Γ. Κατρούγκαλος στο “Π”: Όχι προεκλογικά παιχνίδια με τα εθνικά θέματα

Γ. Κατρούγκαλος στο “Π”: Όχι προεκλογικά παιχνίδια με τα εθνικά θέματα

Του
ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΥ
Καθηγητή Δημοσίου Δικαίου
Τομεάρχη Εξωτερικών ΣΥΡΙΖΑ–ΠΣ


Με διαδοχικές δηλώσεις, τούρκοι αξιωματούχοι επαναλαμβάνουν τελευταία τη γνωστή και κραυγαλέα αντίθετη στο διεθνές δίκαιο θέση για casus belli σε περίπτωση επέκτασης των χωρικών υδάτων μας στο Αιγαίο, δημιουργώντας σκόπιμη σύγχυση ως προς το κατά πόσο αυτό αφορά και όλη την Κρήτη.

Η τοποθέτηση του κ. Τσαβούσογλου, π.χ., είχε ως εξής: «Η θέση μας σε αυτό το θέμα είναι πολύ ξεκάθαρη: όχι 12 μίλια, αλλά δεν θα επιτρέψουμε την επέκταση των χωρικών υδάτων ούτε ένα μίλι παραπάνω στο Αιγαίο. Η απόφαση που έλαβε το Κοινοβούλιό μας το 1995 για το θέμα αυτό είναι ξεκάθαρη και εξακολουθεί να ισχύει». Με ευκαιρία την Κρήτη, δηλαδή, επαναλαμβάνει τη γνωστή, απαράδεκτη θέση για το Αιγαίο, μολονότι η επέκταση των χωρικών υδάτων νότια, ανατολικά και δυτικά της Κρήτης δεν αφορά το πέλαγος αυτό. Είναι προφανές ότι η θέση αυτή είναι αντίθετη στο διεθνές δίκαιο και ότι το κυριαρχικό δικαίωμα της χώρας μας να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα είναι απαράγραπτο.

Το ζήτημα δεν είναι αυτό. Αφορά το πότε είναι η κατάλληλη στιγμή για κάτι τέτοιο, ώστε και τα εθνικά μας συμφέροντα να προωθούνται και η επιθετικότητα της Τουρκίας να αποκρούεται. Θυμίζω ότι η πολιτική απόφαση της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ για τμηματική επέκταση των χωρικών υδάτων είχε ανακοινωθεί το 2018, κατά την τελετή παράδοσης – παραλαβής Κοτζιά σε Τσίπρα και ότι ο σχετικός νόμος είχε προαναγγελθεί από εμένα στο Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής το 2019, αλλά και στη Βουλή. Είχα θεωρήσει τότε ότι η προηγούμενη επιλογή της επέκτασης με Προεδρικά Διατάγματα είχε αφενός συνταγματικό πρόβλημα, δεδομένου ότι ρητά προβλέπει το Σύνταγμα (άρθρο 27 παρ. 1) ότι καμιά μεταβολή στα όρια της επικράτειας δεν μπορεί να γίνει χωρίς νόμο, που ψηφίζεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Επιπλέον, παρόμοιο μείζον ζήτημα έπρεπε να συζητηθεί αναλυτικά στη Βουλή.

Οι πρόωρες εκλογές δεν επέτρεψαν να ψηφιστεί ο νόμος. Η Νέα Δημοκρατία, πάντως, είχε δημαγωγήσει τότε και ως προς την εθνική αυτή επιλογή, χαρακτηρίζοντάς την επικίνδυνη, διότι, τάχα, «υποσκάπτει θεμελιώδεις θέσεις της εξωτερικής μας πολιτικής» και ότι συνιστά «προσχώρηση στην επιχειρηματολογία της Τουρκίας».

Ο σημερινός υπουργός Ανάπτυξης κ. Γεωργιάδης συμπλήρωνε με τον γνωστό, γραφικό του τρόπο: «Μεγάλη ζημιά που ξεχώρισε το Ιόνιο από το Αιγαίο». Όταν έγινε κυβέρνηση, υπό πολύ πιο αρνητικές συνθήκες (τουρκολιβυκό, κρίση «Oruc Reis»), η ΝΔ αποφάσισε να εφαρμόσει την πολιτική εναντίον της οποίας ξιφουλκούσε προεκλογικά. Εμείς, φυσικά, στηρίξαμε την ορθή αυτή θέση και υπερψηφίσαμε το νομοσχέδιο για την επέκταση της αιγιαλίτιδας στο Ιόνιο, γιατί είμαστε δύναμη πατριωτικής ευθύνης. Από τότε όμως είχαμε πει ότι αυτό θα έπρεπε να είναι μόνο το πρώτο βήμα, και, όπως ήταν και ο δικός μας κυβερνητικός σχεδιασμός, θα έπρεπε να ακολουθήσουν και άλλα, με πρώτο την επέκταση στην Κρήτη.

Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αρχικά μας κατηγόρησε για την πρόταση αυτή ως «εθνικιστές», για να πραγματοποιήσει στη συνέχεια νέα κυβίστηση και να την αποδεχθεί, τουλάχιστον στα λόγια. Μάλιστα, ο υπουργός Εξωτερικών προανήγγειλε την επέκταση στην Κρήτη τον Ιανουάριο του 2021, λέγοντας ότι εκκρεμούσαν μόνο τεχνικής φύσης θέματα. Από τότε όμως μέχρι σήμερα το θέμα λιμνάζει. Τον περασμένο Οκτώβριο, η Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ εξειδίκευσε την πρόταση αυτή: Η Ελλάδα πρέπει να προχωρήσει σε επέκταση των χωρικών της υδάτων στην Ανατολική Μεσόγειο. Δηλαδή, δυτικά, νότια και ανατολικά της Κρήτης, στο Καστελλόριζο και όπου αλλού στην Ανατολική Μεσόγειο κριθεί ότι είναι αναγκαίο.

Η ενέργεια αυτή, άσκησης κυριαρχίας, πρέπει να συνδυαστεί με μια σαφή στρατηγική, στο πλαίσιο της οποίας η Ελλάδα θα καλέσει τις όμορες χώρες της στην Ανατολική Μεσόγειο σε συνομιλίες προκειμένου να υπάρξει οριοθέτηση της ΑΟΖ / υφαλοκρηπίδας με προσφυγή στη Χάγη. Η πρώτη κίνηση πρέπει να είναι η επανέναρξη διαπραγματεύσεων με τη Λιβύη, αλλά και η συνέχιση των συνομιλιών με την Αίγυπτο για επέκταση της σημερινής ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας.

Παράλληλα, η χώρα μας πρέπει να επιδιώξει την άσκηση πίεσης προς την Τουρκία, προκειμένου να έρθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για οριοθέτηση ΑΟΖ / υφαλοκρηπίδας με εμάς και τις άλλες όμορες χώρες της στην Ανατολική Μεσόγειο, στο πλαίσιο του Δίκαιου της Θάλασσας. Αναγκαίος όρος για μια παρόμοια διαπραγμάτευση θα πρέπει να είναι η συμμετοχή της Κύπρου σε αυτήν. Στο πλαίσιο αυτό, σε συνέχεια των κυπριακών εκλογών, μπορεί να δημιουργηθεί μια νέα δυναμική για επανέναρξη των δικοινοτικών συνομιλιών. Παράλληλα, οποιαδήποτε διαπραγμάτευση για οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας / ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο θα πρέπει να συνδυασθεί με την επανεκκίνηση των διερευνητικών συνομιλιών Τουρκίας και Ελλάδας που επικεντρώνονται στο Αιγαίο.

Αναγνωρίζαμε, φυσικά, ότι δεν θα ήταν εύκολο να πεισθεί η Τουρκία, συστηματικός παραβάτης του διεθνούς δικαίου, να συμμετέχει σε μια παρόμοια διαδικασία. Για αυτόν τον λόγο επισημαίναμε ότι θα πρέπει η προσπάθεια αυτή να συνδυαστεί με κινητοποίηση της ΕΕ και των ΗΠΑ προκειμένου να ασκηθεί πίεση στην Τουρκία να συμμετάσχει στον διάλογο για οριοθέτηση της ΑΟΖ / υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο με σεβασμό στο Δίκαιο της Θάλασσας. Παράλληλα, θα πρέπει να υπάρξουν μέτρα πέραν της επικοινωνιακής και ταξιδιωτικής διπλωματίας της κυβέρνησης, που θα επέφεραν κόστος στην Άγκυρα για κάθε παράνομη δραστηριότητά της.

Καμιά αντίδραση δεν είχαμε από την κυβέρνηση. Αντιθέτως, με πρόσφατες διαρροές, αφήνει αυτή να εννοηθεί ότι θα καταθέσει σχετικό νομοσχέδιο για την επέκταση των χωρικών υδάτων τον Μάρτιο. Κάτι που θα έπρεπε, δηλαδή, να έχει γίνει χθες και στο πλαίσιο και άλλων συναφών πρωτοβουλιών, προγραμματίζεται λίγο πριν από τις ελληνικές και τις τουρκικές εκλογές. Είναι προφανές ότι παρόμοια κίνηση δεν εντάσσεται σε κάποια εθνική στρατηγική, αλλά στους μικροκομματικούς προεκλογικούς σχεδιασμούς της Νέας Δημοκρατίας. Αυτός όμως δεν είναι ορθός τρόπος άσκησης εξωτερικής πολιτικής. Παρόμοιες κρίσιμες αποφάσεις πρέπει να είναι αντικείμενο εθνικής συναίνεσης, συγκροτημένης επεξεργασίας και να εντάσσονται σε μια συνεκτική στρατηγική. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εμπλέκονται σε τυχοδιωκτικά, προεκλογικά επικοινωνιακά παιχνίδια.

Δυστυχώς, η Νέα Δημοκρατία αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά ανεύθυνη στα εθνικά θέματα.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Σχολιάστε εδώ