Αναξιοπιστία: Η ελληνική δυστοπία – Του Ν. Γ. Χαριτάκη

Αναξιοπιστία: Η ελληνική δυστοπία – Του Ν. Γ. Χαριτάκη


Υπό
Ν. Γ. ΧΑΡΙΤΑΚΗ
πρώην Επίκουρου Καθηγητή Οικονομικών του ΕΚΠΑ


Η ατομική φήμη των πολιτών μιας κοινωνίας προκύπτει από τη συμπεριφορά τους, ενώ, αντίστροφα, η συμπεριφορά των θεσμών της κοινωνίας διαμορφώνει τη φήμη τους. Ιδιαίτερα μάλιστα όπως αυτή εκφράζεται από τα θεσμικά της όργανα.

Ανηθικότητα, διαφθορά, απάτη και γενικά μη συμμόρφωση με τους νόμους και τους κανόνες της κοινωνίας από τους πολίτες και τους φορείς άσκησης εξουσίας αποτελούν κυρίαρχα χαρακτηριστικά αξιολόγησης και διαβάθμισης της αναξιοπιστίας των κοινωνιών. Η εικόνα της χώρας για τους συναλλασσόμενους με αυτή επηρεάζεται από τις πεποιθήσεις των κατοίκων της αλλά και των αλλοδαπών πολιτών και φορέων σε σχέση με την έκταση της αναξιοπιστίας που την εκφράζει. Αναξιοπιστία που τελικά στηρίζει τη διάχυτη εντύπωση για μια δυστοπική κοινωνία.

Κοινωνίες που αποτελούνται από άτομα με ισχυρούς δεσμούς (οικογενειακούς, φιλικούς, τοπικούς και επιχειρηματικούς) συμβάλλουν ώστε τα άτομα να ενδιαφέρονται για την κοινωνική τους φήμη και αξιοπιστία. Αντίθετα, κοινωνικές σχέσεις σε μεγάλες και απρόσωπες πόλεις ή συμβατικές σχέσεις ή, τέλος, δίκτυα πληροφόρησης και σύγχρονες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης αποτελούν κυρίαρχους φορείς, μέσω των οποίων μια δυστοπική κοινωνία μπορεί να «ανθίσει». Αντιμετωπίζουμε με ειλικρίνεια τις διεθνείς μας συμβάσεις; Θέτουμε θέμα συνολικής διαγραφής του δημοσίου χρέους έναντι συμβιβαστικής λύσης; Αποδεχόμαστε τις νομοθετικές ρυθμίσεις και ισχύουσες διατάξεις; Τηρούμε τις αποφάσεις των δημοψηφισμάτων; Όλα αυτά και πολλά άλλα αποτελούν δυστοπικές συμπεριφορές.

Αλλά γιατί, άραγε; Η αιτία είναι η ικανότητα αυτών των δυστοπικών κοινωνιών να ελέγχουν τους πολίτες, έτσι ώστε αυτοί να μη διακρίνουν μεταξύ ψεύδους και αυταπάτης. Το κύρος του φορέα διάχυσης της πληροφορίας, ιδιαίτερα για όσους δεν διαθέτουν άμεση σχέση ή ικανότητα αξιολόγησης της πηγής, ενέχει τον κίνδυνο να θεωρείται το ψεύδος ως αυταπάτη και αντίστροφα η αυταπάτη να ερμηνεύεται άλλοτε θετικά και άλλοτε αρνητικά, ανάλογα με τη θέση του πολίτη σε σχέση με την πηγή του ψεύδους.

Τα τελευταία 15 χρόνια, και ιδιαίτερα μετά την παγκόσμια κρίση, η χώρα χαρακτηρίζεται ως αναξιόπιστη κυρίως σε σχέση με τη θέση των πολιτών. Ξεκινήσαμε από τα «Greek Statistics», προχωρήσαμε αμφισβητώντας την αξία των Μνημονίων και συνεχίσαμε να αμφισβητούμε την αποτελεσματικότητα των κυβερνητικών οργάνων και των θεσμών της χώρας (εκπαιδευτικό σύστημα, φορείς παροχής υγειονομικής περίθαλψης, δικαιοσύνη και πλήθος άλλων), για να μην αναφερθούμε βέβαια στην επιστημονική αποτελεσματικότητα των εμβολίων ή ακόμη και των θέσεων των εκπροσώπων μας στη Βουλή.

Δεν είναι καθόλου τυχαίος ο πρόσφατος διάλογος του πρωθυπουργού με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όταν ο μεν πρώτος ρωτά αν γνωρίζει ποιο είναι το κόστος των οικονομικών παρεμβάσεων που εκείνος έχει προτείνει και δέχεται την εξής απάντηση: «μα με αυτό θα ασχολούμεθα τώρα;». Η λογική της απάντησης απλή. Δεν έχουμε λόγο να ασχολούμεθα, διότι, ό,τι κι αν λεχθεί, είτε θα είναι ψευδές είτε θα αποτελεί αυταπάτη.

Οι συνεχείς αναφορές με τις οποίες καθημερινά μας ενημερώνουν τα ΜΜΕ, ανεξάρτητα από το πού προέρχονται, μπορεί να είναι ψευδείς ή, αν δικαιολογηθούν εκ των υστέρων –και εφόσον δεν επιβεβαιωθούν–, να εκλαμβάνονται ως αυταπάτη. Άλλωστε κάθε κοινωνική εκτίμηση, όσο καλά θεμελιωμένη και αν είναι, μπορεί να ενέχει πάντοτε το στοιχείο του λάθους. Λογικά λοιπόν, κάθε άποψη, ανάλογα με τη θέση του καθενός σε σχέση με τον φορέα που την εξέφρασε, κάλλιστα μπορεί να είναι ψεύδος και κάλλιστα προϊόν αυταπάτης.

Τι συνεπάγεται όμως αυτή η συμπεριφορά; Τι σημαίνει για τα ενεργά μέλη μιας υπεύθυνης κοινωνίας μια γενική διατύπωση του τύπου «στην Ελλάδα η διαφθορά στην πολεοδομία είναι διάχυτη»; Τι σημαίνει ότι τα δημόσια νοσοκομεία ή η δημόσια παιδεία δεν παράγουν αποτέλεσμα; Τι σημαίνει η άποψη ότι δεν έχουμε βιομηχανία και σχεδόν όλα τα εισάγουμε; Τι σημαίνει ότι αν δεν μας βοηθήσει η ΕΕ ή το ΝΑΤΟ, η αμυντική θωράκιση της χώρας δεν έχει καμιά πιθανότητα να προστατεύσει τα σύνορά μας; Τι σημαίνει τελικά η εκφορά του πολιτικού λόγου που αμφισβητεί κάθε οικονομική επιτυχία ή –και γιατί όχι– και κάθε αποτυχία με την γενική θέση της αλεπούς για τα σταφύλια στο μύθο του Αισώπου;

Αναξιοπιστία ως προς την ικανότητα των πολιτών και των θεσμών της χώρας να αντεπεξέρχονται στα εμπόδια που προκύπτουν καθημερινά σε κάθε κοινωνία. Αναξιοπιστία που διαμορφώνει πεποιθήσεις, σε πολίτες αλλά και σε φίλους και εχθρούς, ότι η συγκεκριμένη χώρα είναι περιορισμένων δυνατοτήτων. Έτσι, η αδυναμία μας να μην προσπαθούμε να αξιοποιήσουμε τη λογική μας ώστε να επιτρέπουμε στους εαυτούς μας να μπορούν να διαχωρίζουν το ψεύδος από την αυταπάτη γεννά πεποιθήσεις και σε εμάς αλλά και σε όσους μας παρατηρούν ότι αργά αλλά σταθερά το είδωλο της κοινωνίας είναι δυστοπικό.

Μια χώρα χωρίς μέλλον, μια χώρα με περιορισμένες δυνατότητες, μια χώρα με αδύναμους θεσμούς, μια χώρα με διάχυτη την αναξιοπιστία είτε σε προσωπικό είτε σε κοινωνικό περιβάλλον. Μια χώρα της οποίας τελικά οι κυβερνήσεις μπορούν να πιέσουν τους πολίτες να προσαρμοστούν πολιτικά, κοινωνικά ή ακόμη και θεσμικά σε δράσεις που εκείνες επιθυμούν αποκλειστικά. Μια χώρα σε τέλεια κατάχρηση εξουσίας.

Τα μέλη της κοινωνίας παύουν να αναπτύσσουν ισχυρές κοινωνικές σχέσεις, με αποτέλεσμα η όποια ενοχή από την πιθανή σχέση «τι θα πει ο γείτονας» να καθίσταται ανίσχυρη. Κανείς δεν αποδέχεται τους θεσμούς και οι πολίτες διαμορφώνουν ανεξάρτητα τις απόψεις τους, μη λαμβάνοντας υπόψη άτομα που σε μια μικρή κοινωνία χαρακτηρίζονται αξιόπιστοι πολίτες. Άλλοτε ήταν ο δάσκαλος, ο δικαστής, η ηγεσία. Η κοινωνία μετασχηματίζεται από τα πανίσχυρα κοινωνικά δίκτυα, που πλέον διαθέτουν τη δυνατότητα να επηρεάζουν τα «likes», εξοστρακίζοντας τους διαφωνούντες και στηρίζοντας όσους προσπαθούν να γίνονται αρεστοί.

Αν όμως η γενική άποψη στηρίζει δυστοπικές πεποιθήσεις, ανεξαρτήτως αν προέρχονται πλέον από ψεύδη ή αυταπάτες, οι πολίτες μέσω της αναξιοπιστίας οδηγούν τον κορμό της κοινωνίας σε αυταρχικές επιλογές. Οι μηχανισμοί αυτοπροστασίας της εξουδετερώνονται και οι εξελίξεις δεν μπορούν να προσδιοριστούν με μια σχετική βεβαιότητα. Κλασικό παράδειγμα, η άποψη για την προστασία της δημοκρατίας είτε με το καλό είτε με το άγριο. Η έννοια «δυστοπική δημοκρατία» έχει στην ουσία πάρει σάρκα και οστά, όταν η βασική αρχή της δημοκρατίας, η τήρηση των κανόνων δικαίου, μπορεί να επιβληθεί ακόμη και με το απροσδιόριστο και εξωθεσμικό «άγριο». Όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος. Νεφέλωμα στη διάκριση μεταξύ ελέγχου και βίαιης ισχύος.

Η αντιπαλότητα μεταξύ Huxley και Orwell αναφορικά με τον δημόσιο έλεγχο έρχεται στην επικαιρότητα. Ακόμη και μια δημοκρατική κυβέρνηση μπορεί να αντιληφθεί ότι αντί του άγριου μπορεί να επιλέξει την κοινωνική αξιολόγηση. Στο παρελθόν γνωρίσαμε τον ρόλο του περιπτερά στην αγορά εφημερίδων. Στη μετεξέλιξη ζήσαμε τα μπλε και πράσινα καφενεία. Με δεδομένη τη διάχυση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η άποψη «με το μαλακό ή με το άγριο», σε μια κοινωνία με έντονα τα χαρακτηριστικά της δυστοπίας, θολώνει.

Το ερώτημα για το αν είναι σκόπιμο να αρχίσουμε να δίνουμε μεγαλύτερη αξία στην αξιοπιστία της είδησης και λιγότερη στην κριτική της αποκτά ουσία. Και όλα αυτά βέβαια λίγο πριν από τις εκλογές.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Σχολιάστε εδώ