Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Ουσιαστικό ή διακοσμητικό θεσμικό όργανο της ΕΕ;
Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.
Η περίπτωση της ελληνίδας ευρωβουλευτού και αντιπροέδρου της Ευρωβουλής –πριν την καθαίρεσή της–, που κατηγορείται για παράνομο χρηματισμό από παράγοντες του Κατάρ, αύξησε τους προβληματισμούς και τα ερωτηματικά αν το Ευρωκοινοβούλιο –ένα από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ– είναι χρήσιμο και ανταποκρίνεται στην αποστολή του. Αν και τα μέλη του εκλέγονται απευθείας από τους πολίτες των 27 χωρών-μελών της Ένωσης, ο ρόλος του σε σύγκριση με τα Εθνικά Κοινοβούλια φαίνεται να είναι περισσότερο διακοσμητικός, παρά ουσιαστικός. Σίγουρα οποιαδήποτε σύγκριση με τα Εθνικά Κοινοβούλια θα απέβαινε σε βάρος του.
Η εκλογή των ευρωβουλευτών, που έχουν πενταετή θητεία, διεξάγεται ταυτοχρόνως σε όλες τις χώρες-μέλη και ο συνολικός αριθμός τους ανέρχεται σε 705, οι οποίοι εκπροσωπούν 450, περίπου, εκατομμύρια πολίτες των 27 χωρών-μελών. Ο αριθμός των ευρωβουλευτών κάθε χώρας-μέλους υπολογίζεται βάσει του πληθυσμού της, χωρίς αυτό να τηρείται επακριβώς. Παράδειγμα το Λουξεμβούργο, που βάσει του πληθυσμού θα έπρεπε να εκπροσωπείται μόνο από έναν ευρωβουλευτή, αλλά εκλέγει έξι. Τον μεγαλύτερο αριθμό (96) έχει η Γερμανία και ακολουθούν Γαλλία και Ιταλία, ενώ η Ελλάδα έχει 21.
Έδρα του Ευρωκοινοβουλίου είναι το Στρασβούργο, όπου συνέρχεται εβδομαδιαίως σε Ολομέλεια καθώς και στην έδρα της ΕΕ, στις Βρυξέλλες. Στις αρμοδιότητες της Ευρωβουλής συμπεριλαμβάνεται η συμμετοχή στις νομοθετικής φύσεως διαδικασίες, η άσκηση δημοκρατικού ελέγχου σε δράσεις των κοινοτικών οργάνων, όπως το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (ΕΣ) και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΕ). Στην τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο την προεδρία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ασκεί η Ρομπέρτα Μέτσολα, που εκπροσωπεί την Μάλτα. Τα μέλη της Ευρωβουλής είναι οργανωμένα σε πολιτικές δυνάμεις και τάσεις, ενώ εκείνα των Εθνικών Κοινοβουλίων σε πολιτικές κομματικές παρατάξεις. Στο Ευρωκοινοβούλιο της τρέχουσας περιόδου λειτουργούν επτά ομάδες, οι οποίες εκφράζουν διαφορετικές ιδεολογικές τοποθετήσεις και τάσεις. Οι αποφάσεις ή οι θέσεις που λαμβάνει, μετά από συζητήσεις στην έδρα του Ευρωκοινοβουλίου ή αλλού, αποβλέπουν περισσότερο σε ενίσχυση αποφάσεων άλλων θεσμικών οργάνων και εκφράζουν την κοινή γνώμη. Παράδειγμα, η αρκετά πρόσφατη καταδίκη της Τουρκίας για τις προκλήσεις και τις απειλές κατά της Ελλάδος, με αμφισβήτηση κυριαρχικών της δικαιωμάτων σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο.
Η έλλειψη ουσιαστικών αρμοδιοτήτων, παρά το γεγονός ότι είναι θεσμικό όργανο της ΕΕ, κάνει πολλούς να διερωτώνται αν δικαιολογείται η ύπαρξη και λειτουργία ενός τόσο κοστοβόρου οργάνου, καθώς η συντήρηση δομών και οι δαπάνες λειτουργίας είναι πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ. Ο προβληματισμός επεκτείνεται και στις διαδικασίες επιλογής των υποψηφίων ευρωβουλευτών, οι οποίοι εκλέγονται σε εθνική βάση: Αν διαθέτουν την απαιτούμενη γλωσσομάθεια, γνώσεις για τα ευρωπαϊκά, περιφερειακά και διεθνή θέματα και τα συναφή. Ως προς το γλωσσικό, παρά το γεγονός ότι κατά τις συζητήσεις που διεξάγονται στην Ευρωβουλή μπορούν να εκφρασθούν στις εθνικές τους γλώσσες, με δυνατότητα θαυμαστής αυτόματης διερμηνείας, αυτό δεν μπορεί να ισχύσει για τις προσωπικές και ανεπίσημες επαφές σε επαγγελματικό ή κοινωνικό επίπεδο.
Οι επαφές και συνομιλίες με ευρωπαίους συναδέλφους και άλλα υπηρεσιακά πρόσωπα δεν περιορίζονται μόνο στις αίθουσες του Ευρωκοινοβουλίου. Οι υποψηφιότητες για την Ευρωβουλή –όπως σχολιάζεται–, στην πλειοψηφία τους και ασφαλώς όχι αποκλειστικά, επιλέγονται από πρόσωπα που είναι γνωστά στο ευρύ κοινό. Γενικά παρατηρείται το φαινόμενο άτομα με ευρύ γνωστικό πεδίο γύρω από τα ευρωπαϊκά και θέματα διεθνούς πολιτικής και συνεργασίας να μην εκλέγονται, ενώ θα μπορούσαν να προσφέρουν πολύ περισσότερα από άλλους εκλεγμένους. Για παράδειγμα αναφέρω την περίπτωση συναδέλφου με ευρύτατη διεθνή πείρα και με προϋπηρεσία σε λίαν σημαντικά για την Ελλάδα και τη διεθνή κοινότητα πόστα, που δεν συγκέντρωσε την απαιτούμενη προτίμηση των ψηφοφόρων. Προφανώς επειδή –συγκριτικά με άλλους συνυποψηφίους του– ήταν λιγότερο ή καθόλου γνωστός στο ευρύ κοινό.
Η πολιτική όπως και οι πολιτικοί είναι δημιουργήματα και τέκνα της αρχαίας ελληνικής σκέψης και πρακτικής, πάντα στο πλαίσιο του δημοκρατικού συστήματος διακυβέρνησης. Οι Αρχαίοι Αθηναίοι, έχοντας επίγνωση πιθανών παρεκτροπών, είχαν θεσπίσει χρονικά περιθώρια για τη διάρκεια μιας πολιτικής θητείας, η οποία περιοριζόταν σε δύο, περίπου, τετραετίες. Ο χρονικός περιορισμός δεν ίσχυε για τις ηγεσίες των πολιτικών παρατάξεων. Και στη σημερινή εποχή η προεδρική θητεία στις ΗΠΑ και τη Γαλλία δεν μπορεί να ξεπεράσει τις δύο τετραετίες. Στην Αρχαία Ελλάδα η βουλευτική ιδιότητα αποτελούσε δημόσιο αξίωμα. Στη σύγχρονη εποχή έχει προσλάβει επαγγελματικό χαρακτήρα, με ό,τι θετικό και αρνητικό συνεπάγεται ο επαγγελματισμός της πολιτικής δραστηριότητας. Είναι μια εξέλιξη που προκαλεί πονοκεφάλους σε κοινωνιολόγους και πολιτικούς επιστήμονες, σε ιστορικούς φιλόσοφους αλλά και στους απλούς πολίτες, που καλούνται να επιλέξουν τους πολιτικούς τους εκπροσώπους κάθε τέσσερα ή λιγότερα χρόνια.
Τα παραπάνω καίρια και αγωνιώδη ερωτήματα έγιναν εντονότερα με την υπόθεση της ελληνίδας ευρωβουλευτού και πρώην αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που έχει συνταράξει την ελληνική και ευρωπαϊκή γνώμη για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει στην αξιοπιστία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αλλά και στην εκτίμηση της διεθνούς κοινωνίας για τον ρόλο της ΕΕ στον κόσμο. Η ελληνίδα ευρωβουλευτής συνελήφθη και προσήχθη ενώπιον της Βελγικής Δικαιοσύνης με την κατηγορία για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος για μεριστικές θέσεις που έλαβε υπέρ του Κατάρ, ενώ η υπόθεση αποκαλείται «Qatargate». Στην υπόθεση εμπλέκονται και τρεις άλλοι –ιταλικής εθνικότητας– με σημερινή ή προηγούμενη ιδιότητα του ευρωβουλευτή.
Η υπόθεση της ελληνίδας αντιπροέδρου του Ευρωκοινοβουλίου, που ήδη έχει πάρει την οδό της δικαιοσύνης, η οποία και θα ερευνήσει σε βάθος την υπόθεση και θα λάβει σύντομα αποφάσεις, χαρακτηρίσθηκε από διάφορους σχολιαστές ως πλήγμα κατά της Ελλάδος. Δεν θα διαφωνούσα, αλλά μόνο από τυπικής πλευράς. Είναι αλήθεια ότι οι διακρίσεις και τα θετικά επιτεύγματα των πολιτών μιας χώρας –στις τέχνες, στα γράμματα, στην επιστήμη, στον αθλητισμό κ.ά.– έχουν ευμενή απήχηση και για τη χώρα καταγωγής τους. Δύσκολο, όμως, να υποστηριχθεί και το αντίθετο.
Κάθε παράνομη ή αρνητική πράξη ενός ατόμου δεν βαρύνει κανέναν άλλον, παρά αυτόν που τη διαπράττει. Πιθανό ορισμένοι κοινοτικοί εταίροι του Βορρά να επωφεληθούν για να στρέψουν τα βέλη τους κατά των Ελλήνων και Ιταλών και γενικότερα κατά του Ευρωπαϊκού Μεσογειακού Νότου, στους λαούς του οποίου προσάπτουν πολλά ελαττώματα. Η απάντηση –αν το επιχειρήσουν– θα μπορούσε να δοθεί με κάποια ναπολιτάνικη barzelletta ή κάποιο κεφαλονίτικο ή κερκυραίικο χωρατό…