Γ. Γεραπετρίτης: Επανεκκίνηση του σιδηρόδρομου μόνο με απόλυτη ασφάλεια – Δύο σταθμάρχες σε κάθε σταθμό – Λιγότερα δρομολόγια
Τα βήματα και τα μέτρα για την επανεκκίνηση του σιδηρόδρομου «μόνο υπό συνθήκες απόλυτης ασφάλειας» ανέδειξε ο υπουργός Επικρατείας, αρμόδιος και για θέματα Υποδομών και Μεταφορών Γιώργος Γεραπετρίτης, στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στον απόηχο της τραγωδίας στα Τέμπη. Ο κ. Γεραπετρίτης ανέφερε ότι θα είναι υποχρεωτική η παρουσία δύο σταθμαρχών σε κάθε σταθμό, ενώ επεσήμανε ότι αυτό μπορεί να γίνει μόνο με μείωση μεταφορικού έργου.
Η ευθύνη που αναλογεί στην κυβέρνηση έχει αναληφθεί, τόνισε ο Γ. Γεραπετρίτης. «Οφείλω και πάλι να ζητήσω συγγνώμη εκ μέρους της κυβέρνησης και εμού προσωπικά απέναντι στις οικογένειες των θυμάτων, σε όλους τους Έλληνες πολίτες για το ότι δεν μπορέσαμε να αποτρέψουμε αυτό το απίστευτο δυστύχημα. Η συγγνώμη είναι εντελώς ειλικρινής, δεν είναι προσχηματική και δεν προσπαθεί να αποσείσει οποιαδήποτε πραγματική ευθύνη», πρόσθεσε. Ο υπουργός Επικρατείας και Μεταφορών-Υποδομών, εξ αρχής ξεκαθάρισε ότι δεν υπάρχει καμία διάθεση κυβερνητικής παρέμβαση αφενός στη δικαστική έρευνα αφετέρου στη διοικητική έρευνα που θα διεξαγάγει ομάδα τεχνοκρατών. Όπως συμπλήρωσε, δεν είναι ώρα για αντιπαράθεση.
Διαβεβαίωσε ότι θα γίνουν όλες οι αναγκαίες ενέργειες για να προχωρήσει με ταχύτατους ρυθμούς η σύμβαση για τον τεχνολογικό εξοπλισμό των ελληνικών σιδηροδρόμων. Για αυτό, όπως έκανε γνωστό, ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, επικοινώνησε με τον διευθύνοντα σύμβουλο της μητρικής εταιρείας Alstom (Γαλλίας). Έδωσε, δε, σαφή εντολή για την αποπεράτωση του έργου το ταχύτερο δυνατόν. Αίτημα στο οποίο η γαλλική εταιρεία επέδειξε πλήρη κατανόηση. Εξάλλου, ο υπουργός δεσμεύτηκε να παρουσιάσει σύντομα το χρονοδιάγραμμα και πρόσθεσε ότι ο ίδιος θα βρίσκεται πάνω από την υλοποίηση του έργου.
Για το θέμα της επανεκκίνησης του σιδηροδρόμου, ο υπυργός Επικρατείας και Μεταφορών-Υποδομών, Γ. Γεραπετρίτης ανέφερε πως είναι σημαντικό να μπορέσει να ξεκινήσει εκ νέου, να μην περιμένουμε, δηλαδή, την ολοκλήρωση της τεχνολογικής αναβάθμισης. Όπως εξήγησε, θα πρέπει να στηρίξουμε την εμπιστοσύνη του κοινού απέναντι στον σιδηρόδρομο.
Ταυτόχρονα, όμως, διευκρίνισε, και έως ότου ολοκληρωθεί η τεχνολογική αναβάθμιση, η επανεκκίνηση θα γίνει μόνο υπό όρους απόλυτης ασφάλειας. «Θα αναβαθμίσουμε σημαντικά το επίπεδο ασφάλειας» και θα περιλαμβάνει υποχρεωτικώς δύο σταθμάρχες σε κάθε σταθμό, τόνισε ο κ. Γεραπετρίτης.
Ανέφερε ότι αυξάνεται ο προϋπολογισμός για τον ελληνικό σιδηρόδρομο. Όπως σημείωσε, πριν το δυστύχημα στα Τέμπη είχε εγγραφεί στο ελληνικό πρόγραμμα του Ταμείου Ανάκαμψης ποσό 185 εκατ. για την αναβάθμιση των δομών. Επίσης, ο κ. Γεραπετρίτης εξήρε τη στάση των εργαζομένων στον σιδηρόδρομο, οι οποίοι είναι διατεθειμένοι να κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για την αναβάθμιση των μέτρων ασφαλείας. Υπογράμμισε, ακόμη, το σκέλος της εκπαίδευσης του προσωπικού. Θα υπάρξει, δε, όπως τόνισε, αυστηρότερο πλαίσιο για τις καταστροφές και κλοπές στο δίκτυο του σιδηροδρόμου.
Μιλώντας για τις αντιδράσεις και τα αισθήματα της ελληνικής κοινωνίας, κατά τη διάρκεια της σημερινής συνέντευξης Τύπου, ο υπουργίος Επικρατείας και Μεταφορών-Υποδομών, Γιώργος Γεραπετρίτης, τόνισε: «Τελώ σε ένα σοκ, κατανοώ τον συλλογικό πόνο που έχει προκαλέσει στην κοινωνία το συγκεκριμένο δυστύχημα, για τον άδικο χαρακτήρα του, για τη σκέψη ότι σε μια τέτοια εποχή που η τεχνολογία βρίσκεται στο απόγειό της στην 4η Βιομηχανική Επανάσταση, δυστυχώς να γινόμαστε μάρτυρες καταστάσεων που δεν συνάδουν με τη σημερινή εποχή. Ο αδικός χαμός των ανθρώπων θα μας συνοδεύει πάντα. Κατανοώ τον θυμό και τις αντιδράσεις, είναι πάρα πολύ εύλογες αυτές».
Στη συνέχεια, ο κ. Γεραπετρίτης διαβεβαίωσε τους Έλληνες πολίτες: «Σε ό,τι αφορά την κυβέρνηση και εμένα προσωπικά, θα παραμείνω στη θέση αυτή με ένα καθήκον που αντιλαμβάνομαι ως ιερό. Να έλθουν απολύτως στην επιφάνεια, πλήρως, διαφανώς, με λογοδοσία τακτική, τα αίτια που προκάλεσαν την καταστροφή, όποια και αν είναι αυτά. Κάνοντας και τη δική μας κριτική για το τι ενδεχομένως δεν πράξαμε ενόσω οφείλαμε. Η έρευνα θα πάει μέχρι τέλους».