Γρ. Κωνσταντέλλος στο “Π”: Η αρμοδιότητα της διαφύλαξης της δημόσιας ασφάλειας ανήκει στην τοπική αυτοδιοίκηση α’ βαθμού
Του
ΓΡΗΓΟΡΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΕΛΛΟΥ
Δημάρχου Βάρης – Βούλας – Βουλιαγμένης
Το θέμα των αρμοδιοτήτων της τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου βαθμού, δηλαδή των δήμων της χώρας, έχει απασχολήσει επανειλημμένα τα συλλογικά της όργανα και κυρίως την Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ) αλλά και τις κυβερνήσεις διαχρονικά, που έχουν αναγγείλει και θεσμοθετήσει δεκάδες «άτολμες» διοικητικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες είναι στη συντριπτική τους πλειονότητα επιδερμικές, καθώς δεν έχει βρεθεί ακόμα κυβέρνηση που να διαθέτει πλήρως την απαιτούμενη τόλμη να κάνει ουσιαστική και ολιστική αποκέντρωση.
Ένα μείζον θέμα, που έχει απασχολήσει, δυστυχώς έντονα, την επικαιρότητα των τελευταίων ετών, είναι η ασφάλεια των πολιτών και τα απαιτούμενα μέτρα για τη διασφάλισή της. Κατά τα τελευταία οκτώ χρόνια, κατά τα οποία έχω την τιμή να έχω την ευθύνη της δημοτικής αρχής του Δήμου Βάρης – Βούλας – Βουλιαγμένης, ο δημοτικός μηχανισμός έχει παρέμβει, συχνά χωρίς να έχει τη σχετική αρμοδιότητα αλλά και τους απαραίτητους πόρους, σε κρίσιμα θέματα ασφάλειας ,σε επίπεδο πρόληψης αλλά και στην αντιμετώπιση κρίσεων.
Η μεγαλύτερη ίσως πρόκληση που κληθήκαμε ως τοπική αυτοδιοίκηση να αντιμετωπίσουμε ήταν η πανδημία του κορονοϊού, που είχε ως αποτέλεσμα περισσότερους από 6 εκατομμύρια θανάτους παγκοσμίως. Από τις πρώτες μέρες της κρίσης, οι δήμοι της χώρας ανέλαβαν την ευθύνη της διαφύλαξης μεγάλου μέρους της δημόσιας υγείας, με την απολύμανση όλων των δημόσιων εσωτερικών και εξωτερικών χώρων, την προμήθεια υγειονομικού υλικού στους πολίτες, τη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής και την εξυπηρέτηση των ευπαθών ομάδων στις προμήθειες και στις μετακινήσεις τους, αλλά ταυτόχρονα και με τον έλεγχο για την τήρηση των περιοριστικών μέτρων που επιβλήθηκαν.
Στον Δήμο Βάρης – Βούλας – Βουλιαγμένης έχουμε την τύχη να περιβαλλόμαστε από θαλάσσιο μέτωπο περίπου 25 χιλιομέτρων και ταυτόχρονα από έναν μεγάλο και καταπράσινο ορεινό όγκο. Το γεγονός αυτό, όμως, έχει ταυτόχρονα και μεγάλο βαθμό δυσκολίας για τη διασφάλιση της ζωής και της περιουσίας των κατοίκων της πόλης μας. Υποχρέωση του δήμου μας είναι να διαθέτουμε σύγχρονο και άρτια εξοπλισμένο μηχανισμό πολιτικής προστασίας, με τον απαραίτητο εξοπλισμό, αρκετά ειδικά οχήματα και επαρκή στελέχωση. Ο δήμος μας διαθέτει στόλο με περισσότερα από 15 ειδικά οχήματα και 9 μηχανήματα έργου, με αποτέλεσμα να έχουμε μέσο χρόνο ανταπόκρισης στην πυρκαγιά μικρότερο από 8 λεπτά.
Είναι ευκολονόητο πως η αποτελεσματικότητα της αντιμετώπισης μιας φωτιάς εξαρτάται απόλυτα από τον χρόνο αντίδρασης. Μετά την καταστροφική πυρκαγιά του Πανοράματος, που εισήλθε στον ορεινό όγκο της Βούλας από τις πλαγιές του Υμηττού της Γλυφάδας, ο δήμος μας αναζήτησε τρόπους να γίνει ακόμα πιο αποτελεσματικός και να μειώσει ακόμα περισσότερο τον χρόνο αντίδρασης. Από τον Ιούλιο του 2022 εγκαταστάθηκε πλήρως εξοπλισμένο κέντρο εικοσιτετράωρης εναέριας παρακολούθησης όλων των δασικών εκτάσεων του δήμου με τη χρήση drone, σε συνδυασμό με τις ήδη λειτουργούσες σταθερές θερμικές και ψηφιακές κάμερες εντοπισμού καπνού και φωτιάς, και ήδη κατά τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του το σύστημα αντιμετώπισε έγκαιρα τέσσερις πυρκαγιές.
Η κλιματική αλλαγή έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της συχνότητας και της έντασης των ακραίων καιρικών φαινομένων. Οι έντονες χιονοπτώσεις και τα πλημμυρικά φαινόμενα των τελευταίων ετών βρήκαν τον δήμο μας σε αυξημένο βαθμό ετοιμότητας για την αντιμετώπισή τους. Κατά τη διάρκεια της κακοκαιρίας «Ελπίς» τον Ιανουάριο του 2022, παρά τον πολυήμερο αποκλεισμό του οδικού δικτύου στους περισσότερους δήμους της Αττικής, μετά από εντατική ολονύχτια επιχείρηση ο μηχανισμός του δήμου μας διασφάλισε τον αποχιονισμό και την αποπαγοποίηση σχεδόν του συνόλου των δρόμων του δήμου και την ασφαλή μετακίνηση των πολιτών στους δρόμους της πόλης από τις πρώτες κιόλας ώρες μετά τη χιονόπτωση.
Κλείνοντας τις σημαντικότερες επιχειρήσεις αντιμετώπισης κρίσεων του Δήμου Βάρης – Βούλας – Βουλιαγμένης, θα ήθελα να αναφερθώ και στις πρωτοβουλίες της Δημοτικής Αρχής μας μετά το ναυάγιο του «Αγία Ζώνη ΙΙ» στις 10 Σεπτεμβρίου 2017. Όταν μετά από δύο μέρες διαφαινόταν πως οι ακτές της Αττικής κινδύνευαν από σοβαρή μόλυνση, αποφασίσαμε να εντοπίσουμε με δικά μας πλωτά και εναέρια μέσα τη θέση, το μέγεθος και την κίνηση της πετρελαιοκηλίδας. Η εκτίμησή μας μετά την αυτοψία ήταν πως ήταν θέμα χρόνου να προσβληθούν και οι ακτές της πόλης μας, οπότε άμεσα και χωρίς να έχουμε τη σχετική αρμοδιότητα αλλά ούτε και τους απαιτούμενους πόρους, με τη διαδικασία του κατεπείγοντος φροντίσαμε για την πόντιση πλωτού υδατοφράγματος, μήκους 3,5 χιλιομέτρων, στα όρια του δήμου μας. Το αποτέλεσμα ήταν να αποσοβήσουμε πλήρως τον κίνδυνο για τις ακτές μας και να διασφαλίσουμε την ασφαλή κολύμβηση στις παραλίες μας.
Παράλληλα, όμως, με την αντιμετώπιση των κρίσεων, οι δήμοι της χώρας οφείλουν να διατηρούν ασφαλή τα δημόσια κτίρια, τα σχολικά συγκροτήματα, τις αθλητικές εγκαταστάσεις και τους κοινόχρηστους χώρους της πόλης. Ενδεικτικά αναφέρω την πλήρη ανακατασκευή ενός σχολικού συγκροτήματος της Βάρης που είχε κατασκευαστεί το 1959, με κόστος άνω των 300.000 ευρώ, από ίδιους πόρους του δήμου, καθώς δεν διέθετε καμία αντισεισμική θωράκιση. Παρότι η ευθύνη της ανακατασκευής τυπικά ήταν της ΚΤΥΠ (οργανισμός του υπουργείου Υποδομών που έχει την αρμοδιότητα των δημόσιων κτιριακών υποδομών), για τον δήμο μας η ασφάλεια των μαθητών ήταν σε άμεση προτεραιότητα, με αποτέλεσμα να αναλάβουμε εμείς το κόστος της ανακατασκευής.
Ανέφερα τις σημαντικότερες από τις πολλές ενέργειες του δικού μας δήμου αλλά και πολλών άλλων δήμων της χώρας μας για να αναδείξω το γεγονός πως η αρμοδιότητα της ασφάλειας των πολιτών μπορεί και πρέπει να είναι πρωτίστως ευθύνη της τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου βαθμού και το κράτος πρέπει άμεσα να εκχωρήσει στους δήμους τις σχετικές αρμοδιότητες, μαζί φυσικά με τα απαραίτητα μέσα και τους απαιτούμενους πόρους.