Ηγεμονία και Αφροσύνη

Ηγεμονία και Αφροσύνη


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους, οι ΗΠΑ ήρθαν στην Ευρώπη ως σύμμαχοι και σωτήρες και απέτρεψαν την εγκαθίδρυση σ’ αυτήν μιας αδυσώπητης Γερμανικής ηγεμονίας, με αυταρχικό, εθνικιστικό πρόσημο. Στη μεταπολεμική περίοδο, οι ΗΠΑ, με την ασύγκριτη στρατιωτική και οικονομική τους ισχύ, πρωτοστάτησαν στη δημιουργία μιας νέας διεθνούς τάξεως, που εκφράσθηκε με τον ΟΗΕ, το Συμβούλιο Ασφαλείας, την αναγνώριση του δολαρίου ως διεθνούς αποθεματικού νομίσματος, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Παγκόσμια Τράπεζα κ.ά.

Ο χωρισμός του κόσμου σε δύο ανταγωνιστικούς συνασπισμούς και ο Ψυχρός Πόλεμος δεν επέτρεψαν να πάρουν οι θεσμοί αυτοί την επιθυμητή οικουμενική αναγνώριση, αλλά και οποιαδήποτε αμφισβήτησή τους δεν είχε την ισχύ για τον παραμερισμό τους. Η Αμερικανική μεταπολεμική τάξη, που επεβλήθη, παρέμεινε σε ισχύ ακόμη και όταν ο Πρόεδρος Νίξον αποσυνέδεσε το δολάριο από τον χρυσό, το 1971, αντίθετα με όσα προνοούσαν οι Συμφωνίες του Bretton Woods.

Η νέα κρίση, στην οποία εμπλέκεται σήμερα η Ευρώπη, δεν προέρχεται από την ίδια, έστω και αν λαμβάνει χώρα στο έδαφός της. Είναι σύγκρουση ηγεμονιών, που έχει την αφετηρία της πέρα από τα σύνορά της. Άμεσος δράστης εμφανίζεται η Ρωσία του Πούτιν, που εισέβαλε στην Ουκρανία, γεγονός που παρουσιάσθηκε ως αναβίωση του Ρωσικού κινδύνου στην Ευρώπη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Εάν εξετάσει όμως κανείς βαθύτερα τα γεγονότα, θα διαπιστώσει ότι δεν είναι άμοιρη ευθυνών για όσα λαμβάνουν χώρα σήμερα η πολιτική των Αμερικανών Νεοσυντηρητικών, οι οποίοι άρχισαν να εξωθούν, από το 2002 ήδη, σε επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη, σε αντίθεση με όσα είχαν συμφωνηθεί με την τελευταία Σοβιετική ηγεσία, πριν από την επανένωση της Γερμανίας. Ότι δηλαδή δεν θα επεκτεινόταν το ΝΑΤΟ πέρα από τα σύνορα της Ομοσπονδιακής Γερμανίας.

Ο Σμπίγκνιε Μπρεζίνσκι, ένας από τους μεγάλους Αμερικανούς θεωρητικούς της στρατηγικής και της γεωπολιτικής, «προφήτευσε» ήδη από τη δεκαετία του ’90 τη μετακίνηση της Ουκρανίας, εντός των επομένων 15 ετών, από τη γεωπολιτική σφαίρα επιρροής της Ρωσίας στη Δύση. Η «προφητεία» Μπρεζίνσκι έγινε συγκεκριμένο επιχειρησιακό σχέδιο, που πήρε σάρκα και οστά με τη λεγόμενη «πορτοκαλί επανάσταση» της πλατείας Μεϊντάν του Κιέβου και την ανατροπή του Προέδρου Γιανουκόβιτς. Η Ρωσία αντέδρασε με μια περιορισμένη επέμβαση, που δημιούργησε την αυταπάτη στο Κίεβο ότι η ένταξη στο ΝΑΤΟ ήταν εφικτή και ότι με τη βοήθεια του τελευταίου θα μπορούσε να πάρει πίσω και τις αποσχισθείσες επαρχίες στον Ντονμπάς και τη χερσόνησο της Κριμαίας.

Οι εκτιμήσεις αυτές ήταν έωλες, γιατί η Ρωσία δεν θα δεχόταν σε καμιά περίπτωση την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και την περιθωριοποίηση της ίδιας ακόμη και στον Εύξεινο Πόντο. Η εμμονή όμως της Ουκρανικής ηγεσίας στην πολιτική αυτή και η απόρριψη κάθε συζητήσεως για ουδέτερο καθεστώς της Ουκρανίας, όπως συμβούλευαν και Αμερικανοί παράγοντες ήδη από το 2014, του επιπέδου του Κίσινγκερ, του καθηγητή Μερσχάιμερ και του θεωρητικού του Ψυχρού Πολέμου διπλωμάτη Κένναν, κατέστησαν α­ναπόφευκτη την πορεία προς τη σύγκρουση.

Η Ουκρανική ηγεσία παρέμεινε αδιάλλακτη, γιατί επηρεαζόταν στο εσωτερικό από τα ακραία έως Ναζιστικά εθνικιστικά κινήματα τύπου Αζόφ και Δεξιού Τομέα και γιατί ενθαρρυνόταν από το εξωτερικό να εμείνει στη γραμμή αυτή και θα υποστηριζόταν αποφασιστικά και αποτελεσματικά από το ΝΑΤΟ.

Είναι προφανές ότι η γραμμή αυτή καθοριζόταν, κατά πρώτο λόγο, από τις ΗΠΑ, που επεδίωκαν τον υποβιβασμό της Ρωσίας σε απλή περιφερειακή δύνα­μη, την επαναβεβαίωση της γεωπολιτικής κυριαρχίας τους στην Ευρώπη, την ανακοπή της στρατηγικής οικονομικής συνεργασίας της Ευρώπης με τη Ρωσία, που ενίσχυε τον ρόλο της Γερμανίας και περιείχε τον κίνδυνο αναδείξεως της Ευρώπης σε αυτόνομο γεωπολιτικό πόλο και διαβρώσεως της διατλαντικής γεωπολιτικής σχέσεως.

Πιεζόμενη από τις ΗΠΑ και υποχρεωμένη να αντιδράσει στη Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η Ευρώπη επέβαλε σκληρότατες κυρώσεις στη Ρωσία, οι οποίες όμως λειτούργησαν και σαν μπούμερανγκ για την ίδια, στον τομέα ιδίως της ενέργειας.

Στον τομέα αυτό, η Γερμανία, επωφελούμενη η ίδια από το φθηνό Ρωσικό αέριο, είχε επιβάλει στην Ευρωπαϊκή Ένωση μια βεβιασμένη πολιτική μεταβάσεως στην «πράσινη» ενέργεια, φιλοδοξώντας να κατακτήσει η ίδια προνομιακή θέση σ’ αυτήν τη νέα ενεργειακή εποχή. Θύμα της πολιτικής αυτής είχε γίνει κατ’ εξοχήν και η κυβέρνηση Μητσοτάκη, η οποία έσπευσε να «πρωτοπορήσει» προς αυτήν την κατεύθυνση, δηλώνοντας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ότι θα ολοκλήρωνε την απολιγνιτοποίηση της χώρας από το 2023! Με το ίδιο πνεύμα, έκανε και κάτι ακόμη χειρότερο. Απεμπόλησε την εξόρυξη των Ελληνικών υδρογονανθράκων.

Ενώπιον της πραγματικότητας, αναγκάσθηκε να ανακρούσει πρύμναν. Ανέβαλε την απολιγνιτοποίηση και υποσχέθηκε ότι θα επιταχύνει τις έρευνες και θα προχωρήσει στην εξόρυξη των Ελληνικών υδρογονανθράκων.

Διόρισε για τον σκοπό αυτό και μια Task force από αξιόλογα στελέχη. Θα δούμε όμως στην πράξη εάν υπάρχει, πράγματι, η θέληση και η απόφαση για την εξόρυξη των Ελληνικών υδρογονανθράκων, σε μια στιγμή που η διεθνής συγκυρία, η μεγάλη δηλαδή ανάγκη της Ευρώπης σε ενέργεια, ευνοεί την ανάπτυξη των κοιτασμάτων της Ανατολικής Μεσογείου και την εξαγωγή τους στην Ευρώπη.

Η πολιτική αυτή είναι επιπλέον για την Ελλάδα στρατηγική επιταγή, γιατί η Τουρκική επεκτατική πολιτική έχει ως έναν από τους κύριους στόχους της την αρπαγή της ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου και του
θησαυρού των υδρογονανθράκων που περιέχουν. Η παραπομπή στο μέλλον της εφαρμογής από την Ελλάδα των δικαιωμάτων που της παρέχει το διεθνές θαλάσσιο δίκαιο έχει εξαντλήσει σήμερα κάθε όριο και είναι επιτακτική πλέον η άσκηση των δικαιωμάτων αυτών.

Η Ευρώπη ταυτίσθηκε, σε πρώτη φάση, με την παγκοσμιοποίηση και κατέστησε προβληματική την πολιτική της ενοποίηση, εφόσον το άκριτο άνοιγμα των συνόρων και η προβολή ως κυρίαρχης ιδέας της παγκόσμιας αγοράς αντιμαχόταν εκ των πραγμάτων την Ευρωπαϊκή ενοποίηση. Οι συσχετισμοί της αγοράς, που υπερίσχυσαν, ανέδειξαν ως ηγεμονική δύναμη την οικονομικά ισχυρότερη χώρα, τη Γερμανία. Η επιστροφή σήμερα της Ευρώπης σε οιονεί εμπόλεμη κατάσταση και η πολιτική επικυριαρχία του ΝΑΤΟ, που εκφράζει την Αμερικανική ηγεμονία, θέτει αμείλικτα ερωτήματα για το πού πάει η Ευρώπη και για το πώς θα εξελιχθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, που ταυτίζεται με το ΝΑΤΟ.

Η Ελλάδα επηρεάζεται άμεσα από τις εξελίξεις αυτές, λόγω της ιδιαίτερης θέσεως που κατέχει στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Μεσόγειο. Η ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπολαμβάνεται ως υψηλή προτεραιότητα, γιατί εντάσσεται στον γενικότερο ανταγωνισμό επιρροής του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία. Η ένταξη όλων των Βαλκανικών χωρών τόσο στο ΝΑΤΟ όσο και στην Ευρωπαϊκή Έ­νωση, με ενδεχόμενη εξαίρεση της Σερβίας, θεωρείται άκρως απαραίτητη ως όρος για την πλήρη περιθωριοποίηση της παραδοσιακής Ρωσικής επιρροής στα Βαλκάνια.

Στο πλαίσιο αυτό, ασκήθηκαν στο παρελθόν πιέσεις στην Ελληνική πλευρά να κάνει υποχωρήσεις στο θέμα των Σκοπίων, με αποτέλεσμα την επαίσχυντη Συμφωνία των Πρεσπών. Ασκούνται πιέσεις και σήμερα για την άνευ όρων ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων και την αναγνώριση ειδικότερα του Κοσσυφοπεδίου. Εξυπακούεται ότι, στο πλαίσιο αυτό, ασκούνται επίσης πιέσεις για μια αντι-Ρωσική Ελληνική εξωτερική πολιτική, που παραγνωρίζει τους ιστορικούς και τους θρησκευτικούς δεσμούς της Ελλάδος με τη χώρα αυτή και τον ρόλο που διαδραματίζει στην Ελληνο-Τουρκική ισορροπία δυνάμεων. Ανομολόγητα διεθνή κέντρα, που συνδέονται με την παγκοσμιοποίηση, ασκούν επίσης επιρροή για την υποβάθμιση και τη σταδιακή μετάλλαξη της Ελληνικής και Ορθόδοξης εθνικής ταυτότητας, με κύριο όπλο το «πολυπολιτισμικό» ιδεολόγημα και την εγκατάσταση στην Ελλάδα ξένων πληθυσμών.

Η Ελλάδα έχει να αντιμετωπίσει, επομένως, και την εσωτερική αυτή διαβρωτική απειλή, παράλληλα με την απροκάλυπτη Τουρκική απειλή στον εθνικό της χώρο. Ευτυχώς, η σημαντική αλλαγή του στρατηγικού σκηνικού στην Ανατολική Μεσόγειο, ως αποτέλεσμα της μεγαλοϊδεατικής και Ισλαμιστικής πολιτικής της Άγκυρας, παρέχει στην Ελλάδα σημαντικές ευκαιρίες στρατηγικής αναβαθμίσεως και στρατηγικών συμμαχιών.

Δεν γνωρίζει κανείς ακόμη ποια θα είναι η συνέχεια του πολέμου στην Ουκρανία. Εάν δηλαδή θα ο­δηγηθούν τα πράγματα σε μια δύσκολη κατάπαυση του πυρός ή σε περαιτέρω κλιμάκωση. Στοιχειώδης σωφροσύνη επιτάσσει προφανώς το πρώτο, το οποίο όμως δεν είναι καθόλου βέβαιο. Το διακύβευμα είναι πολύ μεγαλύτερο από την Ουκρανία και αναφέρεται σε στόχους ηγεμονίας, που δύσκολα εγκαταλείπονται και μπορούν να οδηγήσουν σε α­φροσύνη.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ