Ένας χρόνος από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία – Σαράντα εννέα από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο

Ένας χρόνος από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία – Σαράντα εννέα από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Στις 24 Φεβρουαρίου συμπληρώθηκε ένας χρόνος από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η οποία σίγουρα θα καταγραφεί ως μία από τις πλέον παράδοξες και συγχρόνως από τις πλέον αναποτελεσματικές στην ευρωπαϊκή αλλά και παγκόσμια ιστορία.

Ουδείς πανηγύρισε, επισήμως, στη Μόσχα, ούτε ασφαλώς και στο Κίεβο για τη γενναία αντίσταση του ουκρανικού λαού κατά του εισβολέα. Η Ουκρανία μέχρι και την ημέρα της εισβολής εθεωρείτο από τις πλέον ευημερούσες μεταξύ των χωρών-μελών της άλλοτε Σοβιετικής Ένωσης. Γιατί η Μόσχα του Βλαντιμίρ Πούτιν αποφάσισε να εισβάλει στην Ουκρανία; Βασικά επικαλέστηκε την καταπίεση των ρωσόφωνων της ανατολικής περιοχής της χώρας από τις Ουκρανικές Αρχές. Ανομολόγητη όμως αλήθεια ήταν η εναντίωση και αποτροπή ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, που παρασκηνιακά διαπραγματευόταν ο Πρόεδρος Ζελένσκι με τους Νατοϊκούς, κυριότατα δε με τις ΗΠΑ.

Η ανησυχία της Μόσχας για την περαιτέρω διεύρυνση του ΝΑΤΟ μετά την ένταξη των χωρών της Βαλτικής δεν ήταν τελείως αδικαιολόγητη. Η ρωσική διπλωματία την ερμήνευε ως στρατηγική περικύκλωσης της Ρωσίας, με περαιτέρω στόχο την αποξένωσή της από τον Δυτικό Κόσμο και κυρίως την Ευρώπη. Την αντίθεσή της για την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ τη στήριζε και σε πολιτικές δεσμεύσεις των Νατοϊκών, που είχαν αποδεχθεί ένα καθεστώς ουδετερότητας ή αναχώματος (buffer zone) που καθησύχαζε τη Μόσχα όσον αφορά την ασφάλειά της.

Οι ρωσικοί φόβοι αυξήθηκαν όταν, με την έναρξη του πολέμου, άρχισε να διαφαίνεται ότι μεταξύ των στόχων των Δυτικών ήταν και η ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο, που έρρεε μέσω του αγωγού North Stream με κύριο προορισμό τη Γερμανία. Μία εκ των κινήσεων που δημιούργησε περαιτέρω ένταση στις ρωσοουκρανικές σχέσεις ήταν και προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, την οποία το Κίεβο δεν αποδέχθηκε ποτέ και διεκδικεί την επανένταξή της στην ουκρανική επικράτεια.

Ανεξαρτήτως της βασιμότητας ή όχι των φόβων της Μόσχας για περικύκλωση και απομόνωσή της από τον Δυτικό Κόσμο, η εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου καταδικάσθηκε από το σύνολο –με ελάχιστες εξαιρέσεις– της διεθνούς κοινωνίας ως κατάφωρη παραβίαση των κανόνων του διεθνούς δικαίου και των αρχών του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών (ΗΕ), στα οποία μετέχει και η Ρωσία, με ιδιαίτερη θέση ευθύνης, ως ένα από τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας (ΣΑ). Ωστόσο, α­σκήθηκε και κριτική ενα­ντίον των χωρών της Δύσης, που αφορούσε τη στάση που τήρησαν στην εξέλιξη του πολέμου. Και αυτό διότι, αντί της μεσολάβησης και άσκησης πιέσεων για εκεχειρία και έναρξη διαπραγματεύσεων για επίτευξη ειρήνης και επίλυσης των διαφορών μεταξύ των δύο εμπολέμων, επελέγη η αποστολή και ενίσχυση του Κιέβου με σύγχρονο πολεμικό υλικό, γεγονός που επέτεινε και συνετέλεσε στη διαιώνιση του πολέμου. Και τούτο όταν έμπειροι στρατιωτικοί αμφισβητούσαν την πιθανότητα να ηττηθεί ο ρωσικός στρατός και να αναγκασθεί να αποχωρήσει, όπως και να καταλάβει ολόκληρη την ουκρανική επικράτεια. Ο συνεχιζόμενος εξοπλισμός από τις δυτικές χώρες, όπως και η παράταση του πολέμου, ενδεχομένως εξυπηρετεί και ευρύτερους γεωπολιτικούς στόχους. Όμως η Ουκρανία καταστρέφεται και εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες της παίρνουν τον δρόμο της προσφυγιάς.

Ασφαλώς, κανένας πόλεμος δεν διαρκεί για πάντα. Η σκληρή πραγματικότητα και οι συνέπειες ωθούν τις ε­μπόλεμες χώρες σε αναζήτηση λύσε­ων. Πιθανότατα, μεταξύ των δυτικών δυνάμεων συζητούνται παρασκηνιακά λύσεις για να σταματήσει ο πόλεμος αλλά και για να αντιμετωπιστούν οι συνέπειές του. Οι καταστροφές που έχουν προκληθεί μέχρι στιγμής υπολογίζονται –κατά εκτίμηση των ειδικών– σε 1 τρισ. ευρώ. Ποιος φορέας μπορεί να αναλάβει τη χρηματοδότηση των έργων ανοικοδόμησης; Οι πολυεθνικές καραδοκούν και πιέζουν για τον τερματισμό του πολέμου.

Η Ελλάδα συντάχθηκε, ορ­θώς, από την πρώτη ημέρα με τις δυτικές χώρες (ΕΕ, ΝΑΤΟ), καταδικάζοντας την εισβολή. Αμφισβητείται, ωστόσο, η ορθότητα αποστολής πολεμικού υλικού στην Ουκρανία, γεγονός που της στέρησε τη δυνατότητα, λόγω και των ιστορικών δεσμών με τις δύο εμπόλεμες χώρες, να διεκδικήσει και αναλάβει έναν μεσολαβητικό ρόλο για κατάπαυση του πυρός και έναρξη διαπραγματεύσεων για ειρήνευση. Αυτόν τον ρόλο ανέλαβε η Τουρκία, η οποία ναι μεν καταδίκασε την εισβολή, απέφυγε όμως να προμηθεύσει πολεμικό υλικό στο Κίεβο.

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με εκείνη της Τουρκίας στην Κύπρο, τον Ιούλιο του 1974, που σε έναμιση χρόνο θα μετράει μισό αιώνα, με τις τουρκικές δυνάμεις κατοχής να παραμένουν ακλόνητες στις θέσεις τους. Η Τουρκία τότε, όπως και η Ρωσία τον Φεβρουάριο του 2022, είχε επικαλεσθεί για την εισβολή στη Κύπρο το δικαίωμα προστασίας της τουρκικής μειονότητας, που δήθεν υφίστατο διωγμούς και εκτοπισμούς από τους Ελληνοκυπρίους. Η διεθνής κοινότητα, διά του Συμβουλίου Ασφαλείας (ΣΑ) του ΟΗΕ, είχε καταδικάσει την εισβολή και έκτοτε το έχει επαναλάβει σε πολλές ετήσιες Γενικές Συνελεύσεις, αλλά τα στρατεύματα κατοχής εξακολουθούν να παραμένουν στη Βόρεια Κύπρο, που έχει αυτοκηρυχθεί σε ανεξάρτητο ψευδοκράτος, χωρίς ασφαλώς να έχει αναγνωρισθεί από καμιά χώρα.

Στο μεταξύ, η Κύπρος, ως Κυπριακή Δημοκρατία, έχει καταστεί πλήρες κράτος-μέλος της ΕΕ, με αντάλλαγμα την απόκτηση από την Τουρκία της ιδιότητας υποψήφιας προς ένταξη χώρας. Η ΕΕ, εκτός της καταδίκης της ρωσικής εισβολής και της παροχής πλήρους πολιτικής στήριξης στην Ουκρανία, αποφάσισε παράλληλα να επιβάλει αυστηρά κυρωτικά μέτρα εναντίον της Μόσχας που έτυχαν άμεσης εφαρμογής. Αντίθετα, αντίστοιχα κυρωτικά μέτρα που το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είχε αποφασίσει προ διετίας να επιβληθούν στην Τουρκία για την παραβατική συμπεριφορά, τις απειλές και την αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδος παραμένουν στο συρτάρι του αρμοδίου επιτρόπου για τις Εξωτερικές Υποθέσεις, ο οποίος ακόμα μελετάει τις προτάσεις του…

Δύο μέτρα και δύο σταθμά δεν είναι ασυνήθη στη διεθνή διπλωματία. Είναι όμως επιλήψιμα όταν βλάπτουν τα συμφέροντα χωρών-μελών όπως η Ελλάδα και η Κύπρος και ευνοείται τρίτη χώρα, η Τουρκία. Ένα εύλογο ερώτημα που θα μπορούσε να θέσει ο απλός πολίτης προς τα αρμόδια όργανα της ΕΕ είναι το εξής: Πόσο θα διαρκούσε ο ρωσοουκρανικός πόλεμος αν ακολουθούσαν και έναντι της Ρωσίας την ίδια πολιτική που ακολουθούν έναντι της Τουρκίας;


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: gr.hellomagazine.com


Σχολιάστε εδώ