Η κυβέρνηση επιδιώκει να συζητάμε για το πότε θα γίνουν οι εκλογές αντί για το διακύβευμα – Εμείς τι κάνουμε; – Του Ν. Στραβελάκη
Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού
και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Είναι τουλάχιστον άβολο, την ώρα που λαμβάνουν χώρα σημαντικές οικονομικές, γεωπολιτικές και υγειονομικές εξελίξεις, όλη η χώρα να συζητά για τις πρόωρες εκλογές, που όμως δεν έχουν προκηρυχθεί.
Η στάση του φιλοκυβερνητικού Τύπου επί του θέματος είναι συγκεχυμένη. Η παραδοσιακή «Εστία» κατέφυγε στη λύση του ρεπορτάζ. Σύμφωνα με αυτό, οι εκλογές έχουν κλειδώσει για τις 18/9. Τα «Νέα», μέσω της στήλης του κ. Πρετεντέρη, φαίνεται να προκρίνουν την παράταση της υποτιθέμενης αβεβαιότητας. Ο κ. Πρετεντέρης κάνει «χιούμορ», λέγοντας ότι προκηρύχθηκαν εκλογές, αλλά τις προκήρυξε ο κ. Τσίπρας.
Τέλος, υπάρχουν και εκείνοι στην κυβέρνηση, όπως ο κ. Γεραπετρίτης, που δεν θέλουν εκλογές. Όπως δήλωσε, «υπάρχουν περισσότεροι λόγοι να μη γίνουν εκλογές από το να γίνουν». Εγώ πάντως, που είμαι κακός, μπορώ να σκεφτώ έναν: Την ανέγερση του καζίνο στο Ελληνικό από την εταιρεία ΓΕΚ Τέρνα και την πολυεθνική Hard Rock. Βλέπετε, αντιπρόεδρος στη ΓΕΚ Τέρνα είναι ο πεθερός του.
Το όλο σκηνικό αρχίζει να μοιάζει με προσπάθεια αλλαγής της ατζέντας από την πλευρά της κυβέρνησης, κάτω από το βάρος της ακρίβειας, της αβεβαιότητας ως προς τα δημοσιονομικά, των συζητήσεων για τα γεωπολιτικά και της αναζωπύρωσης της πανδημίας. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, το σύνολο των πολιτικών θεμάτων έχει υποβαθμιστεί.
Τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι θεωρώ ότι δεν πρόκειται να γίνουν πρόωρες εκλογές. Το αντίθετο, θεωρώ ότι οι εξελίξεις είναι τέτοιες που οι πρόωρες εκλογές είναι μονόδρομος για την κυβέρνηση. Όμως, για αυτόν ακριβώς τον λόγο, πρέπει να συζητήσουμε το επίδικο των εκλογών, αντί να μαδάμε τη μαργαρίτα για το πότε θα γίνουν. Λόγω ειδικότητας, θα περιοριστώ στις οικονομικές εξελίξεις.
Σε αυτό το πεδίο, το βασικό είναι ότι τα προγράμματα λιτότητας και ποσοτικής χαλάρωσης έχουν αποτύχει τόσο στην Ελλάδα όσο και στην ΕΕ. Η εκτίναξη του πληθωρισμού, αποτέλεσμα των χαμηλών ποσοστών κέρδους και των συνακόλουθων αδύναμων επενδύσεων, έχει οδηγήσει σε αύξηση του κόστους και των τιμών. Οι αδύναμες επενδύσεις χαρακτήρισαν τον κλάδο των ορυκτών καυσίμων, περισσότερο από όλους τους υπόλοιπους. Λόγω των διακηρυγμένων πολιτικών κατάργησής τους και του μακρού χρόνου απόσβεσης, οι επενδύσεις σε αυτόν τον κλάδο ήταν ανύπαρκτες. Αποτέλεσμα ήταν τα λιγότερο παραγωγικά κοιτάσματα, κυρίως τα κοιτάσματα αερίου της Ρωσίας, να καταστούν ρυθμιστικό κεφάλαιο, δηλαδή να καθορίζουν τις τιμές. Αυτή η εξέλιξη είναι πίσω από την επιθετική πολιτική της Ρωσίας στην Ουκρανία αλλά και την πρόθεση της Κίνας, της Ινδίας και του Ιράν να απέχουν από όποια διεθνή συζήτηση για περιορισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Κοντολογίς, μπαίνουμε σε μια περίοδο από-παγκοσμιοποίησης και ζωνών επιρροής.
Αυτό θα έχει σημαντικές συνέπειες το επόμενο διάστημα. Πρώτη και βασική, τα αυξημένα επιτόκια, που θα υπονομεύσουν τις ήδη αδύναμες επενδύσεις. Όπως επισημαίνουν πλέον οι περισσότεροι οικονομολόγοι, αλλά φαίνεται και στα στοιχεία από τις ΗΠΑ, η παγκόσμια οικονομία μπαίνει σε μια περίοδο στασιμοπληθωρισμού. Για τις ταλαιπωρημένες κοινωνίες, όπως η ελληνική, αυτό είναι καταστροφικό. Μιλάμε για επιπλέον αδυνάτισμα των ήδη αδύναμων λαϊκών εισοδημάτων. Μπαίνουμε σε μια εποχή αδύναμης μεγέθυνσης και πρωτοφανούς ανισότητας.
Φανατικός υποστηρικτής αυτής της εξέλιξης είναι η απερχόμενη κυβέρνηση Μητσοτάκη. Πολιτική της είναι η δημιουργία μιας δυαδικής οικονομίας από τη μια, ένας σύγχρονος τομέας πολιτικών φίλων και πολυεθνικών, που θα στηριχθεί στους χαμηλούς μισθούς και στο Ταμείο Ανάκαμψης, και από την άλλη τα απομεινάρια των παραδοσιακών κλάδων (τρόφιμα, οικοδομικά κ.λπ.), που θα συνεχίσουν να φθίνουν. Όμως, ακόμα και αν αυτές οι επενδύσεις πραγματοποιηθούν, κάτι αμφίβολο, ιδιαίτερα αν σκεφτούμε την παντελή ανυπαρξία επενδυτικής δραστηριότητας την τελευταία δεκαετία, συμπεριλαμβανομένων και των τριών τελευταίων ετών της σημερινής κυβέρνησης, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι η χώρα θα μπει σε τροχιά ισχυρής οικονομικής μεγέθυνσης. Το πιθανότερο είναι ότι οι κλάδοι που θα φθίνουν θα χάνουν περισσότερο από ό,τι οι κλάδοι που θα αναπτύσσονται (ενέργεια, ψηφιοποίηση κ.λπ.), με αποτέλεσμα το συνολικό ισοζύγιο για την οικονομία να είναι αρνητικό. Είναι ένα σενάριο που επαναλαμβάνεται στον αναπτυσσόμενο κόσμο από τη δεκαετία του 1970.
Όμως και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται να έχει κάποια λύση σε διαφορετική κατεύθυνση. Στην ουσία κινείται στο ίδιο μήκος κύματος, περιοριζόμενος σε κάποιες αμφιβόλου αξίας διαβεβαιώσεις για τα δημοκρατικά δικαιώματα (πανεπιστημιακή αστυνομία, συνδικαλιστική δράση κ.λπ.). Έτσι, το πιθανότερο μετεκλογικό σενάριο είναι μια κυβέρνηση συνεργασίας ή οικουμενική, με πρωθυπουργό κάποιον τεχνοκράτη, όπως ο κ. Γιάννης Στουρνάρας ή ο κ. Μαργαρίτης Σχοινάς. Η σύνθεση αλλά και το ποιος θα έχει το πάνω χέρι θα κριθεί φυσικά από το αποτέλεσμα των εκλογών. Όμως η πολιτική αυτής της νέας κυβέρνησης θα είναι στην ουσία μια πολιτική δημοσιονομικής προσαρμογής, μετά την έκρηξη του δημόσιου χρέους την περίοδο της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Έτσι, το πραγματικό επίδικο των εκλογών είναι αν οι δυνάμεις της πραγματικής Αριστεράς θα κατορθώσουν να ενισχύσουν τον συσχετισμό υπέρ ενός μετώπου αντιμετώπισης του νέου κύκλου λιτότητας.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ