Παγίδα στήνει ο Ερντογάν

Παγίδα στήνει ο Ερντογάν

Προσπαθεί να σύρει την Ελλάδα σε διμερή διάλογο

–Πιέζει τις ΗΠΑ να αλλάξουν τη στάση τους απέναντι στην Ελλάδα
–Ανοιχτό παραμένει το ενδεχόμενο θερμού επεισοδίου

Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ


Mετά από μια περίοδο πρωτοφανούς κλιμάκωσης της επιθετικής ρητορικής εναντίον της χώρας μας, η Τουρκία επιδιώκει τώρα να εμφανιστεί ως η αθώα περιστερά (!), προτείνοντας διάλογο, την ώρα βεβαίως που κάθε άλλο παρά ρίχνει τους τόνους, συνεχίζοντας την καθημερινή εκτόξευση απειλών.

Με αφετηρία τη συνάντηση των υπουργών Άμυνας των δύο χωρών, Νίκου Παναγιωτόπουλου και Χουλουσί Ακάρ στις Βρυξέλλες, στο πλαίσιο της Συνόδου του ΝΑΤΟ, δρομολογήθηκε συστηματικά από όλη την τουρκική ηγεσία μια επικοινωνιακή επίθεση. Έτσι, χωρίς να υπάρχει ουδεμία μετακίνηση από τις ακραίες θέσεις, προβάλλεται η Τουρκία ως το μέρος που θέλει και επιθυμεί τον διάλογο για την επίλυση των διαφορών, με την Ελλάδα να είναι αυτή που τον αρνείται και καταφεύγει σε… μονομερείς, προκλητικές ενέργειες.

Αυτή η τακτική αποτελεί μελετημένη μεθόδευση προκειμένου να πλήξει και να υπονομεύσει τις συμμαχίες της Ελλάδας και να αποδυναμώσει τη στήριξη που έχει, έστω και σε θεωρητικό επίπεδο, από την ΕΕ και την Ουάσιν­γκτον και συγχρόνως να μετατρέψει την οποιαδήποτε προσπάθεια επανάληψης των επαφών ή του οργανωμένου διαλόγου σε παγίδα διαπραγμάτευσης επί όλων των τουρκικών διεκδικήσεων και μάλιστα υπό το βάρος και τη σκιά της ευθείας στρατιωτικής απειλής.

Η τουρκική ηγεσία δεν κρύβει ότι θέ­λει να εμπλέ­ξει τα ελληνοτουρκικά στο μεγάλο παζάρι που κάνει με την κυβέρνηση Μπάιντεν, το οποίο δεν περιορίζεται φυσικά μόνο στην άνευ όρων πώληση και αναβάθμιση των F-16, αλλά αφορά τον επανακαθορισμό των αμερικανοτουρκικών σχέσεων μετά και τον πόλεμο στην Ουκρανία και την προκλητική επίδειξη της διάθεσης του τούρκου ηγέτη να στραφεί προς Ανατολάς, ώστε η «Μεγάλη Τουρκία», όπως την οραματίζεται, να ξεφύγει από τον εναγκαλισμό και τους περιορισμούς που θέτει η τοποθέτησή της στο δυτικό στρατόπεδο.

Η δεύτερη –μέσα σε λίγες ημέρες– επικοινωνία του Ιμπραήμ Καλίν, του πιο στενού συνεργάτη του Προέδρου Ερντογάν, με τον σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ Τζέικ Σάλιβαν δεν περιορίστηκε μόνο στο θέμα του πολέμου στην Ουκρανία και στην υπόθεση των F-16, αλλά και σε αυτό της Ανατολικής Μεσογείου!

Είναι ενδιαφέρον ότι για την τελευταία επικοινωνία που είχαν δεν δόθηκε καμία πληροφορία από αμερικανικής πλευράς. Αντιθέτως, ο κ. Καλίν αποκάλυψε ότι ζήτησαν από τους Αμερικανούς να μην εγκαταλείψουν την ισορροπημένη στάση που είχαν μέχρι τώρα μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας και να λάβουν υπόψη τους ότι με την ενίσχυση που προσφέρουν στην Ελλάδα… ενθαρρύνουν την προκλητική στάση της Ελλάδας, ενώ αμερικανικοί εξοπλισμοί καταλήγουν στα νησιά, κατά παράβαση των συνθηκών.

Η Τουρκία επιδιώκει έτσι να επιτύχει τουλάχιστον μια δέσμευση των Αμερικανών ότι δεν θα στραφούν προς την Ελλάδα, θέτοντας ως όρο να μη μεταφέρο­νται οι αμερικανικοί εξοπλισμοί στα νησιά ή να α­ποσυρθούν, εάν έχουν ήδη εγκατασταθεί σε αυτά.

Με τον τρόπο αυτό ελπίζει η Τουρκία ότι θα επιτύχει τη νομιμοποίηση της απαίτησής της για αφοπλισμό των νησιών, αποκτώντας εμμέσως τη στήριξη των ΗΠΑ.

Βεβαίως, αν οι Αμερικανοί έ­μπαιναν στον πειρασμό να θέσουν τέτοιο ζήτημα, είναι προφανές ότι αυτό θα οδηγούσε σε σοβαρή κρίση στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις και σε σοβαρό βραχυκύκλωμα όσον αφορά την αμερικανική στρατιωτική παρουσία στην Ελλάδα αλλά και στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ.

Όμως η Άγκυρα συστηματικά τις τελευταίες ημέρες, χωρίς να έχει σταματήσει τις απειλές, επανέρχεται στη γνωστή προβολή της διάθεσής της για διάλογο και αυτό είναι ενδεικτικό του πώς θα κινηθεί το επόμενο διάστημα. Ο ίδιος ο κ. Καλίν έσπευσε να δηλώσει ότι και οι επαφές μεταξύ των υπουργών Άμυνας πρέπει να συνεχισθούν και οι διερευνητικές συνομιλίες να επαναληφθούν, όπως και οι επαφές για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (κατηγορώντας, ψευδώς, την Ελλάδα ότι ευθύνεται για τη διακοπή τους).

Έσπευσε όμως να θέσει ως όρο τον αφοπλισμό των νησιών, κάτι που φυσικά δεν αφήνει κανένα περιθώριο προκειμένου να αρχίσει έστω η διερεύνηση των δυνατοτήτων επανάληψης του διαλόγου.

Εξάλλου, η συζήτηση για τα ΜΟΕ δεν μπορεί να έχει κανένα περιεχόμενο, όσο η Τουρκία επιμένει να προκαλεί με καθημερινές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου και υπερπτήσεις ελληνικών νησιών και νησίδων, καθώς τότε τα ΜΟΕ θα έχαναν το περιεχόμενό τους και θα μετατρέπονταν πρακτικά σε διαδικασία αποδοχής των τουρκικών προκλήσεων και απλώς μείωσης της πιθανότητας ατυχήματος, επιβάλλοντας αυτοσυγκράτηση στην ελληνική πλευρά.

Όσο για τις διερευνητικές, με θέσεις όπως αυτές που εκφράζονται από την Τουρκία και εξαφανίζουν πλήρως τα νησιά από τις οριοθετήσεις θαλασσίων ζωνών, με επικείμενη την ενεργοποίηση και την εφαρμογή του τουρκολιβυκού μνημονίου αλλά και με δηλωμένη την πρόθεση της Τουρκίας να θέσει στην ατζέντα θέμα αποστρατιωτικοποίησης των νησιών, οι δύο αντιπροσωπείες θα διέκοπταν τη συνάντησή τους πριν περάσουν πέντε λεπτά…

Όμως το περιβάλλον που διαμορφώνει η Άγκυρα γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρο: Δημιουργεί κλίμα αποσταθεροποίησης στην περιοχή, το οποίο δεν επιθυμεί κανένας, προκαλεί ανησυχία για την πρόκληση θερμού επεισοδίου, το οποίο θα έχει σοβαρότατες συνέπειες για ολόκληρη την περιοχή αλλά και για το ΝΑΤΟ, φορτώνει διαρκώς την ατζέντα των ελληνοτουρκικών, ώστε είτε σε μια άσκηση προληπτικής διπλωματίας από τις ΗΠΑ είτε σε μια παρέμβαση μετά από ένα έστω και τυχαίο επεισόδιο το τραπέζι του διαλόγου που θα έχει στρώσει η ίδια να είναι μονόδρομος.

Αυτή είναι η μεγάλη παγίδα που στήνει συστηματικά η Τουρκία, το μέγεθος της οποίας δείχνει να μην αντιλαμβάνεται επαρκώς η ελληνική κυβέρνηση, η οποία λίγο – πολύ είχε σπεύσει να χαιρετίσει τη συνάντηση Παναγιωτόπουλου – Ακάρ ως βήμα προς την κατεύθυνση της αποκλιμάκωσης. Η Αθήνα, αντί να επαναπαύεται στην εξωτερική πολιτική δημοσίων σχέσεων και να θεωρεί ότι μοιράζοντας δισ. δεξιά και αριστερά για εξοπλισμούς αγοράζει και συμμαχίες, θα πρέπει να σημάνει συναγερμό, να ενημερώσει όλη τη διεθνή κοινότητα για το τι συμβαίνει στα νησιά, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο και να ξεκαθαρίσει ότι διάλογος επί των μονομερών τουρκικών διεκδικήσεων δεν μπορεί να υπάρξει, καθώς θα συνιστούσε αποδοχή συνθηκολόγησης, χωρίς μάλιστα να έχει ηττηθεί επί του πεδίου. Και στην κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να κινηθεί τάχιστα και προς την Ουάσινγκτον αλλά και προς την Ευρώπη.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ