Το μεγάλο παζάρι της Άγκυρας με τη Δύση και το «δόλωμα» της δήθεν τουρκικής στροφής
Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
Μηνύματα καθησυχασμού της Δύσης και δελεασμού της Ουάσινγκτον εκπέμπονται από την Άγκυρα, όχι μόνο από την κυβέρνηση Ερντογάν αλλά και από την πλευρά της αντιπολίτευσης, καθώς σε αυτήν τη δύσκολη προεκλογική περίοδο καμιά πλευρά δεν επιθυμεί το άνοιγμα νέων μετώπων, ενώ καλλιεργείται το έδαφος για στροφή της Τουρκίας αμέσως μετά τις εκλογές.
Η κυβέρνηση Ερντογάν έχει αναγάγει σε μείζον ζήτημα, που καθορίζει και τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, το θέμα της αγοράς νέων και αναβάθμισης των παλιών F-16, αλλά και της επίλυσης της διαφοράς για τα F-35, καθώς η Τουρκία, λόγω της αγοράς των S-400, έχει αποβληθεί από το πρόγραμμα στο οποίο συμμετείχε ως συμπαραγωγός, έχοντας καταβάλει, σύμφωνα με τα στοιχεία που επικαλούνται οι τούρκοι αξιωματούχοι, περισσότερα από 1,5 δισ. δολάρια.
Το μπλοκάρισμα των εξαγωγών των αναβαθμισμένων εξοπλιστικών προϊόντων προς την Τουρκία δεν αφορά μόνο την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα και την αξιοπιστία της Τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας, αλλά πλήττει και την αξιοπιστία της ίδιας της Τουρκίας, καθώς εμφανίζεται ως παρίας σύμμαχος των ΗΠΑ, στον οποίο η Ουάσινγκτον δεν εμπιστεύεται τα μυστικά των σύγχρονων εξοπλιστικών προγραμμάτων της. Ο κ. Ερντογάν, ο οποίος για μεγάλο διάστημα και ανά περιόδους βγάζει το αντιδυτικό χαρτί, και για εσωτερικούς λόγους, τώρα, μετά τους σεισμούς, έχει αντιληφθεί ότι ακόμη και αν κερδίσει τις εκλογές, οι τεράστιοι πόροι που έχει ανάγκη η χώρα του δεν θα έρθουν ούτε από τις χώρες του Κόλπου ούτε από τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Συνεπώς, έχει απόλυτη ανάγκη τη Δύση.
Έτσι, θέλει να στείλει το μήνυμα ότι η Τουρκία είναι έτοιμη να κάνει μια ακόμη στροφή, όσο βεβαίως είναι αξιόπιστη μια τέτοια κίνηση, ενώ είναι αμφίβολο αν θα πείσει τους Συμμάχους. Σε κάθε περίπτωση, όμως, έστω και μια μικρή ένδειξη αλλαγής στάσης θα είναι κάτι στο οποίο θα μπορέσουν να πατήσουν οι υποστηρικτές της Τουρκίας στην Ουάσινγκτον και στις Βρυξέλλες, ώστε να προχωρήσουν σε νέες παραχωρήσεις και δώρα προς την Τουρκία, προκειμένου να την αποσπάσουν από τη στενή επιρροή της Μόσχας και να την επαναφέρουν ως πυλώνα της Δυτικής Συμμαχίας στην πιο καυτή περιοχή του πλανήτη.
Η Άγκυρα επιμένει ότι δεν αποδέχεται και δεν είναι δίκαιο να συνδέεται η υπόθεση των F-16 με την άρση του τουρκικού βέτο στην ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Ύστερα από παζάρια μηνών, ο κ. Ερντογάν έκανε μια πρώτη κίνηση αποδέσμευσης των δύο υποψηφιοτήτων, δίνοντας την έγκριση για την ένταξη της Φινλανδίας, η οποία, όπως όλα δείχνουν, θα επικυρωθεί από την Τουρκική Εθνοσυνέλευση πριν από τη διάλυσή της για τις εκλογές. Με τον τρόπο αυτό ο τούρκος ηγέτης θέλει να κατευνάσει τις αντιδράσεις στη Δύση και συγχρόνως να κρατήσει υπό ομηρία τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, διεκδικώντας ανταλλάγματα, ώστε την επομένη των εκλογών να εγκρίνει και την ένταξη της Σουηδίας.
Με τον τρόπο αυτό ελπίζει ότι θα αυξήσει την πίεση στο Κογκρέσο, ώστε να δρομολογηθεί και να εξασφαλισθεί η έγκριση της συμφωνίας για τα F-16 πριν από τις εκλογές και η υλοποίησή της να παραπεμφθεί αμέσως μόλις μετά την ανάδειξη της νέας Εθνοσυνέλευσης, όταν εγκριθεί και η ένταξη της Σουηδίας.
Εξάλλου, αν επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις, που δείχνουν ότι η συμμαχία των κομμάτων της αντιπολίτευσης θα κυριαρχήσει στις βουλευτικές εκλογές, θα υπάρχει, ούτως ή άλλως, πλειοψηφία ικανή να εγκρίνει την ένταξη και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.
Όμως η Άγκυρα φρόντισε να στείλει και άλλα μηνύματα στην Ουάσινγκτον, που μπορούν να ερμηνευθούν ως υπόσχεση αλλαγής στάσης, εφόσον η κυβέρνηση Μπάιντεν φανεί γενναιόδωρη προς την Τουρκία.
Ο πρόεδρος της μεγάλης τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας ASELSAN Χαλούλ Γιουργκούν, με δηλώσεις του, έσπευσε να προαναγγείλει ότι με τα νέα πυραυλικά συστήματα που κατασκευάζει η εταιρεία του και σύντομα θα είναι διαθέσιμα στις Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις η Τουρκία «πλέον δεν χρειάζεται τους ρωσικούς S-400». Είναι γνωστό ότι η Ουάσινγκτον έχει ζητήσει από την Τουρκία είτε να επιστρέψει είτε να αποθηκεύσει, χωρίς να ενεργοποιήσει, τους S-400, ως προϋπόθεση για να αρθούν οι κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στη χώρα και έχουν οδηγήσει στον αποκλεισμό της από το πρόγραμμα των F-35.
Πάντως οι Αμερικανοί έχουν κρατήσει την υπόθεση σε εκκρεμότητα, καθώς έχουν αποφύγει να επιστρέψουν ή να συμψηφίσουν με άλλες συμφωνίες το ποσό του 1,5 δισ. δολαρίων που έχει ήδη καταβάλει η Τουρκία για το συγκεκριμένο πρόγραμμα. Για την Τουρκία, όσο αναγκαίο είναι να εξασφαλίσει ομαλό εκσυγχρονισμό του στόλου των μαχητικών της (4ης και 4,5 γενιάς) τόσο ζωτικής σημασίας είναι η επιστροφή στο πρόγραμμα των F-35 (μαχητικά 5ης γενιάς). Πολύ περισσότερο όταν έχει εγκριθεί η πώληση των F-35 στην Ελλάδα, καθώς με την προμήθεια των Rafale και την αναβάθμιση των ελληνικών F-16 θα ανατραπεί υπέρ της χώρας μας η ισορροπία στον αέρα του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου.
Η Άγκυρα εκμεταλλεύεται πολιτικά και το κλίμα μη έντασης που έχει διαμορφωθεί μετά τους σεισμούς στα ελληνοτουρκικά, ενώ δεν είναι τυχαίο ότι για περισσότερο από έναν μήνα είναι μηδενική η παράνομη δραστηριότητα της Τουρκικής Αεροπορίας στο Αιγαίο. Κάτι που δεν οφείλεται βεβαίως στο ότι η Τουρκία εγκαταλείπει τις παράνομες αξιώσεις της, αλλά επιβάλλεται τόσο από την ανάγκη (όλες οι δυνάμεις και οι πόροι έχουν διατεθεί στην αντιμετώπιση των συνεπειών του σεισμού) αλλά και από την προσπάθεια της Τουρκίας να δείξει ότι υπάρχει αποκλιμάκωση και συνεπώς δεν υπάρχει λόγος ούτε τα μέλη του Κογκρέσου υπό τον κ. Μενέντεζ να αντιδρούν ούτε η ελληνική πλευρά να αρνείται τον «διάλογο» με την Άγκυρα.
Την ίδια στιγμή, βεβαίως, η αντιπολίτευση και ο κοινός υποψήφιος Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου παίζουν το φιλοδυτικό χαρτί, τόσο με το θέμα της ένταξης της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ όσο και με την αμφισβήτηση της φιλορωσικής πολιτικής του κ. Ερντογάν και την προβληματική επιλογή της αγοράς των S-400. Όμως ο κ. Κιλιτσντάρογλου στέλνει και άλλα μηνύματα, που αφορούν την προάσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και την αποκατάσταση του κράτους δικαίου, την επιστροφή της Τουρκίας, ως αξιόπιστου συμμάχου, στο ΝΑΤΟ και την ενίσχυση της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας του.
Όλα δείχνουν ότι το επόμενο διάστημα θα υπάρξει ένα φλερτ των δύο μεγάλων μονομάχων με τη Δύση, το οποίο, χωρίς ακόμη να έχει σαφές και συγκεκριμένο περιεχόμενο, διαμορφώνει ένα θετικό κλίμα για την Τουρκία στους πάντα εύπιστους να δεχθούν τέτοιες διαβεβαιώσεις Ευρωπαίους και Αμερικάνους, που απλώς διακατέχονται από τον φόβο να χαθεί η Τουρκία για τη Δύση!
Το ερώτημα βεβαίως είναι αν η Αθήνα, η οποία το επόμενο διάστημα θα είναι βουτηγμένη σε μια αμφίβολης έκβασης εκλογική περιπέτεια, θα βρει τον χρόνο και την αντοχή να ασχοληθεί με τα επικίνδυνα αυτά παιχνίδια και τα παζάρια της Άγκυρας, πριν βρεθεί προ ενός επώδυνου απροόπτου…