Αλ. Τσίπρας: Να αποκρούσουμε την επίθεση που επιχειρείται απέναντι στο δημόσιο πανεπιστήμιο
«Έχουμε μπροστά μας άλλη μια προσπάθεια υποβάθμισης του δημόσιου πανεπιστημίου που πρέπει να την αντικρούσουμε συλλογικά. Είναι ζήτημα υπεράσπισης του δημόσιου συμφέροντος», τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας μιλώντας στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης για το νομοσχέδιο «Νέοι ορίζοντες για τα ΑΕΙ» που διοργανώνει η ΕΠΕΚΕ Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, στην αίθουσα Γερουσίας της Βουλής.
«Επιχειρείται επίθεση απέναντι στο δημόσιο πανεπιστήμιο που έχει ως βασικό όχημα την κατάργηση των δημοκρατικών του δομών και τη μετάλλαξη του ακαδημαϊκού και αντιπροσωπευτικού Πανεπιστημίου σε ένα Πανεπιστήμιο που προσομοιάζει σε ιδιωτική εταιρεία», σημείωσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-Π. Εξέφρασε τη βαθύτατη ανησυχία του «για το γεγονός ότι η κυβέρνηση επιλέγει σε ένα ‘νεκρό’ χρόνο, στο ’93’ -με όρους ποσοδφαιρικούς-, να εισάγει στη βουλή ένα νομοσχέδιο που αλλάζει όλο το πλαίσιο του δημόσιου πανεπιστημίου».
Είπε ότι το κάνει σε μια περίοδο που η κοινωνία έχει πάρα πολλά κρίσιμα θέματα που την ταλανίζουν: «σε μια περίοδο που η ακρίβεια είναι το μεγαλύτερο ζήτημα που απασχολεί νοικοκυριά και επιχειρήσεις, σε μια περίοδο έντονων γεωπολιτικών κρίσεων και εντάσεων στην περιοχή, σε μια περίοδο που είναι κοινό μυστικό ότι ο κ. Μητσοτάκης ψάχνει να βρει την ημερομηνία των εκλογών αμέσως μετά το τέλος του καλοκαιριού». Ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι ο πρωθυπουργός «έρχεται να επισπεύσει την εκλογική διαδικασία όχι γιατί ανταποκρίνεται στο αίτημα που εμείς θέσαμε εδώ και έξι μήνες, αλλά διότι βρίσκεται μπροστά στα μεγάλα συσσωρευμένα αδιέξοδα που η ίδια η πολιτική του έχει δημιουργήσει και έχει μεγεθύνει». «Στο ’93 και από θέση οφσάιντ επιχειρεί να θέσει επί τάπητος πλαίσιο συνολικής αποδόμησης και αλλαγής κανόνων που διέπουν το δημόσιο πανεπιστήμιο», είπε. Σημείωσε ότι αυτή η προσπάθεια πρέπει να αντιμετωπιστεί με σθεναρή αντίσταση της ακαδημαϊκής κοινότητας και των πολιτικών κομμάτων. Επίσης χαρακτήρισε «ύποπτο και το γεγονός ότι για άλλη μια φορά επιχειρείται δομική αλλαγή στο πλαίσιο λειτουργίας του δημόσιου πανεπιστημίου χωρίς να υπάρχει η ελάχιστη διαβούλευση με τους λειτουργούς του».
Αλ. Τσίπρας: Όλοι διαφωνούν με το νομοσχέδιο για την Ανώτατη Εκπαίδευση, μόνο ο κ. Μητσοτάκης και η κα. Κεραμέως συμφωνούν
Ο κ. Τσίπρας σημείωσε ακόμη ότι «επιχειρείται επίθεση απέναντι στο δημόσιο πανεπιστήμιο που έχει ως βασικό όχημα την κατάργηση των δημοκρατικών του δομών και τη μετάλλαξη του ακαδημαϊκού και αντιπροσωπευτικού Πανεπιστημίου σε ένα Πανεπιστήμιο που προσομοιάζει σε ιδιωτική εταιρεία». Πρόσθεσε ότι αυτή η επίθεση έρχεται μετά από τις δύο μεγάλες πληγές που ήδη έχουν ανοίξει στο δημόσιο πανεπιστήμιο: την ελάχιστη βάση εισαγωγής, ίδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας.
Τόνισε ότι σε πρώτη φάση αυτό που χρειάζεται είναι «να αποκρούσουμε, το γκολ οφσάιντ στο ’93, αλλά ακόμα κι αν αυτό μπει να δεσμευτούμε ότι ο διαιτητής που θα προκύψει από τη λαϊκή ετυμηγορία στις εκλογές που σύντομα έρχονται, θα το ακυρώσειο και θα επαναφέρει τον ουσιαστικό διάλογο για τις αναγκαίες αλλαγές που χρειάζεται το δημόσιο πανεπιστήμιο για να γίνει ξανά ισχυρό, ποιοτικό, ανταγωνιστικό.
Ολόκληρη η ομιλία:
Χαιρετίζω όλους και όλες και σας ευχαριστούμε θερμά για την παρουσία σας σήμερα εδώ. Δεν θα κάνω ομιλία, διότι σήμερα ήρθαμε να ακούσουμε εμείς εσάς και όχι να ακούσετε εσείς εμάς. Έναν μικρό χαιρετισμό θα κάνω. Θα πω δυο λόγια, θα πω δυο σκέψεις, γιατί θεωρώ πως έχουμε μπροστά μας άλλη μια προσπάθεια υποβάθμισης του δημόσιου πανεπιστημίου, την οποία πρέπει να την αντικρούσουμε συλλογικά. Δεν είναι, κατά την άποψή μου, ένα ζήτημα μικροκομματικής, ή μικροπολιτικής σκοπιμότητας. Είναι ζήτημα υπεράσπισης του δημόσιου συμφέροντος. Εμείς μέσα από αυτή τη σκοπιά το βλέπουμε.
Θέλω να ξεκινήσω εκφράζοντας τη βαθύτατη ανησυχία μας για το γεγονός ότι η κυβέρνηση επιλέγει σε έναν, θα έλεγε κανείς, νεκρό χρόνο με όρους μπασκετικούς, στο 93’ με όρους ποδοσφαιρικούς, επιλέγει να εισαγάγει στη Βουλή ένα νομοσχέδιο το οποίο αλλάζει εκ νέου όλη τη δομή και όλο το πλαίσιο του δημόσιου πανεπιστημίου. Και το επιλέγει σε μια περίοδο όπου πράγματι η ελληνική κοινωνία έχει πάρα μα πάρα πολλά κρίσιμα θέματα να ασχοληθεί. Κρίσιμα θέματα που την ταλανίζουν.
Βρισκόμαστε σε μια περίοδο που είμαστε εν μέσω της ενεργειακής και της πληθωριστικής κρίσης. Η ακρίβεια, με δυο λόγια, είναι το μεγαλύτερο ζήτημα που απασχολεί νοικοκυριά και επιχειρήσεις, σε μια περίοδο έντονων γεωπολιτικών κρίσεων και εντάσεων στην περιοχή, σε μια περίοδο που όλοι γνωρίζουν. Είναι κοινό μυστικό, θα έλεγε κανείς, ότι ο πρωθυπουργός ο κ. Μητσοτάκης ψάχνει να βρει την ημερομηνία των εκλογών αμέσως μετά το τέλος του καλοκαιριού.
Θα είναι στις 11 Σεπτέμβρη, θα είναι στις 18 Σεπτέμβρη, θα είναι στις 25 Σεπτέμβρη; Είναι, όμως, ένα κοινό μυστικό αυτό το οποίο έχουνε διαψεύσει. Άλλωστε, οι ίδιοι από το Μέγαρο Μαξίμου είναι αυτοί που διακινούν τις αντίστοιχες διαρροές.
Και προφανώς έρχεται να επισπεύσει την εκλογική διαδικασία όχι διότι ανταποκρίνεται στο αίτημα που εμείς θέσαμε εδώ και 6 μήνες. Αλλά διότι βρίσκεται μπροστά στα μεγάλα συσσωρευμένα αδιέξοδα που η ίδια του η πολιτική έχει μεγεθύνει και έχει δημιουργήσει.
Σε αυτή τη συγκυρία ακριβώς στο 93’ του αγώνα και από θέση οφσάιντ, και θα εξηγήσω γιατί, επιχειρεί να θέσει επί τάπητος ένα πλαίσιο συνολικής αποδόμησης και αλλαγής των κανόνων που διέπουν τη λειτουργία του δημόσιου πανεπιστημίου.
Κατά την άποψή μας, λοιπόν, αυτή η προσπάθεια είναι μια προσπάθεια η οποία πρέπει να αντιμετωπιστεί με τη σθεναρή αντίδραση της κοινότητας της ακαδημαϊκής. Και βεβαίως σε ό,τι αφορά τα πολιτικά κόμματα, οφείλουμε να αντιπαραθέσουμε τις θέσεις και τις προτάσεις μας, οφείλουμε όμως να αναδείξουμε το κρίσιμο αυτό ζήτημα της διαδικασίας, που είναι ζήτημα ουσίας.
Δεν είναι όμως μόνο η χρονική στιγμή ύποπτη. Είναι και το γεγονός ότι για άλλη μια φορά επιχειρείται μια δομική αλλαγή στο πλαίσιο λειτουργίας του δημόσιου πανεπιστήμιου, χωρίς να υπάρχει η ελάχιστη διαβούλευση και η ελάχιστη συναίνεση όλων όσων φορέων και ανθρώπων αποτελούν τους λειτουργούς του δημόσιου πανεπιστημίου. Και οφείλουμε να έχουμε τουλάχιστον την εικόνα και τις θέσεις τους, τις απόψεις τους στο τραπέζι, όταν επιχειρούμε μεταρρυθμίσεις τόσο κρίσιμες, τόσο ζωτικής σημασίας.
Εξ όσων γνωρίζω, λοιπόν, και θα τα πείτε καλύτερα εσείς, σχεδόν όλοι διαφωνούν. Οι Σύγκλητοι διαφωνούν, η Σύνοδος των Πρυτάνεων διαφωνεί, οι Σύλλογοι Καθηγητών διαφωνούν, οι φοιτητές διαφωνούν. Γνωστοί, γνωστότατοι ξένοι επιστήμονες από πολλές χώρες υπογράφουν επιστολή διαμαρτυρίας για τις απειλές που δέχεται το δημόσιο πανεπιστήμιο από αυτό το νομοσχέδιο και την επιχειρούμενη μεταρρύθμιση της κυρίας Κεραμέως. 1.000 υπογραφές μαζεύτηκαν.
Πανεπιστημιακοί από όλη την Ελλάδα υπογράφουν κείμενα για την απόσυρση του νομοσχεδίου. Η αντιπολίτευση, και όχι μόνο η αξιωματική, διαφωνεί και αυτή. Μόνο ο κ. Μητσοτάκης και η κ. Κεραμέως συμφωνεί. Και μόνο αυτοί βλέπουν ότι όλα είναι καλά.
Νομίζω ότι είναι κρίσιμο σήμερα να ακουστεί η φωνή των ανθρώπων που λειτουργούν το δημόσιο πανεπιστήμιο. Η δική μας εκτίμηση, η δική μας άποψη, είπε πιο πριν ο τομεάρχης Παιδείας ο Νίκος Φίλης, η δική μας η άποψη είναι κατηγορηματικά σε αντίθεση με το νομοσχέδιο αυτό.
Εκτιμούμε ότι επιχειρείται μια επίθεση απέναντι στο δημόσιο πανεπιστήμιο, που έχει ως βασικό όχημα την κατάργηση των δημοκρατικών δομών του δημόσιου πανεπιστημίου. Και τη μετάλλαξη του ακαδημαϊκού και αντιπροσωπευτικού πανεπιστημίου σε ένα πανεπιστήμιο που προσομοιάζει περισσότερο σε ιδιωτική εταιρεία.
Και πιστεύουμε ότι αυτή η επίθεση δυστυχώς έρχεται μετά από τις δυο μεγάλες πληγές που ήδη έχουν ανοίξει στο δημόσιο πανεπιστήμιο. Η μία έχει να κάνει με την εφαρμογή της ελάχιστης βάσης εισαγωγής, η οποία πέρα από το γεγονός ότι άφησε δεκάδες χιλιάδες υποψήφιους εκτός πανεπιστημίων, που σε διαφορετικές βάση της προηγούμενης συνθήκης θα ήταν σήμερα φοιτητές και θα είχαν τη δυνατότητα να προχωρήσουν μέσα στα δημόσια πανεπιστήμια και όχι να αναζητούν την ακαδημαϊκή τους τύχη σε κάποια αμφιβόλου ποιότητας ιδιωτικά ιδρύματα εντός ή εκτός της χώρας.
Πέραν όμως από αυτό, στην πραγματικότητα αποτελεί μια πολύ μεγάλη πληγή ιδιαίτερα για τα περιφερειακά πανεπιστήμια της χώρας, τα οποία αρχίζουν να φυλλορροούν. Και όταν φυλλορροούν από φοιτητές, είναι βέβαιο ότι θα φυλλορροούν και από την αναγκαία χρηματοδότηση και πολύ σύντομα θα βρεθούν μπροστά σε υπαρξιακά διλήμματα.
Η πρώτη πληγή είναι αυτή. Η δεύτερη πληγή, κατά την άποψή μας, είναι ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση επικοινωνιακά επιχείρησε να αντιμετωπίσει κάποια υπαρκτά προβλήματα σε σχέση με τη λειτουργία, ιδίως ορισμένων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων στο κέντρο της Αθήνας, όπου αντί να τα αντιμετωπίσει μέσα από μια συνεργασία με τους ανθρώπους μέσα στο πανεπιστήμιο, με τους φοιτητές, ενισχύοντας τις δομές και με προσλήψεις υπαλλήλων για τη φύλαξη των χώρων, τι έκανε; Προχώρησε στη λογική της ίδρυσης πανεπιστημιακής αστυνομίας.
Αυτό που χρειάζονται όμως σήμερα τα πανεπιστήμιά μας είναι πανεπιστημιακούς δασκάλους, όχι πανεπιστημιακούς αστυνόμους και αυτή είναι μια βασική αντίθεση, εάν θέλετε, στην ίδια την αντίληψη που έχουμε και πρέπει να έχουμε για την εκπαίδευση στη χώρα μας.
Σε αυτές τις δυο λοιπόν πληγές, έρχεται να προστεθεί και μια ακόμα πληγή, το νομοσχέδιο αυτό. Πιστεύω ακράδαντα ότι αυτό που χρειάζεται είναι να υπάρξει η ευρύτατη δυνατή συσπείρωση κοινωνικών φορέων και πολιτικών δυνάμεων. Η ευρύτατη δυνατή συσπείρωση, γιατί; Για να υπερασπιστούμε το δημόσιο πανεπιστήμιο. Και μας κάνει εντύπωση αυτή η διαρκής επίθεση στο δημόσιο πανεπιστήμιο και η διαρκής απαξίωση του δημόσιου πανεπιστημίου. Και εγώ δεν θα κουραστώ να λέω κάθε φορά που μου δίνεται η ευκαιρία ότι τα δημόσια πανεπιστήμια στη χώρα μας, παρά το γεγονός ότι έχουν συκοφαντηθεί, παρά το γεγονός ότι έχουν υποστεί τεράστια πλήγματα όλη την περίοδο των χρόνων της λιτότητας των μνημονιακών χρόνων από έλλειψη χρηματοδότησης, υποστελέχωσης, είναι πανεπιστήμια που βρίσκονται πάρα πολύ ψηλά. Πάρα πολύ ψηλά στις διεθνείς κατατάξεις. Κάποια είναι στο 3% και πολλά περισσότερα στο 8% παγκοσμίως.
Άρα λοιπόν εμείς θεωρούμε ότι πρώτον πρέπει να σταματήσει η κατασυκοφάντηση, δεύτερο η στοχοποίηση, τρίτο η αποδόμηση του δημόσιου πανεπιστημίου. Και καθοριστικός παράγοντας αυτής της επιτυχίας και της σημαντικής παρουσίας των ελληνικών ιδρυμάτων στην παγκόσμια κατάταξη σε σύγκριση και σε σχέση με την ποιότητα παρεχόμενων σπουδών, κατά την άποψή μας, είναι και η δημοκρατική δομή της διοίκησης και βεβαίως οι εξαιρετικές ερευνητικές επιδόσεις καθηγητών και νέων επιστημόνων.
Δεν θέλω να επεκταθώ παραπάνω σε σχέση με τις βασικές μας αντιρρήσεις για το νομοσχέδιο αυτό. Θέλω να σας ακούσω. Όμως, θα μου επιτρέψετε να πω ένα πράγμα. Αυτό που χρειάζεται, κατά την άποψή μου, όχι μόνο το δημόσιο πανεπιστήμιο, η χώρα συνολικά και η οικονομία είναι η ανάγκη αλλαγής αναπτυξιακού υποδείγματος. Παραγωγικού μοντέλου. Το τι πανεπιστήμιο θέλουμε έχει να κάνει και με το τι παραγωγικό μοντέλο θέλουμε στη χώρα.
Αν η αντίληψή μας είναι ότι θα πρέπει, να το πω σχηματικά, να έχουμε ένα μοντέλο έντασης εργασίας και όχι ένα μοντέλο παραγωγικό που θα βασίζεται στην οικονομία της γνώσης, λέμε εμείς. Αν θέλουμε να έχουμε ένα παραγωγικό μοντέλο το οποίο θα επενδύει στη διαρκή ανάπτυξη του τριτογενούς τομέα, του τουρισμού και όχι στο να παράγει, στο να έχουμε υψηλά εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, μορφωμένα νέα παιδιά, ανεξάρτητα από το τι θα γίνει στην αγορά εργασίας και το αν θα έχουν… -αυτό είναι ένα ζήτημα που έχει να κάνει με μια σειρά από κρίσιμα θέματα που αφορούν την οικονομία και τη συγκυρία- αλλά εάν θέλουμε να έχουμε ένα παραγωγικό μοντέλο που θα βασίζεται στην οικονομία της γνώσης, αν θέλουμε να επενδύσουμε στο σημαντικότερο κεφάλαιο της ελληνικής κοινωνίας που είναι το ανθρώπινο κεφάλαιο, το ανθρώπινο δυναμικό. Αν θέλουμε σιγά σιγά να δημιουργήσουμε τους όρους εκείνους που οι νέοι υψηλά εξειδικευμένοι και καταρτισμένοι επιστήμονες θα βρίσκουν τη δυνατότητα να στελεχώνουν την ελληνική παραγωγική δομή και όχι να φεύγουν με το brain drain στο εξωτερικό.
Αν αυτό θέλουμε, τότε θέλουμε ένα ισχυρό δημόσιο πανεπιστήμιο. Θέλουμε ένα δημόσιο, δημοκρατικό, αξιοκρατικό, ποιοτικό πανεπιστήμιο. Και αυτό το πανεπιστήμιο δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς δημοκρατική δομή διοίκησης και λειτουργίας, χωρίς διασφάλιση της αντιπροσωπευτικότητας στην εκλογική διαδικασία ανάδειξης των συλλογικών οργάνων διοίκησης και του πρύτανη που επί ένα αιώνα εκλέγεται, είναι αιρετός στα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια. Αυτό το πανεπιστήμιο το δημοκρατικό, το αξιοκρατικό, το δημόσιο, το δημοκρατικό δεν μπορεί να λειτουργήσει, κακά τα ψέματα, χωρίς ενίσχυση της χρηματοδότησής του. Γι’ αυτό και εμείς δεσμευόμαστε, τώρα είμαστε εκτός μνημονίου, τώρα δεν έχουμε την τρόικα πάνω από το κεφάλι μας. Τώρα έχουμε κάποιες δημοσιονομικές ανάσες, όχι απεριόριστες, αλλά υπάρχουν αυτές οι ανάσες, αυτές οι δυνατότητες.
Αντί λοιπόν να δαπανάει κανείς, όπως η σημερινή κυβέρνηση 7,5 δισεκατομμύρια σε κλειστούς διαγωνισμούς και απευθείας αναθέσεις σε ημετέρους, θα έπρεπε να δώσει μια προτεραιότητα για την αύξηση της χρηματοδότησης στο δημόσιο πανεπιστήμιο. Εμείς λέμε ότι σε βάθος τετραετίας πρέπει να διπλασιαστούν οι χρηματοδοτικοί πόροι των ΑΕΙ στη χώρα μας και να διπλασιαστεί ο αριθμός των μελών ΔΕΠ.
Γι’ αυτό μιλάμε για την ανάγκη ενός μεγάλου αριθμού διορισμών ανά έτος και αυστηρή τήρηση του νόμου, που σε δύσκολες δημοσιονομικά συνθήκες και με την τρόικα στο κεφάλι μας εμείς θεσμοθετήσαμε, αλλά δεν εφαρμόζεται τώρα που δεν υπάρχει η τρόικα. Ποιος είναι ο νόμος; Για κάθε αποχώρηση, να υπάρχει αυτομάτως η προκήρυξη θέσης και η κάλυψη των μελών ΔΕΠ για κάθε συνταξιοδότηση μέλους ΔΕΠ.
Χρειάζεται να ενισχύσουμε τη δημόσια εκπαίδευση, χρειάζεται να ενισχύσουμε το δημόσιο πανεπιστήμιο. Σε πρώτη φάση, όμως, αυτό που χρειάζεται είναι να αντικρούσουμε αποτελεσματικά αυτή την επίθεση που δεχόμαστε εκ νέου για άλλη μια φορά. Να αποκρούσουμε το γκολ οφσάιντ στο 93’, αλλά ακόμα και εάν αυτό μπει, να δεσμευτούμε ότι ο διαιτητής που θα προκύψει από τη λαϊκή ετυμηγορία στις εκλογές, που σύντομα έρχονται, θα ακυρώσει αυτό το οφσάιντ γκολ και θα επαναφέρει τον ουσιαστικό διάλογο, την ουσιαστική διαβούλευση για τις αναγκαίες αλλαγές που χρειάζεται το δημόσιο πανεπιστήμιο για να γίνει ξανά ισχυρό, ποιοτικό, ανταγωνιστικό.
Σας ευχαριστώ.