της είναι ακόμα υψηλότερη όσον αφορά το ποσοστό παχυσαρκίας στα παιδιά. Το 2019, παχύσαρκος ήταν 1 στους 6 πολίτες (17%) και σχεδόν 1 στους 2 (50%) είχε βάρος πάνω από το φυσιολογικό. Αντίστοιχα υψηλή συχνότητα παχυσαρκίας διαπιστώνεται και στα παιδιά ηλικίας 7 – 9 ετών. Μόνο το 30,3% του γενικού πληθυσμού στη χώρα μας έχει κανονικό βάρος.
Η παχυσαρκία, ως νόσος αλλά και ως αιτιολογικός παράγοντας, επιβαρύνει σημαντικά το συνολικό φορτίο νοσηρότητας, καθώς συνδέεται με μια σειρά νοσημάτων, όπως είναι ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, η δυσλιπιδαιμία, τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ο καρκίνος, η κατάθλιψη, τα προβλήματα του μυοσκελετικού κ.ά. Συνεπώς, δεν αποτελεί έκπληξη το ότι η παχυσαρκία επιβαρύνει σημαντικά και τα οικονομικά του Συστήματος Υγείας, ως αποτέλεσμα των αυξημένων αναγκών σε φροντίδα των πασχόντων από τα σχετιζόμενα με την παχυσαρκία νοσήματα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η «Συμμαχία για την Καταπολέμηση της Παχυσαρκίας – action4obesity», με βάση εκτιμήσεις για την Ελλάδα, η συνολική οικονομική επιβάρυνση από την παχυσαρκία στη χώρα μας ανέρχεται σε ποσοστό περίπου 2,4% του ΑΕΠ ή σε νομισματικά μεγέθη σε 4,3 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.
Πάνω από το 50% αυτής της δαπάνης αφορά απώλεια παραγωγικότητας, δηλαδή επηρεάζει το σύνολο της οικονομίας, ως αποτέλεσμα της απουσίας από την εργασία λόγω προβλημάτων υγείας που συνδέονται με την παχυσαρκία. Κάθε χρόνο, η νοσοκομειακή δαπάνη του Δημόσιου Συστήματος Υγείας για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας (και των συνδεόμενων με αυτή νοσημάτων) υπερβαίνει τα 650 εκατομμύρια ευρώ, σε ένα σύστημα το οποίο, διαχρονικά αλλά και ιδιαίτερα στις μέρες μας, λειτουργεί με μεγάλο φόρτο.
Τα αίτια της αυξημένης συχνότητας παχυσαρκίας σχετίζονται με αυξημένη κατανάλωση ενέργειας μέσω των τροφών και με τον καθιστικό τρόπο ζωής και εργασίας. Οι Ευρωπαίοι περνούν καθιστοί περισσότερες από 5 ώρες τη μέρα. Στον χώρο εργασίας η ενέργεια που καταναλώνεται σήμερα είναι κατά 15% λιγότερη σε σύγκριση με το 1960. Ακόμη, το 60% των Ευρωπαίων προτιμά να χρησιμοποιεί στις καθημερινές μετακινήσεις του αυτοκίνητο και μόνο το 19% χρησιμοποιεί τακτικά τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς.
Σύμφωνα με μελέτη του ΟΟΣΑ σε 46 χώρες, η μείωση κατά 20% των θερμίδων που εμπεριέχονται στις ενεργειακά πυκνές τροφές θα μπορούσε να οδηγήσει σε πρόληψη 1.100.000 περιπτώσεων μη μεταδιδόμενων νόσων τον χρόνο, σε 1.400.000 επιπρόσθετες ημέρες εργασίας, σε εξοικονόμηση 13.000.000.000 δολαρίων και σε αύξηση 0,5% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος.
Για το κοινό, η παχυσαρκία είναι υποεκτιμημένη ως νόσος. Το 84% των ατόμων δεν γνωρίζει ότι η παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο για εμφάνιση πολλών καρκίνων, το 50% αγνοεί τη σχέση της παχυσαρκίας με τα καρδιαγγειακά συμβάματα και το 25% δεν γνωρίζει ότι η παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο για διαβήτη τύπου 2, αρτηριακή υπέρταση και δυσλιπιδαιμία.
Υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας στην πατρίδα μας ανευρίσκονται στα άτομα με χαμηλό κοινωνικοοικονομικό ή / και εκπαιδευτικό επίπεδο και με ανεπαρκή σωματική δραστηριότητα. Η χώρα μας, δυστυχώς, κατέχει πολύ υψηλή θέση στην παιδική παχυσαρκία μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών και ο ρυθμός αύξησης της υπερβαρότητας και της παχυσαρκίας στα παιδιά εξακολουθεί να είναι ανοδικός, μια τραγική υποθήκη για το μέλλον της υγείας της κοινωνίας μας.
Στην Ελλάδα, όσον αφορά τους παράγοντες που επιδρούν στην εμφάνιση της παχυσαρκίας, σημειώνεται υψηλή πρόσληψη ζάχαρης και χαμηλή πρόσληψη φυτικών ινών, ενώ παρατηρούνται υψηλά ποσοστά κατάθλιψης και αγχωδών διαταραχών. Ανευρίσκονται, επίσης, υψηλά ποσοστά παθήσεων που σχετίζονται με την παχυσαρκία, όπως σακχαρώδης διαβήτης, καρκίνος της μήτρας, του μαστού κ.λπ.
Για τη χώρα μας προβλέπεται ότι το 2030 σχεδόν ένας στους τρεις κατοίκους θα είναι παχύσαρκος, με τον ρυθμό ετήσιας αύξησης του ποσοστού από το 2010 έως το 2030 στο 1,5% και στα παιδιά στο 2,1%. Η άκρως δυσοίωνη πρόβλεψη είναι ότι το 2060 το 75% των κατοίκων της Ελλάδας θα είναι υπέρβαρο ή παχύσαρκο!