Δημοσκοπήσεις και πολιτικοί συσχετισμοί στην αβεβαιότητα και στην κρίση – Του Ν. Στραβελάκη

Δημοσκοπήσεις και πολιτικοί συσχετισμοί στην αβεβαιότητα και στην κρίση – Του Ν. Στραβελάκη

–Σκέψεις πριν από την απεργία της Τετάρτης 9 Νοεμβρίου


Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού
και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών


Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από εντάσεις, αβεβαιότητες και παράδοξα. Στη Μεγάλη Βρετανία, η πρωθυπουργία της Λιζ Τρας κράτησε 44 ημέρες, ενώ ο διάδοχός της Ρίσι Σούνακ αποτελεί ήδη πηγή αντιπαραθέσεων στο ίδιο του το κόμμα.

Την ίδια ώρα, η ακροδεξιά, θαυμάστρια του Μουσολίνι, Τζόρτζια Μελόνι ορκίσθηκε νέα πρωθυπουργός της Ιταλίας, ο ακροδεξιός Μπολσονάρου υπέστη συντριπτική εκλογική ήττα στη Βραζιλία και o Σι Τζινπίνγκ είναι για μια ακόμη θητεία γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, κάνοντας το Αλ Τζαζίρα να τον συγκρίνει με τον Μάο. Όλες αυτές οι πολιτικές εξελίξεις και ανακατατάξεις συμβαίνουν ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται για ένατο μήνα.

Αρκετοί είναι εκείνοι που αναρωτιούνται πώς διαμορφώνεται η εκλογική συμπεριφορά σε αυτό το περιβάλλον ρευστότητας. Η αμερικανίδα δημοσιογράφος Λιζ Ντρου σε άρθρο της στο Project Syndicate (25/10/2022) επισημαίνει ότι κατά την επικράτηση της πολιτικής Ρίγκαν στις ΗΠΑ, τη δεκαετία 1980, η συντηρητική ρητορική πέρασε στη μεγάλη πλειοψηφία του εκλογικού σώματος μόλις μία εβδομάδα πριν από τις εκλογές του 1980, για να παραμείνει για μια γενεά.

Με άλλα λόγια, επισημαίνει ότι σε περιόδους ανακατατάξεων, είτε προς τα δεξιά είτε προς τα αριστερά, όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ό χρόνος. Καταλήγει, δε, λέγοντας ότι σε τέτοιες εποχές οι δημοσκοπήσεις μπορεί να είναι παραπλανητικές, γιατί δεν αποτυπώνουν την ένταση των ζητημάτων που κρίνουν την εκλογική συμπεριφορά.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πολιτική συζήτηση στην Ελλάδα. Όλοι βλέπουν τις δημοσκοπήσεις στατικά. Παίρνουν τους αμφιβόλου αξιοπιστίας συσχετισμούς που καταγράφουν και τους προβάλλουν σε μια στείρα εκλογική αριθμητική, που για άλλους έχει σκοπό το να καταδείξει το εφικτό της αυτοδυναμίας, για άλλους της προοδευτικής διακυβέρνησης, ενώ για τους πιο ψαγμένους είναι προάγγελος μιας κυβέρνησης τεχνοκρατών.

Από την όλη συζήτηση γύρω από τους συσχετισμούς απουσιάζει η ένταση θεμάτων όπως ο πληθωρισμός και η ακρίβεια, η αύξηση των επιτοκίων, οι πλειστηριασμοί, τα ελληνοτουρκικά αλλά και τα ζητήματα δημοκρατίας που αναδεικνύουν το σκάνδαλο των υποκλοπών και το «σκάνδαλο Πάτση».

Το εγχώριο κατεστημένο μοιάζει καθησυχασμένο από το γεγονός ότι καμιά πλευρά δεν προωθεί ένα αξιόπιστο πολιτικό αφήγημα για τα σημαντικά αυτά ζητήματα και ως εκ τούτου αναμένει ότι οι συσχετισμοί θα ακολουθήσουν την περπατημένη. Αυτό που δεν καταλαβαίνουν είναι ότι αυτό που καθορίζει την υιοθέτηση του βασικού αφηγήματος οποιασδήποτε πλευράς δεν είναι μόνο η δύναμη του αφηγήματος.

Σημαντικό ρόλο παίζει η ένταση των προβλημάτων αλλά και η λαϊκή κινητικότητα. Ας θυμηθούμε τι συνέβη την περίοδο του 2012. Δεν ήταν η πειστικότητα του αφηγήματος του ΣΥΡΙΖΑ που άλλαξε τους συσχετισμούς. Όλοι γνώριζαν ότι ήταν ένα σχήμα γεμάτο κενά και γενικές αναφορές σε διαπραγματεύσεις. Αυτό που έκανε τον κόσμο να το υιοθετήσει ήταν η ένταση των προβλημάτων που έφεραν τα Μνημόνια και η κινητοποίηση του κόσμου στις πλατείες.

Εξίσου ελλιπές ήταν και το αφήγημα της Νέας Δημοκρατίας το 2019. Βασιζόταν στην απογοήτευση του κόσμου για την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, που είχε αποτέλεσμα τη μείωση της συμμετοχής στις εκλογές, και στη συσπείρωση του συντηρητικού κόσμου, που αναζητούσε μια πολιτική ρεβάνς απέναντι στην κοινωνία.

Βέβαια, σε αυτές τις περιπτώσεις παίζει ρόλο η συνολικότερη αξιοπιστία των πολιτικών δυνάμεων. Σε αυτό το επίπεδο, τόσο η Νέα Δημοκρατία όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τα πηγαίνουν και τόσο καλά. Η αξιοπιστία της Νέας Δημοκρατίας έχει σχεδόν καταρρεύσει σημαντικά, κάτω από το βάρος των σκανδάλων, ιδιαίτερα με το «σκάνδαλο Πάτση», όπως παραδέχονται ακόμη και οι δημοσκόποι του κόμματος. Η ρητορική της έχει μεταβληθεί και πλέον προσπαθεί να συσπειρώσει τον κόσμο της επιτιθέμενη στον ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, προσπαθεί να απευθυνθεί και να κινητοποιήσει εκλογικά τον αριστερό κόσμο γύρω από τα ζητήματα δημοκρατίας, με έμφαση στις υποκλοπές. Προσπαθεί έτσι να εμφανιστεί ως εγγυητής των δημοκρατικών δικαιωμάτων, τα οποία θα εξασφαλίσει όταν «φύγει ο Μητσοτάκης», ξεχνώντας τις ανακολουθίες της δικής του πολιτικής.

Στο επίπεδο των συσχετισμών, τα παραπάνω σημαίνουν ότι όσο τα προβλήματα θα συνεχίσουν να οξύνονται στη νέα φάση της κρίσης τόσο θα αυξάνει η πιθανότητα ανακατατάξεων στους πολιτικούς συσχετισμούς, αρκεί ο κόσμος κινητοποιείται για τα προβλήματά του. Με αυτήν τη λογική, η συμμετοχή στην απεργία και στην απεργιακή συγκέντρωση την επόμενη Τετάρτη 9 Νοεμβρίου θα δείξει και την πιθανότητα εκπλήξεων στους πολιτικούς συσχετισμούς και ανατροπής της εκλογικής αριθμητικής των κυρίαρχων πολιτικών δυνάμεων.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ