Νίκος Φίλης στο “Π”: Αντιμέτωποι με την Ακροδεξιά, που σηκώνει (ξανά) κεφάλι
Του
ΝΙΚΟΥ ΦΙΛΗ
Βουλευτή Α’ Αθηνών, Μέλους του Πολιτικού Συμβουλίου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Τα εκλογικά αποτελέσματα στην Ιταλία αιφνιδίασαν αρκετούς. Οι παράγοντες που οδήγησαν εκεί είναι προφανώς πολλοί: η επίμονη οικονομική κρίση, η απομόνωση και ο φόβος που έσπειρε η πανδημία, η υπόκλιση στον απολίτικο τεχνοκρατισμό των πρωθυπουργών, χωρίς πολιτικές και κοινωνικές αναφορές, η αποχή από την κάλπη ψηφοφόρων του προοδευτικού χώρου λόγω απογοήτευσης και του περίφημου «όλοι ίδιοι είναι». Αλλά, ανάμεσά τους, κυρίαρχη είναι η κανονικοποίηση του ακροδεξιού λόγου, που έχει γίνει πια «πετσί» σε τμήματα της κοινωνίας. Κυρίως στον συντηρητικό χώρο, δυστυχώς όμως όχι μόνο σε αυτόν.
Τις προάλλες, δημοσιογράφος καναλιού εθνικής εμβέλειας, σε πάνελ όπου συμμετείχα, μου αντέτεινε ότι θα έπρεπε να συμβαίνει μάλλον το αντίθετο: Η υιοθέτηση ακροδεξιού λόγου από τα μεγάλα, πρώην φιλελεύθερα συντηρητικά κόμματα μάλλον «ευνουχίζει» τους ακροδεξιούς, τους στερεί ζωτικό χώρο και δυσκολεύει την εκλογική τους ισχυροποίηση. Η αφέλεια αυτής της προσέγγισης είναι μνημειώδης.
Πρώτα από όλα, γιατί οι ιδέες της Ακροδεξιάς είναι άθλιες και επικίνδυνες. Αν τις αφήναμε να ανθήσουν χωρίς να τις πολεμήσουμε με κάθε διαθέσιμο τρόπο και μέσο, σε κάθε δρόμο και χώρο εργασίας, τότε βήμα βήμα, αλλά πάντως πολύ σύντομα, θα βλέπαμε να μας περιβάλλει μια κοινωνία φόβου και τρόμου, με γενικευμένη επίθεση στις γυναίκες, στους πρόσφυγες και στους μετανάστες, σε κάθε λογής μειονότητα (χρώματος, φύλου, θρησκείας, σεξουαλικού προσανατολισμού κ.λπ.). Πολύ γρήγορα, σε όλους τους εργαζομένους και φυσικά σε κάθε οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό δικαίωμα.
Γιατί πίσω από τον «αντισυστημισμό» και τον κίβδηλο «αντικαπιταλισμό» της Ακροδεξιάς κρύβεται στην πραγματικότητα η επίθεση σε θεσμούς και συλλογικές κατακτήσεις που κερδήθηκαν με αγώνες, ακριβώς ενάντια στις δυνάμεις του καπιταλισμού. Αυτή την έννοια έχει η επίθεση στον συνδικαλισμό, η επίθεση στις διαδηλώσεις στον δρόμο (όπου, δήθεν, μια μειοψηφία ταλαιπωρεί τους πολίτες), η επίθεση στα δικαιώματα των γυναικών, η ενοχοποίηση των νέων που δήθεν με την «απειθαρχία» τους απειλούν τη δημόσια τάξη κ.ά. Εντέλει, η γενίκευση του κοινωνικού αυτοματισμού. Όλοι εναντίον όλων.
Υπάρχει, όμως, και κάτι πέρα από αυτό. Η πετυχημένη και μαζική αντίσταση της ελληνικής κοινωνίας στη Χρυσή Αυγή δεν ήταν ξεκομμένη από το νεότερο ιστορικό μας γίγνεσθαι. Οι ιδέες που κατατρόπωσαν τη νεοναζιστική εγκληματική οργάνωση είχαν ρίζες: Ήταν αυτές που ξεπήδησαν και διαμορφώθηκαν κατά την Εθνική Αντίσταση ενάντια στους ναζί, στους αγώνες της δεκαετίας του ’60 για την ήττα του ανώμαλου μετα-εμφυλιοπολεμικού καθεστώτος και φυσικά στους αγώνες της Μεταπολίτευσης για το στερέωμα και τις νέες κατακτήσεις της Δημοκρατίας. Και, ακόμα, οι αντιφασιστικές ιδέες ήταν διαρκώς παρούσες στον λόγο των κομμάτων, στον λόγο του θεάτρου, της λογοτεχνίας, του σκίτσου, φτάνοντας να γίνουν η φωνή των χιλιάδων διαδηλωτών σε ολόκληρη τη Μεταπολίτευση, μέχρι έξω από το Εφετείο, τη μέρα που καταδικάστηκε η Χρυσή Αυγή.
Γι’ αυτό, λοιπόν, όταν συμβαίνει το αντίθετο και ο λόγος της Ακροδεξιάς υιοθετείται από κόμματα και ΜΜΕ και γίνεται «mainstream», ανοίγει ο χώρος για να γίνει αποδεκτός από όλο και πλατύτερα κοινωνικά στρώματα. Συμβαίνει πολύ συχνά τελευταία: Όταν ακούμε ότι τα παράνομα «push-back», με τους πνιγμούς που συνεπάγονται, είναι περίπου υποχρεωτικά για την προστασία της χώρας. Όταν ακούμε ότι όποιος θέτει ζητήματα νομιμότητας και δικαιωμάτων είναι… περίπου πεμπτοφαλαγγίτης, πράκτορας του εχθρού, άνθρωπος του Ερντογάν! Όταν ακούμε ότι οι αμβλώσεις συνιστούν έγκλημα κατά της ζωής και ότι οι γυναίκες δεν έχουν δικαίωμα να ορίζουν το σώμα τους. Όταν ακούμε από την κυβερνητική παράταξη ότι οι παράνομες υποκλοπές ταυτίζονται με το εθνικό συμφέρον και την ίδια στιγμή περιφρονείται η Βουλή, που έχει συνταγματικό δικαίωμα και καθήκον να ελέγχει τις μυστικές υπηρεσίες.
Τότε, οι κίνδυνοι είναι μεγάλοι. Κι αν τους παραθέτω εδώ, είναι για να κρούσω το κουδούνι του κινδύνου για τους πραγματικά φιλελεύθερους ανάμεσα στους συντηρητικούς πολίτες, αλλά κυρίως για εμάς, την ελληνική Αριστερά. Είναι καθήκον μας σήμερα, πάντοτε, αλλά ιδιαίτερα μετά τα εκλογικά αποτελέσματα στην Ιταλία, να αγωνιστούμε με ριζοσπαστικές ιδέες για τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, για τη δίκαιη διανομή του πλούτου και τον κοινωνικό έλεγχο, για τον κρατικό έλεγχο στην Ενέργεια, στην Υγεία και στην Παιδεία, για την κατοχύρωση εγγυημένου εισοδήματος για όλους, τέτοιου που να εξασφαλίζει ποιότητα στη ζωή.
Ενάντια στην Ακροδεξιά και στις ριζοσπαστικές alt-right νεο-δεξιές μεταμορφώσεις της ΝΔ και στις αντιλήψεις που έρχονται από τα βάθη του Μεσοπολέμου. Και βέβαια, όχι μόνο στα πάνελ των ΜΜΕ και στη Βουλή αλλά και στους δρόμους, στα αμφιθέατρα και στους χώρους εργασίας, εκεί όπου η αντίσταση διαμορφώνει συνειδήσεις και οδηγεί σε νίκες. Βραχυπρόθεσμα αλλά, όπως έχει διδάξει η Ιστορία, και μακροπρόθεσμα.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ