Γιώργος Κατρούγκαλος στο “Π”: Οι νέες τουρκικές προκλήσεις

Γιώργος Κατρούγκαλος στο “Π”: Οι νέες τουρκικές προκλήσεις

Του
ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΥ
Καθηγητή Δημοσίου Δικαίου,
Τομεάρχη Εξωτερικών ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ


Η Τουρκία έχει περάσει πλέον σε νέα, πρωτοφανή επίπεδα επιθετικότητας, στο πλαίσιο της γενικότερης αναθεωρητικής στρατηγικής της. Αμφισβητεί έμπρακτα την κυριαρχία στα νησιά μας, με έωλα νομικά επιχειρήματα, ανιστόρητη ρητορική και επιθετικές προκλήσεις στο πεδίο.

Δεν είναι μόνο ο χάρτης Μπαχτσελί, που βάφει κόκκινη μέχρι και την Κρήτη. Είναι και ο αριθμός-ρεκόρ των παραβιάσεων του εναέριου χώρου μας. Τα τουρκικά αεροπλάνα έφτασαν μέχρι και 2,5 μίλια από την Αλεξανδρούπολη! Κι όμως, ο πρωθυπουργός συνεχίζει να ακολουθεί μια εξωτερική πολιτική ΙΧ, που από τη μια βασίζεται στη λογική του δεδομένου συμμάχου, που τα δίνει όλα χωρίς να ζητά ανταλλάγματα, και από την άλλη εξακολουθεί να δίνει έμφαση στην επικοινωνία και όχι στην ουσία, στέλνοντας συγκεχυμένα και συγκρουόμενα μηνύματα.

Η εξωτερική πολιτική του κ. Μητσοτάκη έχει τρία χαρακτηριστικά: Πρώτον, συνιστά ανατροπή πάγιων δογμάτων της διπλωματίας μας, εγκατάλειψη της πολυδιάστατης και ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής και επιστροφή στο δόγμα που χρησιμοποιούσε η ελληνική Δεξιά την περίοδο του Εμφυλίου, της Ελλάδας ως «προκεχωρημένου φυλακίου». Και όλα αυτά στο πλαίσιο μιας λογικής που δεν είναι ούτε διεκδικητική ούτε πολυδιάστατη, της λογικής του πιστού και δεδομένου.

Δεύτερο χαρακτηριστικό είναι ότι πρόκειται για μια ΙΧ πολιτική, η οποία πολλές φορές εκδηλώνεται εν αγνοία τόσο του υπουργείου Εξωτερικών όσο και του υπουργείου Άμυνας. Χαρακτηριστική η ανακοίνωση για την αγορά των έξι πρόσθετων Rafale στη ΔΕΘ, που την αγνοούσε ο ίδιος ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας, ή οι πρόσφατες εξαγγελίες για τα F-35.

Το τρίτο χαρακτηριστικό είναι η έμφαση στην επικοινωνία και η κατασκευή εικονικών πραγματικοτήτων, όπως είναι η αφήγηση περί τάχα απομόνωσης της Τουρκίας λόγω των μεγάλων επιτυχιών του «Μωυσή πρωθυπουργού». Η πλέον πρόσφατη διάψευση αυτού του αφηγήματος έγινε στη Διάσκεψη του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη.

Κανείς στην Ευρώπη δεν μπορεί να αισθάνεται ευχαριστημένος με όσα έγιναν εκεί. Δύο από τις πιο δημοκρατικές χώρες όχι μόνο αποδέχθηκαν τις αιτιάσεις της Άγκυρας για θέματα τρομοκρατίας και απελάσεων, αλλά συμφώνησαν και να άρουν το εμπάργκο όπλων και να στηρίζουν, άνευ όρων, την ευρύτερη δυνατή συμμετοχή της τελευταίας στην Ευρωπαϊκή Άμυνα, ό,τι κι αν κάνει στο Αιγαίο και στην Κύπρο. Αυτά θεώρησε η κυβέρνηση ότι δεν αφορούν τη χώρα και δηλώνει ικανοποιημένη! Πώς θα διεκδικήσει στο μέλλον ανάλογο εμπάργκο όπλων από άλλες ευρωπαϊκές χώρες; Με τι επιχειρήματα θα αντιταχθεί στην ένταξη της Τουρκίας στην Κοινή Ευρωπαϊκή Άμυνα;

Οι δε ΗΠΑ, με δήλωση της υφυπουργού Άμυνας Σ. Γουαλάντερ, πριν ακόμη από τη συνάντηση Μπάιντεν – Ερντογάν, εξέφρασαν την «πλήρη στήριξή τους» στα σχέδια της Τουρκίας για αναβάθμιση / πώληση F-16. Όλα αυτά ο Κυρ. Μητσοτάκης τα αντιμετώπισε ως παρατηρητής, δηλώνοντας μάλιστα στο τέλος ικανοποίηση γιατί δεν υπήρξε περαιτέρω αποσταθεροποίηση του ΝΑΤΟ! Υπάρχει καλύτερη απόδειξη για το ότι είναι πλήρως αδιέξοδη η πολιτική τού «πιστού και δεδομένου»;

Η θέση αρχής είναι σαφής και είναι αυτή που υπηρετεί ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ τόσο ως κυβέρνηση όσο και ως αντιπολίτευση. Δεν αρκούν πια οι απλές δηλώσεις, συχνά χλιαρές, από τους εταίρους μας. Η τουρκική παραβατικότητα πρέπει να έχει κόστος. Απαιτείται ξεκάθαρη καταδίκη της, όπως αυτή που πέτυχε ο Αλέξης Τσίπρας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου του 2018, με την απειλή κυρώσεων, την οποία απέσπασε ο ίδιος τον Ιούνιο του 2019.

Η Ελλάδα θα πρέπει να επιστρέψει στην πολυδιάστατη και διεκδικητική εξωτερική πολιτική της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Να εργαστεί και με τις ΗΠΑ και μέσω της ΕΕ, αλλά και σε διμερές επίπεδο, για να δεσμευτεί η Τουρκία σε έναν διάλογο ύφεσης, με τελικό προορισμό τη Χάγη για τις θαλάσσιες οικονομικές ζώνες, αλλά και –σε συντονισμό με την Κυπριακή Δημοκρατία– για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού, στη βάση των αποφάσεων του ΟΗΕ, χωρίς εγγυήσεις και κατοχικά στρατεύματα. Οι παγκόσμιες εξελίξεις και προκλήσεις, αν μη τι άλλο, επιτάσσουν μια συγκροτημένη εθνική στρατηγική στα ελληνοτουρκικά, με αρχή, μέση και τέλος, κόκκινες γραμμές αλλά και αποφασιστικότητα για έντιμες λύσεις.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ