Μια φιλελεύθερη κρατικοποίηση – Του Ν. Γ. Χαριτάκη
Υπό
Ν. Γ. ΧΑΡΙΤΑΚΗ
πρώην Επίκουρου Καθηγητή Οικονομικών του ΕΚΠΑ
Θεωρώντας ως «μικρό» θέμα την ανατροπή της ιδιωτικοποίησης δύο λιμανιών και ως «μεγάλο» το θέμα των παρακολουθήσεων, ας προβληματιστούμε γύρω από ένα θεμελιακό θέμα που αφορά όλες τις κοινωνικές επιστήμες. Περιφραστικά, το θέμα έχει να κάνει με την κόκκινη γραμμή μιας φιλελεύθερης δημοκρατίας στην έκταση της ιδιωτικοποίησης των δραστηριοτήτων που αφορούν την περιουσία και τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα του Δημοσίου.
Πρόσφατα, το Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ) ακύρωσε, κατ’ εντολήν της κυβέρνησης, την ιδιωτικοποίηση δύο βασικών λιμένων της Μακεδονίας. Της Αλεξανδρούπολης και της Καβάλας. Με δεδομένο ότι η κυβέρνηση εκπροσωπεί τη φιλελεύθερη παράταξη σε μια δημοκρατική χώρα και με δεδομένο ότι το ΤΑΙΠΕΔ αποτελεί κρατική εταιρεία αξιοποίησης της ιδιωτικής και όχι της δημόσιας περιουσίας του Δημοσίου (π.χ. τα δάση), η ενέργεια φαντάζει ως μια ενέργεια κρατικοποίησης ενός περιουσιακού στοιχείου που κατ’ αρχήν θεωρείται ιδιωτικό. Υπάρχουν μάλιστα πολλά παραδείγματα (Πειραιάς, Θεσσαλονίκη, Βόλος κ.ά.) στα οποία η κυβερνητική πολιτική ήταν και παραμένει ακριβώς η αντίθετη. Για έναν φιλελεύθερο μάλιστα οικονομολόγο είναι γνωστό ότι ισχύει η αρχή «η παρέμβαση στις τιμές και στη δημόσια ιδιοκτησία οφείλει να είναι καθαρά εμπειρική: Ιδιωτικό όπου ανήκει ιδιωτικά και δημόσια όπου χρειάζεται».
Ποια λογική λοιπόν εκπροσωπεί, σε ένα φιλελεύθερο περιβάλλον, η απόφαση για κρατικοποίηση μιας κατ’ αρχήν ιδιωτικής δημόσιας περιουσίας;
Η λογική που διαπερνά το σύνολο των κοινωνικών επιστημών και σε μικρογραφία αποτυπώνεται στο προηγούμενο ερώτημα έχει να κάνει απλά με το «τι περιμένουμε ως πολίτες να μας παρέχει το κράτος;». Ποιο είναι εκείνο το κοινό αγαθό που εκφράζει τις επιθυμίες μας για τη χώρα στην οποία θέλουμε να ζούμε εμείς και τα παιδιά μας; Ελευθερία, ισοπολιτεία, ασφάλεια, ισότητα ευκαιριών, εθνική κυριαρχία, όλα αυτά μαζί στο μέγιστο δυνατό; Ναι. Και για διευκόλυνση της συζήτησης ας τα ομαδοποιήσουμε ως τα βασικά συνταγματικά μας δικαιώματα. Αυτά που απαρτίζουν και περιλαμβάνονται στο κοινωνικό συμβόλαιο.
Το συγκεκριμένο κοινό αγαθό, στο οποίο συμποσούνται όλες αυτές οι βασικές ηθικές αξίες ως σύνολο, απαιτεί προστασία από κάθε δημοκρατική κυβέρνηση, ανεξάρτητα από την εκπεφρασμένη της πολιτική, δηλαδή μεθοδολογία εφαρμογής των κοινωνικών στόχων. Ανεξάρτητα από την ικανότητα προστασίας του κοινού αγαθού, που προφανώς είναι υπεράνω της ιδεολογικής ταυτότητας της κυβέρνησης.
Στα οικονομικά υπάρχει ένας μεγάλος διάλογος ως προς τη διαφορά μεταξύ οικονομίας και πολιτικής οικονομίας. Με τον όρο πολιτική οικονομία αναφερόμαστε στη μέθοδο με την οποία τα άτομα συλλογικά αποφασίζουν πώς θα οργανώσουν τους όρους του παιχνιδιού όπου θα λειτουργεί η οικονομική ζωή της χώρας. Πώς, συλλογικά, διαμορφώνουμε τους κανόνες οργάνωσης και λειτουργίας των θεσμών που θεραπεύουν το κοινό αγαθό. Για μια έξυπνη κυβέρνηση η κρατικοποίηση ή η ιδιωτικοποίηση δεν αποτελούν ιδεολογικό αυτοσκοπό, αλλά επιλογή, κατά την κρίση της, προς εξυπηρέτηση του κοινού αγαθού. Η επίτευξη της δικαιοσύνης και της ισοπολιτείας δεν έχει όρια για καμιά κυβέρνηση. Όσο πιο δίκαιη είναι, για παράδειγμα, η απόδοση της δικαιοσύνης τόσο καλύτερη είναι η πολιτική εξουσία.
Έτσι, και κάθε μεταρρύθμιση ή αντιμεταρρύθμιση δεν οφείλει να ακολουθεί ιδεολογικές δουλείες και προκαταλήψεις, αλλά οφείλει να στοχεύει απλά ως μέσο προστασίας και εξυπηρέτησης των βασικών κοινωνικών αξιών. Ένας από τους μεγαλύτερους πολιτικούς φιλοσόφους του 20ού αιώνα, ο J. Rawls, αναφερόμενος στη συσχέτιση της οικογένειας με την κοινωνία των πολιτών, αναφέρει τα εξής: «Η οικογένεια είναι μέρος της βασικής κοινωνίας των πολιτών καθώς παίζει έναν πρωταρχικό ρόλο στην εμπέδωση της παραγωγής και της αναπαραγωγής της κοινωνίας, μαζί με την κουλτούρα που περνά από τη μία γενιά στην άλλη, διαμορφώνοντας την κοινωνική συνέχεια. Ας μη ξεχνάμε ότι μία πολιτική κοινωνία είναι πάντοτε ένα σχήμα συνεργασίας στον χρόνο». Απλώς η κοινωνία είναι μια μεγέθυνση του θεσμού της οικογενειακής ισορροπίας. Με όλες τις τριβές, τις αντιθέσεις και τις επιδιώξεις της μέσα στο σύνολο των υπολοίπων κοινωνιών.
Ας επιστρέψουμε τώρα στον μικρόκοσμό μας, εκείνον της ανατροπής της ιδιωτικοποίησης των δύο λιμανιών από μια, κατά τα άλλα, φιλελεύθερη κυβέρνηση. Έχοντας μάλιστα όχι μόνο τα εθνικά προηγούμενα (π.χ. Πειραιάς κ.ά.) αλλά και τα διεθνή παραδείγματα, όπως το πρόσφατο του Αμβούργου. Γιατί οι Γερμανοί αποφάσισαν την ιδιωτικοποίηση και εμείς όχι;
Στόχος μας είναι να ελέγξουμε κατά πόσο η κυβέρνηση ξεπέρασε κάποια κόκκινη γραμμή του φιλελευθερισμού ή, αντίθετα, την προσδιόρισε ιδεολογικά. Εκεί δηλαδή που η απλοϊκή θεώρηση υποστηρίζει ότι η ιδιωτικοποίηση, η αγορά και τα ατομικά κίνητρα αξιοποιούν στο μέγιστο τη δημόσια περιουσία, και άρα θα πρέπει να ιδιωτικοποιηθεί κάθε μορφή της, ρωτάμε αν είναι σκόπιμο να δεχθούμε ότι αποφάσεις ιδιωτικοποίησης που παραβιάζουν τις βασικές κοινωνικές αξίες ξεπερνούν την κόκκινη γραμμή, που αποτελεί το όριο της κοινωνικής ισορροπίας.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία άλλαξε τελείως τα έως τότε δεδομένα στις διεθνείς σχέσεις. Έκλεισε τα σύνορα σε θέματα εθνικής ασφάλειας και εθνικής αλλά και ευρωπαϊκής αυτονομίας. Η Αλεξανδρούπολη απέκτησε στρατηγική σημασία στη συμμαχική κάλυψη των αμυντικών δυνατοτήτων όχι μόνο της χώρας αλλά και της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων. Η Καβάλα, με τον φυσικό αποταμιευτήρα του Πρίνου, αποτελεί διέξοδο ενεργειακής ανεξαρτησίας για όλες της προαναφερθείσες περιοχές. Υπό αυτές τις συνθήκες ρωτάμε: Είναι σκόπιμο η φιλελεύθερη πολιτική να οδηγήσει σε ιδιωτικοποίηση των συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων ή η πιθανή ζημία από τη διατήρηση της κρατικής ιδιοκτησίας μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη νέων δεσμών συνεργασίας με τις όμορες και όχι μόνο χώρες; Το κοινό αγαθό της προστασίας της ισοπολιτείας ή της εθνικής ασφάλειας των χωρών αυτών από τη χώρα μας δεν πρέπει να συνεκτιμηθεί με το πιθανό όφελος από την ιδιωτικοποίηση; Δεν είναι σκόπιμο τα συγκεκριμένα δύο λιμάνια να παραμείνουν, έστω και με κόστος, στη δημόσια ιδιοκτησία και διαχείριση;
Αυτήν τη λογική ας τη διευρύνουμε τώρα είτε στις παρακολουθήσεις, είτε στον έλεγχο των πληροφοριών σ’ ένα σύγχρονο σύστημα επικοινωνιών, είτε γενικά στην ιδιοκτησία και στη διαχείριση των δικαιωμάτων του Δημοσίου. Από την προστασία του περιβάλλοντος μέχρι την ασφάλεια –ατομική και εθνική–, τη δικαιοσύνη, την υγεία, την παιδεία κ.ά. Προσοχή, στην αξιολόγηση των βασικών κοινωνικών αξιών δεν αναφέρομαι στη συγκεκριμένη τους αποτύπωση στα δημόσια νοσοκομεία ή στα σχολεία και στα πανεπιστήμια. Η αναφορά γίνεται σε σχέση με την επιθυμία των πολιτών της χώρας για όλα αυτά τα στοιχεία που ενσωματώνονται σε ένα, το κοινό αγαθό, που λέγεται «η Ελλάδα που θέλουμε να ζούμε εμείς και τα παιδιά μας».
Ο διάλογος μεταξύ κρατικού ή ιδιωτικού δεν αφορά τις αξίες. Όπως δεν μας ικανοποιεί η απόδοση της παιδείας ή της δικαιοσύνης ή της ασφάλειας ή της υγείας, και δικαιολογημένα θέλουμε ακόμη περισσότερο, έτσι και δεν θεωρούμε αντιφιλελεύθερο να επανακρατικοποιούμε ή να διατηρούμε υπό δημόσιο έλεγχο δραστηριότητες που περιορίζουν το εύρος του κοινού αγαθού, ακόμη κι αν αυτό είναι η απόρρητη και προσωπική για τον καθένα μας πληροφορία. Γιατί, ουσιαστικά, δεν είναι η αρχή της ισοπολιτείας την οποία όλοι υπηρετούν και επιδιώκουν, αλλά η κριτική που οδηγεί σε βελτίωση της διαδικασίας προστασίας του κοινού αγαθού.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό: e-forologia.gr