N. Δένδιας: «Εμείς αποφασίζουμε πότε και με ποιον τρόπο απαντάμε στις τουρκικές προκλήσεις»
«Η τουρκική παραβατικότητα, η οποία εντάσσεται στο γενικότερο πνεύμα αναθεωρητισμού και νεο-οθωμανισμού που χαρακτηρίζει την τουρκική στάση το τελευταίο διάστημα, τεκμηριώνει απόλυτα τα ελληνικά επιχειρήματα», ανέφερε ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας.
Όπως σημείωσε, σε συνέντευξή του στο Newsbomb.gr, αποδεικνύεται «στην πράξη ότι το casus belli κατά της Ελλάδας δεν είναι κενό περιεχόμενου, καθώς η χώρα μας αντιμετωπίζει υπαρκτή απειλή από την Τουρκία, η οποία δεν περιορίζεται απλώς σε ρητορικό επίπεδο. Και αυτό εκθέτει ανεπανόρθωτα την ίδια την Τουρκία διεθνώς».
Ωστόσο, ξεκαθάρισε ο κ. Δένδιας, «η Ελλάδα αντιδρά με ψυχραιμία, δεν υποκύπτει στον πειρασμό να απαντά με τον ίδιο τρόπο». «
Εμείς αποφασίζουμε πότε και με ποιον τρόπο απαντάμε στις τουρκικές προκλήσεις. Δεν παρασυρόμαστε σε μια ρητορική αντιπαράθεση, παρά τις συνεχείς τουρκικές προκλήσεις, οι οποίες σε πλείστες περιπτώσεις έχουν και προσωπική διάσταση. Εμείς δεν αναφερόμαστε σε πρόσωπα», πρόσθεσε.
Σε κίνδυνο η ειρήνη και η ασφάλεια στην περιοχή από ενέργειες της Τουρκίας
Παράλληλα υπογραμμίζει τον κίνδυνο που συνιστούν οι τουρκικές μονομερείς αιτιάσεις, όχι μόνο για τη χώρα μας, αλλά και για την περιφερειακή ειρήνη και ασφάλεια.
Αναφερόμενος στην αμυντική συμφωνία με τις ΗΠΑ, ο υπουργός Εξωτερικών δηλώνει πως αυτή είναι υπέρ των ελληνικών συμφερόντων, καθώς σε μία κρίσιμη γεωπολιτικά συγκυρία, αποδεικνύει τον μακροχρόνιο χαρακτήρα της δέσμευσης των Ηνωμένων Πολιτειών να επενδύσουν στρατηγικά στη χώρα μας καθώς αναγνωρίζουν την Ελλάδα ως αξιόπιστο και συνεπή εταίρο και παράγοντα σταθερότητας στην περιοχή.
Σε ό,τι αφορά στην επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκης στις ΗΠΑ, ο κ. Δένδιας τονίζςι πως η ομιλία του στο Κογκρέσο αποτελεί την κορύφωση των άριστων σχέσεων μεταξύ Ελλάδος και Ηνωμένων Πολιτειών τα τελευταία χρόνια. Και προσθέτει: «Το σημαντικότερο, ίσως, κέρδος μας είναι ότι έχει εμπεδωθεί στην Αμερικανική ηγεσία, καθώς και στον πολιτικό κόσμο των ΗΠΑ, ότι η Ελλάδα είναι μία χώρα κλειδί για την ειρήνη και σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή μας».
Ερώτηση: Η Ελλάδα στάθηκε εξ αρχής και χωρίς ήξεις αφήξεις στο πλευρό της Ουκρανίας στην εισβολή που δέχεται από τη Ρωσία. Από την άλλη η Ρωσία είναι μια χώρα με την οποία είχαμε και έχουμε μακροχρόνιες φιλικές σχέσεις, έχουμε οικονομικές, ενεργειακές συμφωνίες και σε εθνικά θέματα όπως το Κυπριακό μέχρι σήμερα είχε θετική στάση απέναντι μας. Έχετε υπολογίσει το κόστος που μπορεί να έχει για τη χώρα μας η στήριξη στην Ουκρανία;
Απάντηση: Κατ’ αρχάς, να σημειώσω ότι ο ελληνικός και ο ρωσικός λαός συνδέονται με ιστορικούς δεσμούς φιλίας που άντεξαν στους αιώνες. Εμείς δεν έχουμε τίποτα εναντίον της ρωσικής κοινωνίας, το τονίζω αυτό. Μια κοινωνία που ανέδειξε σημαντικότατες φυσιογνωμίες στην λογοτεχνία, όπως ο Πούσκιν, ο Τολστόι, ο Ντοστογέφσκι και πιο πρόσφατα ο Μαγιακόφσκι και η Αχμάτοβα. Και στην μουσική, όπως ο Τσαϊκόφσκι, ο Στραβίνσκυ και ο Προκόφιεφ. Έχουμε τεράστιο σεβασμό για την ρωσική πολιτιστική παράδοση. Βεβαίως, πρέπει να υπενθυμίσω ότι συνδετικό κρίκο μεταξύ των δύο λαών αποτελεί η ελληνική ομογένεια, η οποία ζει στην Ρωσία εδώ και αιώνες. Μέλη της είχα τη χαρά να συναντήσω κατά την επίσκεψη μου στο Σότσι το περασμένο έτος. Θέλω να πιστεύω ότι οι δεσμοί μεταξύ των δύο λαών θα διατηρηθούν και αφού ξεπεραστεί αυτή η περιπέτεια του πολέμου. Η Ελλάδα δεν αποφάσισε από μόνη της, μια μέρα, να διαρρήξει τις σχέσεις και τους δεσμούς της με τη Ρωσία. Αποφάσισε μαζί με τους εταίρους και συμμάχους της στη διεθνή κοινότητα να στηρίξει μια χώρα (την Ουκρανία) που δέχτηκε παράνομη εισβολή, σεβόμενη και υπερασπιζόμενη τη διεθνή νομιμότητα, και την αρχή της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας, όπως θα έπραττε για κάθε χώρα σε ανάλογη περίπτωση.
Ήταν μια στάση αρχών. Δυστυχώς, η ρωσική ηγεσία με τις παρεμβάσεις και δηλώσεις της, όπως της εκπροσώπου του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών, οξύνει τις διμερείς σχέσεις, όξυνση για την οποία η Ελλάδα δεν φέρει καμία ευθύνη. Όπως πολύ σωστά αναφέρατε, είχαμε πολιτικές, εμπορικές, ενεργειακές, πολιτιστικές σχέσεις με τη Ρωσία. Είναι προφανές, ότι για όσο θα διαρκεί ο πόλεμος τουλάχιστον, οι σχέσεις αυτές δεν μπορούν να παραμείνουν αλώβητες. Από την άλλη, στον ενεργειακό τομέα για παράδειγμα και χωρίς να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν προβλήματα, η Ελλάδα, συγκριτικά, βρίσκεται σε καλύτερη θέση από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ. Διότι μπήκαμε πολύ γρήγορα σε μια διαδικασία, όχι μόνο να διαφοροποιήσουμε τις πηγές μας, αλλά και να καταστούμε κόμβος μεταφοράς ενέργειας. Οι εξελίξεις αυτές, πέρα από το πρόδηλο όφελος της αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης, ενισχύουν και τον γεωπολιτικό μας ρόλο στην περιοχή.
Ερώτηση: Στο γεωπολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται στη γειτονιά μας πόσο σημαντική είναι η νέα αμυντική συμφωνία με τις ΗΠΑ; Και δεύτερον θα ήθελα με τίτλους τι αποκόμισε η χώρα μας από την πρόσφατη επίσκεψη Μητσοτάκη στις ΗΠΑ.
Απάντηση: Είναι απόλυτα ξεκάθαρο ότι η Συμφωνία αυτή είναι υπέρ των ελληνικών συμφερόντων. Σε μία κρίσιμη γεωπολιτικά συγκυρία, η Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας αποδεικνύει τον μακροχρόνιο χαρακτήρα της δέσμευσης των ΗΠΑ να επενδύσουν στρατηγικά στη χώρα μας καθώς αναγνωρίζουν την Ελλάδα ως αξιόπιστο και συνεπή εταίρο και παράγοντα σταθερότητας στην περιοχή. Παράλληλα, η Συμφωνία ενισχύει το ειδικό βάρος της χώρας στο ΝΑΤΟ.
Επίσης αποτελεί εγγύηση ασφάλειας, καθώς λειτουργεί αποτρεπτικά σε κάθε πολιτική αναθεωρητισμού. Στην Αλεξανδρούπολη έχουμε εκτός από συγκέντρωση συμμαχικών δυνάμεων και κατασκευή μεγάλων ενεργειακών υποδομών, που θα κάνουν την περιοχή πάροχο ενεργειακής ασφάλειας για όλα τα Βαλκάνια. Περαιτέρω απόδειξη της σημασίας της Συμφωνίας αποτελεί, αν το θέλετε, και η αντίδραση της γειτονικής μας χώρας, που για τους δικούς της λόγους βλέπει σε αυτήν μία αναβάθμιση της Ελλάδας, κάτι που λειτουργεί ως αντίβαρο στη δική της επιρροή και ανάσχεση στην αναθεωρητική της πολιτική. Αναφορικά με την επίσκεψη του Πρωθυπουργού στις ΗΠΑ, επιτρέψτε μου να τονίσω ορισμένα πράγματα. Καταρχάς, η ομιλία του στο Κογκρέσο αποτελεί την κορύφωση των άριστων σχέσεων μεταξύ Ελλάδος και Ηνωμένων Πολιτειών τα τελευταία χρόνια. Ήταν μια ιστορική ευκαιρία να ακουστούν οι Ελληνικές θέσεις στο νομοθετικό σώμα της πιο ισχυρής χώρας παγκοσμίως.
Το σημαντικότερο, ίσως, κέρδος μας είναι ότι έχει εμπεδωθεί στην Αμερικανική ηγεσία, καθώς και στον πολιτικό κόσμο των ΗΠΑ, ότι η Ελλάδα είναι μία χώρα κλειδί για την ειρήνη και σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή μας. Δεύτερον, σε όλες τις συναντήσεις στην Ουάσιγκτων είχαμε την ευκαιρία, τόσο ο Πρωθυπουργός, όσο και εγώ, να ενημερώσουμε με σειρά χαρτών και συγκεκριμένων στοιχείων για την τουρκική παραβατικότητα και εν γένει προκλητική συμπεριφορά. Τρίτον, η χώρα μας πήρε ψήφο εμπιστοσύνης από την αμερικανική διοίκηση στη δεδηλωμένη στρατηγική μας για τη μετατροπή της σε κόμβο μεταφοράς ενέργειας στην Ευρώπη.
Συμπερασματικά, σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο διεθνές σύστημα που ταλανίζεται από προκλήσεις όπως η πανδημία, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η ενεργειακή κρίση, οι εξαιρετικές σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ μπορούν να αποτελέσουν μια παρακαταθήκη για το μέλλον.
Ερώτηση: Μετά την χαραμάδα αισιοδοξίας την Κυριακή της Ορθοδοξίας και την συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, είχαμε την επίσκεψη του Πρωθυπουργού στην Ουάσιγκτoν και την λεκτική επίθεση από τον Τούρκο Πρόεδρο. Την ίδια ώρα έχουμε μπαράζ υπερπτήσεων και αύξηση των ροών μεταναστών προς τα νησιά. Με το σκηνικό που έχει διαμορφωθεί υπάρχει γυρισμός στις ελληνοτουρκικές σχέσεις; Ανησυχείτε, και δεν λέω φοβάστε, θερμό καλοκαίρι στο Αιγαίο και ίσως νέα εργαλειοποίηση των μεταναστών από την Τουρκία;
Απάντηση: Καταρχάς, θα ήθελα να υπογραμμίσω για μία ακόμη φορά ότι, όσον αφορά τις σχέσεις της χώρας μας με τη γείτονα, η Ελλάδα δεν αντιπαρατίθεται με την Τουρκία, δεν επιθυμεί να εισέλθει σε μια τέτοια διαδικασία. Η Ελλάδα δεν ετεροκαθορίζεται όσον αφορά την εξωτερική της πολιτική, έχει τις δικές της θέσεις που διέπονται από τον σεβασμό και την εφαρμογή των αρχών του Διεθνούς Δικαίου. Και αυτό νομίζω, όπως κατέδειξε και η πρόσφατη επίσκεψη του Πρωθυπουργού στις ΗΠΑ, έχει πλέον εδραιωθεί ως αντίληψη στο σύνολο της Διεθνούς Κοινότητας.
Οι θέσεις της Ελλάδας, απολύτως καθαρές, επαναλαμβάνονται κάθε φορά σε όλα τα διεθνή φόρα. Δυστυχώς, η τουρκική παραβατικότητα στην οποία αναφερθήκατε και η οποία εντάσσεται στο γενικότερο πνεύμα αναθεωρητισμού και να προσθέσω νεο-οθωμανισμού που χαρακτηρίζει την τουρκική στάση το τελευταίο διάστημα, τεκμηριώνει απόλυτα τα ελληνικά επιχειρήματα. Αποδεικνύει στην πράξη ότι το casus belli κατά της Ελλάδας δεν είναι κενό περιεχόμενου, καθώς η χώρα μας αντιμετωπίζει υπαρκτή απειλή από την Τουρκία, η οποία δεν περιορίζεται απλώς σε ρητορικό επίπεδο. Και αυτό εκθέτει ανεπανόρθωτα την ίδια την Τουρκία διεθνώς. Απέναντι στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει, η Ελλάδα αντιδρά με ψυχραιμία. Δεν υποκύπτει στον πειρασμό να απαντά με τον ίδιο τρόπο. Αντιθέτως, εμείς αποφασίζουμε πότε και με ποιον τρόπο απαντάμε στις τουρκικές προκλήσεις. Δεν παρασυρόμαστε σε μια ρητορική αντιπαράθεση, παρά τις συνεχείς τουρκικές προκλήσεις, οι οποίες σε πλείστες περιπτώσεις έχουν και προσωπική διάσταση. Εμείς δεν αναφερόμαστε σε πρόσωπα.
Η πρόσφατη απαντητική επιστολή της Μονίμου Αντιπροσώπου της Ελλάδας στον ΟΗΕ προς τον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού σχετικά με δήθεν υποχρέωση αποστρατικοποίησης νησιών του Αιγαίου αποτελεί παράδειγμα νηφάλιας αντίδρασης. Στην επιστολή αυτή τεκμηριώνεται το αβάσιμο των ισχυρισμών της τουρκικής πλευράς, νομικά, ιστορικά και επί των πραγματικών γεγονότων. Παράλληλα, τονίζεται ο κίνδυνος που συνιστούν οι τουρκικές μονομερείς αιτιάσεις, όχι μόνο για τη χώρα μας, αλλά και για την περιφερειακή ειρήνη και ασφάλεια.
Όπως έχουμε επανειλημμένα τονίσει, είναι συνειδητή και υπεύθυνη επιλογή μας να συνομιλούμε με την Τουρκία, καθώς θεωρούμε ότι οι δίαυλοι επικοινωνίας με τη γείτονα πρέπει να παραμένουν ανοικτοί. Αυτό βέβαια προϋποθέτει εκ μέρους της Τουρκίας μία ριζική αναθεώρηση της συμπεριφοράς της και την πλήρη εναρμόνισή της με τις θεμελιώδεις αρχές του Διεθνούς Δικαίου, συμπεριλαμβανομένου του Δικαίου της Θάλασσας. Και σε αυτό είμαστε πλέον πεπεισμένοι ότι προσβλέπει όχι μόνο η Ελλάδα, αλλά και το σύνολο της Διεθνούς Κοινότητας, καθώς και η μεγάλη πλειοψηφία της τουρκικής κοινωνίας.
Ερώτηση: Η Ελλάδα τάσσεται σταθερά υπέρ της ένταξης των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ. Ποια θα είναι τα οφέλη από μια τέτοια εξέλιξη τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ένωση;
Απάντηση: Για την περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων, η ενταξιακή πορεία προς την ΕΕ είναι ο μόνος ασφαλής δρόμος για την ειρήνη, τη σταθερότητα, τις μεταρρυθμίσεις και την ευημερία. Σε τελική ανάλυση, είναι η οδός για την υπέρβαση πολλών από τους λόγους που συντηρούν το πλέγμα των βαλκανικών εθνικισμών και για να μπορέσει η περιοχή να προχωρήσει μπροστά, αφήνοντας πίσω αυτό που συνηθίζουμε να αποκαλούμε «βαλκανικό παρελθόν». Από την άλλη, για την ΕΕ, η ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων είναι, πέρα από όλα τα άλλα μία γεωπολιτική αναγκαιότητα. Διότι, είναι σημαντικό να μην επιτρέψουμε να δημιουργηθεί ένα «κενό» στον χάρτη της Ευρώπης, που θα επιχειρήσουν να καλύψουν αναθεωρητικές δυνάμεις με ηγεμονικές φιλοδοξίες και αποσταθεροποιητική ατζέντα. Αλλά και για την Ελλάδα, είναι ασφαλώς προς το συμφέρον της να δει τις χώρες της περιοχής να προχωρούν στην ενταξιακή τους πορεία. Πρόκειται για όμορες χώρες, πρόκειται για λαούς με τους οποίους βρισκόμαστε σε αλληλεπίδραση εδώ και αιώνες.
Έχουμε κάθε λόγο να τις δούμε να προοδεύουν, να αναπτύσσονται οικονομικά, να σταθεροποιούνται, να αφομοιώνουν ευρωπαϊκούς κανόνες συμπεριφοράς. Και θα μου επιτρέψετε να τονίσω ότι η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει την βαλκανική της παρουσία ως «καταδίκη». Την αντιμετωπίζει ως ιστορική αποστολή. Είμαστε το παλαιότερο κράτος-μέλος της ΕΕ στην περιοχή των Βαλκανίων και αισθανόμαστε την ιστορική ευθύνη να στρέψουμε την περιοχή προς την ΕΕ αλλά και την ΕΕ προς την περιοχή. Αυτός είναι ο λόγος που ως χώρα πρωτοστατήσαμε στην διαμόρφωση της ευρωπαϊκής προοπτικής των Δυτικών Βαλκανίων, με την υιοθέτηση της Ατζέντας της Θεσσαλονίκης επί Ελληνικής Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ το 2003. Αυτός είναι, επίσης, ο λόγος που η Ελλάδα αποτέλεσε διαχρονικά την ατμομηχανή της ευρωπαϊκής πορείας της περιοχής. Και αυτός είναι ο λόγος που και σήμερα εργαζόμαστε εντατικά για την επίτευξη αυτού του στόχου, στέλνοντας ένα μήνυμα διπλής κατεύθυνσης. Αφενός προς τους Ευρωπαίους εταίρους μας, τους οποίους καλούμε να δείξουν μεγαλύτερη τόλμη και να δώσουν νέα δυναμική στη διαδικασία διεύρυνσης. Να μην βλέπουν το ζήτημα αυτό μόνο στις τεχνικές του παραμέτρους, αφήνοντας στην άκρη την ιστορική και γεωπολιτική του διάσταση.
Η λήψη απόφασης για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία θα ήταν ένα αποφασιστικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Αφετέρου προς την περιοχή και είχα την ευκαιρία να το επισημάνω κατά τις πρόσφατες επισκέψεις μου σε Τίρανα και Σκόπια και θα το επαναλάβω κατά τις επισκέψεις που σε άλλες πρωτεύουσες τις προσεχείς ημέρες το αμέσως επόμενο διάστημα. Τις καλούμε, λοιπόν, να συνεχίσουν να εκπληρώνουν με συνέπεια τα προαπαιτούμενα της ευρωπαϊκής τους πορείας, να υλοποιήσουν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, να τηρούν τις σχέσεις καλής γειτονίας και τις συμβατικές τους υποχρεώσεις, να επιλύουν τα διμερή τους θέματα με βάση το Διεθνές Δίκαιο. Να διοχετεύσουν όλη τους την ενέργεια προς αυτή την κατεύθυνση και όχι σε ανιστόρητες προσπάθειες ανακίνησης ανύπαρκτων ζητημάτων, καταλήγει ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Δένδιας στην συνεντευξή του στην ιστοσελίδα Newsbomb.gr.
Φωτο αρχείου