Χριστούγεννα 2022 – Νέο έτος 2023:  Εκτιμήσεις και προσδοκίες

Χριστούγεννα 2022 – Νέο έτος 2023: Εκτιμήσεις και προσδοκίες


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ


Τα Χριστούγεννα είναι αναμφίβολα η πλέον ενωτική εορτή του χριστιανικού κόσμου ανεξαρτήτως δόγματος (ορθόδοξοι, καθολικοί, διαμαρτυρόμενοι [προτεστάντες]).

Το κλίμα είναι κατανυκτικό, εορταστικό, ίσως και γιατί το δεκαήμερο συμπί­πτει με το τέλος του χρόνου και την αρχή του νέου έτους, που γεννάει προσδοκίες και ελπίδες για ένα καλύτερο αύριο. Όμως η εορταστική ατμόσφαιρα δεν είναι στον ίδιο βαθμό ανέμελη, καθώς οι πολίτες αγωνιούν για το μέλλον και φοβούνται ότι πολλά από τα προβλήματα που ανέκυψαν τον χρόνο που μας αφήνει θα μεταφερθούν και στον χρόνο που έρχεται.

Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος στολίστηκαν τα χριστουγεννιάτικα δέντρα και φαντασμαγορικοί φωτισμοί κόσμησαν τις κεντρικές πλατείες. Τον χρόνο που μας αφήνει σε λίγες μέρες καταγράφηκαν γεγονότα που επηρέασαν τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων, το πλέον ανησυχητικό όμως είναι ότι η αντιμετώπισή τους δεν συνοδεύθηκε με λήψη ουσιαστικών συλλογικών μέτρων, ό­πως θα άρμοζε στη σημερινή διεθνή κοινωνία, που διαθέτει τους κατάλληλους μηχανισμούς και τα κατάλληλα μέσα.
Πρώτο στοιχείο αρνητικής αναφοράς –κυρίως για τον Δυτικό Κόσμο– ο ρωσοουκρανικός πόλεμος, καθώς η σφοδρότητα των συγκρούσεων και η διάρκεια του πολέμου θυμίζουν άλλες εποχές και ιστορικές περιόδους. Τον ρωσοουκρανικό πόλεμο πρέπει να τον δούμε από δύο διαφορετικές σκοπιές και διαστάσεις. Η μία επιβεβαιώνει ότι οι λαοί και ο άνθρωπος ουδέν έχουν διδαχθεί από το παρελθόν και η άλλη ότι η αντίδραση της διεθνούς κοινότητας ελάχιστα διαφέρει από άλλα ζοφερά προηγούμενα του πρόσφατου ή απώτερου παρελθόντος.

Ο ρωσοουκρανικός πόλεμος κατέδειξε, επίσης, ότι οι διεθνείς οργανισμοί, και ειδικότερα ο ΟΗΕ, με αποστολή την πρόληψη και την μεσολάβηση –ακόμη και με δυνατότητες επέμβασης– για ειρήνευση, δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες των πολιτών για ουσιαστική και αποτελεσματική παρέμβαση. Ο ΟΗΕ παραμένει άβουλος και απαθής παρακολουθητής των γεγονότων, γεγονός που επιβεβαιώνει τον μεγάλο ιστορικό της αρχαιότητας, τον Θουκυδίδη, ο οποίος είχε πει ότι οι συμμαχίες εκφράζουν τη θέληση των ισχυρών μελών. Αιώνες μετά, ο Μακιαβέλι το επανέλαβε με πιο κυνικούς χαρακτηρισμούς.

Αν επιχειρήσουμε να επιμερίσουμε ευθύνες και υπαιτιότητες για την έναρξη και συνέχιση του πολέμου, τη πρώτη και μέγιστη ευθύνη φέρει, ασφαλώς, η Ρωσία του Πούτιν. Ευθύνεται απόλυτα για την εισβολή σε γείτονα και ομόφυλη χώρα, η οποία, ως ενέργεια, καταδικάζεται από τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ, στον οποίο η Ρωσία μετέχει, ενώ είναι και μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας (ΣΑ), μαζί με τις ΗΠΑ, Κίνα, Γαλλία και Ηνωμένο Βασίλειο.

Η Μόσχα επικαλείται λόγους εθνικής ασφάλειας, λόγω της επιδίωξης του Κιέβου να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, παρά τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει, με διεθνείς συμφωνίες, για το αντίθετο. Ασφαλώς, η ρωσική εισβολή και ο συνεχιζόμενος πόλεμος δεν μπορούν να ερμηνευθούν μόνο με όρους προληπτικού πολέμου. Εξυπηρετούν και άλλες σκοπιμότητες και στρατηγικές επιδιώξεις που δύσκολα αποκρύπτονται. Το ίδιο ισχύει και για την αντίπαλη πλευρά, με θύμα τον ουκρανικό λαό, που βλέπει τη χώρα του να καταστρέφεται.

Σε αυτό το διεθνές κλίμα ανασφάλειας που επικρατεί, που θυμίζει εποχή Μεσοπολέμου, και με δεδομένη την αναποτελεσματικότητα των διεθνών οργανισμών, είναι σχεδόν ουτοπικό να προσμένουμε ταχεία αποκατάσταση της διεθνούς νομιμότητας και συνεργασίας. Τηρουμένων των αναλογιών, το ίδιο ισχύει και για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με τον Ερντογάν να γίνεται όλο και επιθετικότερος και να απειλεί ότι θα πλήξει την ελληνική πρωτεύουσα με πυραύλους τουρκικής κατασκευής. Η ανοχή που επιδεικνύει η ΕΕ έναντι της Τουρκίας του Ερ­ντογάν είναι έκδηλη. Τα κυρωτικά μέτρα, που είχαν αποφασισθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προς διετίας, ακόμη μελετώ­νται από τον Επίτροπο για τις Εξωτερικές Υποθέσεις. Ασφαλώς, η Ελλάδα είναι σε θέση να υπερασπισθεί την εδαφική ακεραιότητα και την ασφάλεια των πολιτών της αν ο Ερντογάν απωλέσει νου και γνώση.

Οι προσδοκίες για το νέο έτος αφορούν πρωτίστως την υγεία των πολιτών, με οριστική απομάκρυνση της πανδημίας του κορονοϊού, καθώς συμπληρώνεται μια τριετία από την εμφάνιση της νόσου στη Κίνα. Απαραίτητη η συνεργασία των χωρών με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) και ασφαλώς των πολιτών με τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες. Εκτός της υγείας των πολιτών, που προέχει, μέγιστη προσδοκία για το νέο έτος είναι η παγκόσμια ειρήνη, με τερματισμό του ρωσοουκρανικού πολέμου ο οποίος μπορεί να ξεφύγει από τα όρια των δύο εμπόλεμων χωρών και να επεκταθεί και σε άλλες, όμορες χώρες. Μεγαλύτερος κίνδυνος η χρησιμοποίηση από τη Μόσχα του πυρηνικού της οπλοστασίου, όπως συνεχώς απειλεί ο ρώσος Πρόεδρος, σε περίπτωση που –όπως ισχυρίζεται– απειληθεί η ασφάλεια και η εδαφική ακεραιότητα της χώρας του. Ένα τέτοιο ζοφερό ενδεχόμενο θα σήμαινε την αρχή της καταστροφής της ανθρωπότητας. Αυτό το αντιλαμβάνονται οι ισχυροί παράγοντες της διεθνούς κοινωνίας;

Σε ό,τι, ειδικότερα, αφορά τη χώρα μας, η προσδοκία είναι η αποκατάσταση των ελληνοτουρκικών σχέσεων σε επίπεδο συνεργασίας, όπως αρμόζει σε δύο όμορες χώρες και γειτονικούς λαούς, με την ελπίδα να αντιληφθεί ο τούρκος Πρόεδρος ότι ο νεοοθωμανισμός δεν είναι μόνο ουτοπικός, αλλά σηματοδοτεί και την απομάκρυνση της Τουρκίας από τη Δύση. Ας τον συνεφέρουν οι εχέφρονες συμπατριώτες του, που σίγουρα υπάρχουν, όπως και οι ισχυροί παγκόσμιοι παράγοντες που οφείλουν να νοιάζονται για την παγκόσμια ασφάλεια και σταθερότητα και τον σεβασμό του διεθνούς δικαίου. Από την πλευρά μας οφείλουμε να είμαστε σε διαρκή ετοιμότητα, με θωράκιση της αμυντικής ικανότητας των ενόπλων δυνάμεων σε περίπτωση έμπρακτης απειλής. Αναγκαία η συνεχής ενημέρωση των τρίτων χωρών για την τουρκική παραβατικότητα, όπως και η σύναψη αξιόπιστων συμμαχιών. Μέχρι στιγμής, δύο είναι οι χώρες –ΗΠΑ και Γαλλία– που δημόσια καταδικάζουν την τουρκική συμπεριφορά και τις απειλές που εξαπολύει ο τούρκος Πρόεδρος κατά της Ελλάδος.

Ιδιαίτερα επικριτικός, με συγκεκριμένες θέσεις, υπήρξε ο γερουσιαστής Μενέντεζ σε πρόσφατες δηλώσεις του, που δύσκολα μπορεί να αγνοηθούν από την Άγκυρα. Ελπίζεται ότι η υποστήριξη ΗΠΑ και Γαλλίας προς την Ελλάδα δεν είναι μόνο βερμπαλιστική. Πά­ντως δεν έχει καταστεί γνωστό πώς μεταφράζεται η αμερικανική και η γαλλική υποστήριξη και τι μηνύματα στέλνονται από την Ουάσινγκτον και το Παρίσι προς την Άγκυρα. Δεδομένης της ρευστής κατάστασης που επικρατεί παγκοσμίως, αξίζει να αναφερθούμε στις συμβουλές που έδινε προς τους γάλλους διπλωμάτες ο Ταλλεϋράνδος, που διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών σε τρεις διαφορετικές διαδοχικές πολιτικές καταστάσεις: «Να μην ξεχνάνε ότι τα πράγματα δεν πάνε ποτέ τόσο άσχημα όσο τα φοβόμαστε και ούτε τόσο καλά όσο τα ελπίζουμε».


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Σχολιάστε εδώ