Αρχιμ. Νικόδημος Φαρμάκης: 10.000 θέσεις εργασίας στο Σχιστό – Τι είπε για την εκκλησιαστική περιουσία
Στη συνέντευξή του στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας», ο Γενικός Διευθυντής της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Οικονομικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος (ΕΚΥΟ), Δρ. Νικόδημος Φαρμάκης, του οποίου η θητεία έχει ανανεωθεί για ακόμη τρία χρόνια, ξεκαθαρίζει για πρώτη φορά το τοπίο και αναφέρεται στο όραμα για πρωτοβουλίες που έχουν τον πολίτη στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος.
Τόνισε δε πως έρχονται μεγάλες ανατροπές στο θέμα της αξιοποίησης της Περιουσίας της Εκκλησίας. Αξιοποιούνται ακίνητα. Αλλάζει ο τρόπος προσέγγισης των παρεμβάσεων υπέρ του κοινωνικού συνόλου με πρωτοβουλίες οι οποίες μπορούν να εξασφαλίσουν χιλιάδες θέσεων εργασίας σε επενδύσεις όπως για παράδειγμα στο Σχιστό ( 10.000 νέες θέσεις εργασίας), ενώ για πρώτη φορά επιχειρείται μια εκτεταμένη αξιοποίηση ακινήτων που δεν θα έχει προηγούμενο.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην έντυπη εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας», που κυκλοφορεί πανελλαδικά κάθε Πέμπτη.
Μεταξύ άλλων ανέφερε:
Το όραμα για την επένδυση στο Σχιστό
Έχει γραφτεί ότι υπάρχουν αντιδράσεις τοπικών Δήμων για την ανάπτυξη στο Σχιστό.
Το ακίνητο στο Σχιστό είναι μία έκταση 3.000 χιλιάδων στρεμμάτων, η μισή δηλαδή από την αρχική έκταση της περιουσίας μας στην περιοχή. Αναρωτήθηκε κανείς πού έχουν παραχωρηθεί τα άλλα τρεις χιλιάδες στρέμματα, ή γινόμαστε επιλήσμονες των ευεργεσιών της Εκκλησίας; Η Εκκλησία της Ελλάδος σταδιακά διέθεσε την περιουσία αυτή σε διάφορους κοινωφελείς φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά και ευρύτερους, για την εξυπηρέτηση των σκοπών τους. Αυτό το οποίο διαπιστώθηκε είναι εν πολλοίς οι εκτάσεις που παραχωρήθηκαν έμειναν αναξιοποίητες ή διατέθηκαν για την εξυπηρέτηση αλλότριων σκοπών, που σίγουρα δεν συνάδουν με την αρχική απόφαση της δωρήτριας Εκκλησίας. Μέρος της ευθύνης φέρουν και οι όμοροι δήμοι, οι οποίοι σήμερα διαθέτουν στελέχη με θετική προαίρεση προς το εγχείρημα, αλλά, δυστυχώς, δεν λείπουν και οι πολιτικές κορώνες που αναθεματίζουν και αφορίζουν την επένδυση στο Σχιστό, πριν ακόμα προλάβουμε να ενημερώσουμε επισήμως τους Δημάρχους της περιοχής, η οποία θα ακολουθήσει μετά την επίσημη παρουσίαση του σχεδιασμού στον Πρωθυπουργό και στην υπόλοιπη πολιτική ηγεσία των κομμάτων που είναι στη Βουλή της χώρας. Θεωρώ σκόπιμο να συστήσω νηφαλιότητα και σοβαρότητα και όχι επιρρέπεια προς τον αρνητισμό. Η Εκκλησία, το πρώτο που έχει στη σκέψη της, όσον αφορά τους αναπτυξιακούς της σχεδιασμούς στο Σχιστό, είναι ο άνθρωπος, ο πολίτης, ο κάτοικος, και κυρίως ο βιοπαλαιστής και ο άνεργος. Κάθε άλλη παραπληροφόρηση είναι τουλάχιστον εκ του πονηρού και ανοίκεια προς το ρόλο εκείνων που εκλέγει η τοπική κοινότητα για να προασπίσει το συμφέρον των πολιτών και των κατοίκων της.
Η Εκκλησία και η συμμετοχή της σε επιχειρήσεις
-Πέραν όλων των παραπάνω, έχει προχωρήσει η καταγραφή της εκκλησιαστικής περιουσίας σε όλη τη χώρα;
Θα έλεγα, ότι το ISO, η αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού και η αναθεώρηση της Κανονιστικής Νομοθεσίας είναι στοιχεία γενικής υποδομής, και βεβαίως όταν ανέλαβα τη Γενική Διεύθυνση, η καταγραφή της περιουσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος ήταν σε ένα πολύ ώριμο στάδιο ολοκλήρωσης. Για του λόγου το αληθές, η Εκκλησία της Ελλάδος έχει πλήρως καταγεγραμμένη την περιουσία της και τη δηλώνει, ως οφείλει, στο έντυπο του Ε9, όπως όλα τα νομικά και φυσικά πρόσωπα που έχουν ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα.
Υπάρχει βέβαια και η ρευστοποιητέα περιουσία των Ιερών Μονών σε όλη την ελληνική επικράτεια, των οποίων είναι νόμιμος Διοικητής από την εποχή των διαχωριστικών διαταγμάτων του 1930, όπου εκεί τα πράγματα είναι πιο δύσκολα, διότι πολλά από τα κτήματα αυτά, από τότε ή και αργότερα, καταπατήθηκαν ή τέθηκαν σε επιδικία, λόγω της φυσικής αδυναμίας επιστασίας τόσων εκτάσεων διάσπαρτων σε όλο το μήκος και το πλάτος της Ελληνικής επικράτειας. Στην Ε.Κ.Υ.Ο. λειτουργεί ειδικό τμήμα «ανακαλύψεως χαμένων μοναστηριακών περιουσιών» μέσα από την μελέτη παλαιών αρχείων και έρευνας στα υποθηκοφυλακεία, κτηματολογικά γραφεία και αρχεία του Κράτους.
Όμως, για να επανέλθουμε στο ζήτημα της καταγραφής της εν όλω εκκλησιαστικής περιουσίας και όχι μόνο του ΝΠΔΔ της Εκκλησίας της Ελλάδος, θα ήθελα να σας πληροφορήσω ότι η Εκκλησία της Ελλάδος, ως Εκκλησία που αποτελεί τον φορέα της επικρατούσας θρησκείας κατά το άρθρο 3 του Συντάγματος, δεν απαρτίζεται από ένα και μοναδικό νομικό πρόσωπο. Οι Μητροπόλεις, οι Ενορίες, οι Μονές, τα εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα ιδρυματικής μορφής συναριθμούνται με το νομικό πρόσωπο της Εκκλησίας της Ελλάδος, και υπερβαίνουν σε αριθμό τα 10.000. Η συγκεντρωτική, λοιπόν, καταγραφή της περιουσίας όλων αυτών των νομικών προσώπων είναι ένα εγχείρημα τεραστίων διαστάσεων. Το 2020 πετύχαμε να λάβουμε ευρωπαϊκή χρηματοδότηση για τη συνέχιση ενός προγενέστερου Έργου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, στο οποίο συμμετείχαν μόλις 20 από το σύνολο των Ιερών Μητροπόλεων. Έτσι, δόθηκε η σκυτάλη στην Ε.Κ.Υ.Ο., ώστε να συνεχιστεί η προσπάθεια από τον κεντρικό οργανισμό της Εκκλησίας της Ελλάδος. Στο πλαίσιο αυτό, συνεργαστήκαμε και με την Πολιτεία και με την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Υπογράψαμε παρουσία του Υπουργού Ανάπτυξης Προγραμματική Σύμβαση με τον ΔΕΠΑΝ, ο οποίος μας παρέχει υποστήριξη και τεχνογνωσία, και θέσαμε πλέον τον πολύχρονο σχεδιασμό της καταγραφής της εκκλησιαστικής περιουσίας των Ιερών Μητροπόλεων, Ενοριών και Μονών σε τροχιά πραγματικής υλοποίησης. Είμαστε πολύ περήφανοι για αυτό το κατόρθωμα, όχι μόνον για τα αποτελέσματά του, αλλά και γιατί ενισχύθηκε ο θεσμός της κεντρικής διαχείρισης ζητημάτων που έχουν κατευθυντήρια σημασία και που προαπαιτούν συνεννόηση στρατηγικών σχεδιασμών μεταξύ των πολυάριθμων εκκλησιαστικών νομικών προσώπων με την Πολιτεία. Αποδεικνύεται ότι με την ανάληψη εξουσιοδοτήσεων, επιχειρησιακού χαρακτήρα από την Ε.Κ.Υ.Ο. αντιμετωπίζεται το φαινόμενο της πολυδιάσπασης στην επικοινωνία Κράτους και Εκκλησίας, η οποία στο παρελθόν έχει καταγράψει δραματικό κόστος σε απώλεια χρόνου, κόπου και ενέργειας, ενώ πολύ συχνά καταλήγει σε ματαιώσεις στόχων και επιδιώξεων.
Επενδύσεις σε ακίνητα για πρώτη φορά στην ιστορία της Εκκλησίας
-Ποιες επιδιώξεις έχουν ωριμάσει για το επόμενο διάστημα;
Είμαστε στην τελική ευθεία για την ολοκλήρωση των νομίμων διαδικασιών διενέργειας δημοσίων διαγωνισμών με αντικείμενο την αξιοποίηση 20 επενδυτικών ακινήτων μας, σε Αττική και Θεσσαλονίκη, μετά από δημόσια ανοικτή πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, η οποία μας παρείχε πραγματικά δεδομένα ζήτησης.
Έχει πλέον εμπεδωθεί η ανάγκη συνεργασίας της Ε.Κ.Υ.Ο. με τις Ιερές Μητροπόλεις για την παροχή τεχνογνωσίας προς αξιοποίηση της περιουσίας τους. Ήδη, κατά την τελευταία διετία, πυκνώνουν οι συνεργασίες σε θέματα δασικά, περιβαλλοντικά, κτηματολογικά και, ειδικότερα, ζητήματα νομικής τάξης.
Έχει πλέον ωριμάσει η αντίληψή μας σχετικά με το πώς πρέπει να εκδηλώνεται η συνέργεια μεταξύ εκκλησιαστικών και κρατικών ή άλλων δημόσιων ή δημοτικών νομικών προσώπων. Ήδη, εφαρμόζουμε μια νέα προσέγγιση διακριτών ρόλων στη συνεργασία της Εκκλησίας και της Πολιτείας, αφού ο παλαιότερος σχεδιασμός της ίδρυσης εταιρείας για την από κοινού αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας με το Κράτος ουδέποτε προχώρησε στην πράξη. Πρώτος καρπός αυτής της συνεργασίας διακριτών ρόλων είναι η ένταξη του αναπτυξιακού έργου σε μεγάλο εκκλησιαστικό ακίνητο στο Σχιστό στα έργα στρατηγικής σημασίας από την αρμόδια Κυβερνητική Επιτροπή, και την συνεργασία της Εκκλησίας με το ΤΑΙΠΕΔ για την ωρίμανση του Έργου.
Βρισκόμαστε, επίσης, σε στάδιο ώριμων διαπραγματεύσεων για την αξιοποίηση ακινήτων μας σε εμβληματική επένδυση που δεν έχει προηγούμενο στην Ελλάδα. Θα προσελκύσει κεφάλαια του εξωτερικού και θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας που από την πρώτη ημέρα θα υπερβαίνει τις 3.500. Στη δε πλήρη ανάπτυξή του θα αυξήσει σημαντικά το εθνικό προϊόν. Η επένδυση αυτή, βέβαια, προαπαιτεί νομοθετική ρύθμιση. Μετά από την επιτυχία στο Σχιστό, όλα δείχνουν ότι και σε αυτή την επένδυση θα έχουμε σύμμαχο και αρωγό μας την Πολιτεία για το καλό της εθνικής οικονομίας.
Επίσης, εκτός των άλλων project που επεξεργαζόμαστε για την αξιοποίηση περιουσίας που έχει μείνει στα αζήτητα, βρίσκεται στα «σκαριά» και ένα επίσης μεγαλεπήβολο project που σηματοδοτεί μια στροφή και προς μια αγορά που δεν αφορά ακίνητα. Δυστυχώς, δεν μου επιτρέπεται να πω περισσότερα στην παρούσα φάση.