Η διεύρυνση του ΝΑΤΟ και η απειλή άσκησης βέτο από την Τουρκία

Η διεύρυνση του ΝΑΤΟ και η απειλή άσκησης βέτο από την Τουρκία

-Οπορτουνισμοί και πολιτικοί εκβιασμοί


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ


Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου, εκτός από τις καταστροφικές συνέπειες για την πολύπαθη αυτή χώρα και την επιστροφή στις ζοφερές ημέρες που έζησε η Ευρώπη με τους δύο παγκοσμίους πολέμους, την ενεργειακή κρίση και την άνοδο του κόστους ζωής για τους ευρωπαίους πολίτες, επηρέασε και το αίσθημα ασφαλείας, με αποτέλεσμα δύο σκανδιναβικές χώρες (Σουηδία και Φινλανδία) να υποβάλουν αίτηση για ένταξη στο ΝΑΤΟ.

Στο αίτημα, που έγινε αμέσως αποδεκτό από το σύνολο των χωρών-μελών, αντέδρασε δυναμικά η Τουρκία με την απειλή άσκησης βέτο, για ιδιοτελείς σκοπούς. Το αίτημα των δύο σκανδιναβικών χωρών προκάλεσε πολλά ερωτηματικά και πολλοί το θεώρησαν παρωχημένο. Και όχι άδικα. Όταν, το 1989, κατέρρευσαν τα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και δύο χρόνια μετά ακολούθησε και η διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας, που αποτελούσε τον συνδετικό κρίκο μεταξύ τους, έντονος ήταν ο προβληματισμός στη Δύση για το αν υπήρχε νόημα πλέον όσον αφορά την ύπαρξη της Νατοϊκής Συμμαχίας.

Το ερώτημα και ο προβληματισμός δεν στερούνταν λογικής βάσης, δεδομένου ότι το Σύμφωνο Βαρσοβίας ήταν το αντίπαλο δέος του ΝΑΤΟ, για την αντιμετώπιση του οποίου οι χώρες-μέλη διέθεταν σοβαρά ποσά από τους κρατικούς προϋπολογισμούς για τη διατήρηση ισχυρών και αποτελεσματικών ενόπλων δυνάμεων. Και όμως, αντί της διάλυσης, όπως θα περίμενε κανείς, το ΝΑΤΟ όχι μόνο διατηρήθηκε αλλά ενισχύθηκε περαιτέρω, με τη μετατροπή του σε πολιτικοαμυντική συμμαχία. Βαθμιαία αυξήθηκαν και τα μέλη του, με την ένταξη όλων σχεδόν των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης –μέλη παλαιότερα του Συμφώνου Βαρσοβίας–, χωρών της Βαλτικής αλλά και της βαλκανικής χερσονήσου, με μερικές ακόμη εξαιρέσεις.

Σήμερα το ΝΑΤΟ αριθμεί 30 μέλη, με τάση περαιτέρω αύξησης, αν τελικά ενταχθούν Σουηδία και Φινλανδία. Το αίτημά τους για ένταξη θα είχε αυτομάτως ικανοποιηθεί, αν δεν προσέκρουε στις αντιδράσεις της Τουρκίας με την απειλή άσκησης βέτο. Βέβαια, ενστάσεις πρόβαλλε και η Κροατία, αλλά δεν είχαν τον απόλυτο και αποφασιστικό χαρακτήρα της Άγκυρας. Ποιους λόγους επικαλείται το καθεστώς Ερντογάν, το οποίο αντιτίθεται στην ένταξη των δύο σκανδιναβικών χωρών; Επισήμως τονίζουν ότι οι δύο αυτές χώρες φιλοξενούν και υποθάλπουν Κούρδους του ΡΚΚ, που διεκδικούν τη δημιουργία ανεξάρτητου κουρδικού κράτους και βρίσκονται υπό συνεχή διωγμό, ενώ χαρακτηρίζονται ως τρομοκράτες από διαδοχικές τουρκικές κυβερνήσεις.

Εξάλλου είναι γνωστό ότι ο αρχηγός των Κούρδων Αμπντουλάχ Οτσαλάν βρίσκεται από ετών έγκλειστος στις τουρκικές φυλακές. Θα έπρεπε όμως να είναι κανείς πολύ εύπιστος ή και αφελής για να πιστέψει και να αποδεχθεί ότι αυτός είναι ο πραγματικός και μόνος λόγος για την αρνητική στάση του καθεστώτος Ερντογάν έναντι των υποψηφίων προς ένταξη χωρών. Με την απειλή άσκησης βέτο η Τουρκία δεν επιδιώκει μόνο ανταλλάγματα σε σχέση με το Κουρδικό, αλλά εξυπηρετεί και άλλες σκοπιμότητες, οπορτουνιστικού χαρακτήρα. Η στάση της εξυπηρετεί και τις σχέσεις της με τη Ρωσία, η οποία, παρά την αρχική αντίθεση του Προέδρου Πούτιν στην ένταξη των δύο χωρών στο ΝΑΤΟ, έχει μετριάσει κάπως τη στάση της, αλλά υπό προϋποθέσεις.

Με τη σημειούμενη αντίδραση, ο τούρκος Πρόεδρος επιχειρεί και προβάλλει την ανεξαρτησία και την αυτοδυναμία της Τουρκίας εντός της Νατοϊκής Συμμαχίας, διεκδικώντας έναν ρόλο ισοδύναμο με τις άλλες μεγάλες χώρες και την ανάδειξη και την αποδοχή της ως σημαίνουσα περιφερειακή δύναμη. Εκπλήσσει η ανοχή που επιδεικνύεται από τις χώρες της Δύσης έναντι του καθεστώτος Ερντογάν και τις επιλογές του, που σε πολλά θέματα είναι αντίθετες με τα συμφέροντα της Δύσης.

Η ανοχή των δυτικών χωρών έναντι της Τουρκίας, ειδικότερα όσον αφορά τη συμπεριφορά του Ερντογάν, έχει την ερμηνεία της. Μήπως θα έπρεπε να ανατεθεί προς μελέτη από ειδικευμένα ερευνητικά κέντρα, με βάση και την ιστορική εμπειρία, το πού έχει οδηγήσει την ανθρωπότητα η ανοχή έναντι αυταρχικών καθεστώτων και υπερφιλόδοξων πολιτικών προσωπικοτήτων, στις οποίες θα μπορούσε να ενταχθεί και ο τούρκος Πρόεδρος;

Πρόσφατα ο τούρκος Πρόεδρος αντέδρασε αναξιοπρεπώς στις θέσεις που εξέφρασε ο έλληνας πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την επίσημη επίσκεψη που πραγματοποίησε στις ΗΠΑ και στις αναφορές του ενώπιον του Αμερικανικού Κογκρέσου για την τουρκική παραβατικότητα και τις απειλές κατά της Ελλάδος. Αντί να ασκήσει πολιτική κριτική και να απαντήσει επί των καταγγελλόμενων από τον έλληνα πρωθυπουργό για την παραβατική συμπεριφορά της Τουρκίας, προέβη σε προσωπικές κριτικές, γεγονός που οδηγεί σε αδυναμία συνεργασίας σε ανώτατο επίπεδο, όπως αρμόζει μεταξύ δύο γειτονικών και όμορων χωρών.

Η Ελλάδα δεν έχει τύχει της δέουσας συμπαράστασης από τις συμμαχικές χώρες της Δύσης έναντι της τουρκικής αναθεωρητικής πολιτικής στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Σταδιακά, αλλά σταθερά αποδεικνύεται και η εύθραυστη και προβληματική συμμετοχή της Τουρκίας στον Δυτικό Κόσμο, στον οποίο ελάχιστα ενδιαφέρεται να ενταχθεί. Άραγε, αυτήν την αντίληψη τη συμμερίζονται όλες οι τουρκικές πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις;

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ