Υποκλοπές και σκάνδαλα – Βαραίνει το πολιτικό κλίμα εν όψει εκλογών
–Για λασπολογία και τοξικότητα μιλάει ο Κυρ. Μητσοτάκης
–Να φύγει εδώ και τώρα η αυταρχική κυβέρνηση, ζητάει ο Αλ. Τσίπρας
Μέσα σε συνθήκες ακραίας πόλωσης, με ισχυρές δόσεις σκανδαλολογίας, εξελίσσεται η πολιτική αντιπαράθεση εν όψει εκλογών. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση, πρωτίστως δε η αξιωματική, ανταλλάσσουν βαρύτατες κατηγορίες (καταγγελίες) με οξύτατους χαρακτηρισμούς, πρωτόγνωρους για τα τελευταία χρόνια.
Οι προοπτικές κάθε άλλο παρά ευοίωνες είναι, το κλίμα θα επιδεινώνεται όσο πλησιάζουμε την ημερομηνία των εκλογών (Απρίλιο ή Μάιο). Το υψηλό διακύβευμα της κάλπης θα εξωθήσει τα κόμματα σε πιο ακραίες πολιτικές πρακτικές και η επόμενη μέρα θα βρει τον πολιτικό κόσμο της χώρας σε κατάσταση βαθύτατου διχασμού.
Το μείζον ζήτημα των υποκλοπών ρίχνει βαριά σκιά στο πολιτικό σκηνικό, αλλά όχι μόνο, και τείνει να εξελιχθεί σε βαθύ λεκέ της διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας.
Καθώς οι απαντήσεις (εξηγήσεις) από πλευράς κυβέρνησης δεν είναι ιδιαίτερα πειστικές, αποκτούν υπόσταση οι καταγγελίες της αντιπολίτευσης για εξωθεσμικές δραστηριότητες και παραβίαση των αρχών της δημοκρατίας. Ενώ η επιλογή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να χρίσει ως… εμπνευστή και ηθικό αυτουργό των υποκλοπών τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κυρ. Μητσοτάκη ανεβάζει στα ύψη το πολιτικό θερμόμετρο.
Σε μια προσπάθεια να φθείρει πολιτικά όσο περισσότερο γίνεται την κυβέρνηση, αλλά και τον κ. Μητσοτάκη, προχώρησε στην κατάθεση της πρότασης μομφής, η οποία –όπως αναμενόταν– εξελίχθηκε μέσα σε πολεμικό κλίμα. Η κυβερνητική πλευρά κατηγορεί την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ότι καταφεύγει στη λασπολογία και στην τοξικότητα λόγω του ότι δεν έχει τίποτα να προτείνει για το μέλλον της χώρας.
Οι καταγγελίες του επιχειρηματία Χρ. Καλογρίτσα και των στενών συνεργατών του (γραμματέας) για ροή «μαύρου χρήματος» προς τον ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο του περιβόητου διαγωνισμού για τις τηλεοπτικές άδειες ήρθαν να ρίξουν… λάδι στη φωτιά που καιρό τώρα καίει στο πολιτικό σκηνικό.
Ταυτόχρονα, δίνουν χείρα βοηθείας στην κυβέρνηση και στον πρωθυπουργό, προκειμένου να χρησιμοποιήσουν την υπόθεση ως το ισχυρό όπλο έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Το γεγονός ότι η επιχειρηματολογία της Κουμουνδούρου ήταν… άσφαιρη, αλλά και η για μέρες αφωνία του Αλ. Τσίπρα διευκόλυναν την προσπάθεια της κυβέρνησης να βγει –να επιχειρήσει τουλάχιστον– από τη δυσχερή θέση στην οποία έχει περιέλθει λόγω του σκανδάλου των υποκλοπών.
Οι αναφορές της Κουμουνδούρου ότι οι καταγγελίες του Χρ. Καλογρίτσα στερούνται βάσεως και αληθείας, χωρίς να συνοδεύονται από αδιάσειστα στοιχεία, αντιμετωπίζονται με επιφύλαξη και καχυποψία.
Σε μια κοινωνία που έχει γαλουχηθεί με τη θεωρία ότι όλοι οι πολιτικοί είναι «διεφθαρμένοι» και όλα τα κόμματα «χρηματίζονται», τέτοιου είδους καταγγελίες για «μαύρο χρήμα» βρίσκουν πρόσφορο έδαφος.
Στη λογική ότι καπνός χωρίς φωτιά δεν υφίσταται. Και την αντίληψη αυτή δεν πρόκειται να αμβλύνουν ούτε οι μηνύσεις του άμεσα εμπλεκόμενου πρώην υπουργού Ν. Παππά ούτε η καταγγελία στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με την οποία ο Χρ. Καλογρίτσας έχει έρθει σε μυστική συμφωνία με την κυβέρνηση για να… πέσει στα μαλακά σε σχέση με τα αδικήματα που τον βαρύνουν. Και ότι ως αντάλλαγμα προέβη στις (αβάσιμες) κατηγορίες περί ροής χρημάτων (με σακούλες) προς την Κουμουνδούρου.
Ως προσάναμμα στη φωτιά που καίει στο πολιτικό σκηνικό λειτουργούν οι εξελίξεις σε διάφορες υποθέσεις, όπως η πρόσφατη στο Μεταναστευτικό, με τα fake news για τη «Μαρία του Έβρου». Υπόθεση που είχε στηθεί από ένα οργανωμένο κύκλωμα για να προκαλέσει διεθνή σάλο και να υποχρεώσει την ελληνική πλευρά να ανοίξει τα σύνορα για τη συγκεκριμένη ομάδα μεταναστών.
Το γεγονός ότι εκείνη την περίοδο η ηγεσία και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ είχαν υιοθετήσει ως πραγματικό (αληθινό) το περιστατικό, κατηγορώντας την κυβέρνηση, έδωσε την ευκαιρία στον Κυρ. Μητσοτάκη να αντεπιτεθεί.
Το αίτημά του ωστόσο προς την Κουμουνδούρου («να ζητήσουν συγγνώμη») δεν βρήκε ανταπόκριση. Γεγονός που συντηρεί την ένταση και την αντιπαράθεση.