Η κίνηση της Αιγύπτου στην ΑΟΖ με τη Λιβύη και η εξόρυξη των ελληνικών υδρογονανθράκων νότια της Κρήτης

Η κίνηση της Αιγύπτου στην ΑΟΖ με τη Λιβύη και η εξόρυξη των ελληνικών υδρογονανθράκων νότια της Κρήτης


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Η κίνηση της Αιγύπτου να οριοθετήσει μονομερώς ΑΟΖ με τη Λιβύη, με αναφορά τη μέση γραμμή, εντάσσεται, κατά πρώτο λόγο, σε μια στρατηγική συστηματικής αξιοποιήσεως της Αιγυπτιακής ΑΟΖ. Η αξιοποίηση περιλαμβάνει έρευνες για τον εντοπισμό υδρογονανθράκων και στη συνέχεια την αξιοποίησή τους.

Η παρατεινόμενη εσωτερική ανωμαλία και εκκρεμότητα στη Λιβύη και οι εξωτερικές επεμβάσεις σ’ αυτήν, με την Τουρκική σε πρώτη θέση, ανησυχούν την Αίγυπτο ότι η επ’ αόριστον αναμονή μιας διχασμένης Λιβύης και μιας υποτελούς κυβερνήσεως για τη διαπραγμάτευση από κοινού οριοθετήσεως της ΑΟΖ δεν έχει νόημα.

Η άκαρπη πάροδος του χρόνου δεν επιτρέπει στην Αίγυπτο να ολοκληρώσει τη στρατηγική της για την ΑΟΖ και την αξιοποίησή της, αλλά ενέχει επίσης τον κίνδυνο να φέρει πιο κοντά τη μετάβαση σε άλλες εναλλακτικές μορφές ενέργειας και να απαξιώσει τους υδρογονάνθρακες της Αιγυπτιακής ΑΟΖ.

Κατά δεύτερο λόγο, η Τουρκική επέμβαση στη Λιβύη και η προσπάθεια της Άγκυρας να εγκατασταθεί στρατηγικά στη χώρα αυτή και να θέσει επιπλέον υπό τον έλεγχό της τους υδρογονάνθρακες της Λιβυκής ΑΟΖ στα σύνορά της, είναι πηγή μεγάλης ανησυχίας για τον Αιγύπτιο Πρόεδρο. Το Τουρκο-Λιβυκό μνημόνιο, άλλωστε, που στρέφεται, κατά κύριο λόγο, εναντίον της Ελλάδος, ενοχλεί κατά στρατηγικό τρόπο και την Αίγυπτο, γιατί, πέραν των αυθαιρέτων διεκδικήσεων που εγείρει και σε βάρος της Αιγυπτιακής ΑΟΖ, παρεμβάλλεται επίσης, με την προέκταση της «Γαλάζιας Πατρίδας», στις επικοινωνίες της Αιγύπτου με την Ελλάδα και την Ευρώπη.

Η πρωτοβουλία, επομένως, της Αιγύπτου να καθορίσει, με διάταγμα του Προέδρου Αλ Σίσι, τα όρια της Αιγυπτιακής ΑΟΖ με τη Λιβύη, με αναφορά τη μέση γραμμή, αποσαφηνίζει μια κατάσταση και θέτει τέλος σε μια εκκρεμότητα, κατά τρόπο που είναι σύμφωνος με το πνεύμα του διεθνούς θαλασσίου δικαίου. Το τελευταίο καθορίζει ότι στην περίπτωση που δεν υπάρχει η θαλάσσια έκταση για την εξάντληση του ανωτάτου επιτρεπομένου ορίου ΑΟΖ των 200 ναυτικών μιλίων, λαμβάνεται ως αναφορά μεταξύ των δύο χωρών η μέση γραμμή.

Το γεγονός ότι το Αιγυπτιακό διάταγμα αγνοεί το Τουρκο-Λιβυκό μνημόνιο είναι ένα μήνυμα τόσο προς την υποτελή προσωρινή κυβέρνηση της Λιβύης όσο και προς την Άγκυρα. Οι τελευταίες έσπευσαν να καταγγείλουν στον ΟΗΕ ότι το Αιγυπτιακό διάταγμα καταπατά θαλάσσιες περιοχές που «ανήκουν» δήθεν σ’ αυτές, με βάση το Τουρκο-Λιβυκό μνημόνιο. Το ίδιο έκαναν και σε σχέση με τις έρευνες που διεξάγονται στην Ελληνική υφαλοκρηπίδα, νοτίως της Κρήτης, μετά από αδειοδότηση της Ελλάδος.

Είναι βέβαιο ότι η Άγκυρα θα στρέψει κυρίως τις αντιδράσεις της εναντίον της Ελλάδος και θα καταστήσει τον χώρο νοτίως της Κρήτης νέο πεδίο εντάσεως, προσπαθώντας να στηρίξει το Τουρκο-Λιβυκό μνημόνιο, τη στρατηγική της θέση στη Λιβύη και τις διεκδικήσεις της στην Ελληνική ΑΟΖ, με το εφεύρημα της «Γαλάζιας Πατρίδας».

Η Ελλάδα δεν έχει πλέον περιθώριο να αναβάλει την εφαρμογή των δικαιωμάτων που της παρέχει το διεθνές θαλάσσιο δίκαιο. Η τραγική απεμπόληση των Ελληνικών υδρογονανθράκων από τη σημερινή κυβέρνηση, κατά την προηγούμενη περίοδο, οδήγησε σε απώλεια πολύτιμου χρόνου, αλλά και πολύτιμων εσόδων και αυξημένου γεωπολιτικού ρόλου, που θα μπορούσε να είχε η Ελλάδα. Είναι βέβαιο επίσης ότι η πολιτική αυτή ενθάρρυνε τους σχεδιασμούς και τη βουλιμία της Άγκυρας, που γνώριζε ασφαλώς την ύπαρξη των πολύ σημαντικών κοιτασμάτων στην περιοχή αυτή.

Η αλλαγή πολιτικής, μετά την κρίση της Ουκρανίας και τη νέα ενεργειακή συγκυρία που ανέκυψε, καθιστά επιτακτική την εξόρυξη των ενεργειακών πόρων της Ανατολικής Μεσογείου για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της Ευρώπης. Γι’ αυτόν τον λόγο σπεύδει και ο Αιγύπτιος Πρόεδρος να άρει την εκκρεμότητα της οριοθετήσεως της Αιγυπτιακής ΑΟΖ με τη Λιβύη. Γι’ αυτόν τον λόγο πρέπει και η Ελλάδα να σπεύσει και να εκμεταλλευθεί το παράθυρο ευκαιρίας που έχει για να καταστεί χώρα παραγωγός και εξαγωγέας υδρογονανθράκων στην Ευρώπη, πέραν των οποιωνδήποτε άλλων σχεδίων ενεργειακής συνδέσεως της Ευρώπης με χώρες της Ασίας και της Αφρικής, στα οποία συμμετέχει η Ελλάδα και είναι αναγκαία δίοδος.

Εξυπακούεται όμως ότι για την πολιτική αυτή πρέπει η Ελλάδα να άρει τις δικές της εκκρεμότητες και να εφαρμόσει, στην πράξη, τα δικαιώματα που της παρέχει το διεθνές θαλάσσιο δίκαιο. Υπάρχει, κατά πρώτο λόγο, το θέμα της ανακηρύξεως της ΑΟΖ. Οι μερικές οριοθετήσεις, στις οποίες έχει προβεί η Ελλάδα, υπονοούν ότι η Ελλάδα έχει, μερικώς, ανακηρύξει ΑΟΖ. Αυτό όμως δεν αρκεί. Χρειάζεται να συμπληρωθεί σ’ όλη τη δυνητική έκταση της Ελληνικής ΑΟΖ, διακρίνοντας την ανακήρυξη από την οριοθέτηση.

Στην επίμαχη σήμερα περιοχή νοτίως της Κρήτης, ο νόμος Μανιάτη του 2011 για την υφαλοκρηπίδα, οι συντεταγμένες του οποίου κατετέθησαν και στον ΟΗΕ, καλύπτει βασικά τα Ελληνικά συμφέροντα, παραπέμποντας στη μέση γραμμή με την υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ της Λιβύης. Η τελευταία εγείρει, βεβαίως, αμφισβητήσεις, καθοδηγούμενη σήμερα από την Άγκυρα.

Με βάση τον νόμο Μανιάτη, η κυβέρνηση μπορεί να εξετάσει εάν χρειάζονται και άλλα, πρόσθετα σχετικά μέτρα. Αυτό το οποίο δεν πρέπει να συζητείται, αλλά πρέπει να γίνει άμεσα πράξη, είναι η επέκταση των χωρικών υδάτων στην Κρήτη και στα γειτονικά νησιά, περιλαμβανομένης της Γαύδου, ως ένα πρώτο βήμα μιας συνολικότερης στρατηγικής.

Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα σε μια στρατιωτική αλλά και διπλωματική κατάσταση, που δεν μπορεί η Άγκυρα ούτε να την απειλεί ούτε να την εκβιάζει. Θα πρέπει η Ελλάδα να συνεχίσει, με συστηματικό τρόπο, την ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεών της και την κάλυψη ειδικότερα των κενών που παρουσιάζει ακόμη στο αμυντικό της δυναμικό, όπως, π.χ. στον τομέα των μη επανδρωμένων αεροσκαφών αλλά και ναυτικών σκαφών, στον τομέα των βαλλιστικών και άλλων πυραύλων, στον τομέα των συγχρόνων πυρομαχικών και του εξοπλισμού ηλεκτρονικού πολέμου.

Δεν αρκεί στους παραπάνω τομείς η επείγουσα προμήθεια έτοιμων προϊόντων, που είναι απαραίτητη. Απαιτείται παραλλήλως η αναδιοργάνωση και στρατηγική ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας. Ο μόνιμος υποσκελισμός της Ελλάδος στη στρατιωτική τεχνολογία από μια ραγδαίως αναπτυσσόμενη Τουρκική αμυντική βιομηχανία αντιπροσωπεύει στρατηγικό κίνδυνο για τη χώρα.

Ορισμένοι τομείς αμυντικής βιομηχανίας μπορούν να καλυφθούν από ιδιωτικές πρωτοβουλίες. Υπάρχουν όμως τομείς, όπως, π.χ., η ανάπτυξη πυραυλικής τεχνολογίας, που δεν μπορούν να αφεθούν στον ιδιωτικό τομέα. Είναι καθήκον και χρέος της πολιτείας να μεριμνήσει και να προβεί στις αναγκαίες επενδύσεις.

Η Ελλάδα σήμερα καλείται, ενώπιον του κινδύνου, να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες που έχει για να κατοχυρώσει την ασφάλειά της και μια καλύτερη προοπτική.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Σχολιάστε εδώ