Η βούληση του νομοθέτη, η βούληση της αγοράς και η αποτυχία – Του Ν. Γ. Χαριτάκη

Η βούληση του νομοθέτη, η βούληση της αγοράς και η αποτυχία – Του Ν. Γ. Χαριτάκη


Υπό
Ν. Γ. ΧΑΡΙΤΑΚΗ
πρώην Επίκουρου Καθηγητή Οικονομικών του ΕΚΠΑ


«Κοινό αγαθό: Η τέχνη του αγαθού και του δικαίου. Κάθε κάτοχος εξουσίας έχει την υποχρέωση και την αντίστοιχη εξουσία να υπηρετεί το κοινό αγαθό», Ουλπιανός.

Όλη η επιστημονική μου ζωή στράφηκε γύρω από ένα πρόβλημα. Την αποτυχία της αγοράς. Γιατί, ναι, η αγορά αποτυγχάνει και αυτό το γνωρίζουν και το αποδέχονται όλοι οι οικονομολόγοι. Όπως γνωρίζουν επίσης ότι η αποτυχία της αγοράς είναι αποτέλεσμα αυτού που οι φιλόσοφοι αποκαλούν «κατάχρηση εξουσίας».

Τρία πρόσφατα γεγονότα ανέτρεψαν την αισιοδοξία που με κατείχε όταν ασχολήθηκα από αυτήν τη στήλη με θέμα τη λύτρωση του διοικητικού δικαίου. Το πρώτο είχε να κάνει με την απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ, όπως διατυπώθηκε από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, για αποχή από τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες και προκήρυξη άμεσων εκλογών. Το δεύτερο είχε να κάνει με ένα πρόσφατο συνέδριο, κυρίως από νομικούς επιστήμονες, με θέμα «Μένουμε Ευρώπη;». Το τρίτο αφορούσε την άποψη που εκφράστηκε σε σχέση με τον πρόσφατο περιβαλλοντικό ΝΟΚ, που επιβάλλει στους δημοσίους υπαλλήλους στην ουσία να βγάζουν το φίδι από την τρύπα, αποφασίζοντας διοικητικά ό,τι ορίζει ο νόμος και όχι όπως αυτός ερμηνεύεται, πιθανά εκ των υστέρων, από το ΣτΕ. Και η απορία που μου δημιουργήθηκε ήταν απλή. Αν η αγορά αποτυγχάνει επειδή τα μέλη της προσπαθούν να καταχραστούν την εξουσία που διαθέτουν, γιατί να μην αποτυγχάνει και ο νομοθέτης, όταν διατυπώνει τη βούλησή του μέσω της Βουλής και της νομοθετικής διαδικασίας;

Όπως λοιπόν θεωρούμε ότι είναι αποτυχία της αγοράς μια άδικη κατανομή του πλούτου, έτσι και αποτυχία του νομοθέτη είναι μια ερμηνεία της βούλησής του, που οδηγεί σε άδικη απόδοση της δικαιοσύνης. Συμβαίνει όταν η άσκηση της βούλησης του νομοθέτη δεν είναι τυφλή, αλλά αλληθωρίζει προς κάποια κατεύθυνση. Όπως η αγορά αλληθωρίζει προς τα μονοπωλιακά κέρδη, έτσι και ο νομοθέτης αλληθωρίζει προς συγκεκριμένα μέλη της κοινωνίας. Και στις δύο περιπτώσεις έχουμε αποτυχία και στις δύο περιπτώσεις απαιτείται διόρθωση. Και μάλιστα η διόρθωση αυτή προκύπτει από μια εξουσία, την εκτελεστική, που κατά μια τρίτη επιστημονική κοινότητα, τους πολιτικούς επιστήμονες, έχει και αυτή τις αποτυχίες της. Χρηματισμός, τοπικά συμφέροντα, πολιτικός κύκλος, ιδεολογική στρέβλωση κ.ά.

Αποδεδειγμένα, οι δύο πρώτες επιστημονικές κοινότητες, πιθανόν λόγω της υποτιθέμενης ηγεμονίας τους, νίπτουν τας χείρας τους και ως νέοι Πόντιοι Πιλάτοι χρησιμοποιούν την τρίτη, κυριολεκτικά, ως σάκο του μποξ. Η διατύπωση της βούλησης του νομοθέτη, καθώς και η αποτύπωση της μορφής της αγοράς είναι θέματα που εύκολα διορθώνονται, αρκεί η πολιτική εξουσία να τα αντιληφθεί και να νομοθετήσει ανάλογα. Οι νόμοι αλλάζουν και προσαρμόζουν την ιεράρχηση ορθολογικά, έτσι ώστε να εξυπηρετεί το κοινό αγαθό, διορθώνοντας την αποτυχία του νομικού πλαισίου. Οι παρεμβάσεις στην αγορά γίνονται για να διορθωθούν –όπως και με τη βούληση του νομοθέτη– οι ατέλειες ή, διαφορετικά, οι αποτυχίες. Αν, όμως, δεν πραγματοποιείται το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, οι δύο κοινωνικές επιστήμες προστατεύουν τα του οίκου τους επιρρίπτοντας το βάρος στην αποτυχία της πολιτικής.

Ο καθηγητής του Harvard και φιλόσοφος Lon Fuller, στην κλασική του μελέτη «Η Ηθική του Νόμου» («The Morality of Law»), αποτυπώνει με σαφήνεια οκτώ περιπτώσεις αποτυχίας της βούλησης του νομοθέτη που, κατά την κρίση του, οδηγούν σε κατάχρηση εξουσίας. Κατάχρηση που και για τις τρεις πρόσφατες αναφορές στην πολιτική ζωή του τόπου αποτέλεσαν αντικείμενο προβληματισμού. Εντάσσονται στις θεσμικές αποτυχίες κατά Fuller, που καθιστούν την εκτέλεση της βούλησης του νομοθέτη αδύνατη, άρα και αυταρχική.

Τις αναφέρω όσο καλύτερα μπορώ για να διευκολύνω τον διάλογο: 1. Αποτυχία στην κατασκευή του νόμου. 2. Αποτυχία στη διαύγεια. 3. Αποτυχία στην κατάχρηση της αναδρομικότητας. 4. Αποτυχία στον βαθμό κατανόησης. 5. Αποτυχία από συχνές αλλαγές των νόμων. 6. Αποτυχία λόγω χρονικής απόκλισης μεταξύ ανακοίνωσης και εφαρμογής. 7. Αποτυχία από εισαγωγή αντικρουόμενων νόμων. 8. Αποτυχία από την απαίτηση των νόμων να ενεργούν οι πολίτες πέρα από τις δυνατότητές τους (κλασική αποτυχία η, αποδιδόμενη στη Μαρία Αντουανέτα, φράση για το ψωμί και το παντεσπάνι).

Επειδή όμως, ως ταπεινός οικονομολόγος, έχω προβληματιστεί χρόνια τώρα με θέματα παράλληλα, αν όχι ταυτόσημα, με όσα αναφέρθηκαν ως αποτυχία του νομοθέτη, αρχίζω να σκέφτομαι δυνατά, χρησιμοποιώντας αντίστοιχα παραδείγματα από την οικονομική λογική. Γνωρίζω ότι η μονοπωλιακή δύναμη και η προστασία της αποτελεί κατάχρηση εξουσίας. Απλώς δεν δικαιολογείται και δεν πρέπει να επιτρέπεται να υπάρχει. Όταν όμως πιστοποιείται, η απαίτηση όλων είναι να προτείνουμε λύσεις διορθωτικής παρέμβασης στην αποτυχία της αγοράς, με στόχο τη συρρίκνωση της κατάχρησης εξουσίας.

Ας υποθέσουμε, π.χ., πως μια φαρμακοβιομηχανία έχει επιστημονικά ανακαλύψει το φάρμακο του καρκίνου. Της αποδίδουμε μονοπωλιακό δικαίωμα στο πνευματικό δικαίωμα που θέλει να κατοχυρώσει ή δεν της το αποδίδουμε; Είναι στο χέρι του οικονομολόγου να εισηγηθεί διοικητική παρέμβαση, που αποδίδει μονοπωλιακή δύναμη, ή επειδή αποτελεί οιονεί κατάχρηση εξουσίας, ηθικά δεν του επιτρέπεται να το εισηγηθεί; Η απλοϊκή αντίδραση συνιστά ότι ηθικά η κρατική παρέμβαση στην αγορά δεν δικαιούται να συμπράξει σ’ αυτήν την αποδεδειγμένη κατάχρηση εξουσίας. Η πνευματική ιδιοκτησία δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να βιαστεί. Όσοι από την άλλη πλευρά θεωρούν ότι, έχοντας εμβολιαστεί για Covid-19 κέρδισαν κάτι, όπως κι εγώ, θα διαφωνήσουν πλήρως και θα ζητήσουν από τον οικονομολόγο να τους προτείνει μια λύση για να σωθούν ζωές από τη χρήση της τεχνολογικής ανακάλυψης.

Ως απλός αναγνώστης του Συντάγματος, γνωρίζω ότι αν οι εκλογές δεν γίνονται σύμφωνα με τους κανόνες του, αποτελούν συνταγματική εκτροπή και κατάχρηση εξουσίας. Το ίδιο ισχύει και όταν θέτουμε σε κρίση την τήρηση ή μη των διεθνών συμφωνιών της χώρας, όπως για παράδειγμα των ευρωπαϊκών (βλέπε «Είμαστε στην Ευρώπη;»). Τέλος, το ίδιο ισχύει και όταν οι δημόσιοι υπάλληλοι, επειδή θεωρούν ότι υπάρχει ασάφεια στη βούληση του νομοθέτη, υποχρεούνται να βγάλουν το φίδι από την τρύπα, γιατί τους απαγορεύεται να ζητήσουν τη βοήθεια του ΣτΕ.

Στο σημείο αυτό ας επανέλθουμε εκεί από όπου ξεκινήσαμε. Ο νομοθέτης και η αγορά αποτυγχάνουν. Επειδή όμως δεν θέλω να χρησιμοποιήσω τους συναδέλφους πολιτικούς επιστήμονες ως σάκους του μποξ, θα αναρωτηθώ:

Πότε μπορούν οι φορείς άσκησης της εκτελεστικής εξουσίας (κυβέρνηση, αντιπολίτευση, κόμματα, πνευματική και πανεπιστημιακή ηγεσία και δημόσιοι υπάλληλοι) να αποδέχονται ή και να συμπράττουν στην κατάχρηση εξουσίας, ακόμη και αρνούμενοι την εφαρμογή των νόμων, θεωρώντας ότι η κατάχρηση οφείλεται στην «αποτυχία του νομοθέτη»; Και πότε δεν μπορούν; Έτσι απλά προς χάριν διαλόγου και με ερωτηματικά.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Σχολιάστε εδώ