Οι φωτιές στα δάση μας είναι διαχρονικό έγκλημα
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Η κακοδαιμονία της καταστροφής του περιβάλλοντος, που μαστίζει το Ελληνικό πολιτικό σύστημα και την Ελληνική κοινωνία επί δεκαετίες, έχει φτάσει σήμερα σε οριακό σημείο. Όλα τα μεγάλα δάση που περιέβαλλαν, άλλοτε, τις Ελληνικές πόλεις, κατά πρώτο λόγο την Αθήνα, αποτελούν σήμερα ανάμνηση. Η καταστροφή επεκτείνεται και σε όλη την Ελλάδα. Από την Ολυμπία μέχρι τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, τα Μέγαρα, τη Λακωνία, τη Βοιωτία.
Οι φωτιές δεν οφείλονται, προφανώς, σε τυχαίες αιτίες ή στην κλιματική αλλαγή, όπως συχνά αναφέρεται, κατά την πρόσφατη περίοδο. Οφείλονται και σε εμπρησμούς, οι οποίοι γίνονται μεθοδικά και συστηματικά. Οι συνήθεις ύποπτοι είναι δύο βασικές κατηγορίες: οι οικοπεδοφάγοι και οι πράκτορες ξένων δυνάμεων, που επιδιώκουν αναταραχή και κρίση ή απλώς καταστροφή των δασών ως πλήγμα εναντίον μιας εχθρικής χώρας.
Στην πρώτη κατηγορία, οι δράστες έχουν μακρά πείρα και σταδιοδρομία και επενδύουν στη μικροπολιτική, στη διαφθορά και στην ανικανότητα των Ελληνικών κυβερνήσεων. Για να βάλει τέλος σ’ αυτήν την πρακτική, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής περιέλαβε στο νέο Σύνταγμα ειδικό άρθρο για τα δάση, που προνοεί ότι το δάσος που καίγεται ξαναγίνεται υποχρεωτικά δάσος. Ούτε όμως η συνταγματική αυτή κατοχύρωση βοήθησε πολύ στην προστασία του δάσους, γιατί σκόνταψε πάνω στον κυκεώνα του προσδιορισμού του δάσους και αυτός στην έλλειψη Κτηματολογίου, που θα καθόριζε με σαφήνεια τι είναι και τι δεν είναι δάσος.
Υπερίσχυσε επίσης ο μικροκομματισμός και ο ψηφοθηρικός ανταγωνισμός των κομμάτων. Είναι εύκολο να εφαρμόσεις έναν αυστηρό νόμο για το περιβάλλον, όταν οι θιγόμενοι είναι λίγοι. Δεν είναι όμως το ίδιο εύκολο, όταν οι αυθαιρετούντες γίνονται εκατομμύρια. Οι εκλεγμένοι Νομάρχες έγιναν μια άλλη τροχοπέδη για την εφαρμογή των νόμων για τα αυθαίρετα. Κανείς Νομάρχης δεν ήθελε να γκρεμίσει τα αυθαίρετα των δυνητικών ψηφοφόρων του.
Υποτίθεται ότι σήμερα έχει επιτευχθεί μια μεγάλη πρόοδος με την ολοκλήρωση του Κτηματολογίου και των δασικών χαρτών. Για τους τελευταίους, όμως, υπάρχουν δυστυχώς ακόμη πολλά προβλήματα, που εμποδίζουν την ολοκλήρωση και την οριστικοποίησή τους. Σε ορισμένες μάλιστα περιοχές, όπως, π.χ., η Κρήτη, έχουν δημιουργηθεί πολλά προβλήματα, με τον αυθαίρετο χαρακτηρισμό ιδιωτικών εκτάσεων, που χρησιμοποιούνται παραδοσιακά ως βοσκοτόπια, ως δήθεν δασικών εκτάσεων, που ανήκουν στο Δημόσιο.
Η αυθαίρετη δόμηση δεν κυριαρχεί σήμερα στις πρώτες σελίδες των εφημερίδων. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν συνεχίζεται, με άλλες μορφές και με πιο αθόρυβο τρόπο. Πρώτο θύμα αυτού του νέου κύματος αυθαίρετης δομήσεως, είναι τα δάση και τα γειτονικά βουνά των πόλεων, κατ’ εξοχήν της Αττικής. Η συνεχής νομιμοποίηση, με μικρό μάλιστα κόστος, των νέων αυθαιρέτων στα δάση και στον αιγιαλό συντηρεί την ελπίδα και των νέων αυθαίρετων οικιστών, ότι και η δική τους αυθαιρεσία, μετά από κάποια χρόνια αναμονής, θα νομιμοποιηθεί. Εάν υπολογίσει κανείς ότι η αυθαίρετη αρπαγή δημόσιας γης και η κατασκευή μιας κατοικίας, σε προνομιακή μάλιστα περιοχή, αποδίδει μια σεβαστή περιουσία, το κίνητρο της αυθαιρεσίας είναι πολύ σημαντικό, εφόσον δεν επισύρει πολύ αυστηρή τιμωρία.
Η αρπαγή της δημόσιας γης και η αυθαιρεσία δεν εκδηλώνονται πάντα σε άμεσο χρόνο. Προηγείται μια περίοδος προπαρασκευής, που περιλαμβάνει τον εμπρησμό και την καταστροφή μιας δασικής εκτάσεως και τη μετατροπή της σε «ιδιωτικό» ελαιώνα. Όπου κι αν ταξιδέψει κανείς στην Ελλάδα, θα δει αυτό το θλιβερό φαινόμενο. Οι μόνοι που δεν το βλέπουν είναι οι εθελοτυφλούντες αρμόδιοι, πρώην Νομάρχες και νυν Περιφερειάρχες. Δεν έπρεπε οι κύριοι αυτοί να υπέχουν ποινικές ευθύνες για αμέλεια και παράβαση καθήκοντος; Δεν είναι υποχρέωσή τους η προστασία της δημόσιας περιουσίας και του περιβάλλοντος;
Στο σημείο αυτό πρέπει να θιγεί ένα άλλο θέμα: η σύγχυση των αρμοδιοτήτων μεταξύ πολλών φορέων, γεγονός που δυσχεραίνει τον εντοπισμό ευθυνών και τη γρήγορη και αποτελεσματική δράση.
Κοντά στην εγχώρια εγκληματικότητα, υπεισέρχεται και η δράση ξένων, αφανών δυνάμεων. Στο παρελθόν, με αφορμή το σκάνδαλο Σουσουρλούκ, που αφορούσε αποκαλύψεις για συνεργασία του βαθέως Τουρκικού κράτους με την Τουρκική μαφία, έγιναν δημόσιες αποκαλύψεις για εμπρησμούς των Ελληνικών δασών από Τούρκους πράκτορες, στη δεκαετία του ’90. Πιο πρόσφατα, οι μεγάλες πυρκαγιές στην Ηλεία και ειδικότερα στην Ολυμπία και σε άλλα μέρη της Ελλάδος απεδόθησαν σε πολιτικά υποκινούμενους εμπρησμούς, που απέβλεπαν στην πολιτική αποσταθεροποίηση της Ελλάδος και στην ανατροπή του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή, λόγω των ανοιγμάτων που είχε κάνει προς τη Ρωσία του Πούτιν.
Είναι βέβαιο ότι ξένες δυνάμεις είναι και σήμερα ενεργές, επιδιώκοντας προφανείς πολιτικούς στόχους. Ό,τι όμως και αν συμβαίνει, το κράτος δεν μπορεί να εμφανίζεται ατελέσφορο και ανίκανο να προστατεύσει την εθνική ασφάλεια της Ελλάδος, που περιλαμβάνει και τον δασικό της πλούτο, τη φυσική της ομορφιά και ασφαλώς τη ζωή και την περιουσία των πολιτών της. Θα πρέπει να αντιμετωπίσει συστηματικά και τις δύο κατηγορίες εμπρηστών και καταστροφέων.
Στο πνεύμα αυτό, πρέπει, πρώτ’ απ’ όλα, να στείλει πολιτικό μήνυμα, με συγκεκριμένες νομοθεσίες, τονίζοντας ότι ο εμπρησμός δασών είναι ιδιώνυμο αδίκημα, που τιμωρείται με αυστηρότατες ποινές. Πρέπει επίσης να στείλει το μήνυμα ότι το δάσος που καίγεται θα ξαναγίνει δάσος, χωρίς καμιά αμφιβολία. Ρυθμίσεις όπως αυτές που έγιναν προσφάτως και νομιμοποιούν, έναντι του ευτελούς ποσού των 200 ευρώ, αυθαίρετα μέσα σε δάσος ενθαρρύνουν, προφανώς, την αυθαίρετη δόμηση μέσα σε δάση και δεν συμβάλλουν στην ανακοπή τους. Προσφάτως κάηκε ο ελαιώνας της Άμφισσας, που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του Δελφικού τοπίου. Είναι τραγικό ότι δεν υπήρξε μέχρι τώρα καμιά σαφής κυβερνητική δέσμευση ότι θα αναδημιουργηθεί και ότι δεν θα επιτραπεί καμιά αυθαίρετη παρέμβαση και οικοπεδοποίηση.
Κατά δεύτερο λόγο, πρέπει να επιταχυνθούν οι διαδικασίες για την αποσαφήνιση και οριστικοποίηση των δασικών χαρτών και τον συντονισμό των αρμοδιοτήτων των διαφόρων συναρμοδίων φορέων και των πρωτοκόλλων ενέργειας για την καταστολή κάθε παραβατικότητας και αυθαιρεσίας.
Κατά τρίτο λόγο, πρέπει να επανεξετασθεί και να ανασυγκροτηθεί εκ βάθρων η πολιτική και ο μηχανισμός δασοπυροσβέσεως. Η επανάληψη κάθε χρόνο του ίδιου σκηνικού με πομπώδεις δηλώσεις για δήθεν επαρκή προετοιμασία, είναι τραγική. Χρειάζονται, ασφαλώς, επαρκή μέσα, εκπαίδευση και συγκεκριμένη πολιτική. Ο υπερτονισμός της προτεραιότητας των ανθρωπίνων ζωών μπορεί να δώσει λάθος εντύπωση ότι τα δάση μας μπορούν να είναι αναλώσιμα.
Προφανώς, η ανθρώπινη ζωή υπερισχύει των κτισμάτων και του περιβάλλοντος, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα αφήσουμε τα δάση μας να γίνουν στάχτη. Αναπόσπαστο μέρος της πυροσβεστικής πολιτικής μας πρέπει να είναι η συμμετοχή των πολιτών.
Για να είναι αποτελεσματική η συμμετοχή αυτή, πρέπει να οργανωθεί εκ των προτέρων, με τη συνεργασία των Δήμων και με τη συγκρότηση και εκπαίδευση ομάδων εθελοντών πυροσβεστών. Με τη δημιουργία επίσης, σε στρατηγικά σημεία, των αναγκαίων υποδομών.
Κατά τέταρτο λόγο, η Πολιτεία πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα και με την κλιματική αλλαγή επί θύραις χρειάζονται νέες, γενναίες πρωτοβουλίες για μαζικές αναδασώσεις σε όλη τη χώρα. Στο πλαίσιο αυτό, το αρμόδιο υπουργείο πρέπει να διαμορφώσει ένα μεγαλόπνοο σχέδιο μαζικών αναδασώσεων σ’ όλη την Ελλάδα και να καλέσει Δήμους και Περιφέρειες να διαμορφώσουν, αντιστοίχως, Δημοτικά και Περιφερειακά σχέδια, με επιπλέον ειδική χρηματοδότηση από το κράτος.
Στις μαζικές αναδασώσεις πρέπει να εμπλακούν εθελοντικά κοινωνικές οργανώσεις, αθλητικοί σύλλογοι και τα σχολεία. Η συστηματική εμπλοκή των τελευταίων έχει μεγάλη σημασία, γιατί θα συνδέσει τη νέα γενιά με την αγάπη του περιβάλλοντος και την προστασία και αναδημιουργία της φυσικής ομορφιάς της πατρίδας της.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό: bestofyou.gr