Ο Θεοχάρης Φραγκιουδάκης για το βιβλίο του Μάρτυν Μπράουν «Η Πολιτική της Λήθης. Νέα Ζηλανδία, Ελλάδα και Μ. Βρετανία στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο»

Ο Θεοχάρης Φραγκιουδάκης για το βιβλίο του Μάρτυν Μπράουν «Η Πολιτική της Λήθης. Νέα Ζηλανδία, Ελλάδα και Μ. Βρετανία στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο»

«Ο συγγραφέας τολμά και κινείται στην ‘‘άλλη πλευρά’’ της επίσημης ιστορίας. Η επίσημη ιστορία είναι η «Πολιτική της λήθης», η ιστορία που παραλείπει, συγκαλύπτει, ωραιολογεί και δαιμονολογεί. Ο Μάρτυν Μπράουν ιστοριογραφεί την μνήμη, όχι τη λήθη. Α-ληθογραφεί γιατί δεν παραλείπει (δεν ‘‘ληθογραφεί’’), και αυτό είναι επώδυνο. Η πολιτική της λήθης ίσως ήταν μια αναγκαία πρακτική που ακολούθησαν όλα τα κράτη για να επουλώσουν όπως-όπως τις νωπές ακόμα τότε πληγές του Β΄ Π. Π. Σήμερα, καθώς πλησιάζουμε στα 80 χρόνια από τη λήξη της πιο αιματηρής σύγκρουσης που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα, είναι καιρός να αρχίσουμε να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους και, κυρίως, να τα λέμε όλα, χωρίς κρατικίστικα και ιδεοληπτικά φιλτραρίσματα…».

Από το ονοματεπώνυμο του συγγραφέα και μόνο, θα μπορούσε να οδηγηθεί κανείς στο εύκολο συμπέρασμα ότι πρόκειται για μία ακόμη αγγλοσαξονική ματιά σε γεγονότα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Δεν είναι όμως έτσι ακριβώς. Το ιστοριογραφικό βιβλίο που σήμερα παρουσιάζουμε έχει μεν αυτήν τη γνωστή, ‘‘βρετανική’’ επιμονή στη λεπτομέρεια, φωτίζοντας με τρόπο σχολαστικό κάθε πλευρά των διακρατικών και διαπροσωπικών σχέσεων που δημιουργεί ο πόλεμος, απέχει, ωστόσο, μακράν των γνωστών φιλοβρετανικών θεωρήσεων. Ο Μάρτυν Μπράουν, ως αγγλόφωνος Νεοζηλανδός και όχι ως άγγλος της Νέας Ζηλανδίας, δεν δεσμεύεται από τον όρκο στη Βασίλισσα που δίνουν οι νεοζηλανδοί πολίτες, δεσμεύεται μόνο από τον επιστημονικό του όρκο να υπηρετεί την αλήθεια.
Ας προκαταλάβω μία πρόβλεψη, ότι το παρουσιαζόμενο σήμερα βιβλίο «Η πολιτική της λήθης» θα αξιοποιηθεί μελλοντικά ως βασικό εργαλείο βιβλιογραφίας από τους ερευνητές του Β΄ Π. Π., καθώς φέρνει στο φως άγνωστες πτυχές των ελληνο-νεοζηλανδικών και βρετανο-νεοζηλανδικών σχέσεων εκείνη την περίοδο. Παραβλέπω τις ελληνο-βρετανικές σχέσεις, καθώς αυτές έχουν ήδη συζητηθεί και φωτιστεί από διάφορες ιστοριογραφικές πλευρές ήδη. Το βιβλίο κινείται σε πολλαπλά επάλληλα επίπεδα όλων των δυνατών σχέσεων: πρώτον, το διακρατικό (πολιτικό και διπλωματικό), δεύτερον, το στρατιωτικό (εξοπλιστικό και στρατηγικό), τρίτον, το διαπροσωπικό (χαρακτηριολογικό και ψυχοσυναισθηματικό). Τρεις χώρες λοιπόν, τρία επίπεδα σχέσεων, τρία γεωγραφικά πεδία (Κρήτη, Ηπειρωτική Ελλάδα, Βόρειος Αφρική – Μέση Ανατολή), δύο αντίπαλα στρατόπεδα (Άξονας / Σύμμαχοι), δύο αντίπαλα στρατόπεδα σκέψης (η συντήρηση του παλιού / η ανάδυση του νέου).
Το βιβλίο του Μάρτυν Μπράουν προσπαθεί, μεταξύ άλλων, να αναδείξει μια κρίσιμη στιγμή της διαμόρφωσης της Νεοζηλανδικής ταυτότητας. Μιας ταυτότητας που όπως όλες οι εθνικές ταυτότητες διαρκώς αναμορφώνονται σφυρηλατούμενες από τη διαδικασία της πολεμικής βίας, των κρατικών συμφερόντων, της κατευθυνόμενης ιστορικής και εθνοκεντρικής εκπαίδευσης από τη μια κι από την άλλη, μέσω των ελεύθερων φωνών, της ανεξάρτητης σκέψης, της ορθολογικής διαχείρισης του ιστοριογραφικού υλικού.
…..Ο συγγραφέας τολμά και κινείται στην ‘‘άλλη πλευρά’’ της επίσημης ιστορίας. Η επίσημη ιστορία είναι η «Πολιτική της λήθης», η ιστορία που παραλείπει, συγκαλύπτει, ωραιολογεί και δαιμονολογεί. Ο Μάρτυν Μπράουν ιστοριογραφεί την μνήμη, όχι τη λήθη. Α-ληθογραφεί γιατί δεν παραλείπει (δεν ‘‘ληθογραφεί’’), και αυτό είναι επώδυνο. Η πολιτική της λήθης ίσως ήταν μια αναγκαία πρακτική που ακολούθησαν όλα τα κράτη για να επουλώσουν όπως-όπως τις νωπές ακόμα τότε πληγές του Β΄ Π. Π. Σήμερα, καθώς πλησιάζουμε στα 80 χρόνια από τη λήξη της πιο αιματηρής σύγκρουσης που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα, είναι καιρός να αρχίσουμε να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους και, κυρίως, να τα λέμε όλα, χωρίς κρατικίστικα και ιδεοληπτικά φιλτραρίσματα…
Σήμερα που τα ίδια τα κράτη, πιο πολύ τα αγγλοσαξωνικά – πρέπει να τους το αναγνωρίσουμε αυτό, ανοίγουν τα όποια (sic) αρχεία εκείνης της εποχής… Σήμερα που η τεχνολογία μάς φέρνει αντιμέτωπους με τις πηγές – πληγές… Σήμερα που είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαία τα διδάγματα του Β΄ Π. Π., καθώς έχουν απομείνει πλέον ελάχιστοι υπερήλικες που τον έζησαν και εμείς οι νέοι δεν επαναστατούμε μπροστά στο ενδεχόμενο επανάληψής του… Σήμερα το βιβλίο του Μάρτυν Μπράουν πρέπει να διαβαστεί από όλους τους ελεύθερα σκεπτόμενους ανθρώπους!
Ο Μάρτυν Μπράουν, αν και πανεπιστημιακός, δεν συνθέτει ένα στυγνό και στεγνό – τυπικά ακαδημαϊκού τύπου σύγγραμμα. Μέσα από το λιγοστό φως των αρχειακών δωματίων και της στατιστικής αριθμολατρείας καταφέρνει και ανατέμνει την ανθρώπινη ψυχή, ανασυνθέτοντας τα κομμάτια στα οποία αυτή σπάζει μέσω των κρότων και των καταρρεύσεων του πολέμου. Οι ήρωες του συγγραφέα μοιράζουν και μοιράζονται ρόλους. Τι άραγε υπηρετούν; Το γενικό συμμαχικό συμφέρον ή κάτι στενότερο; Πού αρχίζει το μέρος και πού τελειώνει το όλον;
Η ιστοριογράφηση του Μάρτιν Μπράουν φανερώνει τη δυναμική των αλληλοεπικαλυπτόμενων υπερσυνόλων: Η γενική βούληση – η Συμμαχία, επιβάλλεται στον αγγλοσαξωνικό κόσμο, ο οποίος δυσκολεύεται, αλλά αποδέχεται ως ισότιμους εταίρους τους έλληνες, τους γάλλους, τους ρώσους. Ο νέος κόσμος, αυτός της Βρετανικής Κοινοπολιτείας επιβάλλει την υποχώρηση του αποικιοκρατικού πνεύματος και του ρατσισμού τον οποίο, λίγο έως πολύ, είχαν και οι Άγγλοι ως βορειοευρωπαίοι, ενώ τώρα βρίσκονται να τον πολεμάνε…
Ο καλός ιστορικός -και τέτοιος είναι ο Μάρτυν Μπράουν- δεν πρέπει να είναι φίλος με κανέναν. Το έργο του «Η πολιτική της λήθης» δεν είναι ούτε φιλελληνικό, ούτε φιλονεοζηλανδικό, ούτε φιλοβρετανικό. Κάτι τέτοιο νομίζω ότι βοηθά και ουδόλως δεν δυσχεραίνει, τις σχέσεις των τριών λαών και των αντίστοιχων χωρών. Απεναντίας, τις βοηθά. Η λογική του «άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε» που επικρατεί και αναφαίνεται στις επετειακές εκδηλώσεις και τελετές, ολοκλήρωσε τον κύκλο της. Οι σχέσεις -μάς υποδεικνύει το βιβλίο- πρέπει να τεθούν σε νέες βάσεις, ειλικρινέστερες και πιο ουσιαστικές. Χρειάζεται όμως τόλμη. Και ο συγγραφέας τολμά να προτείνει τον δύσκολο δρόμο της αποκάλυψης, αφήνοντας πίσω τις ιστορικές προκαταλήψεις και τα διακρατικά στερεότυπα.
Το βιβλίο σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης μιλά και για τον εχθρό, τη Γερμανία και τον Άξονα. Όχι για να τον επαναξιολογήσει, καθώς έχει ιστορικά κριθεί τελεσίδικα, κατά τα έργα του. Ο Μάρτυν Μπράουν και για την περίπτωση των ηττημένων έμμεσα προτείνει όχι την ιστορική αναθεώρηση, μα τον ιστορικό αναστοχασμό, ο οποίος διαρκώς κινητοποιείται από τις αποκαλύψεις όλο και περισσότερων στοιχείων.

Ανακεφαλαιώνοντας, θα ήθελα να κωδικοποιήσω κάποια συμπεράσματα που προέκυψαν από την πολλαπλή ανάγνωση του βιβλίου.

α) Το βιβλίο δεν μιλά μόνο για τον Β΄ Π. Π. Αναφέρεται στον αντίχτυπο της πενταετίας 1941-1945, τόσο στο ελληνικό κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι της επόμενης δεκαετίας, όσο και στη νέα, μεταπολεμική νεοζηλανδική ταυτότητα και συνειδητότητα.

β) Το βιβλίο λειτουργεί στο πεδίο της χρηστικότητας αλλά και της χρησιμότητας. Είτε φέρνοντας στο φως άγνωστα ή παρασιωπημένα γεγονότα (ποτέ η γνώση δεν είναι περιττή). Είτε επειδή, τελικά, βοηθά εμάς τους Έλληνες να καταλάβουμε καλύτερα ποιοι είμαστε. Η αυτογνωσία μας θεωρώ ότι πρέπει να προέρχεται και μέσα από τα ξένα οπτικά πρίσματα, πόσο μάλλον όταν αυτά είναι έντιμα και διάφανα σαν το βιβλίο για το οποίο συζητάμε εδώ σήμερα…

γ) Το βιβλίο παρά τον όγκο του δεν είναι κουραστικό. Οι σκέψεις έχουν καθαρότητα και τα γεγονότα ενάργεια. Ο μεταφραστής Μάκης Πέτσας, καθώς και ο εκδότης – επιμελητής Χρήστος Τσαντής αποδίδουν το πνεύμα του Μάρτυν Μπράουν κάνοντας το ξένο οικείο, χωρίς ωστόσο να το οικειοποιούνται…

δ) Το βιβλίο παρά τη δραματικότητα και τη συναρπαστικότητά του, κρατά, παράλληλα, ψηλά τον πήχη της επιστημονικότητας, μέσω των εμπεριστατωμένων υποσημειώσεων και της εκτενούς πολυφωνικής βιβλιογραφίας.

στ) Ο συγγραφέας έχει ως αντίπαλό του το συγκεχυμένο και το περίπλοκο. Καταφέρνει, ωστόσο να βάλει σε τάξη το χάος ενός πολέμου, περιορίζοντας την έρευνά του στον σχετικά μικρό ελλαδικό γεωγραφικό χώρο.

ζ) Ο Μπράουν θέλει να πείσει τους σύγχρονους Νεοζηλανδούς ότι το ιδεολόγημα της εθνικής τους επιτυχίας στην Κρήτη και την Ηπειρωτική Ελλάδα αποτελεί ιστορική απλούστευση και έγινε αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης.

Το βιβλίο σε ένα τελικό επίπεδο ανάγνωσης μιλά για το παρόν και το μέλλον. Με αφορμή και το θέμα για την αξία του μαθήματος της ιστορίας που τέθηκε στους υποψηφίους των πανελλαδικών εξετάσεων πριν λίγες μόλις μέρες και έχοντας την ιδιότητα του εκπαιδευτικού, θα πρότεινα τέτοιου είδους βιβλία να μπαίνουν στις σχολικές αίθουσες, υποστηρικτικά στο έργο των καθηγητών ιστορίας.

Ο Θεοχάρης Ι. Φραγκιουδάκης είναι συγγραφέας – εκπαιδευτικός και ιστορικός ερευνητής

 

Μετάφραση: Μάκης Πέτσας
Σημειώσεις – επιμέλεια: Χρήστος Τσαντής

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

*Ο Μάρτιν Μπράουν (Martyn Brown) είναι επίτιμος καθηγητής στο τμήμα Ιστορικών και Φιλοσοφικών Μελετών, του Πανεπιστήμιου του Queensland. Κατέχει τιμητική έδρα στο Κέντρο Ερευνών και Μελετών της Νέας Ζηλανδίας, στο Πανεπιστήμιο Victoria της Ουέλινγκτον. Η έρευνά του για τη σχέση Νέας Ζηλανδίας-Ελλάδας την εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έδωσε ώθηση στην ακαδημαϊκή και ερευνητική αρθρογραφία και πολλά δημοφιλή κείμενά του δημοσιεύθηκαν στη Νέα Ζηλανδία, στην Αυστραλία, στις ΗΠΑ και στην Ελλάδα. Υπήρξε, επίσης, ερευνητής, συγγραφέας και συμπαραγωγός ραδιοφωνικού ντοκιμαντέρ για τη μαζική πολιτική εξέγερση των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή τον Απρίλιο του 1944.


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΡΑΔΑΜΑΝΘΥΣ 

Κατηγορία: Ιστορία
ISBN 978-618-5356-87-3

 

Διαβάστε περισσότερα: https://ekdoseis-radamanthys.webnode.gr/products/martyn-mpraoyn-i-politiki-tis-lithis/


Σχολιάστε εδώ