Αλ. Τσίπρας: Οι προοδευτικές δυνάμεις να δώσουν βιώσιμες και συμπεριληπτικές λύσεις για το μέλλον του πλανήτη (video)

Αλ. Τσίπρας: Οι προοδευτικές δυνάμεις να δώσουν βιώσιμες και συμπεριληπτικές λύσεις για το μέλλον του πλανήτη (video)

«Οι προοδευτικές δυνάμεις σε παγκόσμια κλίμακα οφείλουν να δώσουν βιώσιμες και συμπεριληπτικές λύσεις για το μέλλον του πλανήτη και της ανθρωπότητας», ανέφερε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας στο διεθνές συνέδριο «Circle the MED Forum 2022» που διεξάγεται στο Ζάππειο.

Ακολουθπύν σημεία ομιλίας

-«Είναι αδύνατο να καταπολεμηθεί σοβαρά η κλιματική αλλαγή χωρίς μια βαθιά αναδιανομή του πλούτου», γράφει ο Τομά Πικετί.
-Η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και η μείωση των ανισοτήτων αποτελούν δύο στόχους που πρέπει να τεθούν ταυτόχρονα και από κοινού. Η επίτευξη του ενός προϋποθέτει επίτευξη του άλλου.
-Το νέο πράσινο κοινωνικό συμβόλαιο στον χώρο της Μεσογείου πρέπει, κατά την άποψή μου, να βασίζεται σε αυτόν τον διπλό στόχο.
-Όλοι καλούμαστε να αλλάξουμε ριζικά τον τρόπο ζωής μας.
-Αλλά καθώς πρέπει να ζητήσουμε από τα χαμηλά και μεσαία στρώματα να επωμιστούν αναγκαίες αλλαγές περισσότερο συμβατές με το μέλλον του πλανήτη, ταυτόχρονα θα πρέπει να τους προσφέρουμε ασφάλεια, προστασία και ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος με αναγκαίες επενδύσεις -δημόσιου και κοινωνικού οφέλους, οι οποίες πρέπει να χρηματοδοτηθούν.
-Η λύση είναι η φορολόγηση των υπερβολικών κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων και των υψηλών εισοδημάτων.
-Μόνο με συμπεριληπτικές πολιτικές εντός των κρατών και με αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μπορούν να χτιστούν οι απαραίτητες συναινέσεις για να σωθεί ο πλανήτης.
-Όμως, για ποια αλληλεγγύη μιλάμε όταν η ενεργειακή κρίση στην ΕΕ αντιμετωπίζεται σαν να είναι μονάχα πρόβλημα επάρκειας και όχι πρόβλημα υψηλού κόστους; Συζητείται ένα πλαφόν τόσο υψηλό, που θα συμπαρασύρει προς τα πάνω την τιμή του φυσικού αερίου.
-Δεν είναι δυνατόν όλο το ρίσκο, οι προσαυξήσεις, τα χρηματιστηριακά παιχνίδια, η προεξόφληση κινδύνου να μετακυλίονται στον τελικό καταναλωτή, ενώ οι μεγάλες και εύρωστες επιχειρήσεις να μην αναλαμβάνουν κανένα ρίσκο και να μην έχουν κανένα κίνδυνο.
Οι προοδευτικές δυνάμεις, σε παγκόσμια κλίμακα, οφείλουν να δώσουν βιώσιμες και συμπεριληπτικές λύσεις για το μέλλον του πλανήτη και της ανθρωπότητας.

H oμιλία Προέδρου ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Αλέξη Τσίπρα, στο Διεθνές Συνέδριο «Circle The Med Forum 2022»

Θέλω να σας ευχαριστήσω για την πρόσκληση, γιατί μου δίνει την ευκαιρία να ασχοληθώ και να προλογίσω σε ένα θέμα που, κατά την άποψή μου, θα έπρεπε να απασχολεί τη δημόσια συζήτηση, αλλά η επικαιρότητα είναι τόσο φορτισμένη και η ρουτίνα της καθημερινότητας δεν μας αφήνει να συζητάμε πολλή γι’ αυτά, είναι η αλήθεια. Το βλέπω λοιπόν σαν ένα ευχάριστο διάλειμμα, αυτή τη δυνατότητα να τοποθετηθώ σε ένα επιστημονικό φόρουμ που ασχολείται με τα μεγάλα διακυβεύματα του πλανήτη, αλλά και ειδικότερα εστιάζοντας στην περιοχή μας, στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, μια περιοχή που η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είχε δώσει ιδιαίτερη σημασία σε ό,τι αφορά τα γεωπολιτικά πράγματα και τα ενεργειακά πράγματα, αλλά και οι προηγούμενες κυβερνήσεις, διότι βλέπω εδώ στο ακροατήριο ανθρώπους που έχουν ασχοληθεί επισταμένα με τα ενεργειακά θέματα στην περιοχή της Μεσογείου.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα απ’ την αρχή: Οι παγκόσμιες εξελίξεις, οι παγκόσμιες προκλήσεις και οι προκλήσεις στην περιοχή της Μεσογείου, το τελευταίο διάστημα πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο. Τα πράγματα δεν είναι καλά.

Η κλιματική κρίση απειλεί τη ζωή. Απειλεί να υποβαθμίσει ή και να εξαφανίσει τα ευαίσθητα μεσογειακά οικοσυστήματα, θαλάσσια και χερσαία. Και η κλιματική κρίση, όσο περνάει ο καιρός, όλοι οι επιστήμονες συντείνουν σε αυτό, αποκτά στοιχεία περιβαλλοντικής καταστροφής, όχι απλά κρίσης.

Ειδικά η Ανατολική Μεσόγειος αποτελεί hot spot, θα έλεγα, των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης με πολλαπλάσια αύξηση της θερμοκρασίας από την παγκόσμια μεσοσταθμική αύξηση.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η αβεβαιότητα διευρύνεται, οι ανισότητες μεταξύ των χωρών, αλλά και εντός των χωρών έχουν ξεπεράσει κάθε όριο, διαβρώνουν την κοινωνική συνοχή και αυξάνουν την ανασφάλεια. Και οι τελευταίες μεγάλες κρίσιμες εξελίξεις των τελευταίων τριών χρόνων, η πανδημία, αλλά και η γεωπολιτική κρίση, ο πόλεμος στην Ουκρανία έρχονται να επιδεινώσουν ακόμη περισσότερο αυτή τη μεγάλη κρίση στην οποία βρίσκεται όλος ο πλανήτης, την κλιματική κρίση.

Ιδιαίτερα θα έλεγα ότι η πανδημία και ο πόλεμος έχουν διαταράξει τις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας και οδηγούν -το βιώνουμε όλοι- σε μια αύξηση του πληθωρισμού, σε ελλείψεις βασικών αγαθών σε ενεργειακή κρίση, αλλά ενδεχομένως για ορισμένες περιοχές του πλανήτη και σε επισιτιστική κρίση.

Θα έλεγα όμως ότι δεν έχει νόημα απλώς να διαπιστώνουμε τα δυσάρεστα που ζούμε, ή ακόμα περισσότερο τα δυσάρεστα που βλέπουμε να έρχονται, αλλά να δούμε πώς πρέπει να δράσουμε έγκαιρα με στόχο να τα αποτρέψουμε.

Με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Συνόδου για το κλίμα που ολοκληρώθηκε στην Αίγυπτο, η οποία αν δεν κάνω λάθος είναι και συνδιοργανώτρια χώρα και του Circle the MED Forum 2022, θα μου επιτρέψετε να επικεντρώσω τη σημερινή μου παρέμβαση στα ζητήματα που αφορούν το κλίμα και τις αποφάσεις συνολικότερα της παγκόσμιας κοινότητας για το κλίμα, εστιάζοντας στην περιοχή μας, στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Από την Παγκόσμια Σύνοδο για το κλίμα έρχονται καλά και κακά νέα. Καλό νέο, για παράδειγμα, είναι ότι η Βραζιλία, μια σημαντική τεράστια χώρα, επέστρεψε. Η Βραζιλία πλέον του προοδευτικού προέδρου Λούλα ντα Σίλβα επέστρεψε στη μάχη κατά της κλιματικής κρίσης ζητώντας η επόμενη διάσκεψη του 2025 να γίνει στον Αμαζόνιο, ανατρέποντας την πολιτική καταστροφής του σημαντικότερου πνεύμονα πρασίνου του πλανήτη από τον προκάτοχό του, τον ακραίο συντηρητικό πρόεδρο Μπολσονάρο. Αυτά είναι τα καλά νέα. Τα κακά νέα είναι ότι δυστυχώς απέχουμε πολύ από μια διεθνή πολιτική συνεννόηση που είναι αναγκαία και η οποία θα μπορούσε να οδηγεί σε αποφασιστικά βήματα αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής.

Οι αντιθέσεις είναι πολλές, οι ανταγωνισμοί ακόμα περισσότεροι, και η άσκηση ισορροπίας, που επιτυγχάνεται κάθε φορά σε κάθε παγκόσμια διάσκεψη για το κλίμα, απέχει πάρα πολύ από τις προσδοκίες αλλά και από τις απαιτήσεις της στιγμής που βιώνουμε. Και ο χρόνος που έχουμε στη διάθεσή μας δεν είναι άπειρος. Ο χρόνος που έχουμε στη διάθεσή μας ολοένα και μειώνεται. Και άρα είναι αναγκαίο να βρεθούνε λύσεις, ριζοσπαστικές λύσεις. Σε κάθε περίπτωση, εγώ θα έλεγα βλέποντας αυτή την υπόθεση και από τη σκοπιά ενός όρου προοδευτικού συνολικότερα, όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά και σε παγκόσμια κλίμακα, οι προοδευτικές δυνάμεις, λοιπόν, σε παγκόσμια κλίμακα οφείλουν να δώσουν βιώσιμες και συμπεριληπτικές λύσεις και απαντήσεις για το μέλλον του πλανήτη, το μέλλον της ανθρωπότητας.

Διάβαζα πριν από λίγες μέρες ένα άρθρο του γνωστού Γάλλου οικονομολόγου, γνωστού σε όλους για τις ριζοσπαστικές του απόψεις και για την κριτική που ασκεί στην οικονομική τάξη στην Ευρώπη και στον κόσμο, του Τομάς Πικετί, ο οποίος έλεγε το εξής: «Είναι αδύνατο να καταπολεμηθεί σοβαρά η κλιματική αλλαγή χωρίς μια βαθιά αναδιανομή του πλούτου, τόσο εντός των χωρών όσο και διεθνώς. Όσοι ισχυρίζονται το αντίθετο, λένε ψέματα στον κόσμο. Και όσοι ισχυρίζονται ότι η αναδιανομή είναι σίγουρα επιθυμητή, αλλά δυστυχώς τεχνικά ή πολιτικά αδύνατη, λένε εξίσου ψέματα. Θα ήταν καλύτερα να υπερασπιστούν αυτό που πιστεύουν, παρά να επικαλούνται φτηνές δικαιολογίες».

Πιστεύω -και γι’ αυτό έφερα αυτή την αναφορά από το άρθρο του Τόμας Πικετί στη σημερινή συζήτηση-, πιστεύω ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό και αξίζει τον κόπο να εστιάσουμε πάνω σε αυτό το ζήτημα. Γιατί αν δεν εστιάσουμε πάνω σε αυτό το ζήτημα, στο θέμα δηλαδή των τρομακτικών ανισοτήτων που διευρύνονται στον πλανήτη, τόσο εντός των κρατών όσο και σε διεθνές επίπεδο μεταξύ των κρατών, εάν δεν εστιάσουμε σε αυτό, θα κάνουμε απλά μια συζήτηση ανούσια, που όλοι θα λέμε τι καλό πράγμα που είναι όλοι να πιστεύουμε στην ανάγκη για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, τι κακό πράγμα είναι η καταστροφή του περιβάλλοντος. Άρα, θα είμαστε ένας σύλλογος που θα κάνει φιλολογικές συζητήσεις ανούσιες, να πίνουμε μεταξύ μας τσάι και να έχουμε και συμπάθεια. Να την έχουμε τη συμπάθεια, αλλά να δούμε ποιο είναι το πραγματικό πρόβλημα σήμερα.

Το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής δεν είναι μια ουδέτερη και ανέφελη διαδικασία. Απαιτεί δύσκολες αποφάσεις και απαιτεί πόρους. Η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και η ενεργειακή μετάβαση, στην οποία όλοι συμφωνούμε, κοστίζει. Κοστίζει ακριβά και κάποιος πρέπει να την πληρώσει. Το μεγάλο ερώτημα είναι ποιος θα τη πληρώσει. Όλοι συμφωνούμε ότι πρέπει να γίνει. Το μεγάλο ερώτημα είναι ποιος θα την πληρώσει. Αν τη πληρώσουν οι πολλοί, οι οποίοι δυστυχώς -έτσι λένε όλες οι παγκόσμιες στατιστικές- κατέχουν το ελάχιστο μέρος του πλούτου του πλανήτη, ή αν θα το πληρώσουν κάποιοι λίγοι και ισχυροί που κατέχουν το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του πλούτου του πλανήτη μας.

Αν συμβεί το πρώτο, αν δηλαδή τα βάρη της αναγκαίας ενεργειακής μετάβασης πέσουν στις πλάτες των πολλών, τότε θα έχουμε αυτό το οποίο συμβαίνει σήμερα. Θα είναι μια διαδικασία οικονομικά εξοντωτική, που θα διαρρήξει την κοινωνική συνοχή και θα επιφέρει μεγάλες κοινωνικές εντάσεις, ακόμη μεγαλύτερες από αυτές που βιώνουμε σήμερα, καθώς θα επιφέρει και σε πολλές κρίσιμες χώρες, την άνοδο του ακροδεξιού λαϊκισμού και ακροδεξιών μορφωμάτων, αλλά και των αρνητών της κλιματικής κρίσης. Θυμάστε που είχαμε τους αρνητές της πανδημίας. Τώρα θα έχουμε τους αρνητές της κλιματικής κρίσης.

Αν συμβεί το δεύτερο, δηλαδή εάν έχουμε μια μετάβαση την οποία θα την πληρώσουν οι ισχυροί, αναλογικά, ανάλογα με τις δυνατότητές τους, τότε η ενεργειακή μετάβαση θα είναι μια διαδικασία αμοιβαία επωφελής και για το κλίμα και για τις κοινωνίες.

Αυτό, λοιπόν, που δεικτικά τονίζει διαρκώς ο Τόμας Πικετί, αλλά και στο συγκεκριμένο άρθρο η αναφορά που σας παρέθεσα, είναι ότι η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και η μείωση των ανισοτήτων αποτελούν στην ουσία δύο στόχους που πρέπει να τεθούν ταυτόχρονα και από κοινού. Η επίτευξη του ενός προϋποθέτει την επίτευξη του άλλου. Υπό αυτό το πρίσμα, το νέο πράσινο κοινωνικό συμβόλαιο στον χώρο της Μεσογείου πρέπει κατά την άποψή μου να βασίζεται σε αυτό τον διπλό στόχο.

Όλοι καλούμαστε να αλλάξουμε ριζικά τον τρόπο ζωής μας. Αλλά καθώς πρέπει να ζητήσουμε από τα χαμηλά και μεσαία στρώματα να επωμιστούν αναγκαίες αλλαγές περισσότερο συμβατές με το μέλλον του πλανήτη, ταυτόχρονα θα πρέπει να τους προσφέρουμε και ασφάλεια, προστασία και ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος με αναγκαίες επενδύσεις δημόσιου και κοινωνικού οφέλους, οι οποίες από κάπου θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν.

Από πού θα χρηματοδοτηθούν είναι το ερώτημα, για να έρθω και στα δικά μας. Από δημόσια ελλείμματα που δημιουργούν χρέη; Το ζήσαμε αυτό. Και είδαμε τι έγινε την προηγούμενη δεκαετία. Και είδαμε ποιος τα πληρώνει στο τέλος αυτά τα ελλείμματα. Πλήρωσε τελικά τα σπασμένα και τη νύφη στη χώρα μας, την πλήρωσε η μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Η μεσαία τάξη και οι αδύναμοι.

Άρα η λύση, κατά την άποψή μας, είναι η φορολόγηση των υπερβολικών κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων και των υψηλών εισοδημάτων. Αυτή είναι η λύση σε παγκόσμια, αλλά και σε εθνική κλίμακα.

Κάτι αντίστοιχο ισχύει και μεταξύ των χωρών, πλούσιων και φτωχών χωρών, χωρών του Βορρά και χωρών του Νότου, για να δούμε και τα ευρωπαϊκά πράγματα.

Μόνο με συμπεριληπτικές πολιτικές εντός των κρατών και με αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών, μπορούν να χτιστούν οι απαραίτητες συναινέσεις για να σωθεί ο πλανήτης.

Αλλά μιας και μίλησα για αλληλεγγύη, δεν μπορώ σήμερα να μην κάνω μια αναφορά σε όλα όσα συμβαίνουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για ποια αλληλεγγύη μιλάμε; Για ποια αλληλεγγύη; Αντιμετωπίζεται η ενεργειακή κρίση, σαν να είναι μονάχα πρόβλημα επάρκειας και όχι πρόβλημα υψηλού κόστους, διότι οι χώρες του βορρά αντιμετωπίζουν κυρίως το πρόβλημα της επάρκειας. Δεν γίνεται όμως έτσι να πάμε μπροστά.

Και βλέπω σήμερα μετά από 6 μήνες που συζητάνε στις Συνόδους των υπουργών Ενέργειας αλλά και στις Συνόδους Κορυφής για να βρεθεί μια λύση όχι που θα έλυνε το πρόβλημα, αλλά εν πάση περιπτώσει που θα έδινε κάποιες κατευθύνσεις ώστε να μειωθεί η πολύ υψηλή τιμή του φυσικού αέριου. Συζητάνε για ένα πλαφόν που είναι τρεις φορές πάνω από τη σημερινή τιμή. Υπερβάλω, δεν είναι τρεις φορές πάνω, σχεδόν. Αυτό θα προκαλέσει ακόμα περισσότερα προβλήματα. Θα αυξηθεί η τιμή εάν μπει εκεί το πλαφόν για να φτάσει κοντά στο πλαφόν. Είναι αυτονόητο.

Δηλαδή, μιλάμε για μια αντιμετώπιση της κρίσης με παντελή έλλειψη αλληλεγγύης και αίσθησης του προβλήματος σε ό,τι αφορά το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και με ανόητες πολιτικές επιλογές. Ίσως θα έπρεπε το γραφείο της κυρίας Φον ντερ Λάιεν να πάει στο Βερολίνο, να είναι πιο εύκολη η μεταβίβαση των εντολών, γιατί Βερολίνο – Βρυξέλλες, ξέρετε, έχει μια απόσταση. Ή η καγκελαρία να μεταφερθεί στις Βρυξέλλες, να βρεθεί μια λύση τέτοια.

Αυτή όμως είναι η κατάσταση που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Αυτά είναι τα δεδομένα. Τα δεδομένα που πραγματικά δημιουργούν μια συνθήκη εξαιρετικά δύσκολη για τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών, αλλά και εξαιρετικά δυσοίωνη για το μέλλον του πλανήτη.

Η ενεργειακή μετάβαση αποτελεί μονόδρομο, αν θέλουμε να παραδώσουμε έναν βιώσιμο πλανήτη στις επόμενες γενιές. Σε αυτό τον δρόμο όλοι θα συμφωνήσουμε. Το μεγάλο ερώτημα είναι πώς θα επιτευχθεί αυτή η ενεργειακή μετάβαση, με ποιους όρους;

Επιτρέψτε μου να πω και δυο τρία πράγματα σε σχέση με τα θέματα της ενέργειας, που το τελευταίο διάστημα μας απασχολούν ολοένα και περισσότερο.

Η αντικατάσταση του άνθρακα στις οικονομίες μας οφείλει να γίνει με φιλικές προς το περιβάλλον μορφές ενέργειας και όχι με άλλα ορυκτά καύσιμα, για να ανταποκριθούμε στην ανάγκη για ταχύτατη μείωση εκπομπών, αλλά και στις απαιτήσεις για ενεργειακή ασφάλεια.

Αυτό μας διδάσκει τόσο η ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης όσο η αποτυχημένη επικοινωνιακή εξαγγελία της βίαιης απολιγνιτοποίησης χωρίς κατάλληλες δικλείδες ενεργειακής ασφάλειας και με ενίσχυση του εισαγόμενου φυσικού αερίου που αποφασίστηκε το 2019.

Πρέπει να πούμε την αλήθεια: Η μετάβαση έχει κόστος. Το κόστος της ενεργειακής μετάβασης πρέπει να επιμεριστεί δίκαια μεταξύ των αναπτυγμένων και των αναπτυσσόμενων χωρών. Αναπτυγμένων που έχουν επιβαρύνει περισσότερο το κλίμα και αναπτυσσόμενων που συχνά υφίστανται τις καταστροφικές συνέπειες. Αλλά το ενεργειακό κόστος πρέπει να επιμεριστεί δίκαια και στο εσωτερικό των χωρών. Όχι μόνο το κόστος της ενεργειακής μετάβασης, αλλά και το κόστος της ενεργειακή κρίσης.

Δεν είναι δυνατόν όλο το ρίσκο, οι προσαυξήσεις, τα χρηματιστηριακά παιχνίδια, η προεξόφληση κινδύνου, όλα να μετακυλίονται στον τελικό καταναλωτή, ενώ οι μεγάλες και εύρωστες επιχειρήσεις να μην αναλαμβάνουν κανέναν ρίσκο και να μην έχουν στο τέλος της ημέρας κανένα κίνδυνο.

Απ’ την άλλη πλευρά, υπάρχει ακόμα ένας κίνδυνος τον οποίο δεν μπορούμε να παραλείψουμε, να παραβλέψουμε. Είναι ο κίνδυνος της ενεργειακής φτώχειας αλλά και του αποκλεισμού μεγάλων κοινωνικών ομάδων από τη διαδικασία της πράσινης μετάβασης.

Μαζί με αυτό τον κίνδυνο, έρχεται αυτό που σας είπα πιο πριν για την αύξηση των ανισοτήτων, καθώς οι πιο αδύναμοι θα παραμείνουν εγκλωβισμένοι στα ορυκτά καύσιμα αλλά και σε ανασφαλείς περιοχές κατοικίας, και εντέλει όλο το εγχείρημα της πράσινης μετάβασης θα είναι καταδικασμένο να αποτύχει.

Το δικαίωμα πρόσβασης στο αγαθό της ενέργειας σήμερα πλήττεται βάναυσα από την υφιστάμενη ενεργειακή κρίση και από τις πολιτικές με τις οποίες αυτή αντιμετωπίζεται. Συνεπώς. οι ευρωπαϊκές και οι εθνικές πολιτικές θα πρέπει να διασφαλίζουν την πρόσβαση σε καθαρή ενέργεια σε προσιτές τιμές και για την κοινωνία, αλλά και για την οικονομία. Και παράλληλα να διασφαλίζουν ότι δεν θα υπάρξουν εκπτώσεις έναντι των κλιματικών μας στόχων, που είναι και ο μόνος δρόμος για ένα βιώσιμο μέλλον.

Ωστόσο, δεν υπάρχουν μόνο κίνδυνοι και αρνητικά από την ενεργειακή μετάβαση. Δεν υπάρχει μόνο κόστος. Υπάρχουν και πολλά αναπτυξιακά οφέλη, τα οποία επίσης πρέπει να κατανεμηθούν δίκαια. Η τεχνολογία σήμερα, για παράδειγμα, επιτρέπει τη συγκέντρωση της παραγωγής ενέργειας ώστε κάθε μικρός και μεγάλος καταναλωτής, κάθε νοικοκυριό και μικρομεσαία επιχείρηση να μπορεί να παράγει την ηλεκτρική ενέργεια που καταναλώνει με την αξιοποίηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και έτσι να προστατεύεται από τις υψηλές τιμές ενέργειας. Για να υλοποιηθεί όμως ένας τέτοιος στόχος, απαιτούνται δημόσιες πολιτικές και δημόσιες επενδύσεις, οι οποίες είναι δυνατόν να κινητοποιήσουν και πολλαπλάσιους ιδιωτικούς πόρους.

Θα έλεγα λοιπόν ότι τέτοιου είδους δημόσιες πολιτικές αποτελούν σήμερα τις πραγματικά προοδευτικές πολιτικές. Και θα έλεγα επίσης ότι στον τομέα της ενέργειας, μια τέτοια θεσμική μεταρρύθμιση, μια τέτοια σημαντική προοδευτική μεταρρύθμιση ήταν οι ενεργειακές κοινότητες. Που δίνουν τη δυνατότητα και το θεσμικό πλαίσιο να υπάρχει ταυτόχρονα παραγωγή και κατανάλωση ενέργειας. Και να έχουμε αυτοπαραγωγούς και αυτοκαταναλωτές. Αν όμως αυτές οι ενεργειακές κοινότητες συνδεθούν με το δίκτυο και αν αυτές οι ενεργειακές κοινότητες έχουν τη στήριξη, ώστε να λειτουργήσουν μέσα σε ένα πλαίσιο κλίμακας που αντιπροσωπεύει αυτούς που πραγματικά έχουν ανάγκη.

Και η κλίμακα αυτή είναι οι συνεταιρισμοί παραγωγών, οι μικροί παραγωγοί, η κλίμακα αυτή είναι οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Δυστυχώς, τρία χρόνια τώρα βλέπουμε ότι η μόνη κλίμακα η οποία ευνοείται στην εξοικονόμηση ενέργειας είναι οι πολύ μεγάλες επιχειρήσεις. Και αυτό επίσης είναι μια ταξική προσέγγιση σε ένα μεγάλο ζήτημα το οποίο έχουμε μπροστά μας.

Θα μπορούσα να λέω πάρα πολλά πράγματα για τα κρίσιμα αυτά ζητήματα, που είναι ζητήματα της επικαιρότητας. Όμως εδώ το φόρουμ που διεξάγει αυτό το συνέδριο εστιάζει στη Μεσόγειο. Εστιάζει στη Μεσόγειο και θα ήθελα να κλείσω την τοποθέτησή μου μιλώντας για τα προβλήματα αλλά και τις δυνατότητες αυτής της γωνιάς του πλανήτη, της περιοχής όπου ζούμε.

Και νομίζω ότι η Ανατολική Μεσόγειος, όπως και όλες οι χώρες της Μεσογείου, έχουν ένα πάρα πολύ μεγάλο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, πέρα από την ομορφιά τους που προσελκύει τουρισμό. Το εξαιρετικό δυναμικό σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, τον άνεμο και τον ήλιο που πρέπει να τα αξιοποιήσουμε. Είναι ο πλούτος μας.Για να μπορέσουμε να το κάνουμε αυτό λοιπόν, πρέπει να μπούμε σε μια άλλη λογική συνεργασίας και όχι μόνο ανταγωνισμού. Οι χώρες της Μεσογείου έχουν κάθε λόγο να συνεργαστούν μεταξύ τους, να επενδύσουν στην πράσινη μετάβαση και να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται.

Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα η επένδυση στις αναγκαίες διασυνδέσεις μεταξύ των χωρών ιδίως στα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς η ανάπτυξη των εθνικών συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας με νέα διασυνοριακά έργα μεταφοράς που θα διευρύνουν τον ηλεκτρικό χώρο και θα επιτρέψουν την ταχύτερη και ασφαλέστερη ενσωμάτωση του μεγαλύτερου δυνατού αριθμού ΑΠΕ στις διασυνδεδεμένες χώρες. Νομίζω ότι εκεί είναι το μέλλον, χωρίς να υποτιμώ καθόλου την ανάγκη να εξαντλήσουμε κάθε δυνατότητα να ερευνήσουμε τη διαθεσιμότητα φυσικών πόρων στην περιοχή μας.

Είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζουμε τι έχουμε, αλλά ταυτόχρονα είναι πάρα πολύ σημαντικό να γνωρίζουμε και το προς τα πού κατευθύνεται το μέλλον. Και το μέλλον κατευθύνεται στην αναγκαιότητα όλων να πάμε στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, άρα νομίζω ότι το μέλλον στην περιοχή μας έχει να κάνει με την ταχύτερη δυνατή προοπτική της διασύνδεσης και των ηλεκτρικών δικτύων και με την εξάπλωση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας για να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε τον τεράστιο αυτό πλούτο, το μεγάλο αυτό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου.

Τα λέω εγώ αυτά, κ. Μανιάτη, που υπέγραψα τη συμφωνία με την Exxon Mobil και την Total το 2019, αφού χωρίσαμε τουςς χάρτες. Και όλα αυτά βασίστηκαν και σε έναν νόμο που εσείς είχατε φτιάξει. Βεβαίως οφείλουμε, επαναλαμβάνω, να κάνουμε το παν για να αξιοποιήσουμε τον πλούτο της πατρίδας μας, να το γνωρίζουμε καταρχάς και να τον αξιοποιήσουμε, αλλά οφείλουμε ταυτόχρονα να βλέπουμε μπροστά, όχι μόνο στην επόμενη πενταετία, στην επόμενη δεκαετία, στην επόμενη εικοσαετία, στην επόμενη τριακονταετία, εκεί που θα ζήσουν οι επόμενες γενιές. Το μέλλον λοιπόν είναι οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Και εκεί ο πλούτος της πατρίδας μας, ο πλούτος της περιοχής μας, ο πλούτος της Μεσογείου είναι ανεξάντλητος.

Με αυτές τις σκέψεις θα ήθελα να ευχηθώ να έχετε πολύ καλή επιτυχία σε αυτό το συνέδριο, στη δεύτερη μέρα του οποίου σήμερα έχω την τιμή να χαιρετίζω. Και να πω επίσης ότι –και κλείνω με αυτό– οι σύμμαχοι σε αυτή την προσπάθεια της συνεργασίας και της ανάδειξης των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων αυτής της περιοχής, της Ανατολικής Μεσογείου, σύμμαχοι σε αυτή τη διαδικασία πρέπει να είναι και οι επιχειρήσεις, οι άνθρωποι δηλαδή, το ανθρώπινο κεφάλαιο, οι εμπορικές σχέσεις, οι άνθρωποι και το εμπόριο έκαναν για χιλιάδες χρόνια σημαντική αυτή την περιοχή.

Σύμμαχος σε αυτή την προσπάθεια πρέπει να είναι και η ανάδειξη των αγαθών του πολιτισμού και της παιδείας. Είναι αυτά που επέτρεψαν την ανάπτυξη των λαών της Μεσογείου στο παρελθόν.

Είναι καιρός λοιπόν -αν και είναι παράδοξο σε μια συζήτηση που αφορά τα ενεργειακά πράγματα να κλείνει κανείς με αναφορά στον πολιτισμό και στην παιδεία, αλλά θέλω να κλείσω με αυτό– είναι καιρός να επενδύσουμε και σε αυτά. Στην παιδεία και στον πολιτισμό. Να ανατρέξουμε σε όλα όσα μας ενώνουν με όλους τους λαούς και τους γείτονές μας και να προσπαθήσουμε να περιθωριοποιήσουμε αυτά που μας χωρίζουν.

Μας χωρίζουν πολλά, είναι αλήθεια, επιχειρηματικοί ανταγωνισμοί και γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί, προσπάθειες ένθεν και εκείθεν κατασπατάλησης των πεπερασμένων φυσικών μας πόρων. Βεβαίως αυτό που μας χωρίζει και είναι ανυπέρβλητο είναι η παραβίαση του διεθνούς δικαίου, εκεί πρέπει να είμαστε κάθετοι.

Νομίζω όμως ότι είναι πολλά αυτά που μας ενώνουν. Η ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος, oi πανανθρώπινες αξίες του σεβασμού στον άνθρωπο, στην αλληλεγγύη, στην κοινή πολιτιστική μας κληρονομιά.

Η ανάγκη οι λαοί μας να έχουν ένα κοινό μέλλον. Σεβόμενοι λοιπόν το διεθνές δίκαιο, νομίζω ότι πρέπει να προχωρήσουμε σε τολμηρές κινήσεις για την αξιοποίηση των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων της περιοχής μέσα από τη συνεργασία που θα φέρει η κοινωνική ευημερία και την πρόοδο στην περιοχή.

Φωτο: ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ/ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ/EUROKINISSI

Σχολιάστε εδώ