Εφ. Αχτσιόγλου: Ίδιο δημοσιονομικό κόστος, τεράστια διαφορά φιλοσοφίας”
Αναφορικά με το δημοσιονομικό κόστος της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., η κ. Αχτσιόγλου δήλωσε ότι «η κυβέρνηση αθροίζει στο κόστος των μέτρων του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. 12 δισ. επιδότηση στους παραγωγούς ενέργειας, κάτι που εμείς ουδέποτε είπαμε ότι θα κάνουμε.
Εμείς όταν μιλάμε για πλαφόν, εννοούμε πλαφόν», επίσης, «η ΝΔ αμφισβητεί τα έσοδα που θα έχουμε από τη φορολόγηση των υπερκερδών, γιατί ο μηχανισμός που αυτή θέσπισε δεν είναι μηχανισμός φορολόγησης και επιτρέπει στις εταιρείες να συνεχίζουν να έχουν υπερκέρδη».
Σε συνέντευξή της στον “ΣΚΑΪ” τόνισε ότι «ο κ. Μητσοτάκης μιλάει για ένα πακέτο κόστους 5,5 δισ., εμείς για ένα πακέτο 5,6 δισ. Δημοσιονομικά είναι ασήμαντη η διαφορά, η τεράστια διαφορά είναι στη φιλοσοφία».
Η κυβέρνηση, σημείωσε, «εφαρμόζει έναν μηχανισμό επιδότησης της αισχροκέρδειας. Παίρνει χρήματα από τους φορολογούμενους -τα έσοδα από φόρους κυρίως λόγω της ακρίβειας έχουν αυξηθεί πάρα πολύ, οι πολίτες πλήρωσαν 7 δισ. παραπάνω στο 8μηνο του 2022- και τα κάνει επιδοτήσεις που επιστρέφουν στις εταιρείες παραγωγής ενέργειας. Ένας φαύλος κύκλος που τροφοδοτεί τον μηχανισμό αισχροκέρδειας, διότι ούτε οι λογαριασμοί σταματούν να αυξάνονται ούτε οι εταιρείες σταματούν να σωρεύουν υπερκέρδη».
Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., πρόσθεσε, «έχει διαφορετική στρατηγική. Εισηγούμαστε παρέμβαση στην αγορά ενέργειας, με κρατικοποίηση της ΔΕΗ για να υπάρχει δημόσιος πυλώνας ενέργειας, πλαφόν στην τιμή, αποσύνδεση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος από το φυσικό αέριο, σαφές ποσοστό κέρδους στις εταιρείες ενέργειας, δηλαδή κόστος παραγωγής συν 5% κέρδος. Με αυτόν τον τρόπο θα σταματήσει ο διαρκής μηχανισμός σώρευσης υπερκερδών».
Η κ. Αχτσιόγλου επισήμανε ότι «η ΔΕΗ, την οποία ιδιωτικοποίησε η ΝΔ, πρωτοστατεί στην κούρσα των αυξημένων λογαριασμών, αντί να είναι αυτή που, σύμφωνα με την κυβέρνηση, υποτίθεται θα έριχνε το κόστος των λογαριασμών», ενώ «στην Ευρώπη κυβερνήσεις κρατικοποιούν ενεργειακούς πυλώνες για την προστασία της κοινωνίας από την ενεργειακή κρίση».
Υπογράμμισε, τέλος, ότι «επιμένουμε στη μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα και του ΕΦΚ στα καύσιμα, για να προστατευθεί ουσιωδώς το εισόδημα των λαϊκών νοικοκυριών που δαπανούν σε αυτά τα βασικά αγαθά σχεδόν το σύνολο του εισοδήματός τους».