Η Credit Suisse, η καπιταλιστική κρίση και η νεοφιλελεύθερη σχιζοφρένεια – Του Ν. Στραβελάκη
Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Πριν από μερικές ημέρες, κυβερνητικές πηγές διέρρεαν στα κανάλια ότι οι συσσωρευμένες ζημίες του ΟΣΕ είναι 15 δισ. και τα δάνεια που του χαρίστηκαν είναι κάπου 300 εκατ. Ήθελαν έτσι να στηρίξουν το αφήγημα της «διαχρονικής παθογένειας» για το έγκλημα στα Τέμπη και την καταρρέουσα πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, που προωθούν φανατικά.
Δεν πέρασαν παρά λίγες ώρες και είχαμε τη διευκρίνιση της Κομισιόν για τα 18 δισ. των κρατικών εγγυήσεων στις ελληνικές τράπεζες (μόνο) για τα «κόκκινα» δάνεια. Οι Ευρωπαίοι δήλωσαν ότι αν οι εγγυήσεις εξασφαλίζουν επίσης (είναι pari passu) τις απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου, δεν θα γραφτούν στο δημόσιο χρέος, απλώς θα τα χρωστάμε. Και ενώ η χαρά ήταν μεγάλη, τόση που ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Εποπτείας των Τραπεζών SSM δήλωσε ότι οι ελληνικές τράπεζες, παρά τα δισ. του αναβαλλόμενου φόρου, τα οποία εμφανίζουν ως ίδια κεφάλαια, μπορούν να μοιράσουν, υπό προϋποθέσεις, και μέρισμα, ήρθαν οι διεθνείς χρεοκοπίες.
Η αμερικανική τράπεζα Silicon Valley, με 150 δισ. ενεργητικό, έκλεισε και οι καταθέσεις της μέχρι 250.000 δολάρια θα εξυπηρετηθούν από τα αποθεματικά της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Εγγύησης Καταθέσεων (FDIC). Κάποιοι έσπευσαν να καθησυχάσουν τον κόσμο ότι το μέγεθος της τράπεζας δεν εμπνέει ανησυχία για το χρηματοπιστωτικό σύστημα και η Silicon Valley είναι μεμονωμένο φαινόμενο. Όμως, 48 ώρες αργότερα έγινε παγκοίνως γνωστό ότι και η εμβληματική ελβετική τράπεζα Credit Suisse (45η τράπεζα του κόσμου, με τουλάχιστον 700 δισ. ενεργητικό) αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα. Τόσο μεγάλα, που ο βασικός της μέτοχος, η Σαουδαραβική Saudi National Bank (9,8% του μετοχικού κεφαλαίου), δήλωσε ότι δεν πρόκειται να βάλει χρήματα σε πιθανή αύξηση κεφαλαίου. Αντίστοιχα, το αμοιβαίο κεφάλαιο του Εμίρη του Κατάρ (5% του μετοχικού κεφαλαίου – τελικά αυτοί είχαν σχέσεις σε όλη την Ευρώπη, αλλά μόνο η κ. Καϊλή πήγε μέσα) αλλά και η αμερικανική επενδυτική εταιρεία Black Rock (επίσης 5% του μετοχικού κεφαλαίου) απείχαν από οποιαδήποτε δέσμευση κεφαλαιακής στήριξης της τράπεζας.
Έτσι, μείναμε πάλι με το αδηφάγο κράτος, αγαπητοί φιλελεύθεροι, που έσπευσε αυτήν τη φορά στο πρόσωπο της κεντρικής τράπεζας της Ελβετίας να βάλει 50 δισ. για τη διάσωση της Credit Suisse. Η «ιδιωτική πρωτοβουλία» μόλις είδε ζημίες ανέκρουσε πρύμναν, σε έναν κόσμο που τα κέρδη ανήκουν στην «επιχειρηματικότητα», ενώ τις ζημίες τις αναλαμβάνει η κοινωνία.
Στο επίπεδο της οικονομικής ανάλυσης, αυτό που συμβαίνει είναι ένας νέος γύρος όξυνσης της καπιταλιστικής κρίσης που ξεκίνησε το 2008. Ο μηχανισμός πυροδότησης της κρίσης αυτήν τη φορά έχει να κάνει με ομολογιακές εκδόσεις των τραπεζών από την εποχή της ποσοτικής χαλάρωσης, που έχουν χάσει την αξία τους λόγω της αύξησης των επιτοκίων, που μεσολάβησε. Βλέπετε, η ρευστότητα που απέκτησαν οι τράπεζες μέσω των ομολογιακών εκδόσεων δεν χρηματοδότησε επενδύσεις, αλλά είτε κάλυψε ζημίες είτε χρηματοδότησε κερδοσκοπικές πράξεις. Ο λόγος είναι ότι οι παραγωγικές επενδύσεις παραμένουν ισχνές και οι προσδοκώμενες αποδόσεις τους ανύπαρκτες. Όσο τα επιτόκια ήταν χαμηλά, λόγω ποσοτικής χαλάρωσης, τα προβλήματα κρύβονταν. Τώρα, που ανεβαίνουν τα επιτόκια, τα προβλήματα βγαίνουν στην επιφάνεια. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Credit Suisse θα δαπανήσει τα 50 δισ. της κεντρικής τράπεζας κυρίως για την επαναγορά των δικών της ομολόγων, ώστε να αποκαταστήσει την κεφαλαιακή της επάρκεια.
Το προφανές ερώτημα είναι: Υπάρχει κίνδυνος για τις ελληνικές τράπεζες σε αυτό το περιβάλλον; Νομίζω ότι δεν υπάρχει καλύτερη επιβεβαίωση από τη δήλωση του υπουργού Οικονομικών για το θέμα: «Το τραπεζικό σύστημα είναι σε καλύτερη θέση από ό,τι ήταν πριν από τέσσερα χρόνια, ώστε να απορροφήσει τυχόν κλυδωνισμούς». Μας υποχρέωσες, που λέει και το τραγούδι.
Σοβαρά τώρα, δεν είναι δυνατόν οι κοινωνίες σε όλο τον κόσμο να καλύψουν έναν νέο γύρο καπιταλιστικών ζημιών. Εάν οι τράπεζες δεν μπορούν, μετά από τόσα δισ. που έχουν πάρει, να επιβιώσουν από έναν νέο γύρο κρίσης, πρέπει να κρατικοποιηθούν, χωρίς αποζημίωση των υφιστάμενων μετόχων. Δεν γίνεται να ζήσουμε σε έναν κόσμο που οι επενδύσεις στις σιδηροδρομικές μεταφορές θεωρούνται απαράδεκτο κόστος και οι ενισχύσεις ιδιωτικών επιχειρήσεων και τραπεζών αναγκαία δαπάνη. Αυτό είναι νεοφιλελεύθερη σχιζοφρένεια.