Αλ. Τσίπρας: Η ψηφιακή μετάβαση μπορεί και πρέπει να λειτουργήσει ανθρωποκεντρικά και προς όφελος της κοινωνίας

Αλ. Τσίπρας: Η ψηφιακή μετάβαση μπορεί και πρέπει να λειτουργήσει ανθρωποκεντρικά και προς όφελος της κοινωνίας

Στις αλλαγές πολιτικής που έχει ανάγκη ο κλάδος των Τεχνολογιών, Πληροφορικής και Επικοινωνιών αναφέρθηκε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Αλέξης Τσίπρας κατά την ομιλία του, σήμερα, στο Athens Digital Forum, κάνοντας λόγο για «κυβερνητική αποτυχία» που αποτυπώνεται και σε αυτόν τον τομέα. «Είναι κοινή παραδοχή ότι ο κλάδος των Τεχνολογιών, Πληροφορικής και Επικοινωνιών συνεισφέρει περίπου το 8% του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας και απασχολεί χιλιάδες εργαζόμενους», σημείωσε ο κ. Τσίπρας, τονίζοντας ότι μετά και την περίοδο της πανδημίας έχουν αναδειχθεί ακόμα περισσότερο οι δυνατότητες των ψηφιακών τεχνολογιών.

Ο ίδιος επεσήμανε, «η δυναμική πορεία του κλάδου έχει όλες τις προϋποθέσεις να συνεχιστεί στη χώρα μας, καθώς οι διαθέσιμοι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι σημαντικοί και ανέρχονται στο 20% του συνολικού προϋπολογισμού, ενώ σημαντικοί είναι και οι πόροι του νέου ΕΣΠΑ 2021-2027», προσθέτοντας πως πρόκειται για «μια σημαντική ευκαιρία που δεν πρέπει να πάει χαμένη». Ωστόσο, διευκρίνισε ότι εκτός από τις «προοπτικές» για τις «δυνατότητες», η κατάσταση στην αγορά παρουσιάζει και «πολύ μεγάλες προκλήσεις», όπως η δυσκολία των ελληνικών επιχειρήσεων να ενσωματώσουν τα ψηφιακά εργαλεία αλλά και η εξάρτηση των εταιρειών του κλάδου από τα έργα του Δημοσίου. Σε αυτό το πλαίσιο, άσκησε κριτική στην κυβέρνηση για τη διαχείριση της ενεργειακής κρίσης που επηρεάζει το σύνολο της οικονομίας. «Η κρίση είναι εξωγενής αλλά όλες οι αρνητικές πρωτιές της Ελλάδας δεν είναι παρά η αποτύπωση της κυβερνητικής αποτυχίας στην ασκούμενη πολιτική και κυρίως η σκόπιμη ανοχή της σε μια σειρά από αρνητικά φαινόμενα», είπε αναφέροντας χαρακτηριστικά «την αισχροκέρδεια, την επικράτηση ολιγοπωλιακών συμφερόντων στη λειτουργία των αγορών, την αδιαφάνεια στην αξιοποίηση των δημόσιων πόρων και το έλλειμα δημόσιων πολιτικών με συμπεριληπτικό πρόσημο και χαρακτήρα». «Επιτέλους, στην Ελλάδα οι αγορές πρέπει να λειτουργήσουν σε όφελος όλων και το κράτος πρέπει να παρεμβαίνει και να ρυθμίζει τις αγορές όπου παρατηρούνται φαινόμενα εναρμονισμένων πρακτικών», υπογράμμισε συμπληρώνοντας πως «η διαφάνεια στην αξιοποίηση των δημόσιων πόρων είναι απαραίτητη προϋπόθεση για μια υγιή οικονομία».

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κατήγγειλε για ακόμα μία φορά τα «8,5 δισ. ευρώ σε απευθείας αναθέσεις τα τελευταία δύο χρόνια», ενώ έκανε λόγο για «ξεκάθαρο αποκλεισμό των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων από τους ευρωπαϊκούς πόρους». «Μόλις 210 κατά κανόνα μεγάλες επιχειρήσεις έχουν κάνει αίτηση με μέσο κόστος επενδυτικού σχεδίου 40 εκατ. ευρώ», σημείωσε. «Γιατί ψηφιακή μετάβαση με δικαιοσύνη σημαίνει να μη μείνει πίσω κανείς. Αντιθέτως, αυτό που προς ώρας διαμορφώνεται είναι ένα πλαίσιο απαγορευτικό για να μπορέσει η πλειονότητα των επιχειρήσεων στη χώρα μας να γευτεί τους καρπούς της ψηφιακής μετάβασης», πρόσθεσε, εξηγώντας πως γι’ αυτούς τους λόγους ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεσμεύτηκε για την «ανακατεύθυνση των ευρωπαϊκών πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ» αλλά και επιπλέον «αλλαγές που μόνο μια προοδευτική κυβέρνηση μπορεί να φέρει», συμπλεριλαμβανομένης της αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου. Ωστόσο, δεν παρέλειψε να τονίσει τη σημασία της κυβερνητικής συνέχειας στην ψηφιακή πολιτική, στη βάση της δουλειάς που έχει γίνει στο παρελθόν από όλες τις κυβερνήσεις.



 

Aκολουθεί η ομιλία

Καλή σας ημέρα. Σας ευχαριστώ θερμά για την πρόσκληση. Είχαμε τη δυνατότητα και πριν λίγο κατ’ ιδίαν με εκπροσώπους των επιχειρήσεων του κλάδου να έχουμε μια πολύ ουσιαστική συζήτηση.

Θέλω να πω όμως ότι είναι μεγάλη μου χαρά που βρίσκομαι για άλλη μια φορά στο Ψηφιακό Οικονομικό Φόρουμ, που απ’ ό,τι φαίνεται χρόνο με το χρόνο γίνεται ένας σημαντικός θεσμός. Κλείνει φέτος 27 χρόνια. Επομένως, έχει μετατραπεί σε ένα θεσμό που δίνει την ευκαιρία στον κόσμο της αγοράς, αλλά και στον κόσμο της πολιτικής να ανταλλάξουμε απόψεις και για την οικονομία, κυρίως όμως για τον κλάδο που από ότι φαίνεται πλέον και όλοι αυτό το αναγνωρίζουν, είναι σημαντικό μέρος της ελληνικής οικονομίας και έχει πολύ μεγάλη προοπτική.

Ο κλάδος των Τεχνολογιών, Πληροφορικής και Επικοινωνιών συνεισφέρει περίπου το 8%, πλέον, του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας και απασχολεί χιλιάδες εργαζόμενους, που ολοένα και περισσότερο πληθαίνουν. Είναι ένας δυναμικός κλάδος που παίζει σημαντικό ρόλο σήμερα και θα παίξει ακόμη σημαντικότερο ρόλο στο μέλλον, στην εποχή της 4ης βιομηχανικής επανάστασης που ήδη διανύουμε.

Και νομίζω ότι αυτό που μας έκανε το προηγούμενο διάστημα να μην έχουμε την απευθείας δυνατότητα επαφής και τα συνέδριά σας να γίνονται ψηφιακά, η πανδημία δηλαδή, ήταν ταυτόχρονα και μια ευκαιρία προκειμένου να συνειδητοποιήσει το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας τη σημαντικότητα του κλάδου σας. Ο κλάδος κατάφερε σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά και στη χώρα μας, να τραβήξει κουπί -να το πω έτσι-  όταν συνολικά η παγκόσμια οικονομία περνούσε δύσκολες μέρες.

Η δυναμική πορεία του κλάδου των επικοινωνιών, της τεχνολογίας και της Πληροφορικής, του ψηφιακού κλάδου να το λέω εν συντομία, έχει, νομίζω, όλες τις προϋποθέσεις να συνεχιστεί και στη χώρα μας. Και αυτό διότι άλλη μια σημαντική ευκαιρία είναι μπροστά μας, η οποία πρέπει να αξιοποιηθεί ορθά και να μην πάει χαμένη. Είναι η ευκαιρία των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Είναι σημαντικοί οι ψηφιακοί πόροι που αφορούν τον ψηφιακό κλάδο και ανέρχονται στο 20% του συνολικού προϋπολογισμού, ενώ σημαντικοί είναι και οι πόροι του νέου ΕΣΠΑ 2021 – 2027 για τον ψηφιακό κλάδο.

Περίπου 1 δισ. ευρώ διατίθενται από την Ευρώπη στο νέο τομεακό Πρόγραμμα «Ψηφιακός Μετασχηματισμός». Πρόκειται για ένα σύνολο χρημάτων, την επόμενη περίοδο, την επόμενη πενταετία, που μπορεί να δημιουργήσει μια πάρα πολύ μεγάλη δυναμική τόσο στον κλάδο, όσο όμως και να δημιουργήσει τους όρους μιας δίκαιης ψηφιακής μετάβασης. Αυτό όμως δεν είναι αυτονόητο ότι θα συμβεί. Χρειάζεται να  υπάρχουν οι κατάλληλες πολιτικές επιλογές.

Οι προοπτικές είναι εδώ, αλλά οφείλω να πω ότι η κατάσταση που διαμορφώνεται στην αγορά παρουσιάζει και πολύ μεγάλες προκλήσεις πέρα από δυνατότητες. Προκλήσεις που οφείλουμε όλοι να λάβουμε υπόψη μας, προκειμένου να ανταποκριθούμε έγκαιρα απέναντι στις πιθανές δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουμε το επόμενο διάστημα.

Σύμφωνα με την 3η ετήσια έκθεση του Παρατηρητηρίου Ψηφιακού Μετασχηματισμού του ΣΕΒ, οι ελληνικές επιχειρήσεις είναι δυστυχώς στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης σε ότι αφορά την ενσωμάτωση ψηφιακών εργαλείων, όπως το cloud, το ηλεκτρονικό εμπόριο και η ηλεκτρονική τιμολόγηση. Επίσης, καταγράφεται η σημαντική εξάρτηση των εταιριών του κλάδου από τα έργα του Δημοσίου, με σημαντικές επενδύσεις να κατευθύνονται σε ξεπερασμένες τεχνολογικά λύσεις εξαιτίας και της καθυστέρησης στο σχεδιασμό και την ωρίμανση των έργων.

Ενώ και η γενική εικόνα της οικονομίας, το αντιλαμβάνεστε όλοι αυτό, δεν είναι πια και τόσο ξάστερη, αφού έχουν αρχίσει να μαζεύονται ξανά πολλά σύννεφα στον ουρανό. Η χώρα βρίσκεται εδώ και ένα χρόνο στη μέγγενη της ενεργειακής κρίσης, στη μέγγενη ενός καλπάζοντος πληθωρισμού που κατατρώει το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών, ενώ η αύξηση των επιτοκίων δανεισμού περιορίζει σημαντικά τη ρευστότητα στην αγορά.

Μπορεί οι αιτίες της κρίσης να είναι εξωγενείς ωστόσο η κυβέρνηση λειτουργεί ως επιταχυντής αυτής της κρίσης και όχι ως μέρος της λύσης, ή της άμβλυνσης των συνεπειών και κυρίως διότι –το έχω πει πολλές φορές, θα το πω και μια ακόμη σήμερα στο συνέδριό σας– μπορεί μέρος της ακρίβειας να είναι αυτό που λένε εισαγόμενο, αλλά η αισχροκέρδεια δεν είναι εισαγόμενη. Είναι ελληνική και πλέον τείνει να αποτελεί μια κανονικότητα παντού.

Γι’ αυτό και καταλήγουμε ως χώρα να έχουμε σειρά από αρνητικά ρεκόρ σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι τιμές στο ρεύμα ήταν κατά 61% αυξημένες σε σύγκριση με τις αντίστοιχες περσινές, έναντι 39% κατά μέσο όρο στις χώρες της Ευρωζώνης.

Έχουμε το πιο ακριβό κόστος ανά λίτρο στα καύσιμα σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση σε σχέση με το εισόδημα. Ο δείκτης του πληθωρισμού είναι από τους υψηλότερους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ το εισόδημα είναι από τα χαμηλότερα. Έχουμε το δεύτερο χαμηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μετά από τη γειτονική Βουλγαρία.

Η διαφορική-υπερβάλλουσα ακρίβεια στην Ελλάδα προκαλεί, εκτός των άλλων, έλλειμμα ανταγωνιστικότητας στις ελληνικές επιχειρήσεις, καθώς αυξάνονται τα έξοδα σε όλη την αλυσίδα παραγωγής σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, κατάσταση που επηρεάζει προφανώς και το δικό σας κλάδο. Δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστος.

Το χειρότερο για το σύνολο της ελληνικής οικονομίας είναι ότι για το επόμενο διάστημα θα βρισκόμαστε πολύ έντονα μπροστά σε ένα μεγάλο κίνδυνο που όλοι οι οικονομολόγοι σε όλα τα εγχειρίδια της οικονομίας αναγνωρίζουν ως μια μεγάλη παγίδα: τον κίνδυνο του στασιμοπληθωρισμού. Κάτι το οποίο βεβαίως πρέπει να δούμε πώς μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε. Δηλαδή, να έχουν τις τιμές διαρκώς να ανεβαίνουν ενώ η ανάπτυξη θα είναι ισχνή.

Άρα λοιπόν η κρίση μπορεί να είναι εν μέρει εξωγενής αλλά όλες αυτές οι αρνητικές πρωτιές της Ελλάδας, δεν είναι παρά η αποτύπωση της κυβερνητικής αποτυχίας στην ασκούμενη πολιτική και κυρίως η σκόπιμη ανοχή της σε μια σειρά από αρνητικά φαινόμενα. Θα αναφερθώ σε τρία. Είπα ήδη την αισχροκέρδεια. Θα μιλήσω και για την επικράτηση ολιγοπωλιακών συμφερόντων στη λειτουργία των αγορών. Στην αδιαφάνεια στην αξιοποίηση των δημόσιων πόρων. Στο έλλειμμα δημόσιων πολιτικών με συμπεριληπτικό πρόσημο και χαρακτήρα.

Οι ολιγοπωλιακές καταστάσεις στην ενέργεια και τα υπερβάλλοντα κέρδη 7 – 8 μεγάλων επιχειρήσεων κοστίζουν σε όλες τις υπόλοιπες επιχειρήσεις. Και φυσικά κοστίζουν αρκετά και στα νοικοκυριά. Το ίδιο και με τις υψηλές τιμές ψηφιακών υπηρεσιών επικοινωνίας και internet. Επιτέλους στην Ελλάδα οι αγορές πρέπει να λειτουργήσουν σε όφελος όλων και το κράτος πρέπει να παρεμβαίνει. Αυτός είναι ο ρόλος του. Να παρεμβαίνει όταν πρέπει και να ρυθμίζει τις αγορές όταν και όπου παρατηρούνται φαινόμενα εναρμονισμένων πρακτικών.

Η αδιαφάνεια στην αξιοποίηση των δημόσιων πόρων είναι τροχοπέδη. Η διαφάνεια θα είναι μια απαραίτητη προϋπόθεση για μια υγιή οικονομία.

Και δεν μπορώ να μην αναφερθώ στο λογαριασμό που όλο και μεγαλώνει, 8,5 δισ. ευρώ – ίσως να είναι και παραπάνω – σε απευθείας αναθέσεις τα τελευταία δύο χρόνια, αποτελεί ένα αρνητικό ιστορικό ρεκόρ. Εξ όσων μαθαίνω και διαβάζω χθες στον κυριακάτικο Τύπο, η διαχείριση των ευρωπαϊκών πόρων από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, ακριβώς επειδή υπάρχουν αυτά τα αρνητικά ρεκόρ με τις απευθείας αναθέσεις στους διαγωνισμούς, έχει ήδη θορυβήσει και τις Βρυξέλλες.

Και τέλος, σε ό,τι αφορά το θέμα των συμπεριληπτικών δημόσιων πολιτικών, δεν μπορεί να υπάρξουν αυτές οι συμπεριληπτικές πολιτικές, αν δεν συνειδητοποιήσουμε ότι μεγάλο μέρος της ελληνικής οικονομίας είναι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Αν λοιπόν δεν τις αντιμετωπίζουμε ως ισότιμο εταίρο στην αναπτυξιακή διαδικασία, δεν μπορεί να μιλάμε και δεν μπορεί να υπάρξει συμπεριληπτική αναπτυξιακή προοπτική.

Ο αποκλεισμός των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων από τους Ευρωπαϊκούς πόρους, από αυτή τη μεγάλη ευκαιρία που έχουμε μπροστά μας και λέγεται Ταμείο Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας, είναι νομίζω πλέον ξεκάθαρος. Μόλις 210 επιχειρήσεις έχουν καταθέσει επενδυτικά σχέδια προς έγκριση για τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης με συνολικό προϋπολογισμό 8,22 δισεκατομμύρια ευρώ, εκ των οποίων 3,48 δισεκατομμύρια ευρώ είναι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης. Νομίζω ότι τα νούμερα τα λένε όλα.

Μόλις 210 κατά κανόνα μεγάλες επιχειρήσεις έχουν κάνει αίτηση με μέσο κόστος επενδυτικού σχεδίου 40 εκ. ευρώ. Και βεβαίως έχει γίνει σε όλους γνωστό ότι το πρώτο πακέτο δανεισμού, το κομμάτι των δανείων του Ταμείου που περνάει βέβαια μέσα από το χρηματοπιστωτικό σύστημα, ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα το οποίο όλοι γνωρίζουμε, ότι είναι απολύτως επιθετικό απέναντι στη μικρή και μεσαία επιχείρηση. Δεν μπορεί να περάσει ούτε έξω από τις τράπεζες η μικρή και η μεσαία επιχείρηση, η οποία έχει ανάγκη δανεισμού αν δεν μπορεί να αποδείξει ότι δεν τα χρειάζεται τα δάνεια. Μόνο αυτοί παίρνουν δάνεια.

Το πρώτο πακέτο 450 περίπου εκατομμυρίων κατευθύνεται μονάχα σε 13 μεγάλες επιχειρήσεις. Αυτή είναι η εικόνα. Όλοι οι υπόλοιποι απ’ έξω από τον δανεισμό. Και την ίδια στιγμή μαθαίνουμε ότι σε επικείμενο πρόγραμμα του ΕΣΠΑ για τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό, αποκλείονται οι μικρές επιχειρήσεις με μέχρι 10 εργαζόμενους. Αυτό είναι κάτι το οποίο είναι αδιανόητο, πρέπει να αλλάξει κατά τη γνώμη μας, γιατί η ψηφιακή μετάβαση δεν μπορεί να γίνει χωρίς δικαιοσύνη. Και ψηφιακή μετάβαση με δικαιοσύνη σημαίνει ότι δεν πρέπει να αφήσουμε κανέναν να μένει πίσω. Αυτό που προς ώρας όμως διαμορφώνεται είναι ένα πλαίσιο απαγορευτικό για  να μπορέσει η πλειονότητα των επιχειρήσεων στη χώρα μας να γευτεί τους καρπούς της ψηφιακής μετάβασης.

Αυτό αν συνεχιστεί, θα διευρύνει ακόμη περισσότερο τη ψαλίδα των ανισοτήτων. Επομένως, χρειαζόμαστε επειγόντως αλλαγή στην ασκούμενη πολιτική. Αν στόχος μας είναι, επαναλαμβάνω, να μη μείνει κανείς πίσω. Αν στόχος μας η μετάβαση η ψηφιακή να είναι και συμπεριληπτική, αλλά και δίκαιη.

Και θέλω σήμερα να εκφράσω απέναντί σας την αποφασιστικότητά μας αυτές τις αλλαγές, αυτή την αλλαγή πολιτικής να τη κάνουμε πράξη στο πλαίσιο μιας προοδευτικής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, μιας προοδευτικής κυβέρνησης που θα προκύψει από τις επικείμενες εκλογές, όποτε και εάν αυτές γίνουν, αλλά όλοι γνωρίζετε ότι ήδη έχουμε μπει σε μια μακρά ή μικρότερη, θα το δείξουν οι επόμενες μέρες, προεκλογική περίοδο.

Γι’ αυτό κι εμείς μιλάμε ξεκάθαρα, είχα τη δυνατότητα να μιλήσω ξεκάθαρα και με τους εκπροσώπους σας, πρώτα και κύρια ζητάμε την ανακατεύθυνση των ευρωπαϊκών πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ. Ανακατεύθυνση που είναι εφικτή, αφού προβλέπεται από τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς, αλλά είναι και αναγκαία για να απελευθερώσουμε την αναπτυξιακή δυναμική των κλάδων της οικονομίας όπως τον δικό σας κλάδο τον Ψηφιακό κλάδο.

Αλλά είναι αναγκαία και για να προχωρήσουμε τους αναγκαίους μετασχηματισμούς για αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου σε βιώσιμη δίκαιη και διατηρήσιμη κατεύθυνση, με προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας που θα αξιοποιούν το ανθρώπινο κεφάλαιο της χώρας.

Με αύξηση της εγχώριας παραγωγικής βάσης, ώστε να αντιμετωπιστεί το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο που εκτοξεύτηκε και πάλι τα τρία τελευταία χρόνια.

Με δημόσιες πολιτικές που θα μειώνουν, αντί να αυξάνουν, τις ανισότητες και την ανασφάλεια. Απαιτούνται λοιπόν αλλαγές που κατά την εκτίμησή μας, μόνο μια προοδευτική κυβέρνηση μπορεί να φέρει.

Οφείλω όμως να τονίσω ότι απαιτείται και συνέχεια στην ασκούμενη πολιτική, εκεί που αυτή έχει επιτύχει και εκεί που αυτή υπηρετεί την πλειοψηφία της κοινωνίας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία σκοπεύει να χτίσει στη δουλειά που έχει γίνει στο πεδίο της Ψηφιακής Πολιτικής και κυρίως εκεί όπου υπάρχουν αποτελέσματα σε όφελος των πολιτών.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έχει στηρίξει και εξελίξει σημαντικές μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησαν από προηγούμενες κυβερνήσεις, από το 2009 όπως η Διαύγεια, η ηλεκτρονική συνταγογράφηση και το opengov.

Με τη σειρά της, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε και αυτή και δημιούργησε και αυτή σημαντικές μεταρρυθμίσεις, όπως μεγαλύτερη ήταν η ίδρυση για πρώτη φορά στον τόπο μας, του Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής και η εκπόνηση επίσης για πρώτη φορά της Ενιαίας Ψηφιακής Στρατηγικής, η ψηφιοποίηση του κράτους, με ορίζοντα έργα υποδομής διασυνδεσιμότητας.

Και η σημερινή κυβέρνηση -θέλω να είμαι δίκαιος- αξιοποιώντας ιδίως και τη συγκυρία της πανδημίας αλλά και τους αυξημένους κατά πολύ πόρους από την Ευρωπαϊκή Ένωση, συνεχίζει σε πολλούς τομείς πατώντας στη δουλειά που αφήσαμε εμείς και όλοι οι προκάτοχες κυβερνήσεις στον χώρο της ψηφιακής πολιτικής. Και αυτό δεν το λέω εγώ, προς τιμή της, η ίδια η ηγεσία η σημερινή του υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής το έχει τονίσει, το έχει δηλώσει.

Αυτό είναι θετικό και αυτό πρέπει να συνεχιστεί. Για μια ευνομούμενη δημοκρατική πολιτεία πρέπει σε κρίσιμους τομείς, όπου υπάρχει έργο, αυτό το έργο να συνεχίζεται. Αυτό που παραμένει ζητούμενο είναι να υπάρξουν οι κατάλληλες πολιτικές επιλογές, ώστε η μεγάλη ευκαιρία που έχουμε μπροστά μας να μη χαθεί. Η ευκαιρία για την ψηφιακή μετάβαση και η ευκαιρία που έρχεται από τους πόρους που έχουμε διαθέσιμους.

Στη δική μας λογική, το κράτος οφείλει να σχεδιάζει δημόσιες πολιτικές με συγκεκριμένους στόχους που υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, δίνοντας το κατάλληλο σήμα, το πλαίσιο και την κατεύθυνση στον ιδιωτικό τομέα για την αναγκαία συμμετοχή στις επενδύσεις και όχι το αντίστροφο. Όχι ο ιδιωτικός τομέας να δίνει το πλαίσιο και την κατεύθυνση. Αυτή η λογική ότι πρέπει η πολιτεία με δημόσιες πολιτικές να σχεδιάζει και να βάζει το πλαίσιο και στον ιδιωτικό τομέα, τείνει πλέον να γίνει κοινός τόπος παγκοσμίως.

Ο ιδιωτικός τομέας έχει λοιπόν σημαντικό ρόλο και πρέπει να είναι σύμμαχος στην προσπάθεια της παραγωγικής ανασυγκρότησης στο πλαίσιο μιας ενιαίας στρατηγικής που βεβαίως θα πρέπει να έχει διαμορφωθεί με διάλογο και με τη συμμετοχή όλων των παραγωγικών υποκειμένων.

Στο πλαίσιο αυτό, έχουμε σχέδιο να στηρίξουμε ξένες επενδύσεις, όπως αυτές που έχουν ανακοινωθεί. Για παράδειγμα τα data centers της Microsoft και της Amazon, επενδύσεις οι οποίες συμβάλλουν στη δημιουργία θέσεων εργασίας και βεβαίως σέβονται τις ευρωπαϊκές προϋποθέσεις σε σχέση με το περιβάλλον. Ακόμα βέβαια δεν τις έχουμε δει κάτι στην πράξη, έχουμε δει μόνο τις ανακοινώσεις. Ελπίζω όμως ότι σύντομα οι ανακοινώσεις αυτές και θα είναι ευχής έργον, σύντομα να υλοποιηθούν.

Κυρίες και κύριοι, για εμάς η ψηφιακή μετάβαση μπορεί – και πρέπει – να λειτουργήσει ανθρωποκεντρικά και προς όφελος του κοινωνικού συνόλου, ώστε να βελτιώσει την ποιότητα ζωής, αλλά και την εργασία των ανθρώπων.

Πρέπει από τη μία να καρπωθούμε τα ευρείας κλίμακας οφέλη της τεχνολογικής προόδου σε όλο το φάσμα των κοινωνικών δραστηριοτήτων και από την άλλη η χρήση τους να γίνει με τρόπο ελεγχόμενο και ασφαλή, ώστε να ελαχιστοποιήσουμε τους κινδύνους και τις αρνητικές συνέπειες για τα άτομα και την κοινωνία. Γιατί για την προοδευτική σκέψη δεν φτάνει να αναρωτιόμαστε τι είναι τεχνολογικά εφικτό, αλλά κυρίως τι είναι κοινωνικά, περιβαλλοντικά και οικονομικά ωφέλιμο για το κοινωνικό σύνολο.

Θα επιχειρήσω λοιπόν, κλείνοντας, πολύ επιγραμματικά να σας παρουσιάσω τους βασικούς άξονες του σχεδίου που έχουμε εκπονήσει για μια προοδευτική πολιτική βιώσιμης και συμπεριληπτικής ανάπτυξης στον κλάδο των Τεχνολογιών, της Πληροφορικής και των Επικοινωνιών, στον ψηφιακό κλάδο.

Πρώτος άξονας είναι η αύξηση της εγχώριας παραγόμενης αξίας. Η Ελλάδα δεν πρέπει να λειτουργήσει μόνο ως καταναλωτής έτοιμων ψηφιακών υπηρεσιών και λύσεων που θα αγοραστούν από το εξωτερικό αυξάνοντας κι άλλο τα ελλείμματα, αλλά πρέπει να αναπτύξει τις ενδογενείς δυνάμεις του κλάδου του ψηφιακού, με έμφαση στην Καινοτομία, την Έρευνα και την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού.

Στο πλαίσιο αυτό, σχεδιάζουμε την προώθηση προγραμμάτων βαριάς κατάρτισης και επανεκπαίδευσης, με τη συνεργασία πανεπιστημίων, προκειμένου για να κατευθυνθεί ανθρώπινο δυναμικό που σήμερα ετερό-απασχολείται ή υπό-απασχολείται στον ψηφιακό τομέα, όπως για παράδειγμα οι μαθηματικοί, κάποιοι επιστήμονες στις θετικές επιστήμες που δεν έχουν σπουδάσει πληροφορική, αλλά μπορούν πολύ εύκολα να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις.

Και σκεφτείτε εδώ τη διαφορά της πρότασής μας αυτής με ψευτό-προγράμματα κατάρτισης που είδαμε από τη σημερινή κυβέρνηση, την περίοδο της πανδημίας, όπως το περίφημο “σκόιλ ελικίκου”, που ήταν μια κοροϊδία και για τους επιστήμονες, αλλά και για την ίδια την έννοια της κατάρτισης.

Αν λοιπόν ο πρώτος άξονας είναι η αύξηση της εγχώριας παραγόμενης αξίας, ο δεύτερος άξονας του σχεδιασμού μας αφορά τα κίνητρα εκείνα που πρέπει να δοθούν στον κλάδο τον ψηφιακό, προκειμένου να προχωρήσει σε προσλήψεις νέων επιστημών, νέων ανθρώπων στον τομέα της Πληροφορικής, στον ψηφιακό τομέα.

Σχεδιάζουμε κυρίως την παροχή φορολογικών και ασφαλιστικών κινήτρων στις επιχειρήσεις για προσλήψεις επιστημονικού προσωπικού, καθώς και επενδυτικά κίνητρα σε νέους επιστήμονες στον κλάδο Τεχνολογίας Πληροφορικής και Επικοινωνιών ώστε να ανασχεθεί το brain-drain και να συγκλίνουμε με τους ευρωπαϊκούς στόχους.

Δεν μπορεί να συνεχιστεί το φαινόμενο οι ελληνικές επιχειρήσεις να προσλαμβάνουν μηχανικούς και προγραμματιστές και μόλις εκείνοι αποκτήσουν εμπειρία, να φεύγουν για το εξωτερικό επειδή εκεί βρίσκουν προφανώς καλύτερους μισθούς και ωράρια.

Ο τρίτος άξονας αφορά την ολοκλήρωση μεγάλων έργων υποδομών. Σχεδιάζουμε την επιτάχυνση και ολοκλήρωση των μεγάλων έργων υποδομής στα δίκτυα Internet νέας γενιάς υπερυψηλών ταχυτήτων. Η Ελλάδα πρέπει να πάψει να έχει το πιο αργό και πιο ακριβό Internet στην Ευρώπη.

Ο τέταρτος άξονας είναι η επιτάχυνση της ψηφιακής μετάβασης στο Δημόσιο. Σχεδιάζουμε αυτό να συμβεί, η επιτάχυνση δηλαδή της μετάβασης στο Δημόσιο, αλλά και αυτή η διαδικασία να ακολουθεί ένα σχέδιο απλοποίησης των διαδικασιών των γραφειοκρατιών, ώστε να μη φτάσουμε στο τέλος να ψηφιοποιούμε τη γραφειοκρατία.

Πέμπτος άξονας του σχεδιασμού μας είναι η συμπερίληψη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στη Ψηφιακή Μετάβαση. Σχεδιάζουμε να συμπεριλάβουμε τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στα ευρωπαϊκά αναπτυξιακά εργαλεία, εκεί συνίσταται η λογική μας. Κυρίως εκεί και βεβαίως σε μια σειρά άλλους τομείς που έχει ανάγκη η κοινωνία και βεβαίως η χώρα, όπως η περιφερειακότητα της ανάπτυξης, η συμπεριληπτικότητα.

Πώς θα το κάνουμε αυτό; Είναι ήδη έτοιμες οι προτάσεις μας και είμαστε σε διαρκή επικοινωνία και με την Κομισιόν, ώστε να προχωρήσουμε εάν χρειαστεί. Αλλά το να συμπεριλάβουμε τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στα ευρωπαϊκά αναπτυξιακά εργαλεία είναι κρίσιμο και για την οικονομία και για την προοπτική της, αλλά και για τη δικαιοσύνη την οικονομική, ώστε οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις να ενσωματώσουν σύγχρονες ψηφιακές λύσεις σε συνεργασία βεβαίως με τα επιμελητήρια και με δομές στήριξής τους, που οφείλει η πολιτεία να δημιουργήσει.

Έκτος άξονας η δημιουργία δομών ψηφιακής υποστήριξης του Πολίτη. Σχεδιάζουμε τη δημιουργία δομών στήριξης,  τα λεγόμενα citizen Spots, με ευθύνη της Πολιτείας, όπου θα παρέχονται στοχευμένες δεξιότητες στους πολίτες για την αξιοποίηση των ψηφιακών δυνατοτήτων ανά ηλικιακή ομάδα και κατηγορία. Κάτι ανάλογο έχει υλοποιήσει ήδη η Πορτογαλία, όπου εκεί λειτουργούν 700 citizen spots σε όλη τη χώρα.

Έβδομος άξονας η διαρκής επανακατάρτιση των εργαζομένων στον κλάδο και όχι μόνο στον κλάδο. Σχεδιάζουμε τη προσφορά συγκεκριμένων κινήτρων στις επιχειρήσεις ώστε να μπορούν να επανακαταρτίσουν το δυναμικό τους.

Και όγδοος άξονας και τελευταίος, η προστασία των προσωπικών δεδομένων και η κυβερνοασφάλεια. Αποτελεί προτεραιότητά μας η διασφάλιση και η προστασία των Συνταγματικά κατοχυρωμένων προσωπικών δεδομένων των πολιτών και η ασφάλεια συστημάτων, υπηρεσιών και δημοσίων δεδομένων από κυβερνοεπιθέσεις.

Η κυβερνοασφάλεια είναι ένας πολύ κρίσιμος παράγοντας στην εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια της χώρας. Σχεδιάζουμε λοιπόν, τη θωράκιση των  κρίσιμων υποδομών του δημοσίου, ώστε να διασφαλίσουμε κυβερνοασφάλεια στο κράτος, στις επιχειρήσεις και στους πολίτες, για την ασφάλεια κρίσιμων συστημάτων, υπηρεσιών και δεδομένων.

Κυρίες και κύριοι, ελπίζω να ανέπτυξα όσο πιο επιγραμματικά μπορούσα τις βασικές μας θέσεις. Θεωρώ ότι ήταν πολύ σημαντική η ευκαιρία που είχαμε σήμερα και να ανταλλάξουμε απόψεις.

Θέλω με αυτές τις σκέψεις, για άλλη μια φορά, να σας ευχαριστήσω για τη δυνατότητα που μου δώσατε να απευθυνθώ τόσο σε όσους βρίσκεστε σήμερα σε αυτή εδώ την αίθουσα, αλλά και σε όσοι μας παρακολουθούν, γιατί ψηφιακό είναι το Φόρουμ, δεν είναι μόνο για όσους βρίσκονται εδώ.

Να ευχηθώ καλή επιτυχία στις εργασίες του συνεδρίου σας και να σας δηλώσω για άλλη μια φορά, ότι είμαστε εδώ στη διάθεσή σας για να έχουμε μια εποικοδομητική συνεργασία, όπως εποικοδομητική συνεργασία είχαμε και την περίοδο της δικής μας διακυβέρνησης και την περίοδο τώρα που είμαστε στην αξιωματική αντιπολίτευση. Το ίδιο εποικοδομητική πιστεύω ότι θα έχουμε και την επόμενη μέρα, εάν ο ελληνικός λαός μας δώσει την ευκαιρία να ξαναβρεθούμε σε θέσεις ευθύνης. Σας ευχαριστώ πολύ.

Με πληροφορίες και απο το ΑΠΕ-ΜΠΕ

Σχολιάστε εδώ