Καλλιρρόη Σιγανού – Παρρέν. Η πρώτη Ελληνίδα φεμινίστρια

Καλλιρρόη Σιγανού – Παρρέν. Η πρώτη Ελληνίδα φεμινίστρια

Με αφορμή τον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας στις 8 Μαρτίου, ας θυμηθούμε την πρωτεργάτρια του ελληνικού φεμινιστικού κινήματος Καλλιρρόη Παρρέν (1859/1861–1940).

Η Καλλιρρόη Παρρέν γεννήθηκε το 1859/1861 στα Πλατάνια, ένα μικρό αλλά ιστορικό χωριό της επαρχίας Αμαρίου στο Ρέθυμνο της Κρήτης. Δημοσιογράφος με ποικίλο συγγραφικό έργο, υπήρξε η σημαντικότερη προσωπικότητα που ανέδειξε το ελληνικό φεμινιστικό κίνημα στο πλαίσιο της κοινωνικής χειραφέτησης κατά τα τέλη του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ού, αναφέρει το ΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ.

Καλλιρρόη Σιγανού-Παρρέν. Η πρώτη Ελληνίδα φεμινίστρια

Η Καλλιρρόη Παρρέν, το γένος Σιγανού, εγκαταστάθηκε στον Πειραιά μαζί με την οικογένειά της όταν μετοίκησε από την Κρήτη. Η ίδια ξεκίνησε να φοιτά στις Γαλλίδες Καλόγριες του Πειραιά. Όπως ανέφερε σε συνέντευξή της στη συγγραφέα Ειρήνη Αθηναία (λογοτεχνικό ψευδώνυμο της Ειρήνης ή Ευρυδίκης Μεγαπάνου), στο τέλος των σπουδών της στις Καλόγριες αναγκάστηκε να παρακολουθήσει ενισχυτικά μαθήματα στην ελληνική γλώσσα, απαραίτητα για τις σπουδές της στο Αρσάκειο απ’ όπου και αποφοίτησε.[1] Κατόπιν ανέλαβε τη διεύθυνση του ιδιωτικού παρθεναγωγείου του Σταυράκη Αμηρά στην Αδριανούπολη (1878), όπου επίσης δίδαξε, και έναν χρόνο αργότερα του Ροδοκανάκειου Παρθεναγωγείου της Οδησσού (1879).[2]

rodokanakeion

Κτίριο του Ελληνικού Παρθεναγωγείου Οδησσού (Ροδοκανάκειον), περ. 1890. Πηγή: Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο.

Η Καλλιρρόη Σιγανού έλαβε το επίθετο Παρρέν όταν παντρεύτηκε τον Γάλλο δημοσιογράφο Ιωάννη Παρρέν, μετέπειτα διευθυντή του Αθηναϊκού Πρακτορείου. Φαίνεται ότι ο Παρρέν ήταν ιδιαίτερα ικανός και έμπειρος, γεγονός που μας το επιβεβαιώνει επιστολή των διευθυντών του Αθηναϊκού Τύπου προς τον Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο (10 Φεβρουαρίου 1913), που ζητούν την τοποθέτησή του στη θέση αυτή.[3]

Το 1887, η Παρρέν εξέδωσε το εβδομαδιαίο φύλλο Η Εφημερίς των Κυριών, που αποτέλεσε το κυριότερο ελληνικό έντυπο με πνευματικό-φεμινιστικό περιεχόμενο και συντασσόταν κυρίως από γυναίκες.[4] Στόχος της εφημερίδας ήταν να διαδώσει το μήνυμα της ισότητας μεταξύ των δύο φύλων, ενώ ταυτόχρονα λειτούργησε ως κέντρο για την οργάνωση και τον συντονισμό δραστηριοτήτων των γυναικών για διάφορα θέματα, όπως του δικαιώματος στην εκπαίδευση, την ίδρυση Κυριακάτικων σχολείων για γυναίκες κατώτερης κοινωνικής τάξης, φιλανθρωπικές δραστηριότητες και συμμετοχή σε διάφορα φεμινιστικά συνέδρια και σε εθνικούς αγώνες. Η Εφημερίς των Κυριών δημοσίευε κείμενα πολλών Ελληνίδων συγγραφέων και ποιητριών, φεμινιστριών και μη (Σαπφώ Λεοντιάδος, Σοφία Σλήμαν, Μαριέττα Μπέτσου, Υπατία Στάμπα κ.ά.), καθώς και έργα γνωστών Ελλήνων συγγραφέων (Ξενόπουλος, Καρκαβίτσας, Παλαμάς, Πάλλης, Παπαντωνίου). Από το 1908, η εφημερίδα κυκλοφορούσε ως δεκαπενθήμερο εγκυκλοπαιδικό περιοδικό. Η κυκλοφορία της Εφημερίδος των Κυριών διακόπτεται οριστικά στα τέλη του 1917, όταν η Καλλιρρόη Παρρέν εκτοπίζεται στην Ύδρα λόγω των φιλοβασιλικών της πεποιθήσεων.

efimeris-ton-kirion

Πρώτο φύλλο της Εφημερίδος των Κυριών (8 Μαρτίου 1887). Πηγή: ΛΗΚΥΘΟΣ (Λημματολόγιο Ηλεκτρονικών Κυπριακών Θεματικά Οργανωμένων Συλλογών).

 

Η Εφημερίς των Κυριών προκάλεσε την αντίδραση λογίων της εποχής, με πιο χαρακτηριστική τη σύγκρουση της Παρρέν με τον Εμμανουήλ Ροΐδη, σύγκρουση που αποτυπώθηκε στην κριτική του με τίτλο «Αἱ Γράφουσαι Ελληνίδες» στην εφημερίδα Ακρόπολις (28 Απριλίου 1896), με αφορμή τη δημοσίευση των διηγημάτων Αθηναϊκά Ανθύλλια της Αρσινόης Παπαδοπούλου. Στο κείμενό του, ο Ροΐδης αναφέρεται στην άποψη του αναρχικού στοχαστή Πιερ-Ζοζέφ Προυντόν (Pierre-Joseph Proudhon, 1809–1865) ότι οι γυναίκες δεν είχαν δικαίωμα στη μόρφωση και την εργασία, ενώ θα έπρεπε να περιοριστούν μόνο στα καθήκοντα της νοικοκυράς ή της εταίρας.[5] Η σύγκρουση μεταξύ Παρρέν και Ροΐδη κράτησε πολλά χρόνια. Ωστόσο, υπήρχαν και υποστηρικτές του φεμινιστικού κινήματος και θαυμαστές της Παρρέν, όπως ο Κωστής Παλαμάς, ο Γρηγόριος Ξενόπουλος και ο Βλάσης Γαβριηλίδης, εκδότης και αρθρογράφος της εφημερίδας Ακρόπολις.[6]

Η Παρρέν εξέδωσε κυρίως μυθιστορήματα, μεταξύ άλλων Τα βιβλία της ΑυγήςΗ χειραφετημένηΗ μάγισσα και Η νέα γυναίκα. Το 1890 ίδρυσε το πρώτο «Κυριακάτικο σχολείο για γυναίκες», το 1893 το «Άσυλο της Αγίας Αικατερίνης» και το 1896 το «Άσυλο των Ανιάτων». Την ίδια χρονιά ίδρυσε την «Ένωση των Γυναικών», που τέθηκε υπό την αιγίδα της Βασίλισσας Όλγας και της Πριγκίπισσας Σοφίας. Το 1911 ίδρυσε το «Λύκειο των Ελληνίδων», που λειτουργεί και διαπρέπει μέχρι σήμερα. Οι δύο τελευταίες οργανώσεις σημάδεψαν την ιστορία του ελληνικού κινήματος για τη χειραφέτηση της γυναίκας. Η Παρρέν συμμετείχε σε πολλά διεθνή συνέδρια στη Σουηδία, τη Ρωσία και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, με στόχο να εντάξει το ελληνικό γυναικείο κίνημα σε ένα ευρύτερο δίκτυο. Τις εμπειρίες της από τα ταξίδια αυτά αποτύπωνε στην Εφημερίδα των Κυριών. Παράλληλα, επιτέλεσε σημαντικό φιλανθρωπικό έργο, συνεργάστηκε με άλλες γυναικείες οργανώσεις της εποχής, εκπροσώπησε την Ελλάδα στην «Διεθνή Ένωση Γυναικών για την Ειρήνη και την Ελευθερία», και αγωνίστηκε για την διαβαλκανική γυναικεία συνεννόηση.[7]

Παρά τη διεθνή της δραστηριότητα, ο αγώνας της για τη χειραφέτηση της Ελληνίδας περιορίστηκε σ’ ένα ελληνικό, παραδοσιακό πλαίσιο, με σκοπό την επίτευξη των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων για να εξισωθούν νομοθετικά οι γυναίκες με τους άνδρες και να βελτιωθεί η θέση τους μέσα στην οικογένεια και την κοινωνία. Για τον λόγο αυτόν, άσκησε πίεση στην Πολιτεία να προχωρήσει στην ψήφιση προστατευτικών νόμων στον Οικογενειακό και Αστικό Κώδικα.

Με στόχο την πνευματική και οικονομική ανεξαρτησία των γυναικών, η μορφωμένη Ελληνίδα της νέας εποχής θα είναι εργαζόμενη, δηλαδή οικονομικά ανεξάρτητη, και ισότιμη με τον άνδρα. Ιδιαίτερη έμφαση έδινε στον ρόλο της Ελληνίδας ως πυρήνα της ελληνικής οικογένειας που διαμορφώνει την εθνική ταυτότητα και στηρίζει το εθνικό όραμα του Ελληνισμού.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στην Εφημερίδα των Κυριών:

«Ἀλλ’ εἰς ἡμᾶς δὲν συμβαίνει ὅ,τι συνέβαινε τότε (1848) εἰς τὴν Γαλλικὴν πρωτεύουσα. Ἡμεῖς οὔτε πολιτικὴν ψῆφον διεξεδικήσαμεν, οὔτε προνόμια ἐπίσημα ἐν τῇ πολιτείᾳ ἐπιζητοῦμεν, οὔτε θέσεις κἂν ἐπιφανεῖς καὶ ἀξιώματα. Ἡμεῖς ἕν ἐπιδιώκομεν: τὴν διὰ τῆς ἐντίμου καὶ ἀξιοπρεποῦς ἐργασίας ἐξασφάλισιν τοῦ ἄρτου τῶν γυναικῶν, αἵτινες ἕνεκα τοῦ δυσεπιτεύκτου σήμερον καταστάντος γάμου, δι’ ἔλλειψιν προικός, κινδυνεύουν νὰ ἀποθάνουν τῆς πείνης».[8]

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι, ενώ τα άλλα γυναικεία κινήματα στην Ευρώπη αγωνίζονταν για την διεκδίκηση των πολιτικών τους δικαιωμάτων, η Παρρέν, μέσα από την εφημερίδα της, επέμενε σταθερά στον στόχο της, που ήταν η εκπαιδευτική και μορφωτική χειραφέτηση της Ελληνίδας καθώς και η οικονομική της αυτονομία μέσα από την αμειβόμενη εργασία της.[9] Πίστευε ότι η μετριοπαθής στάση που κρατούσε όσον αφορά τη διεκδίκηση των πολιτικών δικαιωμάτων ήταν ο καλύτερος και ο επιβεβλημένος τρόπος για να προετοιμαστεί η κοινή γνώμη και να γίνουν αποδεκτές οι πολιτικές απαιτήσεις από το κοινωνικό και πολιτικό κατεστημένο της εποχής, αφήνοντας χρόνο για την ιδέα της πλήρους πολιτικής ισότητας μεταξύ των δυο φύλων να ωριμάσει στην ελληνική κοινωνία.

Τον Απρίλιο του 1911, στο πλαίσιο της Βαλκανικής συνεννόησης που εγκαινίασε ο Ελευθέριος Βενιζέλος πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους, τα γραφεία της Εφημερίδας των Κυριών επισκέφτηκαν φοιτήτριες από την Βουλγαρία, μεταξύ των οποίων και εκπρόσωποι του αντίστοιχου γυναικείου κινήματος της γειτονικής χώρας. Η Παρρέν, ιδιαίτερα εντυπωσιασμένη από την πρόοδο των γυναικών του μικρού νεοσύστατου Βασιλείου της Βουλγαρίας, αλλά και της υποστήριξης που είχαν από τους άνδρες, απαντά για τη θέση των Ελλήνων ανδρών όσον αφορά την χειραφέτηση των Ελληνίδων:

«Δι’αὐτὸ σᾶς ἀπήντησα, ὅτι καὶ οἱ ἄνδρες μας, εἶνε ἀρκετά πολιτισμένοι καὶ ἀνεπτυγμένοι, ὥστε νὰ ἐννοοῦν ὅλα αὐτὰ τὰ νέα πράγματα καὶ νὰ μὴ θέτουν τὴν γυναῖκα εἰς κατωτέραν πνευματικὴν μοῖραν ἀπὸ τὸν ἑαυτόν των. Ἀλλὰ ὅτι ἡμεῖς δὲν ζητοῦμεν ψῆφον ἀκόμη, διὰ νὰ ἐτοιμασθῶμεν πρῶτα εἰς τὸ δύσκολον ἔργον τῆς πολιτικῆς, ὥστε μίαν ἡμέραν νὰ ἐργασθῶμεν διὰ τὴν πατρίδα μας, καλλίτερα και δικαιώτερα ἀπὸ αὐτούς».[10]

Δικαιολογημένα η Παρρέν, ανεξάρτητα από τη μετριοπαθή της στάση, θεωρείται πρωτοπόρος του ελληνικού κινήματος για τα δικαιώματα των γυναικών. Τον Ιούνιο 1992, μισό αιώνα μετά τον θάνατο της, αναγέρθηκε προτομή από τον Δήμο Αθηναίων στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών για να τιμηθεί η μνήμη και η προσφορά της.

afierwma-parren

bit.ly/41SUS4K

Κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου, οι νεοϊδρυθείσες γυναικείες οργανώσεις θα την κατηγορήσουν για συντηρητισμό και αναχρονισμό στον αγώνα για τη γυναικεία χειραφέτηση. Ανάμεσα σε αυτές τις οργανώσεις ήταν και ο «Σύνδεσμος για τα δικαιώματα των Γυναικών», που ιδρύθηκε το 1920 από την Αύρα Θεοδωροπούλου, και η εφημερίδα της Ο Αγώνας της Γυναίκας (1923), που υποστηρίζαν το δικαίωμα της γυναίκας για ψήφο και εργασία, καθώς και την κατάργηση της πορνείας.[11]

Το 1930 δόθηκε στις Ελληνίδες το νόμιμο δικαίωμα ψήφου στις δημοτικές εκλογές, με την προϋπόθεση ότι ήταν άνω των 30 ετών και γνώριζαν γραφή και ανάγνωση, προκαλώντας την αντίδραση των φεμινιστριών που προέβαλαν την αντισυνταγματικότητα του νόμου. Με αυτή την εξέλιξη, διέκριναν την πολιτική ανισότητα των δυο φύλων να παρατείνεται και τον διαχωρισμό των γυναικών σε προνομιούχες και μη.

 

ginaikeia-psifos

Η πρώτη γυναικεία ψήφος στις δημοτικές εκλογές της Θεσσαλονίκης 1930. Πηγή: bit.ly/423L1cP

 

Από την άλλη πλευρά, η χορήγηση εκλογικού δικαιώματος στις γυναίκες θα θεωρηθεί από τους περισσότερους διανοούμενους της εποχής επικίνδυνος νεοτερισμός, που οδηγεί στην καταστροφή της οικογενειακής εστίας, τον θάνατο της οικογένειας και την κοινωνική αναρχία.

Δύο δεκαετίες αργότερα, το 1952, οι Ελληνίδες κατακτούν το νόμιμο δικαίωμα να συμμετέχουν ισότιμα με τους άνδρες στις εθνικές εκλογές, με πρώτη εκλεγμένη βουλευτή του Ελληνικού Κοινοβουλίου την Ελένη Σκούρα τον Ιανουάριο του 1953 στις αναπληρωματικές εκλογές.[12]

Η χειραφέτηση των γυναικών δεν ήταν απλώς ένα νομικό ζήτημα που έπρεπε κάποτε να λυθεί από τις κυβερνήσεις, αλλά ήταν κυρίως κοινωνικό, ιδεολογικό και πολιτικό, που διαμορφώθηκε μέσα από τις ιστορικές περιστάσεις. Πολιτικό δικαίωμα δεν είναι μόνο το «εκλέγειν» και «εκλέγεσθαι», αλλά γενικότερα η διασφάλιση συμμετοχής της γυναίκας, ως ισότιμης πλέον με τους άρρενες πολίτες, στη δημοκρατική λειτουργία του κράτους και της κοινωνίας, πέρα από τις προκαταλήψεις και τις έμφυλες διακρίσεις.

Δρ Μαρία Λίτινα
Ιστορικό και Παλαιογραφικό Αρχείο

Πηγή: ΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ

[1] Αρχείο Ειρήνης Αθηναίας, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, Λογοτεχνία, Α.Ε.12/01, φάκ. 2: Συνεντεύξεις, ραδιοφωνικές εκπομπές, άρθρα, ομιλίες (1930–1955)· υποφάκ. 2.2: Συνεντεύξεις με λογοτέχνες και ανθρώπους των γραμμάτων, Καλλιρρόη Παρρέν, σ. 1.

[2] Οι περισσότερες πληροφορίες που διαθέτουμε αναφέρουν ότι η Καλλιρρόη Παρρέν ανέλαβε καθήκοντα διευθύντριας και δασκάλας πρώτα στην Οδησσό και μετά στην Αδριανούπολη. Εδώ παραπέμπουμε στο άρθρο της Μαρίας Πρέκα «Τα μυστήρια των Αρχείων: Επί τα ίχνη Αρσακειάδων Διδασκαλισσών», Σύγχρονα Θέματα 126 (2014), 66–69, στο οποίο επισημαίνεται ο πρωταρχικός ρόλος του Συλλόγου προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων στη μεσολάβηση για την επιλογή και αποστολή των Ελληνίδων δασκάλων στα παρθεναγωγεία των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων της διασποράς, ενώ συμπληρώνεται με νέα στοιχεία η βιογραφία πολλών από αυτές —στη δική μας περίπτωση, της Καλλιρρόης Παρρέν.

[3] Αρχείο Ελευθερίου Βενιζέλου, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, φάκ. 2: Επιστολές διαφόρων προς Βενιζέλο – Επιστολές τρίτων (1902–1924), υποφάκ. 2.3: Διάφοροι επιστολογράφοι (1913), Αθηναϊκές εφημερίδες – Διευθυντές. Τοποθέτηση Ι. Παρρέν στη διεύθυνση Αθηναϊκού Πρακτορείου.

[4] Κ. Σκλαβενίτη, «Εφημερίς των Κυριών», στο Λ. Δρούλια / Γ. Κουτσοπανάγου (επιμ.), Εγκυκλοπαίδεια του Ελληνικού Τύπου, 1784–1974, τ. 2, Αθήνα: Εθνικό Ίδρυμα Νεοελληνικών Ερευνών, 2008, 314–317. Επίσης βλ. Ε. Βαρίκα, Η εξέγερση των κυριών. Η γένεση μιας φεμινιστικής συνείδησης στην Ελλάδα, 1833–1907, Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση, 2011, 274–362· της ίδιας, «Μια δημοσιογραφία στην υπηρεσία της γυναικείας φυλής», Διαβάζω 198 (1988), σ. 6–12.

[5] Δ. Χατζόπουλος (Μποέμ), Ὁ Ροΐδης γιὰ τὶς γράφουσες ἑλληνίδες καὶ οἱ συντεύξεις τους στὸν Μποέμ, Αθήνα, 2019, σ. 28.

[6] Μ. Αναστασοπούλου, Η συνετή απόστολος της γυναικείας χειραφεσίας, Καλιρρόη Παρρέν. Η ζωή και το έργο, Αθήνα, 2003, σ, 87–88, 107, 263–264, 344–345, κ.α.

[7] Για βιογραφικά στοιχεία της Καλλιρρόης Παρρέν, βλ. Ιστορία της Φιλεκπαιδευτικής εταιρείας και των Αρσακείων Σχολείων. https://history.arsakeio.gr/index.php/2018-07-13-09-47-16/26-kallirroi-siganoy-parren-kai-i-efimeris-ton-kyrion (τελευταία ανάκτηση 20/1/2023).

[8] Κ. Παρρέν «Ὁ κ. Ροΐδης καί αἱ γράφουσαι Ἑλληνίδες», Ἐφημερίς τῶν Κυριῶν 442 (5.5.1896).

[9] Κ. Παρρέν, «Ἡ Ἑλληνὶς χειραφετούμενη διὰ τῆς ἐργασίας», Ἐφημερίς τῶν Κυριῶν 33, (18.10.1887), 1-2. Κ. Παρρέν, «Τὶ ἐννοοὐμεν χειραφέτησιν διὰ τῆς ἐργασίας», Ἐφημερίς τῶν Κυριῶν 73 (14.8.1888), 1-2.

[10] Κ. Παρρέν, «Αἱ Βουλγαρίδες», Ἐφημερίς τῶν Κυριῶν 1003 / 1567 (1–15.04.1911).

[11]  Ε. Αβδελά, «Οι γυναίκες: κοινωνικό ζήτημα», στο Χρ. Χατζηιωσήφ (επιμ.), Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα, τ. Β΄1, Αθήνα: Βιβλιόραμα, 2002, σ. 337–359.

[12] Δ. Σαμίου, «Τα πολιτικά δικαιώματα των Ελληνίδων (1864–1952)», Μνήμων 12 (1989), σ. 161–172.161–172.


Σχολιάστε εδώ