Νίκος Ζενέτος στο “Π”: Έχει ωριμάσει το αίτημα για την ουσιαστική αυτοτέλεια της Αυτοδιοίκησης

Νίκος Ζενέτος στο “Π”: Έχει ωριμάσει το αίτημα για την ουσιαστική αυτοτέλεια της Αυτοδιοίκησης

Του
ΝΙΚΟΥ ΖΕΝΕΤΟΥ
Δημάρχου Ιλίου


Λίγες ημέρες μετά το ετήσιο συνέδριο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας, βρισκόμαστε όλοι στο κομβικό σημείο της καταμέτρησης και ανάλυσης των συμπερασμάτων του.

Αναμφισβήτητα, ήταν ένα συνέδριο με μεγάλη συμμετοχή και, ως εκ τούτου, με μεγάλο βάρος απόδειξης πως όσα ελέγχθηκαν και κατατέθηκαν θα αντιμετωπιστούν με τη δέουσα προσοχή. Η τοπική αυτοδιοίκηση αντιμετωπίζει ισότιμα με την κεντρική πολιτεία όλες τις προκλήσεις που βιώνει η χώρα εδώ και πολλά χρόνια και είναι πλέον η ώρα να γίνει ένα ακόμα βήμα προς την κατεύθυνση της ουσιαστικής αυτοτέλειάς της.

Ζήσαμε μια οικονομική κρίση δεκαετίας, από την οποία μετράμε ακόμα τις πληγές μας. Ζήσαμε μια υγειονομική κρίση, που μπορεί να μη βρίσκεται πλέον στην επείγουσα φάση της, αλλά δεν έχει ακόμα τελειώσει. Ζούμε τώρα την ενεργειακή κρίση, την ακρίβεια και την πληθωριστική πίεση, στοιχεία που, συνδυαστικά, αποτελούν μια πραγματική βόμβα στα θεμέλια των προϋπολογισμών μας.

Υπό το βάρος όλων αυτών, η Αυτοδιοίκηση καλείται να συνεχίσει να παίζει έναν καθοριστικό ρόλο, ως ο εγγύτερος και αποτελεσματικότερος θεσμός προς τον πολίτη. Να επιμηκύνει το δίχτυ κοινωνικής προστασίας, να κάνει αγώνα δρόμου για την αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων, να σταθεί δίπλα στον πολίτη, που βάλλεται οικονομικά.

Για να γίνουν όμως όλα αυτά, πρέπει να αντιμετωπισθούν δύο ζητήματα κομβικής σημασίας: Η χρηματοδότηση των δήμων και η στελέχωση των υπηρεσιών τους.

Τα χρηματοδοτικά εργαλεία που έχουμε πλέον στη διάθεσή μας είναι σημαντικά, όλοι το αντιλαμβανόμαστε. Το Πρόγραμμα «Αντώνης Τρίτσης», το Ταμείο Ανάκαμψης, το Πράσινο Ταμείο, το νέο ΕΣΠΑ συμβάλλουν, σαφέστατα, στην αναπτυξιακή διάσταση της Αυτοδιοίκησης.

Από την άλλη, η συμμετοχή των δήμων τόσο στον σχεδιασμό όσο και στην υλοποίηση συγχρηματοδοτούμενων δράσεων και προγραμμάτων αποτελεί καίριο σημείο ενός κεντρικού στρατηγικού αναπτυξιακού σχεδιασμού. Μια περισσότερο παρεμβατική τοπική αυτοδιοίκηση που αξιοποιεί αποτελεσματικότερα τους πόρους και υλοποιεί ταχύτερα τα προγράμματα, μέσα από ευέλικτους μηχανισμούς, θεωρείται ακρογωνιαίος λίθος για την Ευρώπη – δυστυχώς είναι ακόμα ζητούμενο για την Ελλάδα.

Στη Δυτική Αθήνα, για παράδειγμα, οι ενέργειες του ΑΣΔΑ, που είναι ενδιάμεσος φορέας διαχείρισης για το ΕΣΠΑ, είναι υποστηρικτικές για τους δήμους. Ο ΑΣΔΑ, ως ένα εξαιρετικό παράδειγμα υλοποίησης της Χωρικής Στρατηγικής ΟΧΕ/ΒΑΑ της Δυτικής Αθήνας, διερευνά τις ανάγκες, ενημερώνει, ενεργοποιεί τους δήμους, εξισορροπεί και τελικά κατανέμει δίκαια, με πληθυσμιακά κυρίως κριτήρια, τους πόρους του προγράμματος.

Το γεγονός αυτό αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα αλλά και πρόκριμα για τη λειτουργία ενός παρόμοιου μηχανισμού συνεργασίας των δήμων και με τις υπόλοιπες διαχειριστικές αρχές, για την καλύτερη και δικαιότερη αξιοποίησή τους.

Πέρα από τα χρηματοδοτικά προγράμματα όμως, για τους δήμους υπάρχει κυρίως η καθημερινότητα. Εκείνη που επιτάσσει να πληρώνουμε τις υποχρεώσεις μας, να βάζουμε βενζίνη στα οχήματά μας, να στηρίζουμε τις κοινωνικές δομές μας και να αναπτύσσουμε νέες, γιατί οι ανάγκες αυξάνονται και αλλάζουν. Η Αυτοδιοίκηση έχει σηκώσει τα τελευταία χρόνια μεγάλο βάρος των προσπαθειών για τη δημοσιονομική εξυγίανση της χώρας και επιβάλλεται να ακουστεί πλέον το πάνδημο αίτημα να αντιστοιχηθούν οι αρμοδιότητές της με τους οικονομικούς πόρους για την υλοποίησή τους.

Το δεύτερο ζήτημα είναι η υποστελέχωση των υπηρεσιών μας, αυτό το βασανιστικό, διαρκές και καθημερινό πρόβλημα της έλλειψης προσωπικού. Οι δεσμεύσεις της Πολιτείας για αντιμετώπισή του με ειδική παρέμβαση και επιτάχυνση των προσλήψεων δεν έχουν υλοποιηθεί και εμείς καλούμαστε να λειτουργήσουμε επί ξυρού ακμής, υπερβαίνοντας συχνά όρια και αντοχές.

Ασφαλώς και υπάρχουν και άλλα ζητήματα που μας απασχολούν και δεν έχουν σημειώσει πρόοδο, όπως η ανάγκη επαναπροσδιορισμού του ρόλου και των αρμοδιοτήτων της τοπικής αυτοδιοίκησης, η αύξηση των πόρων και η κατανομή τους από μηδενική βάση, με απλούστερο και δικαιότερο τρόπο, οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας, η διάθεση των απαραίτητων υλικών και οικονομικών πόρων για την πολιτική προστασία, η επιτάχυνση των διαδικασιών για την πράσινη και κοινωνική μετάβαση, με τον ίδιο τρόπο που προχώρησε η ψηφιακή μετάβαση.

Προσωπικά, θα πρόσθετα και ένα ακόμη ζήτημα, που άπτεται της εφαρμογής κανόνων δικαίου. Βλέπουμε συχνά να επιχορηγούνται δήμοι για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές τους, αλλά το αντίθετο, να επιβραβεύονται δηλαδή εκείνοι που είναι συνεπείς και δεν έχουν χρέη, δεν γίνεται ποτέ. Η λογική αυτή δεν ταιριάζει σε ένα κράτος-δικαίου.

Το σημαντικότερο, ωστόσο, αίτημα της Αυτοδιοίκησης, ώριμο και επιτακτικό πλέον, είναι η δημιουργία ενός θεσμικού πλαισίου που θα της δίνει τον απαραίτητο βαθμό αυτονομίας. Η Ελλάδα παραμένει μία από τις χώρες με τον μικρότερο βαθμό δημοσιονομικής αποκέντρωσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ η αρχή της επικουρικότητας –θεμελιώδης ευρωπαϊκή αρχή διακυβέρνησης– συνιστά την υποχρέωση συνδρομής των ΟΤΑ προς τη λειτουργία του κράτους και κατ’ επέκταση την αποτροπή της συγκέντρωσης αποφάσεων σε ένα επίπεδο άσκησης εξουσίας. Εξάλλου, και το Σύνταγμα αναγνωρίζει στην τοπική αυτοδιοίκηση τη διοικητική και όχι μόνο την πολιτική διαχείριση υποθέσεων.

Είναι σαφές πλέον ότι ισχυροί δήμοι συνεπάγονται ισχυρές τοπικές κοινωνίες και συνεπώς ισχυρό σύστημα πολυεπίπεδης διακυβέρνησης. Η Αυτοδιοίκηση αποτελεί ένα μεγάλο πολιτικό και κοινωνικό κεφάλαιο για το κράτος συνολικά, η ασφαλιστική δικλείδα της λειτουργίας και της αξιοπιστίας του.

Ας μην το ξεχνάμε αυτό.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ