Όποιος δεν διδάσκεται από την Ιστορία είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει – Του Ν. Στραβελάκη

Όποιος δεν διδάσκεται από την Ιστορία είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει – Του Ν. Στραβελάκη

–Σκέψεις με αφορμή τις εικόνες και τα γεγονότα που συνόδευσαν την κηδεία του έκπτωτου


Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών


Οι εικόνες και τα γεγονότα που συνόδευσαν την κηδεία του έκπτωτου Κωνσταντίνου Γλίξμπουργκ προκαλούν. Γιατί δεν είναι μόνο ότι αναμόχλευσαν μνήμες, είναι και ότι αποκάλυψαν πλευρές της τρέχουσας πολιτικής ζωής οι οποίες ήταν κρυμμένες επιμελώς.

Θεωρώ ότι η απευθείας τηλεοπτική κάλυψη από την κρατική και ιδιωτική τηλεόραση, τα εκτενή ρεπορτάζ, η εξπρές ανάπλαση του Τατοΐου από την κυβέρνηση για την εντέλει «ιδιωτική ταφή» του έκπτωτου, το λαϊκό προσκύνημα στη Μητρόπολη, η παρουσία πολιτικών και επιχειρηματιών στην τελετή είναι πρόκληση για την ιστορική μνήμη αυτού του τόπου. Γιατί τι άλλο είναι η εν τοις πράγμασι κηδεία του έκπτωτου με τιμές αρχηγού κράτους και δημοσία δαπάνη (αν σκεφτεί κανείς τα λεφτά των φορολογούμενων που ξοδεύτηκαν τις προηγούμενες μέρες), υπό το συγκινημένο βλέμμα πρώην πρωθυπουργού και ακροδεξιών βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας.

Μέχρι προσβολή εθνικών συμβόλων υποστήκαμε με τη διανομή της σημαίας με τον θυρεό του έκπτωτου από ακροδεξιά εφημερίδα, σημαία που εμφανίσθηκε και στην τηλεοπτική κάλυψη από το Τατόι (όπου η ταφή ήταν, υποτίθεται, ιδιωτική). Το τελευταίο το έκαναν γαργάρα τα Μέσα Ενημέρωσης, παρόλο που ακόμη και η οικογένεια του μεταστάντος δεν τόλμησε να εμφανίσει την παραποιημένη σημαία στη Μητρόπολη, ενώπιον των συγγενών τους-αρχηγών κρατών, που παρέστησαν στην κηδεία, γιατί θα ήταν αιτία διπλωματικού επεισοδίου.

Όλα αυτά έγιναν για έναν θεσμό που σε αυτό το τόπο έχει προσφέρει μόνο διχασμό, αίμα και πολιτική ανωμαλία. Από την εποχή του Όθωνα μέχρι το δημοψήφισμα του 1974, ο εκάστοτε βασιλιάς ήταν ένας τοποτηρητής ξένων συμφερόντων στην Ελλάδα. Ας θυμηθούμε τα έργα τους:

Το 1897, και ενώ η χώρα ήταν χρεοκοπημένη, την οδήγησαν σε έναν ταπεινωτικό πόλεμο με την Οθωμανική Αυτοκρατορία ποντάροντας σε εμπλοκή των Αγγλογάλλων. Οι Αγγλογάλλοι δεν ενεπλάκησαν ποτέ, αφού η ελληνική πλευρά επέμεινε σε αυτονομία της Κρήτης, και αυτό που έμεινε από τον πόλεμο-παρωδία ήταν η διεθνής επιτροπεία του ελληνικού κράτους και η πείνα και η ανέχεια για τον κόσμο.

Το διάστημα 1914 – 1917, η φιλογερμανική στάση του Κωνσταντίνου του Α’ (παππού του έκπτωτου) οδήγησε σε σύγκρουση με τον πρωθυπουργό Βενιζέλο, που ήταν με την Αντάντ (Αγγλογάλλοι), εκπροσωπώντας τον μεγαλοϊδεατισμό της αστικής τάξης. Έτσι οδηγηθήκαμε στον εθνικό διχασμό. Η Ελλάδα έμεινε ξέφραγο αμπέλι την περίοδο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, αφού στο εσωτερικό της υπήρχε εμφύλιος πόλεμος. Χαρακτηριστικά, η χώρα είχε χωριστεί στο «κράτος των Αθηνών» (βασιλιάς) και στο «κράτος της Θεσσαλονίκης» (Βενιζέλος).

Η ήττα της Γερμανίας στον πόλεμο οδήγησε στην απομάκρυνση του Κωνσταντίνου, στην τοποθέτηση (σε αντικατάστασή του προφανώς) τοπικού αρμοστή της Αντάντ, στην επάνοδο του Βενιζέλου στην πρωθυπουργία και στην εμπλοκή της χώρας σε έναν πόλεμο για τον διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που κατέληξε στη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922.

Η καταστροφή επανάφερε τον Γεώργιο Β’ (27/9/1922), γιο του παραιτηθέντος Κωνσταντίνου Α’. Η άνοδός του στον θρόνο έγινε αυτήν τη φορά με απαίτηση της Αντάντ. Όμως έναν χρόνο αργότερα (22/10/1923) κηρύχθηκε έκπτωτος από την επαναστατική κυβέρνηση του 1922 και έφυγε από την Ελλάδα. Επανήλθε και πάλι μετά από «δημοψήφισμα» των πραξικοπηματιών Παπάγου, Ρέππα και Οικονόμου (10/10/1935), που παλινόρθωσε τη μοναρχία. Βασική πολιτική ενέργεια του Γεωργίου Β’ ήταν να δώσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Μεταξά (που είχε λάβει εκλογικό ποσοστό λιγότερο από 4%), συμβάλλοντας έτσι στην εγκαθίδρυση του φασιστικού καθεστώτος της 4ης Αυγούστου. Βέβαια και αυτήν τη φορά η θητεία του Γεωργίου Β’ ήταν βραχύβια, αφού αποχώρησε με την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα.

Η ελληνική αντίσταση κατά των Γερμανών είχε από την αρχή στόχο την οριστική κατάργηση της μοναρχίας. Όμως αυτός συγκρουόταν με την απαίτηση των Άγγλων να αποκαταστήσουν τους τοποτηρητές τους στην Ελλάδα, που δεν ήταν άλλοι από την οικογένεια Γλίξμπουργκ. Αυτό έγινε σε δύο φάσεις. Αρχικά, επειδή υπήρχε συμφωνία μη επανόδου του Γεωργίου Β’ στην Ελλάδα, μέχρι τη διενέργεια νέου δημοψηφίσματος ο Τσόρτσιλ επέμεινε να γίνει αντιβασιλέας ο Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός (από τότε κρατάει η αγάπη με την Εκκλησία). Στη συνέχεια, όταν το ΚΚΕ απείχε από τις εκλογές τρομοκρατίας του 1944, εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός και έκαναν το δημοψήφισμα την 1η του Σεπτέμβρη του 1946 και όχι το 1948, όπως είχε συμφωνηθεί. Το δημοψήφισμα έγινε σε συνθήκες νοθείας και τρομοκρατίας και φυσικά επανάφερε τη μοναρχία. Λίγες εβδομάδες αργότερα ξεκίνησε και επίσημα ο εμφύλιος πόλεμος.

Ο Γεώργιος Β’ έμεινε στην εξουσία από τις 27 Σεπτεμβρίου 1946 έως την 1η Απριλίου 1947. Επειδή δεν είχε παιδιά, τον διαδέχθηκε ο αδελφός του Παύλος (πατέρας του έκπτωτου). Η βασιλεία του Παύλου σημαδεύτηκε από την παράδοση της χώρας στους Αμερικανούς, τα στρατοδικεία και τα εκτελεστικά αποσπάσματα. Αρνήθηκε τη χορήγησης χάρη στους Μπελογιάννη, Μπάτση, Αργυριάδη και Kαλούμενο και κατόπιν στον φυματικό Νίκο Πλουμπίδη, οι μέρες του οποίου ήταν ούτως ή άλλως μετρημένες.

Έτσι φτάνουμε στον τελευταίο κρίκο της αλυσίδας, τον πρόσφατα μεταστάντα έκπτωτο. Αυτός ανέβηκε στον θρόνο το 1963, έκανε το ανακτορικό πραξικόπημα, ανατρέποντας την κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου, το 1965 και έκλεισε το έργο του ορκίζοντας την κυβέρνηση των πραξικοπηματιών της 21ης Απριλίου του 1967.

Αυτόν κήδεψε το ελληνικό κράτος σε απευθείας μετάδοση, παρουσία βουλευτών, υπουργών και πρώην πρωθυπουργού της Νέας Δημοκρατίας. Θα πει κάποιος: γιατί τα θυμήθηκες όλα αυτά; Γιατί, όπως είχε πει ένας άγγλος φιλόσοφος, όποιος δεν διδάσκεται από την Ιστορία είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: athensvoice.gr


Σχολιάστε εδώ