Η Τουρκία του Ερντογάν απομακρύνεται συνεχώς και σταθερά από τη Δύση

Η Τουρκία του Ερντογάν απομακρύνεται συνεχώς και σταθερά από τη Δύση


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Όπως αποδεικνύεται από τα γεγονότα και τις διεθνείς εξελίξεις, η περίοδος χάριτος των δυτικών χωρών έναντι του καθεστώτος Ερντογάν τείνει να τελειώσει. Και τούτο όχι επειδή έχει αλλάξει η αντίληψη πολλών Δυτικών για τη Τουρκία, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι από γεωπολιτικής άποψης είναι χώρα-ανάχωμα για τη Δύση –εκτός ασφαλώς των οικονομικών συμφερόντων–, αλλά λόγω της συμπεριφοράς της Τουρκίας και της διαφοροποίησής της σε θέματα που οι χώρες της Δύσης, είτε ανήκουν στην ΕΕ είτε στην Ατλαντική Συμμαχία (ΝΑΤΟ), έχουν σαφή, διαφορετική αντίληψη και θέση από το καθεστώς Ερντογάν.

Η διαφοροποίηση της Άγκυρας από τις θέσεις του ΝΑΤΟ και της ΕΕ εκδηλώθηκε κυριότατα με την τοποθέτησή της στον ρωσοουκρανικό πόλεμο, αφού αρνήθηκε να επιβάλει κυρωτικά μέτρα κατά της Ρωσίας, όπως οι άλλες χώρες-μέλη, ενώ τελευταία παραβιάζει και τα περιοριστικά μέτρα εισαγωγής ρωσικού φυσικού αερίου με την άσκηση λαθρεμπορίας. Έμμεση διαφοροποίηση αποτελεί και η συνεργασία με καθεστώτα χωρών με τα οποία η Δύση τηρεί αποστάσεις, όπως το Ιράν, η Βόρεια Κορέα κ.ά. Άραγε, είναι συμπτωματικός ο ταυτόχρονος βομβαρδισμός περιοχών που κατοικούνται από Κούρδους σε Τουρκία και Ιράκ και από τις δύο χώρες (Τουρκία και Ιράν), σε αντίποινα της πρόσφατης τρομοκρατικής ενέργειας στην Κωνσταντινούπολη, η οποία ωστόσο δεν έχει αποδειχθεί αν προήλθε από το ΡΚΚ;

Αποφασιστικό, επίσης, στοιχείο για τον προβληματισμό και αφύπνιση των δυτικών χωρών αποτελεί και η ακολουθούμενη από το καθεστώς Ερντογάν πολιτική έναντι της Ελλάδος, χώρας-μέλους της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, στο οποίο ανήκει και η Τουρκία. Οι Δυτικοί φαίνεται πως αρχίζουν να αντιλαμβάνονται τις ρεβιζιονιστικές επιδιώξεις του Ερντογάν και ότι οι προκλήσεις και οι απειλές κατά της Ελλάδος δεν είναι μόνο φραστικού περιεχομένου. Στην αφύπνιση των δυτικών συμμάχων έχουν, ασφαλώς, συντελέσει και οι ενημερώσεις από τον υπουργό Εξωτερικών κ. Νίκο Δένδια και την ελληνική διπλωματία, με την προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων για την τουρκική παραβατικότητα στον αιγαιακό χώρο, όπως και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Χαρακτηριστική είναι η αντίδραση και οι πρόσφατες δημόσιες δηλώσεις του ιταλού υπουργού Εξωτερικών… Ταγιάνι, μετά από συνάντηση στη Ρώ­μη με τον έλληνα ομόλογό του: «Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την κυριότητα των ελληνικών νήσων του Αιγαίου». Η δήλωση αυτή αποκτά ιδιαίτερη σημασία, αν ληφθεί υπόψη ότι η Ιταλία κατείχε τα Δωδεκάνησα από το 1911 μέχρι και τα τέλη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν και ενσωματώθηκαν με την Ελλάδα με τη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων του 1947. Ανάλογες δηλώσεις, στο ίδιο πνεύμα και περιεχόμενο, έγιναν πρόσφατα και από εκπροσώπους του State Department των ΗΠΑ και του Foreign Office του Ηνωμένου Βασιλείου, ενώ σημαντική είναι και η τοποθέτηση 22 αμερικανών βουλευτών, οι οποίοι ζητάνε να υιοθετηθεί τροπολογία στο νομοσχέδιο για τον αμυντικό προϋπολογισμό που να προβλέπει ότι τα αμερικανικής κατασκευής μαχητικά F-16, την προμήθεια των οποίων η Τουρκία επιδιώκει επιμόνως, δεν θα χρησιμοποιηθούν για την παραβίαση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο. Η ΕΕ έχει λάβει ανάλογες θέσεις, αλλά οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου περί επιβολής κυρωτικών μέτρων κατά της Τουρκίας για την παραβατική συμπεριφορά της κατά της Ελλάδος ακόμα μελετώνται από τον αρμόδιο επίτροπο Εξωτερικών Υποθέσεων Ζοζέφ Μπορέλ, στον οποίο ανατέθηκε η εκπόνηση και η υποβολή σχετικών προτάσεων!

Πλέον παράδοξη και επιλήψιμη είναι η στάση του ΓΓ του ΝΑΤΟ… Στόλτενμπεργκ, ο οποίος, παρά την καταφανή προκλητικότητα και τις απειλές που εξαπολύει ο Ερντογάν και άλλοι υψηλοί αξιωματούχοι του ερντογανικού συστήματος κατά μίας άλλης χώρας-μέλους της Συμμαχίας Ελλάδος, γεγονός που εκτός των άλλων υπονομεύει και τη συνοχή του ΝΑΤΟ, πιστός στη πολιτική των ίσων αποστάσεων, καλεί τις δύο χώρες να λύσουν τις διαφορές τους με διάλογο, χωρίς να προσδιορίσει σε ποια βάση. Δικαίως, η απαράδεκτη αυτή θέση προκάλεσε την αντίδραση του συνετού και πολύπειρου διπλωμάτη κ. Πέτρου Μολυβιάτη, ο ο­ποίος, εκτός της μεγάλης διπλωματικής του εμπειρίας, υπήρξε επί σειρά ετών στενός συνεργάτης του πρωθυπουργού και μετέπειτα Προέδρου της Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Καραμανλή, διετέλεσε δε και υπουργός των Εξωτερικών.

Ο κ. Μολυβιάτης, σε ανοικτή επιστολή που του απηύθυνε πρόσφατα, παρατηρεί και διερωτάται: «…Όταν ε­σείς, κύριε Γενικέ Γραμματέα, καλείτε την Ελλάδα σε διάλογο με την Τουρκία για να λύσουν τις διαφορές τους, στη ουσία ζητάτε από την Ελλάδα να καταστήσει την εδαφική της ακεραιότητα αντικείμενο διαπραγματεύσεων με την Τουρκία. Και αυτό το ζητάτε ενώ εκπροσωπείτε μία Συμμαχία που συστάθηκε και εξακολουθεί να υπάρχει για αυτόν ακριβώς τον λόγο, δηλαδή την προστασία της εδαφικής ακεραιότητας των μελών της».

Μεστές και καίριες παρατηρήσεις, που δεν γνωρίζουμε αν έτυχαν απάντησης. Πιστεύω ότι δεν είχα υπερβάλλει, όταν σε παλαιότερο άρθρο παρατηρούσα ότι για πολλούς Έλληνες ο κ. Στόλτενμπερκ είναι persona non grata. Διερωτώμεθα αν η πλειοψηφία των τούρκων πολιτών συμμερίζεται και ασπάζεται την πολιτική που ακολουθεί ο Πρόεδρος Ερντογάν όχι μόνο έναντι της Ελλάδος αλλά και γενικότερα, η οποία, σύμφωνα με την εκτίμηση έγκυρων διεθνών αναλυτών, συνεχώς και σταθερά απομακρύνει την Τουρκία από τον δυτικό κόσμο. Δημοσκοπήσεις που διεξήχθησαν πρόσφατα στη γειτονική μας χώρα κατέδειξαν ότι ένα μεγάλο μέρος του τουρκικού λαού δεν θεωρεί εχθρικό τον ελληνικό λαό.

Πιθανότατα θετική θα ήταν η απάντηση αν το ερώτημα αφορούσε την επιθυμία για πλήρη ένταξη της Τουρκίας στον δυτικό κόσμο, που ήταν και ο βασικός στόχος του ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκίας Κεμάλ Ατατούρκ, ή την απομάκρυνσή της από αυτόν. Ο Ερντογάν και οι υποστηρικτές του προφανώς πιστεύουν ότι μπορεί να ακολουθήσει οπορτουνιστική πολιτική, κινούμενος μεταξύ Ανατολής και Δύσης, που θα του επιτρέψει να αναβιώσει το μεγαλείο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία όμως, πέραν των κατακτητικών και διοικητικών ικανοτήτων της, ουδεμία άλλη προσφορά κατέγραψε στην Ιστορία.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ