Δημήτρης Βίτσας στο “Π”: Η Ευρώπη του κράτους δικαίου σε επικίνδυνη αφασία
Του
ΔΗΜΗΤΡΗ ΒΙΤΣΑ
Αντιπροέδρου της Βουλής των Ελλήνων,
Βουλευτή ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Δυτικής Αθήνας
Για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε η Ευρώπη τις απανωτές κρίσεις που την έπληξαν από την αρχή του 21ου αιώνα μπορούν να λεχθούν –και έχουν λεχθεί– πολλά.
Ο καθένας μπορεί να έχει τη δική του άποψη για το τι έκανε και τι διαφορετικό θα μπορούσε να είχε κάνει η ενωμένη, υποτίθεται, Ευρώπη για την κρίση του ευρώ, την προσφυγική κρίση, την κρίση της πανδημίας, την κρίση του πληθωρισμού, της ακρίβειας και της ενεργειακής φτώχειας και, φυσικά, την κρίση του ουκρανικού πολέμου. Μπορούμε, όμως, όλοι να συμφωνήσουμε σε ένα πράγμα: Η Ευρώπη –ορθότερα η ΕΕ–, όπως είναι δομημένη και όπως λειτουργεί, δεν είναι επαρκής. Για να το θέσουμε ήπια.
Υπάρχει ένας επιμέρους τομέας αυτής της γενικής διαπίστωσης που μας αφορά άμεσα εδώ στην Ελλάδα. Η ΕΕ υποτίθεται πως είναι, πέρα από μια κοινή αγορά και ένας εμπορικός-οικονομικός συνασπισμός, μια κοινότητα αρχών και αξιών. Δημοκρατία, κράτος δικαίου, θεμελιώδη δικαιώματα. Αυτό είναι το τρίπτυχο των βασικών αρχών τόσο της ΕΕ όσο και του Συμβουλίου της Ευρώπης. Μέσα από την αταλάντευτη τήρηση αυτών των τριών αρχών διασφαλίζεται η πολιτική σταθερότητα και η κοινωνική συνοχή των ευρωπαϊκών κρατών και, κατ’ επέκταση, η ευρωπαϊκή ειρήνη.
Υποτίθεται ότι αυτή ήταν η γενεσιουργός αιτία των ευρωπαϊκών οργανισμών μετά το τέλος του Β’ ΠΠ. Όμως πρέπει να αναρωτηθούμε αν αυτό ισχύει στην πράξη. Και εδώ το κακό παράδειγμα της κυβέρνησης Μητσοτάκη στην Ελλάδα ξεχωρίζει. Όλοι γνωρίζουμε ότι η Πολωνία είχε βρεθεί στο στόχαστρο της ΕΕ για παραβιάσεις του κράτους δικαίου στον τομέα της δικαιοσύνης, μεταξύ άλλων. Αυτό, ως εκ θαύματος, εξαφανίστηκε όταν η Πολωνία μετατράπηκε σε προμαχώνα της Ευρώπης έναντι της «ρωσικής απειλής». Η Ουγγαρία του Όρμπαν εξακολουθεί να είναι μαύρο πρόβατο για παρόμοιους λόγους.
Η Ελλάδα του Μητσοτάκη, όμως, δείχνει να απολαμβάνει, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, μια αλλόκοτη ασυλία, μολονότι οι καθεστωτικές πρακτικές της σημερινής κυβέρνησης δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτε από τις αντίστοιχες του Όρμπαν – αν δεν τις ξεπερνούν κιόλας. Το τεράστιο σκάνδαλο των παράνομων υποκλοπών δείχνει να αφύπνισε, τουλάχιστον, τον διεθνή και ευρωπαϊκό Τύπο. Ουσιαστικά, όλα τα σοβαρά έντυπα και ηλεκτρονικά sites (ενδεικτικά, «New York Times», «Politico», «Le Monde», «Der Spiegel», «Economist», «FT») σηκώνουν πολύ ψηλά το ζήτημα και, κυρίως, τις προεκτάσεις του. Κάνουν λόγο για αυταρχική διακυβέρνηση, για διολίσθηση σε παρακρατικές μεθόδους, για ασφυκτικό έλεγχο του Τύπου, για δραματική υποχώρηση σε όλους τους δείκτες του κράτους δικαίου. Και, φυσικά, για τα παράνομα pushbacks της κυβέρνησης Μητσοτάκη στο Αιγαίο και στον Έβρο, εις βάρος προσφύγων.
Όλα αυτά έχουν κάνει χίλια κομμάτια το δήθεν δημοκρατικό, δήθεν μετριοπαθές και φιλελεύθερο, δήθεν ευρωπαϊκό προφίλ ενός πρωθυπουργού που λίγα χρόνια πριν διαφημιζόταν ως «πράσινος, μοντέρνος και μεταρρυθμιστής». Και τον έχουν αποκαλύψει ως αυτό που πραγματικά είναι: Ένας αυταρχικός πολιτικός μιας Δεξιάς παλαιάς κοπής.
Το ερώτημα είναι «τι σκοπεύει να κάνει η ΕΕ για όλα αυτά;». Μπορεί να είναι υπερβολικά απασχολημένη αναζητώντας λύσεις για τον εξαιρετικά δύσκολο χειμώνα που έρχεται για όλους τους Ευρωπαίους, ένα πρόβλημα, εν πολλοίς, δικής της κατασκευής. Πλην όμως, δεν μπορεί να ποιείται την νήσσαν για πολύ ακόμα. Βλέπουμε μια έντονη δραστηριότητα, λόγου χάρη, σε επίπεδο Ευρωβουλής. Από την Επιτροπή και το Συμβούλιο, όμως, οι αντιδράσεις είναι ακόμα χλιαρές, έως ανύπαρκτες. Ίσως η λογική είναι να μη σπάσει το (όχι και τόσο αρραγές, ούτως ή άλλως) ευρωπαϊκό μέτωπο κατά της Ρωσίας. Πρέπει όμως να αναρωτηθούμε: Επιτρέπεται να μπαίνουν οι θεμελιώδεις, υποτίθεται, ευρωπαϊκές αξίες σε μια τέτοια ζυγαριά και τι συνέπειες μπορεί να έχει αυτό;
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, δεν είναι δουλειά καμιάς ΕΕ να μας απαλλάξει από την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Όχι μόνο αυτό, αλλά κάτι τέτοιο θα ήταν συνταγματικά και δημοκρατικά απαράδεκτο. Η Ευρώπη έχει τη δουλειά της (και δεν την κάνει καλά). Αλλά η δουλειά της πτώσης αυτής της κυβέρνησης και της αντικατάστασής της με μια δημοκρατική και προοδευτική, που θα έχει τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ως κεντρικό της κορμό, εναπόκειται αποκλειστικά και μόνο στον ελληνικό λαό. Και η ώρα της λαϊκής ετυμηγορίας πλησιάζει μεν, αλλά ήδη από τώρα είναι επιτακτική η ανάγκη ενός μεγάλου, δημοκρατικού και κοινωνικού, μετώπου.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ