Άννα Ευθυμίου στο “Π”: Για γυναικοκτόνους και παιδοβιαστές τα ισόβια να είναι ισόβια
Της
ΑΝΝΑΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ
Βουλευτού Α’ Θεσσαλονίκης της Νέας Δημοκρατίας, Δικηγόρου
Κακοποιητικές συμπεριφορές σεξουαλικής εκμετάλλευσης και εν γένει κακοποίησης γυναικών και ανηλίκων εμφανίζουν έξαρση. Η κυβέρνηση έχει συγκροτήσει το Εθνικό Σχέδιο Δράσης κατά της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης, που στόχο έχει τη μηδενική ανοχή στη σεξουαλική βία κατά των παιδιών αλλά και σε κάθε μορφή εκμετάλλευσής τους. Ομοίως, έχει λάβει ποικίλες νομοθετικές πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας.
Σε επίπεδο καταστολής, αποδείχθηκε ότι η τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα από την κυβέρνηση τον περασμένο Νοέμβριο και η αυστηροποίηση της ποινικής μεταχείρισης εγκλημάτων ιδιαίτερης ηθικής απαξίας είναι στη σωστή κατεύθυνση. Πλέον, για τον βιασμό ανηλίκου επιβάλλεται η μοναδική ποινή της ισόβιας κάθειρξης, όπως και για τον ομαδικό βιασμό και για την ανθρωποκτονία.
Όταν διαπράττονται δολοφονίες γυναικών, προφανώς πρόκειται περί ανθρωποκτονιών. Ωστόσο, το έγκλημα της γυναικοκτονίας δεν είναι μόνο ανθρωποκτονία. Και τούτο διότι στην τέλεση της γυναικοκτονίας συντελείται, αφενός, η ακραία εγκληματική συμπεριφορά με τη βίαιη αφαίρεση της ζωής ενός ανθρώπου και, αφετέρου, η ακραία θανατογόνος μορφή εκείνης της βίας που ονομάζεται έμφυλη ή σεξιστική βία. Δηλαδή, πρόκειται για το γεγονός της δολοφονίας γυναικών εξαιτίας του φύλου τους, εξαιτίας του ότι είναι γυναίκες.
Επομένως, στην περίπτωση της γυναικοκτονίας, κατά την οποία πλήττονται δύο προστατευόμενα έννομα αγαθά, τόσο της ζωής όσο και του δικαιώματος των γυναικών να απολαμβάνουν μια ζωή χωρίς διακρίσεις, η βαρύτερη τιμώρηση του αδικήματος αυτού θα ήταν ιδιαίτερα επωφελής. Αυτό θα μπορούσε να γίνει με διάφορους τρόπους, κατόπιν τροποποίησης του Ποινικού Κώδικα.
Ανεξάρτητα από το αν θα πραγματοποιηθεί μια γενναία νομοθετική πρωτοβουλία για τη ρύθμιση της αντιμετώπισης των γυναικοκτονιών υπό το ανωτέρω πρίσμα, θεωρώ ότι οι καταδικασθέντες για τέτοια αδικήματα θα πρέπει να εκτίουν το σύνολο της επιβληθείσας από το δικαστήριο ποινής και να μην εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ποινικού Κώδικα που ρυθμίζουν την απόλυση καταδίκου υπό όρο.
Το ίδιο θα πρέπει να ισχύει και στην περίπτωση της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης. Δεδομένου ότι είναι από τα πιο ειδεχθή αδικήματα, με τεράστια ηθική απαξία και κοινωνική κατακραυγή, και δικαιολογημένα, καθίσταται αναγκαία η εκ νέου αυστηροποίηση της ποινικής μεταχείρισής τους. Με άλλα λόγια, τα ισόβια να είναι ισόβια.
Και αυτό διότι έχει καταδειχθεί από επιστημονικές μελέτες ότι οι δράστες τέτοιων αδικημάτων δεν σωφρονίζονται στις περισσότερες περιπτώσεις από την ποινή τους, αλλά διαπράττουν και πάλι τα ίδια αδικήματα. Επομένως, είναι εύλογο, αφού δεν είναι αποτελεσματικός ο σωφρονισμός, τουλάχιστον να εκτίουν το σύνολο της ποινής, μακριά από κάθε δυνατότητα υποτροπής και διάπραξης εκ νέου των ίδιων αδικημάτων.
Η ευθύνη μας, ως κοινωνίας και ως Πολιτείας, απέναντι σε τέτοια φαινόμενα είναι τεράστια. Η παιδεία και η αλληλεγγύη των μελών της κοινωνίας είναι καθοριστικός οδηγός για τη μείωση των περιστατικών. Η Πολιτεία οφείλει να ενεργεί στο πλαίσιο του θεσμικού της ρόλου, εμπεδώνοντας το μήνυμα ότι δεν υπάρχει καμία ανοχή σε τέτοιες φρικτές πράξεις.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό: newsbreak.gr