Τυχοδιωκτισμός Ερντογάν με την Ελλάδα για πολιτική σωτηρία
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Ενώ επιδεινώνεται η κρίση στην Ευρώπη, με την κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία, η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με τον απτό κίνδυνο συρράξεως με την Τουρκία του Ερντογάν. Ο τελευταίος συνδέει το όραμά του για μια Ισλαμιστική Τουρκία, που θα αναβιώσει, υπό νέους όρους, το Οθωμανικό αυτοκρατορικό παρελθόν, με τη δική του πολιτική σωτηρία.
Οι δημοσκοπήσεις φέρουν τον Ερντογάν δεύτερο και τρίτο στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων στις αναμενόμενες, κατά το προσεχές έτος, Τουρκικές εκλογές. Το ενδεχόμενο εκλογικής ήττας υπολαμβάνεται με πολύ διαφορετικό τρόπο από κυβερνήσεις που προσλαμβάνουν, πολιτικά και ιδεολογικά, καθεστωτικό χαρακτήρα και συνδέουν την πολιτική επιβίωση του ηγέτη τους με μεγαλομανείς στόχους επεκτατισμού και ηγεμονισμού. Πολύ περισσότερο όταν η εκλογική ήττα περιέχει επιπλέον τον κίνδυνο προσωπικών περιπετειών και διώξεων για τον ίδιο τον Ερντογάν και την οικογένειά του, λόγω του αυταρχικού τρόπου διακυβερνήσεως και των σκανδάλων που καταγγέλλονται ότι συνδέονται με τον ίδιο.
Υπό τις συνθήκες αυτές και με δεδομένη μέχρι τώρα την αποτυχία του να εκβιάσει τις ΗΠΑ με το γνωστό διπλό παιχνίδι ισορροπίας μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, για να αποσπάσει ανταλλάγματα, ο Τούρκος ηγέτης έχει περιέλθει σε δύσκολη θέση και βλέπει ως μόνη διέξοδο τον παροξυσμό της κρίσεως με την Ελλάδα, με στόχο να αποκομίσει νίκες με τη δημιουργία τετελεσμένων γεγονότων.
Τα τετελεσμένα γεγονότα συνδέονται με κινήσεις επιβολής των γνωστών Τουρκικών απόψεων και επιδιώξεων σε θέματα υφαλοκρηπίδος και ΑΟΖ, αλλά και σε θέματα που συνδέονται με τις Τουρκικές διεκδικήσεις νησιών και νησίδων του Αιγαίου και με την καταγγελλόμενη στρατιωτικοποίηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, με υποτιθέμενη παράβαση της Συνθήκης της Λωζάννης.
Στο πνεύμα αυτό, η Άγκυρα αποστέλλει, τη φορά αυτή, ερευνητικό σκάφος δυτικά της Λέσβου, συνδυάζοντας τις διεκδικήσεις για την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ του Αιγαίου με την εκστρατεία που έχει αναλάβει κατά της καταγγελλόμενης στρατιωτικοποιήσεως των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου.
Σημειωτέον, η Άγκυρα απειλεί με ναυτικό αποκλεισμό των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου στην περίπτωση που η Αθήνα δεν ενδώσει στις αξιώσεις της για απομάκρυνση από τα νησιά κάθε βαρέως οπλισμού.
Σε συνεδρίαση του, το Τουρκικό Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας, συζήτησε διά μακρών τη σημερινή κατάσταση και εξέδωσε ανακοίνωση, με την οποία ζητά από την Ελλάδα «να συμμορφωθεί» προς τη Συνθήκη της Λωζάννης και να θέσει τέρμα στη στρατιωτικοποίηση των νησιών. Η Άγκυρα προσπαθεί, κατά τη γνωστή τακτική της, να αντιστρέψει τους ρόλους και να παρουσιάσει την Ελλάδα ως δήθεν παρανομούσα και απειλούσα την Τουρκία. Την ίδια τακτική ακολουθεί σε όλα τα θέματα και σε όλα τα διπλωματικά πεδία, από την Ουάσινγκτον και τις Βρυξέλλες μέχρι τον ΟΗΕ.
Ο Ερντογάν υπελόγιζε ότι οι εκβιασμοί του στην Ουάσινγκτον θα ήταν πιο αποδοτικοί και ότι θα αποσπούσε εύκολα το ναι για τον εκσυγχρονισμό των Τουρκικών F-16 και την αγορά 40 καινούργιων F-16 Block 70. Παρά το ναι όμως του Προέδρου Μπάιντεν, το Τουρκικό αίτημα σκόνταψε στην αρμόδια Επιτροπή του Κογκρέσου, στην οποία προεδρεύει ο Γερουσιαστής Μενέντεζ. Οι απειλές της Άγκυρας ότι θα απευθυνθεί αλλού εάν δεν της δοθούν τα F-16 ηχούν παράξενα στην Ουάσινγκτον, στη σημερινή συγκυρία της πλήρους ρήξεως Ρωσίας – ΗΠΑ. Η αγορά του πυραυλικού συστήματος S-400 στοίχισε ήδη πολύ ακριβά στην Άγκυρα και η τελευταία γνωρίζει ότι μια ενδεχόμενη αγορά μαχητικού αεροσκάφους είτε από τη Ρωσία είτε από την Κίνα θα καθιστούσε πρακτικά ασυμβίβαστη την παραμονή της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους στρατηγικούς δεσμούς της με τη Δύση.
Οι Τουρκικές ακροβασίες μεταξύ Ουάσινγκτον και Μόσχας έχουν τα όριά τους και αυτά συρρικνώνονται στο μέτρο που προχωρεί και εντείνεται ο πόλεμος στην Ουκρανία. Το δυσμενές για την Άγκυρα κλίμα στην Ουάσινγκτον φάνηκε προσφάτως, από την αποτυχία του Ερντογάν να συναντήσει τον Αμερικανό Πρόεδρο, όπως ήλπιζε. Η κρίση με την Ελλάδα είναι ένας τρόπος να επισύρει ο Ερντογάν την προσοχή των ΗΠΑ, ελπίζοντας ότι η Αμερικανική διαμεσολάβηση θα μπορούσε να καταλήξει και σε πιέσεις προς την Αθήνα για υποχωρήσεις προς την Άγκυρα, για να μη διαταραχθεί η συνοχή του ΝΑΤΟ. Το πρότυπο αυτό χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές στο παρελθόν και επέδωσε κέρδη στην Τουρκική πλευρά, όπως, π.χ., στην περίπτωση των Ιμίων.
Η συγκυρία όμως η σημερινή είναι πολύ διαφορετική, γιατί η Ισλαμιστική αφενός μετάλλαξη της Τουρκίας, με τις πολιτικές Ερντογάν, και η απροκάλυπτη πρόταξη απ’ αυτόν αφετέρου της ιδέας μιας Τουρκίας που θα έχει τη δική της ανεξάρτητη πολιτική δεν συνηγορούν υπέρ της αξιοπιστίας της Τουρκίας ως εταίρου του ΝΑΤΟ. Πολύ περισσότερο τώρα, που ο Τούρκος ηγέτης προσπαθεί να επωφεληθεί όσο μπορεί από τον πόλεμο στην Ουκρανία, τις σχέσεις που διατηρεί με τη Μόσχα και τη γεωπολιτική ρευστότητα στον μεγάλο Ευρω-Ασιατικό χώρο, όπου αποβλέπει σε προνομιακές σχέσεις με τις Τουρκόφωνες πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες.
Όλοι αναρωτιούνται μέχρι πού θα το τραβήξει ο Ερντογάν και αν θα πυροδοτήσει μια Ελληνο-Τουρκική σύρραξη. Ο Ερντογάν γνωρίζει ότι δεν έχει σήμερα τη στρατηγική ισχύ που θα ήθελε και την οποία προετοίμαζε μεθοδικά, με την πυρετώδη ανάπτυξη μιας μεγάλης πολεμικής βιομηχανίας, τη συμμετοχή της Τουρκίας στην παραγωγή του Αμερικανικού αεροσκάφους 5ης γενεάς F35 και τα μεγάλα ναυτικά προγράμματα, με στόχο να κατακτήσει έναντι της Ελλάδος αναμφισβήτητη αεροναυτική υπεροχή.
Η αεροπορική ισορροπία ανετράπη υπέρ της Ελλάδος, μετά την αποβολή της Τουρκίας από το πρόγραμμα των F-35, την αγορά από την Ελλάδα των αεροσκαφών Rafale και τον εκσυγχρονισμό των Ελληνικών F-16. Η ανατροπή, βεβαίως, είναι ακόμα σχετική, γιατί η Ελλάδα έχει παραλάβει μόνο ένα μέρος των Rafale και τα δύο πρώτα πρωτότυπα των αναβαθμισμένων F-16.
Τα ναυτικά επίσης προγράμματα της Άγκυρας έχουν καθυστερήσει σημαντικά, η συμπαραγωγή ιδίως με τη Γερμανία των 6 νέων υποβρυχίων, αναερόβιας εκδόσεως, όπως τα Ελληνικά 214. Ο Ελληνικός στόλος, παρά την παλαιότητα των σκαφών του, απέδειξε ότι με αιχμή του δόρατος τα 4 υποβρύχια 214 μπορεί να υπερασπίσει αποτελεσματικά τον Ελληνικό θαλάσσιο χώρο. Μια κρίσιμη δοκιμή ήταν η Ελληνο-Τουρκική κρίση του 2020.
Είναι, πάντως, προφανές ότι το Ελληνικό Ναυτικό χρειάζεται κατεπειγόντως ενίσχυση. Η παραγγελία των τριών φρεγατών Belharra είναι άριστη επιλογή, αλλά δεν αρκεί. Χρειάζεται να ενεργοποιηθεί άμεσα η προαίρεση για μια τέταρτη φρεγάτα Belharra, στην ίδια τιμή με τις προηγούμενες, να προχωρήσουν τάχιστα τα προγράμματα για τις κορβέτες και τον εκσυγχρονισμό των παλαιών φρεγατών, όπως επίσης η παραγγελία δύο νέων υποβρυχίων τύπου 214.
Η αναβολή του προγράμματος των κορβετών, αφενός λόγω της συνδέσεώς τους με τη διάσωση και επαναλειτουργία των Ναυπηγείων Ελευσίνας και αφετέρου λόγω των αντισταθμιστικών παροχών στον τομέα της ενέργειας, προκαλούν ανησυχία για ανακοπή και καθυστέρηση του επιβεβλημένου Ελληνικού εξοπλιστικού προγράμματος. Η Τουρκική απειλή δεν είναι μύθος ή μακρινή. Είναι άμεση και ο μόνος τρόπος να κατοχυρώσει η Ελλάδα την ασφάλειά της και την ειρήνη είναι η ισχύς και η αεροναυτική κυρίως ισορροπία.
Ο Ερντογάν βλέπει με ανησυχία το Ελληνικό εξοπλιστικό πρόγραμμα, που του αφαιρεί το στρατηγικό πλεονέκτημα που επιδίωκε. Όταν ολοκληρωθεί το Ελληνικό πρόγραμμα, θα είναι δύσκολο για τον Ερντογάν ή οποιονδήποτε άλλον Τούρκο ηγέτη να απειλεί με κρίση και να τη χρησιμοποιεί ως πολιτικό όπλο. Αυτός είναι ίσως ένας λόγος για τον οποίο ο Ερντογάν καταφεύγει στη σημερινή δύσκολη συγκυρία γι’ αυτόν σ’ αυτό το όπλο.
Ο ίδιος υπολογίζει επίσης σε ορισμένα σημαντικά πλεονεκτήματα που του έχει εξασφαλίσει η αμυντική του βιομηχανία. Κατά πρώτο λόγο, στα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, ιδιαίτερα στις τρεις τελευταίες εκδόσεις (Ακιντζί, Ακσουνγκούρ και Κιζιλελμά), που έχουν πολύ αναβαθμισμένες δυνατότητες και προσφέρονται ως ανορθόδοξες ιπτάμενες πλατφόρμες για μαζικές επιθέσεις κορεσμού, με πυραύλους Κρουζ και άλλα όπλα. Κατά δεύτερο λόγο, στο μεγάλο οπλοστάσιο βαλλιστικών πυραύλων Τουρκικής κατασκευής, με βεληνεκές που φτάνει και υπερβαίνει τα 300 χλμ. Κατά τρίτο λόγο, στον ηλεκτρονικό πόλεμο, στον οποίο έχει κάνει σημαντικές προόδους η Τουρκική βιομηχανία με το σύστημα Κοράλ. Κατά τέταρτο λόγο, στα σύγχρονα πυρομαχικά Τουρκικής κατασκευής, στα οποία περιλαμβάνονται και θερμοβαρικά όπλα.
Η Ελλάδα διαθέτει σήμερα ένα απόθεμα ισχύος, που της επιτρέπει να αντιμετωπίσει μ’ επιτυχία τους Τουρκικούς εκβιασμούς. Διαθέτει επίσης σημαντικά διπλωματικά ερείσματα και συμμαχίες. Κοντά όμως σ’ αυτά, χρειάζεται πολιτική βούληση και αποφασιστικότητα. Αυτά μπορούν να αποδειχθούν και το εχέγγυο της ειρήνης.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ