Νίκος Καλτσάς: Εκτίμησα τη ζωή στο χωριό…
[Εξομολογήσεις…]
• Η μάνα μου ξυπνούσε νύχτα να ζυμώσει, να ψήσει το ψωμί…
«Έζησα σε ένα ανοιχτό σπίτι όπου ακούγονταν πολλά γέλια και υπήρχε πολλή αγάπη, που οι γονείς μας έμαθαν όχι μόνο να την παίρνουμε, αλλά και να τη δίνουμε. Η ανεμελιά κράτησε μέχρι τα 11-12. Έπειτα, όπως τα άλλα τα παιδιά, έπρεπε να δουλέψω στα χωράφια.
Η μάνα μου ξυπνούσε νύχτα να ζυμώσει, να ψήσει το ψωμί κι έπειτα να μας ξυπνήσει να πάμε όλοι, κι εκείνη, στα χωράφια. Θυμάμαι τη μυρωδιά του φρεσκοβρεγμένου χώματος, του κομμένου χορταριού, τους ήχους της φύσης, το κελάρυσμα του νερού στο ποτάμι, τις βουτιές με τα άλλα παιδιά δίπλα στα νερόφιδα… Αργότερα κατάλαβα τι σήμαινε μέσα μου ο πλούτος εκείνων των χρόνων.
Είχα εμπεδώσει την αρμονία της φύσης. Γι’ αυτό απεχθάνομαι οτιδήποτε δυσαρμονικό ή χυδαίο.
Ο πατέρας ήταν από τους πρώτους που αγόρασαν ραδιόφωνο και ακούγαμε όλη μέρα. Εγώ, μαθητής του δημοτικού, προτιμούσα την εφημερίδα που αγόραζε δύο φορές την εβδομάδα. Ξεκοκάλιζα περιγραφές όσων συνέβαιναν στην Αθήνα, αλλά και μακριά από την Ελλάδα, και ονειρευόμουν να γνωρίσω τον κόσμο που ανακάλυπτα ως αναγνώστης.
Μεγάλος πια, στο τσιμέντο της Θεσσαλονίκης, όπου πήγα να σπουδάσω, άρχισα να βλέπω ρομαντικά αυτό που, όταν το είχα παιδί, ήταν ο φυσικός μου κόσμος. Τότε εκτίμησα τη ζωή στο χωριό, που φαίνεται ότι διαμόρφωσε τον χαρακτήρα μου, την ηρεμία που έχω».
Υπογραφή: Νίκος Καλτσάς, Επιστημονικός Διευθυντής Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης