Όμηρος του σκανδάλου των υποκλοπών η κυβέρνηση
Επιχείρηση συγκάλυψης καταγγέλλει ο ΣΥΡΙΖΑ
–Πρωτοβουλίες για να αλλάξει το κλίμα ζητούν υπουργοί και βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας
Χωρίς τέλος συνεχίζεται η περιδίνηση στην οποία έχει περιέλθει η κυβέρνηση, λόγω της δυσώδους υπόθεσης των υποκλοπών.
Οι λίστες των υπό παρακολούθηση ονομάτων που βλέπουν το φως της δημοσιότητας (αν και δεν συνοδεύονται από τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία) επιβαρύνουν περαιτέρω την πολιτική ατμόσφαιρα και πυκνώνουν τα σύννεφα της καχυποψίας και της δυσφορίας στην ελληνική κοινωνία. Η υπερασπιστική γραμμή που έχει υιοθετήσει η κυβέρνηση αλλά και ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης κινείται σε δύο επίπεδα: Πρώτον, ότι οι λίστες με τα ονόματα αποτελούν προϊόντα επιστημονικής φαντασίας και, δεύτερον, ότι πίσω από την υπόθεση κρύβονται κέντρα (οικονομικά συμφέροντα), που επιχειρούν να εκβιάσουν την κυβέρνηση προς όφελός τους.
Ωστόσο, η επιχειρηματολογία αυτή δεν δείχνει αρκετά πειστική. Ούτε για τα κόμματα της αντιπολίτευσης, που δείχνουν τον Κυρ. Μητσοτάκη ως τον βασικό ένοχο και έφτασαν να ζητούν ακόμη και την παραίτησή του. Δεν είναι πειστική ούτε και για τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, που ζητούν από τον πρωθυπουργό να αναλάβει πρωτοβουλίες προκειμένου να αλλάξει το κλίμα. Δεν είναι, τέλος, πειστική η επιχειρηματολογία της κυβέρνησης και για τους πολίτες. Σε πρόσφατη έρευνα, το 80% απάντησε ότι ο πρωθυπουργός είχε πλήρη γνώση για τις υποκλοπές, το 16% ότι γνώριζε μεν, αλλά όχι για όλα τα πρόσωπα και μόλις το 3% ότι είχε πλήρη άγνοια.
Υπό τη γενικότερη πίεση και σε μια προσπάθεια να βγει από το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει, η κυβέρνηση παρουσίασε προς ψήφιση ένα σχέδιο νόμου που προβλέπει αλλαγές στη λειτουργία της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ). Παράλληλα, θέτει νέους κανόνες και κατά την άποψη της κυβέρνησης θέτει ασφαλιστικές δικλίδες ως προς την παραβίαση του απορρήτου των τηλεφωνικών επικοινωνιών.
Η υποδοχή, ωστόσο, από τα κόμματα της αντιπολίτευσης αλλά και από γνωστούς συνταγματολόγους δεν ήταν και πολύ… θερμή. Οι βασικές ενστάσεις έχουν να κάνουν αφενός με το εύρος των λόγων εθνικής ασφάλειας που μπορεί να επικαλεστεί η ΕΥΠ προκειμένου να θέσει υπό παρακολούθηση ένα πρόσωπο, πολιτικό ή άλλο. Και αφετέρου με την πρόβλεψη που υπάρχει, σύμφωνα με την οποία το πρόσωπο που παρακολουθείται θα μπορεί να ενημερωθεί για τους λόγους μετά από μια τριετία, και εφόσον εγκριθεί το σχετικό αίτημά του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε λόγο για ομερτά και πως με το νομοσχέδιο η κυβέρνηση επιχειρεί να βάλει ταφόπλακα στο σκάνδαλο, ενώ ισχυρίστηκε πως με την τριετία δεν θα μάθει ο ελληνικός λαός λεπτομέρειες για την παρακολούθηση του Ν. Ανδρουλάκη. Διαφωνών με το θέμα της τριετίας εμφανίστηκε και ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος πάντως αναγνώρισε ότι το νομοσχέδιο κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση.
«Χείρα βοηθείας» από Φωτίου και Μαντζουράνη
Ως «μάννα εξ ουρανού» είδαν στο Μέγαρο Μαξίμου τις δημόσιες τοποθετήσεις της βουλευτού του ΣΥΡΙΖΑ Θεανώ Φωτίου αλλά και του δικηγόρου και συνηγόρου του εκδότη Κ. Βαξεβάνη, Γ. Μαντζουράνη.
Η μεν πρώτη ανέφερε ότι οι αποκαλύψεις για τις υποκλοπές έχουν να κάνουν με «πόλεμο συμφερόντων», υπονοώντας ότι κάποιοι επιχειρηματικοί όμιλοι δεν πήραν αυτά που ήθελαν από τα δισεκατομμύρια του Ταμείου Ανάκαμψης.
Μετά τον σάλο που προκλήθηκε (και τις πιέσεις προφανώς από την Κουμουνδούρου), επιχείρησε να ανασκευάσει, έκανε λόγο για διαστρέβλωση των δηλώσεών της, πλην όμως το… κακό είχε συντελεστεί.
Στον ίδιο πάνω – κάτω χρόνο, ο Μαντζουράνης ανέφερε ότι αποδεικτικά στοιχεία για τις υποκλοπές δεν υπάρχουν, έχουν καταστραφεί και πως διερεύνηση της υπόθεσης μπορεί να γίνει πλέον μόνο με καταθέσεις μαρτύρων.
Η κυβέρνηση άδραξε την ευκαιρία και μίλησε για «εκστρατεία λάσπης», χωρίς στοιχεία, παραλληλίζοντας την υπόθεση των υποκλοπών με αυτήν της Novartis.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ