Το ανθελληνικό και αντιδυτικό μένος του Ερντογάν

Το ανθελληνικό και αντιδυτικό μένος του Ερντογάν


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


H έκρηξη Ερντογάν κατά του Έλληνα πρωθυπουργού για την ομιλία του στο Αμερικανικό Κογκρέσο και το βέτο που προέβαλε, στη συνέχεια, για την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ επανέφεραν στο προσκήνιο το ερώτημα «πού το πάει ο Τούρκος Πρόεδρος και τι πρέπει κανείς να αναμένει από την πολιτική αυτή».

Σε ό,τι αφορά το πρώτο, την επίθεση δηλαδή κατά του Έλληνα πρωθυπουργού, προκαλεί εντύπωση ο προσωπικός τόνος που χρησιμοποίησε ο Τούρκος Πρόεδρος, υποβάλλοντας την ιδέα ότι περίπου «εξαπατήθηκε» από τον Έλληνα ομόλογό του, γιατί ανέμειξε τρίτους σ’ αυτά που υποτίθεται ότι συμφωνήθηκε στην Κωνσταντινούπολη να τα συζητήσουν μόνο μεταξύ τους.

Είναι πρωτοφανές να ζητείται από την ηγεσία μιας άλλης χώρας, με την οποία η Τουρκία έχει προβλήματα, τα οποία, άλλωστε η ίδια προκαλεί, με τις αυθαίρετες διεκδικήσεις της, να μη θέτει διεθνώς θέμα και να αποσιωπά τις Τουρκικές προκλήσεις και παραβιάσεις ακόμη και της Ελληνικής εθνικής κυριαρχίας. Είναι μια πρακτική την οποία κατόρθωσε, σ’ έναν βαθμό, να επιβάλει η Τουρκική πολιτική στο Κυπριακό, με πρόσχημα τις διακοινοτικές συνομιλίες. Για να μην επηρεασθούν, υποτίθεται, οι διακοινοτικές συνομιλίες και να υπονομευθεί η εξεύρεση λύσεως στο Κυπριακό, θα έπρεπε η Ελληνική πλευρά να απέχει από τη διεθνοποίηση του Κυπριακού και την καταγγελία της Τουρκικής εισβολής και κατοχής στα διεθνή βήματα.

Οι δηλώσεις Ερντογάν ότι δεν θα δεχθεί να ξανασυναντήσει τον Έλληνα πρωθυπουργό και να έχει συνομιλίες μαζί του αποκαλύπτουν την πρόθεσή του να προκαλέσει μεγαλύτερη ένταση στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις και να επιχειρήσει να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα στο θέμα, κατά πρώτο λόγο, της λεγομένης «Γαλάζιας Πατρίδας» και, κατά δεύτερο λόγο, στο Κυπριακό.

Ήδη η Τουρκική επιθετικότητα εκδηλώνεται με την προκλητική εισβολή του Τουρκικού ερευνητικού σκάφους «Γιουνούς» στην Ελληνική υφαλοκρηπίδα, στην καρδιά του Αιγαίου, στην περιοχή μεταξύ Χίου, Λέσβου και Αγίου Ευστρατίου. Η κυβέρνηση παρακολουθεί παθητικά τις προκλητικές έρευνες του «Γιουνούς» ως να μην είναι κάτι σημαντικό η παραβίαση της Ελληνικής υφαλοκρηπίδος.

Γι’ αυτήν όμως δεν έγιναν οι μεγάλες Ελληνοτουρκικές κρίσεις, το 1976 και το 1987; Η νέα γραμμή της σημερινής κυβερνήσεως, όπως προεβλήθη το 2020, με τις δηλώσεις Γεραπετρίτη, είναι τα 6 ν.μ. των χωρικών υδάτων που οριοθετούν την Ελληνική κυριαρχία. Η Άγκυρα όμως δεν ενδιαφέρεται, προφανώς, για τα 6 ν.μ. και δεν έχει κανέναν λόγο να τα παραβιάσει. Αντιθέτως, θέλει ακριβώς τα Ελληνικά χωρικά ύδατα να μείνουν στα 6 ν.μ. και να μην επεκταθούν.

Είναι γνωστό ότι η υφαλοκρηπίδα, αντίθετα με την ΑΟΖ, υπάρχει εξαρχής και αφ’ αυτής. Το να επιτρέπει η Ελλάδα στην Άγκυρα να διεξάγει έρευνες στην Ελληνική υφαλοκρηπίδα, στην καρδιά του Αιγαίου, ισοδυναμεί με απεμπόληση εθνικών δικαιωμάτων, που συναρτώνται με τον Ελληνικό εθνικό χώρο. Η Ελλάδα θα έπρεπε, ως άμεση αντίδραση στις Τουρκικές προκλήσεις, να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα σε 12 ν.μ. Η συνεχής αναβολή επ’ αόριστον της εφαρμογής του δικαιώματος αυτού, που έχει η Ελλάδα με βάση το διεθνές θαλάσσιο δίκαιο, επιτρέπει στην Άγκυρα να κάνει κατάχρηση των διεθνών υδάτων στο Αιγαίο και να προβάλλει «ίσα» δήθεν δικαιώματα σ’ αυτό, αγνοώντας τα Ελληνικά νησιά και τα δικαιώματά τους σε 12 ν.μ. χωρικά ύδατα, υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.

Η Τουρκία επισείει το casus belli για να αποτρέψει την Ελλάδα από την έμπρακτη άσκηση των δικαιωμάτων της. Η μη άσκηση από την Ελλάδα των δικαιωμάτων της είναι το πρώτο μέρος των Τουρκικών επιδιώξεων. Το δεύτερο είναι η αρπαγή Ελληνικού εθνικού χώρου και του πλούτου της Ελληνικής ΑΟΖ, όπως διαφαίνεται μέσα από τη διεκδίκηση της «Γαλάζιας Πατρίδας». Η εφαρμογή, επομένως, από την Ελλάδα των δικαιωμάτων της είναι μονόδρομος και θα έπρεπε από καιρό να είχε αποτελέσει αντικείμενο στρατηγικού σχεδιασμού και κατάλληλης αμυντικής προετοιμασίας. Αντιθέτως, όμως, η Ελληνική πολιτική παρέμεινε καθηλωμένη, επί δεκαετίες, σε αποπροσανατολιστικές, κατευναστικές πολιτικές, που είχαν ως μόνο αποτέλεσμα την κλιμάκωση και τη διεύρυνση των αυθαιρέτων Τουρκικών διεκδικήσεων.

Η παθητική αντιμετώπιση της εισβολής του ερευνητικού σκάφους «Γιουνούς» στο Αιγαίο μπορεί να ενθαρρύνει την Άγκυρα να αναλάβει και πιο τολμηρές ακόμη προκλήσεις, όπως η αποστολή γεωτρυπάνου στην περιοχή του Καστελλορίζου και νότια της Κρήτης.

Η Τουρκική επιθετικότητα εκδηλώνεται βεβαίως και προς την κατεύθυνση της Κύπρου. Η θλιβερή σημερινή ηγεσία του νησιού έφερε το Κυπριακό στα όρια της πλήρους καταρρεύσεως. Ο υπουργός Εξωτερικών κ. Κασουλίδης, επίλεκτο μέλος της ενδοτικής ομάδας «Ως Δαμαί», επισείει ως νέο δήθεν όπλο για τη «λύση» του Κυπριακού τα περιβόητα ΜΟΕ (Μέτρα Οικοδομήσεως Εμπιστοσύνης) που απευθύνονται προς το ψευδοκράτος των κατεχομένων.

Ο εκλεκτός του Ερντογάν, Τουρκοκύπριος ηγέτης Ερσίν Τατάρ απορρίπτει τα προτεινόμενα ΜΟΕ και θέτει ως προκαταρκτικό όρο για οποιεσδήποτε συνομιλίες την προκαταβολική αναγνώριση του ψευδοκράτους ως ισότιμου και ισοκυρίαρχου μέρους. Συνεχίζει επίσης ακάθεκτος, με τη στήριξη της Άγκυρας, την πλήρη Τουρκοποίηση της περίκλειστης περιοχής των Βαρωσίων, ακολουθώντας τη γνωστή μέθοδο της σαλαμοποιήσεως. Του τμηματικού δηλαδή ανοίγματος της περίκλειστης περιοχής για την αποφυγή διεθνούς θορύβου και αντιδράσεων.

Μια νέα εξέλιξη στην κατεχόμενη Κύπρο, που δείχνει σαφώς τους προσανατολισμούς της Τουρκικής πολιτικής στο Κυπριακό, είναι το Πρωτόκολλο Οικονομικής και Δημοσιονομικής Συνεργασίας που υπεγράφη προσφάτως μεταξύ του ψευδοκράτους και της Άγκυρας. Το Πρωτόκολλο έχει, υποτίθεται, ως στόχο να βοηθήσει το ψευδοκράτος να αντιμετωπίσει τα οικονομικά και δημοσιονομικά προβλήματα. Στην πραγματικότητα όμως έχει ως στόχο να προσαρμόσει πλήρως τη λειτουργία του ψευδοκράτους στις δομές του Τουρκικού κράτους και να προετοιμάσει μια ενδεχόμενη προσάρτησή του, εάν αυτή κριθεί σκόπιμη, σε μια κατάλληλη συγκυρία.

Η ενίσχυση του Τουρκικού ελέγχου επί της κατεχόμενης Κύπρου είναι επίσης φανερή από την ενίσχυση της Τουρκικής στρατηγικής παρουσίας στο νησί, με τη δημιουργία ναυτικής βάσεως στο Μπογάζι, την εγκατάσταση ισχυρού ραντάρ στη βόρεια άκρη της χερσονήσου της Καρπασίας, τη δημιουργία βάσεως μη επανδρωμένων αεροσκαφών και κανονικής αεροπορικής βάσεως στο Λευκόνοικο και την ενίσχυση, με νέο, βαρύ εξοπλισμό, των κατοχικών δυνάμεων.

Το υβριδικό όπλο της παράνομης μεταναστεύσεως δεν είναι, βεβαίως, δυνατό να λείπει από τη φαρέτρα του Ερντογάν. Η Κύπρος, κατά το τελευταίο έτος, στοχοποιήθηκε κυριολεκτικά με πλήθη παρανόμων μεταναστών από την Αφρική και την Ασία, που έρχονται στις ελεύθερες περιοχές μέσω των κατεχομένων. Η μυωπική και ανεύθυνη πολιτική των κυβερνώντων, που εφαρμόζουν δήθεν την πολιτική της μη απωθήσεως που συστήνουν οι αρμόδιοι της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, δημιούργησε μια άνευ προηγουμένου και επικίνδυνη κατάσταση.

Ο Ερντογάν επανενεργοποίησε το όπλο της λαθρομεταναστεύσεως και στα Ελληνικά νησιά και στον Έβρο. Είναι βέβαιο ότι θα καταβάλει κάθε προσπάθεια για να εντείνει την πίεση και τον εκβιασμό με αυτό το όπλο, το οποίο χρησιμοποιεί όχι μόνο για διπλωματικούς και οικονομικούς αλλά και για γεωπολιτικούς σχεδιασμούς.

Σε ό,τι αφορά το βέτο του Ερντογάν στην ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, η κίνησή του αφορά, προφανώς, το άνοιγμα μιας μεγάλης διαπραγματεύσεως και την απόσπαση ανταλλαγμάτων από τις ΗΠΑ, τις δύο υποψήφιες χώρες και την Ευρώπη. Η πολιτική του όμως δεν εξαντλείται στο επίπεδο αυτό. Ο Ερντογάν, στο πλαίσιο της νέας Ισλαμικής του πολιτικής, θεωρεί παρωχημένο για την Τουρκία το Ευρω-Ατλαντικό πλαίσιο.

Σημειώνει άλλωστε ότι η ένταξη της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, στη δεκαετία του ’50, συνδεόταν με δύο μεγάλους στόχους, που προσδιόριζαν τον θεμελιώδη προσανατολισμό της Τουρκίας. Την ασφάλεια έναντι της απειλητικής Σοβιετικής Ενώσεως, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και τον εξευρωπαϊσμό της Τουρκίας, που ήταν η κυρίαρχη ιδεολογία της Κεμαλικής πολιτικής. Οι δύο αυτοί στόχοι θεωρούνται παρωχημένοι πλέον από το καθεστώς Ερντογάν.

Οι φιλοδοξίες, αντίθετα, της Άγκυρας για ανάδυσή της σε μεγάλη δύναμη, με άξονα το Ισλάμ και σε σύμπραξη με το Πακιστάν και άλλα Μουσουλμανικά κράτη, ωθούν την Άγκυρα προς τη μεγάλη Ευρασία, σε συνεργασία με τη Ρωσία. Είναι ένα θέμα στο οποίο θα επανέλθουμε, με άλλο άρθρο.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ