Χρ. Σταϊκούρας στο “Π”: Το Προσχέδιο Προϋπολογισμού του 2023 ως καθρέφτης της δυναμικής της οικονομίας μας

Χρ. Σταϊκούρας στο “Π”: Το Προσχέδιο Προϋπολογισμού του 2023 ως καθρέφτης της δυναμικής της οικονομίας μας

Του
ΧΡΗΣΤΟΥ ΣΤΑΪΚΟΥΡΑ
Υπουργού Οικονομικών


Ξεκινά, αύριο, στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής η συζήτηση του Προσχεδίου του Κρατικού Προϋπολογισμού του έτους 2023. Προϋπολογισμός που καταρτίζεται υπό συνθήκες εξαιρετικά υψηλής αβεβαιότητας για τις γεωπολιτικές εξελίξεις –σε παγκόσμιο επίπεδο– και για τις επιπτώσεις τους στον ενεργειακό τομέα και στον πληθωρισμό.

Προϋπολογισμός που καλείται, συνεπώς, να συγκεράσει προκλήσεις που απορρέουν από τη γεωπολιτική ρευστότητα, την ενεργειακή κρίση, τις έντονες πληθωριστικές πιέσεις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις αλλά και την ανάγκη να διατηρηθεί η δημοσιονομική ισορροπία και να συνεχιστεί η συστηματική, σκληρή δουλειά, η οποία συντελείται την τελευταία τριετία από πολιτεία και πολίτες –παρά τις αντίξοες, διεθνώς, περιστάσεις– για μια Ελλάδα ακόμα πιο ισχυρή, πιο παραγωγική, εξωστρεφή, πράσινη, χωρίς αποκλεισμούς και ανισότητες.

Οι παραπάνω προκλήσεις είναι, αναντίρρητα, μεγάλες και σύνθετες. Ωστόσο, βρίσκουν τη χώρα να έχει ανταποκριθεί αποτελεσματικά στις διαδοχικές και επάλληλες, εξωγενείς κρίσεις και να έχει θέσει στέρεες βάσεις για το μέλλον, υλοποιώντας –με συνέπεια– το κυβερνητικό πρόγραμμα.

Ειδικότερα στο πεδίο της οικονομίας το γεγονός αυτό αποτυπώνεται πλήρως στο Προσχέδιο του Προϋπολογισμού, το οποίο αντανακλά την ισχυρή δυναμική που διατηρεί η ελληνική οικονομία μέσα στο δυσμενές διεθνές περιβάλλον που περιγράφηκε πιο πάνω.

Δυναμική που αποτυπώνεται στην εκτίμησή μας για ανάπτυξη ύψους 5,3% φέτος –έναντι προηγούμενης εκτίμησης για 3,1%, που είναι και ο ευρωπαϊκός μέσος όρος– και στην πρόβλεψη για ανάπτυξη 2,1% το 2023, έναντι 1,4% του μέσου όρου της Ευρωζώνης, σύμφωνα με τις θερινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και 0,9% σύμφωνα με τις προβλέψεις Σεπτεμβρίου 2022 της ΕΚΤ.

Οι προβλέψεις μας για την ελληνική οικονομία είναι απολύτως ρεαλιστικές, όπως πιστοποιούν οι εκτιμήσεις εγχώριων και διεθνών φορέων, που βάζουν ακόμα ψηλότερα τον πήχη της φετινής οικονομικής μεγέθυνσης στη χώρα μας.

Μεγέθυνση η οποία πηγάζει, κυρίως, από την εντυπωσιακή αύξηση των επενδύσεων και των εξαγωγών, προσδίδοντας βιωσιμότητα στην ανάπτυξη. Το 2022 αναμένεται ρεκόρ άμεσων ξένων επενδύσεων και εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών, ενώ η Ελλάδα εξάγει, πλέον, σήμερα περισσότερο από τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία.

Παράλληλα, καταγράφεται σημαντική μείωση της ανεργίας, στο 12,9% το τρέχον έτος και 12,6% το 2023.

Και όλα αυτά μολονότι ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 8,8% φέτος. Ενώ, για το 2023, υπό τις εξαιρετικά αβέβαιες συνθήκες διαμόρφωσης προβλέψεων και με βάση τις τρέχουσες τιμές μελλοντικών συμβολαίων της ενέργειας, ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή αναμένεται να αυξηθεί κατά 3%, έναντι 4% της Ευρωζώνης, σύμφωνα με τις θερινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Όσον αφορά το δημοσιονομικό πεδίο, το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού ενσωματώνει τον βασικό μας στόχο για δημοσιονομική σταθερότητα. Εκτιμούμε ότι το έλλειμμα φέτος θα είναι μικρότερο από 2% και θα επιστρέψουμε σε πρωτογενή πλεονάσματα το 2023. Ιδιαιτέρως σημαντικό είναι ότι η συγκράτηση του ελλείμματος το 2022 οφείλεται, πρωτίστως, στην πολύ καλή πορεία της ελληνικής οικονομίας.

Μια οικονομία που εκπέμπει ασφάλεια, σταθερότητα και αυτοπεποίθηση και συγκαταλέγεται, πλέον, στις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ευρώπης.

Το αποτέλεσμα αυτό υποστηρίχθηκε εντός του 2022 από δημοσιονομικά μέτρα ύψους 4,7 δισ. ευρώ για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, μέτρα ύψους 4,3 δισ. ευρώ για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης αλλά και μεταρρυθμίσεις προς όφελος των πολιτών, όπως είναι η διπλή αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 9,7% συνολικά μέσα στο 2022 –ενώ θα ακολουθήσει νέα, τρίτη, αύξηση το 2023–, η περαιτέρω μόνιμη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 35% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2018 και η κατάργηση του φόρου γονικών παροχών-δωρεών.

Πέρα από τα δημοσιονομικά μέτρα, στηρίξαμε νοικοκυριά και επιχειρήσεις έναντι των οικονομικών επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης, παρέχοντας σημαντικές επιδοτήσεις στους λογαριασμούς τους, μέσω του μηχανισμού που δημιουργήσαμε για την αξιοποίηση των υπερκερδών των εταιρειών, και ανεβάζοντας έτσι το συνολικό ύψος των μέτρων στήριξης στα 13 δισ. ευρώ για φέτος.

Αποδεικνύεται, επομένως, ότι καταφέραμε να χτίσουμε ισχυρά «αναχώματα» στις παρούσες κρίσεις –στηρίζοντας την κοινωνία και την οικονομία μέσω ενός συνεκτικού, ρεαλιστικού πλέγματος μέτρων–, αλλά και να συνεχίσουμε την εφαρμογή μιας συνετής, φιλοαναπτυξιακής και φιλοεπενδυτικής, μεταρρυθμιστικής οικονομικής πολιτικής, που περιλαμβάνει μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, κυρίως για τη μεσαία τάξη και τους οικονομικά πιο ευάλωτους.

Η πολιτική αυτή αποτέλεσε «κλειδί», ώστε ο Προϋπολογισμός του 2023 να είναι ο πρώτος κρατικός προϋπολογισμός τα τελευταία δώδεκα έτη που καταρτίζεται εκτός του πλαισίου μνημονιακής επιτήρησης ή ενισχυμένης εποπτείας.

Πρόκειται για μια σημαντική επιτυχία για τη χώρα μας. Επιτυχία η οποία, όμως, καταδεικνύει την εθνική ευθύνη απέναντι στις θυσίες των πολιτών τα προηγούμενα χρόνια αλλά και στη νέα γενιά, να διατηρηθεί η δημοσιονομική ισορροπία, με βάση ίδιες δυνάμεις, ακόμη και κάτω από αντίξοες διεθνείς συγκυρίες, όπως είναι οι σημερινές.

Συνεπώς, το βασικό όπλο οικονομικής άμυνας της χώρας είναι η συνετή δημοσιονομική διαχείριση, την οποία συνεχίζουμε να ασκούμε, αξιοποιώντας στον μέγιστο δυνατό βαθμό τα διαθέσιμα δημοσιονομικά περιθώρια και πόρους για να αμβλύνουμε τις επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης και του συνακόλουθου υψηλού πληθωρισμού σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, αλλά χωρίς να υπονομεύουμε το αύριο.

Η συγκυρία παραμένει εξαιρετικά κρίσιμη, γεμάτη αβεβαιότητες και προκλήσεις. Έχουμε, όμως, αποδείξει τα τελευταία τρία χρόνια ότι, πολίτες και πολιτεία, ξέρουμε πού βρισκόμαστε, πώς μπορούμε να παραμένουμε όρθιοι σε τρικυμιώδεις καιρούς και πώς να συνεχίζουμε με δύναμη, αυτοπεποίθηση και μεθοδικότητα την πορεία μας για την επίτευξη υψηλής, βιώσιμης ανάπτυξης, τη δημιουργία ακόμα περισσότερων ποιοτικών θέσεων εργασίας και την περαιτέρω ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ