Η δήθεν «επανένωση» της Κύπρου χωρίς απελευθέρωση από την Τουρκική κατοχή

Η δήθεν «επανένωση» της Κύπρου χωρίς απελευθέρωση από την Τουρκική κατοχή


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Απομένει λιγότερος από έναν μήνα μέχρι τις Προεδρικές εκλογές στην Κύπρο, στις 5 Φεβρουαρίου. Εντείνεται στο διάστημα αυτό ο προεκλογικός αγώνας, μεταξύ κυρίως των τριών επικρατεστέρων υποψηφίων. Του υποψηφίου του ΔΗΣΥ Αβέρωφ Νεοφύτου, του υποψήφιου του ΑΚΕΛ Μαυρογιάννη, που παρουσιάζεται επισήμως ως ανεξάρτητος, και του Νίκου Χριστοδουλίδη, που προέρχεται από τον Δημοκρατικό Συναγερμό, αλλά κατέρχεται στις εκλογές ως ανεξάρτητος και η υποψηφιότητα του οποίου υποστηρίζεται, μεταξύ άλλων, από το ΔΗΚΟ και την ΑΔΕΚ.

Με βάση τις δημοσκοπήσεις, ο Νίκος Χριστοδουλίδης προηγείται, με σημα­ντική διαφορά, στην πρώτη θέση (32% περίπου). Οι εκπρόσωποι του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ διαγκωνίζονται για τη δεύτερη θέση, που θα επιτρέψει και τη συμμετοχή στον β’ γύρο. Τα ποσοστά τους εκτιμώνται από 18% έως 22%, το μέγιστο.
Ο Αβέρωφ Νεοφύτου του ΔΗΣΥ επικεντρώνει τις προσπάθειές του στην ενεργοποίηση ενός κομματικού πατριωτισμού, από τον οποίο αποκλείει τον Νίκο Χριστοδουλίδη, εφόσον αυτός αντιπαρατάσσεται στον επίσημο υποψήφιο του κόμματος και δέχεται την υποστήριξη άλλων κομμάτων (ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ). Στο πνεύμα αυτό, έφτασε στο σημείο να καλέσει όλα τα υψηλά στελέχη του Δημοκρατικού Συναγερμού να δεσμευθούν ότι δεν θα δε­χθούν να συμμετάσχουν σε κυβερνητικό σχήμα υπό τον Νίκο Χριστοδουλίδη, εάν όντως αυτός εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Ο Αβέρωφ Νεοφύτου έσπευσε επίσης να δώσει διαβεβαιώσεις στην ηγεσία του Τουρκοκυπριακού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, που εκφράζει, υποτίθεται, τους μετριοπαθείς Τουρκοκυπρίους έναντι του ακραίου Ερντογανικού Τατάρ, ότι η Ελληνική πλευρά παραμένει δεσμευμένη για «λύση» του Κυπριακού και «επανένωση» της Κύπρου, πάνω στη συμφωνημένη βάση της «διζωνικής ομοσπονδίας, με πολιτική ισότητα».

Υπενθυμίζεται ότι κατά την τελευταία διαπραγμάτευση στο Κραν Μοντανά, υπό την ψευδή εντύπωση που καλλιεργούσε σκοπίμως ο εκπρόσωπος για το Κυπριακό του Γ. Γραμματέα του ΟΗΕ, Νορβηγός Έσπεν Μπαρθ Άιντα, ότι δήθεν αποδεχόταν η Τουρκική πλευρά την κατάργηση των εγγυήσεων και την πλήρη αποχώρηση από την Κύπρο των Τουρκικών στρατευμάτων, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης αποδέχθηκε και την «πολιτική ισότητα» με τους Τουρκοκυπρίους, που ήταν, υποτίθεται, κόκκινη γραμμή για την Ελληνική πλευρά.

Η δέσμευση του Αβέρωφ Νεοφύτου για τα συμφωνηθέντα περιλαμβάνει, προφανώς, και την πολιτική ισότητα, που σημαίνει, με απλά λόγια, την εξίσωση του 18% των Τουρκοκυπρίων με το 80% των Ελληνοκυπρίων. Με άλλα λόγια, τον γεωπολιτικό έλεγχο ολόκληρης της Κύπρου από την Άγκυρα, εφόσον το νέο «επανενωμένο» δήθεν κράτος δεν θα μπορούσε να έχει καμιά ουσιαστική ανεξαρτησία και κυριαρχία και δεν θα μπορούσε να κάνει οτιδήποτε, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Άγκυρας.

Το ΑΚΕΛ συμπίπτει πλήρως με τον ΔΗΣΥ, σε ό,τι αφορά την πολιτική στο Κυπριακό, και διεκδικεί μάλιστα ρόλο πρωτοπορίας, ως ιδεολογικός και πολιτικός πρωταγωνιστής, στη λεγόμενη «προσέγγιση» με τους Τουρκοκυπρίους, την οποία θεωρεί ως το κλειδί για τη «λύση» του Κυπριακού. Η πολιτική αυτή έφτασε μάλιστα σε ένα τέτοιο σημείο, που επιτρέπει να διερωτάται κανείς πόσο αυτή χρησιμοποιείται και εργαλειοποιείται από την Άγκυρα για να ασκεί επιρροή και να διαμορφώνει πολιτικές και συσχετισμούς στο εσωτερικό μέτωπο της Κύπρου.

Ένα παράδειγμα είναι το άρθρο που δημοσίευσε προσφάτως ο Σενέρ Λεβέντ, ο ηρωικός Τουρκοκύπριος δημοσιογράφος, που υποστηρίζει πραγματικά την Κυπριακή Δημοκρατία και μάχεται κατά της Τουρκικής κατοχής. Ο Σενέρ Λεβέντ απεκάλυψε ότι πρόθεση του ΑΚΕΛ, κατά τις τελευταίες Ευρωεκλογές, ήταν να προτείνει ως υποψήφιο τον Πρόεδρο της Ομοσπονδίας των Τουρκοκυπρίων Διδασκάλων Ελτζίν, ο οποίος τάσσεται, σαφώς, κατά της Τουρκικής κατοχής. Το «αδελφό» όμως Τ/Κ Ρεπουμπλικανικό κόμμα αντέδρασε και απείλησε το ΑΚΕΛ με διακοπή σχέσεων, εάν επέμενε στην επιλογή του. Στη θέση του Ελτζίν, προτάθηκε από το «αδελφό» κόμμα και έγινε δεκτός ο Κιζίλγκιουρεκ, επιτήδειος «ψευτοαριστερός», που δεν έχει κανένα πρόβλημα με την Τουρκική κατοχή και ψήφισε, πριν από μερικούς μήνες, κατά του ψηφίσματος του Ευρωκοινοβουλίου που κατεδίκαζε το Τουρκο-Λιβυκό μνημόνιο.

Η σχετική επιτυχία στις πρόσφατες Δημοτικές εκλογές στα κατεχόμενα των Τουρκοκυπριακών κομμάτων, που αντιπολιτεύονται τον εκλεκτό του Ερντογάν, Τατάρ, παρουσιάζεται από το ΑΚΕΛ ως μεγάλη ευκαιρία, που πρέπει «να αξιοποιηθεί» από την Ελληνική πλευρά για την επανέναρξη των διακοινοτικών συνομιλιών, με στό­χο τη «λύση» του Κυπριακού και την «επανένωση» της Κύπρου. Ποια μπορεί όμως να είναι η βάση των συνομιλιών, όταν η σημερινή Τουρκοκυπριακή ηγεσία, υπό τον Τατάρ, και η Άγκυρα θέτουν ως προϋπόθεση για οποιεσδήποτε νέες συνομιλίες την προκαταβολική αποδοχή από την Ελληνική πλευρά δύο κρατών ή δύο «ίσων μερών»; Όταν ακόμη και η θέση των Τουρκοκυπριακών αντιπολιτευόμενων κομμάτων θέτει ως προϋπόθεση την «πολιτική ισότητα» στο πλαίσιο μιας διζωνικής ομοσπονδίας, που θα οδηγούσε, εάν γινόταν αποδεκτή, στην υπαγωγή ολόκληρης της Κύπρου στον Τουρκικό γεωπολιτικό έ­λεγχο;

Ήδη η Άγκυρα, μετά τη μεταφορά στην Κύπρο αρμάτων μάχης Λέοπαρντ ΙΙ, πυροβόλων μεγάλου βεληνεκούς τύπου Firtina και τη δημιουργία βάσεως μη επανδρωμένων αεροσκαφών τύπου Μπαϊρακτάρ ΙΙ, προχωρεί στη δημιουργία μεγάλης ναυτικής βάσεως στην κατεχόμενη Χερσόνησο της Καρπασίας, με στόχο την άσκηση στρατηγικού ελέγχου στην Ανατολική Μεσόγειο. Η βάση αυτή αποκτά ιδιαίτερη σημασία, μετά τη διαφαινόμενη αποκατάσταση των σχέσεων της Τουρκίας με την Συρία.

Η Τουρκική πλευρά χρησιμοποιεί ως δόλωμα την ελπίδα για μια αποδεκτή λύση του Κυπριακού, με ενδεχόμενη επιστροφή κατεχομένων εδαφών, για να αποπροσανατολίζει την Ελληνική πλευρά από τον επιβαλλόμενο αντικατοχικό αγώνα, για να τη διαιρεί και να αποτρέπει τη διαμόρφωση μιας απελευθερωτικής στρατηγικής, που θα έχει στον πυρήνα της και την αμυ­ντική θωράκιση της Κύπρου, στο πλαίσιο του δόγματος του ενιαίου εθνικού και αμυντικού χώρου Ελλάδος – Κύπρου.

Προς την κατεύθυνση αυτή συνεργεί ενεργά και ο Βρετανικός παράγων, μέσα κυρίως από την επιρροή που ασκεί στις ηγεσίες του ΑΚΕΛ και του ΔΗΣΥ και ευρύτερα στο πολιτικό σύστημα της Κύπρου. Οι δημόσιες Βρετανικές παρεμβάσεις ασκούνται κυρίως με το προσωπείο του ΟΗΕ. Οι εκάστοτε ειδικοί εκπρόσωποι για το Κυπριακό του Γ. Γραμματέα του ΟΗΕ είναι συνήθως άτυποι εκπρόσωποι της Βρετανικής διπλωματίας. Κλασικό παράδειγμα είναι και ο σημερινός εκπρόσωπος Καναδός Κόλιν Στιούαρτ, η συμπεριφορά του οποίου έχει ήδη υπερβεί κάθε ανεκτό όριο και θα έπρεπε κανονικά να είχε απελαθεί από την Κύπρο ως persona non grata. Η Βρετανική διπλωματία, παρά την προφανή και σκανδαλώδη Τουρκική αδιαλλαξία, προσπαθεί να κρατήσει το Κυπριακό καθηλωμένο στη σημερινή διαδικασία, αναζητώντας τρόπους να παρουσιάσει το ψάρι ως κρέας και να «συμβιβάσει» την Τουρκική θέση των δύο κρατών με την ιδέα της «διζωνικής ομοσπονδίας, με πολιτική ισότητα», με τη βοήθεια όσο το δυνατόν μεγαλύτερης διπλωματικής ασάφειας.

Προσπαθεί επίσης, με τη βοήθεια ολόκληρου του φάσματος των ενδοτικών, με επικεφαλής τον ΔΗΣΥ και το ΑΚΕΛ, να προκαταλάβει τον νέο Πρόεδρο, δρομολογώντας «εξελίξεις» και «διαδικασίες» υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Είναι ενδεικτική, από την άποψη αυτή, η συνάντηση Αναστασιάδη – Τατάρ, που συμφωνήθηκε για την 29η Ιανουαρίου, λίγες μέρες πριν από τις Προεδρικές εκλογές στις 5 Φεβρουαρίου. Γιατί έσπευσε να αποδεχθεί ο Πρόεδρος Αναστασιάδης μια τέτοια συνάντηση, στην οικία μάλιστα του κατά τα πάντα αναξιόπιστου Κόλιν Στιούαρτ;

Υπάρχει, ευτυχώς, μια νέα εξέλιξη στο εσωτερικό μέτωπο της Κύπρου. Είναι η εκλογή ως Αρχιεπισκόπου του πρώην Μητροπολίτη Πάφου Γεωργίου. Η προσωπικότητά του και ο πατριωτικός του λόγος είναι ένας νέος παράγων, που αναπτερώνει το φρόνημα και τις ελπίδες του Κυπριακού Ελληνισμού. Αυτό που επεύχεται ο Κυπριακός λαός είναι μια ελπιδοφόρα αλλαγή και στην Προεδρία της Κυπριακής Δημοκρατίας.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: forum.agora-dialogue.com


Σχολιάστε εδώ