Οι «Σύμμαχοι» φλερτάρουν με την Τουρκία, με την ελληνική κυβέρνηση σε ρόλο θεατή!
–Η Τουρκία, με τον εξοπλισμό που της πωλούν οι ΗΠΑ, θα απειλεί τη χώρα μας
Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
Σε κρίσιμη καμπή εισέρχονται οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, καθώς ο Ταγίπ Ερντογάν είναι ισχυροποιημένος διεθνώς, ετοιμάζεται να βγάλει στη Μεσόγειο το νέο απόκτημα της Τουρκίας, το πλωτό γεωτρύπανο «Αμπντουλχαμίτ», ενώ η Ελλάδα πελαγοδρομεί, προαναγγέλλοντας νέους εξοπλισμούς, χωρίς όμως να εξασφαλίζει ισχυρά διπλωματικά ανταλλάγματα, που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην περαιτέρω ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της χώρας.
Όσο κι αν πολλοί κυβερνητικοί παράγοντες, και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, επιχείρησαν, λίγο – πολύ, να εμφανίσουν ως ήττα την παρουσία του κ. Ερντογάν στη Μαδρίτη, στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, η πραγματικότητα είναι ότι ο τούρκος Πρόεδρος εξασφάλισε από τη Σουηδία και τη Φινλανδία αρκετά από όσα ζητούσε, ενώ με την απόφασή του να άρει το βέτο προσέφερε αισθήματα ανακούφισης στους Συμμάχους, που δεν θα άντεχαν ένα αδιέξοδο. Όσον αφορά τον Πρόεδρο Μπάιντεν, δεν είναι μόνο το ραντεβού που εξασφάλισε, αλλά απέσπασε και καθαρή προεδρική στήριξη στο θέμα της αναβάθμισης και αγοράς F-16 από την Τουρκία, κάτι που παίζει ρόλο και στο κλίμα που επιχειρείται να δημιουργηθεί στο Κογκρέσο, εάν αποφασίσει να φέρει τη συμφωνία αυτή προς έγκριση η αμερικανική κυβέρνηση.
Με την επίσημη στήριξη Μπάιντεν (για την εκλογή του οποίου πολλοί πανηγύριζαν στην Αθήνα, θεωρώντας τον φίλο της Ελλάδας και αποκαλώντας τον «Μπαϊντενόπουλο») αποενοχοποιείται στο αμερικανικό πολιτικό σύστημα η πώληση σύγχρονου πολεμικού υλικού στην Τουρκία και δυσκολεύει έτσι η προσπάθεια των ομογενών βουλευτών αλλά και της ομογενειακής οργάνωσης HALC να εμποδίσουν την πώληση και αναβάθμιση των F-16.
Ο κ. Ερντογάν δεν κατάφερε να πάρει το πράσινο φως για την εισβολή στη Συρία, στην οποία όμως αντιδρούν και οι Ρώσοι και το Ιράν και φυσικά η Συρία.
Όμως βρήκε νέο ρόλο, ώστε να παραμείνει στο επίκεντρο των εξελίξεων, έχοντας αναλάβει τη «μεσολάβηση» για την εξαγωγή των ουκρανικών σιτηρών, μέσω της Μαύρης Θάλασσας, στην οποία επικεντρώνεται αυτήν τη στιγμή η παγκόσμια κοινότητα, καθώς μόνο έτσι θα αποτραπεί μια επικίνδυνη και με πολλαπλές συνέπειες παγκόσμια επισιτιστική κρίση. Και τον ρόλο αυτό τον πουλάει ακριβά…
Αν και, εν πολλοίς, η κριτική που ασκήθηκε στην κυβέρνηση για την παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Μαδρίτη ήταν υπερβολική, καθώς είναι προφανές ότι δεν είχε τρόπο παρέμβασης η Ελλάδα σε όσα διαπραγματευόταν ο κ. Ερντογάν με τις δύο σκανδιναβικές χώρες, ούτε μπορούσε να αποτρέψει τη συνάντηση Μπάιντεν – Ερντογάν, προκύπτουν σοβαρά ζητήματα επιλογών έναντι των προκλήσεων που θα συναντήσουμε άμεσα.
Η κυβέρνηση ανακοίνωσε το πακέτο της αγοράς των F-35, το οποίο, παράλληλα με την αναβάθμιση των F-16, αποτελεί ένα γερό δώρο στην αμερικανική πολεμική βιομηχανία, χωρίς όμως να μπορεί διπλωματικά να εξασφαλίσει μια ισχυρή δήλωση του Λευκού Οίκου για τα θέματα της τουρκικής προκλητικότητας και των τουρκικών απειλών.
Ο γνωστός πολιτικός σχολιαστής Μαρκ Ρούμπιν ορθώς έγραψε ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να προφέρουν εγγυήσεις ασφαλείας στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Και πιθανόν αυτό αποτελεί και τη μοναδική επιλογή της Αθήνας, καθώς κάποια στιγμή, νωρίτερα ή αργότερα, θα ανοίξει ο δρόμος για πώληση αμερικανικού, εξελιγμένου πολεμικού υλικού στην Τουρκία. Μόνο έτσι θα έχει περιεχόμενο να ομιλούμε για στρατηγική σχέση Ελλάδας – ΗΠΑ. Εμείς θα αγοράζουμε πανάκριβο εξοπλισμό από τις ΗΠΑ και θα εισπράττουμε συμπάθεια και συγχρόνως οι ΗΠΑ θα πωλούν εξοπλισμό στην Τουρκία, με τον οποίο θα απειλεί τη χώρα μας και θα αμφισβητεί την εδαφική κυριαρχία της.
Ανησυχητικά όμως είναι τα δείγματα γραφής και από άλλες «σύμμαχες» χώρες. Η Γαλλία και ο Πρόεδρος Μακρόν, χαμένοι στα προβλήματα της εσωτερικής πολιτικής κρίσης, είναι μάλλον απόντες από την περιοχή. Ο κ. Μακρόν μάλιστα συνάντησε τον τούρκο Πρόεδρο στη Μαδρίτη, αλλά δεν είδαμε να επαναλαμβάνεται ούτε καν αυτή η τυπική αναφορά του Λευκού Οίκου μετά τη συνάντηση με τον Ερντογάν, που ζητούσε σταθερότητα στο Αιγαίο. Ο κ. Μακρόν οφείλει να κάνει αναφορά στην Ανατολική Μεσόγειο και να προειδοποιήσει την Τουρκία –τιμώντας και τη συμφωνία αμοιβαίας συνδρομής που έχει υπογράψει με την Ελλάδα–, τονίζοντας ότι πρέπει να σταματήσει τις προκλήσεις εναντίον της χώρας μας. Όμως από το Παρίσι υπήρξε απόλυτη σιωπή.
Η Τουρκία προσπαθεί εδώ και καιρό να πλαγιοκοπήσει τις συμμαχίες που έχει συνάψει τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα. Το είδαμε με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία, το βλέπουμε –και μάλιστα σε πολύ προχωρημένο στάδιο– με το Ισραήλ και –με πιο αργό ρυθμό– με την Αίγυπτο. Το επιχειρεί όμως και με ευρωπαϊκές χώρες.
Ο ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι επισκέφθηκε την Άγκυρα και συναντήθηκε με τον Πρόεδρο Ερντογάν, όπου όχι μόνο δεν έκανε καμιά αναφορά στην ανάγκη σεβασμού των κυριαρχικών δικαιωμάτων των κρατών-μελών της ΕΕ και την ανάγκη σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο αλλά άκουσε, απαθής, τον τούρκο Πρόεδρο να κατηγορεί την Ελλάδα, επισημαίνοντας ότι είναι αυτή που ευθύνεται για το κύμα μεταναστών από την Τουρκία προς την Ιταλία, επειδή οι Ελληνικές Αρχές εμποδίζουν τους παράνομους μετανάστες να εισέρχονται στα ελληνικά χωρικά ύδατα.
Το πιο ανησυχητικό όμως είναι ότι οι Ερντογάν και Ντράγκι συζήτησαν και συμφώνησαν την ενίσχυση της συνεργασίας των δύο χωρών στην αμυντική βιομηχανία. Η Ιταλία έχει σημαντικές εξαγωγές οπλικών συστημάτων στην Τουρκία, αλλά ο στόχος της Άγκυρας είναι να εξασφαλίσει τη στήριξη της Ιταλίας, ως συμπαραγωγού χώρας (η άλλη συμπαραγωγός είναι η Γαλλία), στην αγορά των πυραύλων SAMP-T.
Επίσης, μπορεί η Τουρκία, θέλοντας να εκβιάσει τις ΗΠΑ, να εκφράζει ενδιαφέρον και για τα μαχητικά Eurofighter, αλλά θέλει να εξασφαλίσει και τη στήριξη της Ιταλίας, έχοντας ήδη πάρει υπόσχεση από τον βρετανό πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον, καθώς το μαχητικό αυτό αποτελεί ευρωπαϊκή συμπαραγωγή.
Την ώρα, δηλαδή, που ο πρωθυπουργός έθεσε, υποτίθεται, το θέμα της πώλησης των F-16 στο Κογκρέσο και κινητοποιείται ο Ελληνισμός για να εμποδίσει μια τέτοια απόφαση, την ίδια ώρα οι «σύμμαχοι» και «εταίροι», Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία, συνεχίζουν να πωλούν πολεμικό υλικό στην Τουρκία και φέρονται να παζαρεύουν μάλιστα και τη μεταφορά εξελιγμένης τεχνολογίας στην Άγκυρα.
Αυτά τα μηνύματα είναι ανησυχητικά και χρειάζεται άμεση αντίδραση από την κυβέρνηση, ώστε να σιγουρέψει, τουλάχιστον με τα εργαλεία που διαθέτει, ότι Γαλλία και Ιταλία δεν θα εξελιχθούν σε αιμοδότες της τουρκικής πολεμικής μηχανής και επίσης να εξαντλήσει τα περιθώρια ώστε να πείσει τους Αμερικανούς ότι η πολιτική ισορροπιών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο ενισχύει τον επιτιθέμενο και φέρνει έτσι πιο κοντά μια ανεπιθύμητη, και για τα αμερικανικά συμφέροντα, σύγκρουση.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό: tccb.gov.tr