Η επίσκεψη Μητσοτάκη στις ΗΠΑ: Χειροκροτήματα, συμπάθεια και καμία δέσμευση σε σχέση με την Τουρκία
-«Ξέχασε» τη λέξη «Τουρκία» ο πρωθυπουργός στην Ουάσινγκτον
Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
Με μια παραγγελία 20 F-35, ύψους 3,5 δισ. δολαρίων, και χωρίς καμία συγκεκριμένη δέσμευση από τον Πρόεδρο Μπάιντεν για τα μείζονος ζητήματα ασφάλειας που αντιμετωπίζει η χώρα μας επέστρεψε από τις ΗΠΑ ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ενώ ακόμα και ο ίδιος έμοιαζε να κάνει… αγγαρεία όταν αναφέρθηκε στις τουρκικές προκλήσεις αλλά και στο Κυπριακό.
Εξαίρεση αποτέλεσε η ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Κογκρέσο, που ήταν ένα υψηλού επιπέδου κείμενο, με ιστορικές, φιλοσοφικές πτυχές. Κυρίως, όμως, επανατοποθέτησε την ιστορική σχέση μεταξύ των δυο χωρών στο νέο πλαίσιο διεθνών σχέσεων που διαμορφώνει ο πόλεμος της Ουκρανίας και η κοινή συνείδηση ότι πρέπει να αποκρούεται αποφασιστικά κάθε αναθεωρητισμός που καλλιεργείται από ιστορικές φαντασιώσεις. Εκεί ο κ. Μητσοτάκης προειδοποίησε ότι η Ελλάδα δεν θα δεχθεί αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της και κάλεσε τους γερουσιαστές και βουλευτές να έχουν υπόψη τους την κατάσταση και εκείνους που απειλούν την ασφάλεια της Ανατολικής Μεσογείου, όταν εγκρίνουν πωλήσεις όπλων, κάνοντας σαφή αναφορά στο αίτημα της Τουρκίας για αγορά και αναβάθμιση F-16.
Το «διαβατήριο» του Χάρβαρντ, του οποίου είναι απόφοιτος ο κ. Μητσοτάκης, ανοίγει πολλές πόρτες στην Ουάσινγκτον, όπως φάνηκε και από την πρόσκλησή του για ομιλία στο Κογκρέσο. Μένει βεβαίως κάθε φορά να αποδεικνύεται εάν αυτές οι επιτυχημένες επικοινωνιακά επισκέψεις και συναντήσεις έχουν και χειροπιαστά αποτελέσματα για τη χώρα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στη συνάντηση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη ο κ. Μπάιντεν απέφυγε να μιλήσει εκ στήθους και διάβασε το σημείωμα που είχαν ετοιμάσει οι συνεργάτες του, το οποίο δεν είχε την παραμικρή αναφορά στα ζητήματα που ενδιαφέρουν την Ελλάδα και στις νέες προκλήσεις στην περιοχή, ενώ και στον χαιρετισμό του στη δεξίωση (που είχε κοσμικό χαρακτήρα, στον οποίο έδωσε και γλαφυρό τόνο, ως οικοδέσποινα, η Πρώτη Κυρία των ΗΠΑ, Τζιλ Μπάιντεν) ο αμερικανός Πρόεδρος περιορίστηκε να αναφερθεί στους κοινούς δεσμούς των δύο χωρών και στις κοινές αξίες, ενώ αφιέρωσε μεγάλο μέρος του χαιρετισμού του στους ομογενείς που παραβρίσκονταν στη δεξίωση. Πολλοί από αυτούς έχουν υπάρξει προσωπικοί χρηματοδότες του και η υποστήριξή τους θα είναι σημαντική και στις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου.
Όμως είναι η πρώτη φορά, όπως τόνιζαν καλά ενημερωμένες πηγές στην Ουάσινγκτον, που σε μια τέτοια συνάντηση κορυφής δεν υπήρξε οποιαδήποτε αναφορά από τον αμερικανό Πρόεδρο, αν όχι στην ανάγκη σταθερότητας και ηρεμίας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, τουλάχιστον στο Κυπριακό.
Ήταν μια επιλογή της αμερικανικής κυβέρνησης να περιορίσει τις δημόσιες παρεμβάσεις του Προέδρου στις στοιχειώδεις και τετριμμένες φιλοφρονήσεις, χωρίς πολιτικό αντίκρισμα, για την Ελλάδα, κυρίως για να μην ενοχλήσει την Τουρκία, σε μια στιγμή που είναι σε εξέλιξη το παζάρι στο οποίο έχει υποβάλει ο κ. Ερντογάν το ΝΑΤΟ και την Ουάσινγκτον προκειμένου να μην προβάλει βέτο στην ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στην Ατλαντική Συμμαχία.
Ο κ. Μητσοτάκης, που προφανώς γνώριζε και είχε ενημερωθεί εκ των προτέρων για το κλίμα αυτό, εμφανίσθηκε και ο ίδιος πολύ επιγραμματικός, αφιερώνοντας χρόνο για την Ουκρανία (με τον Πρόεδρο Μπάιντεν να εξαίρει την αμεσότητα αντίδρασης της Αθήνας για στήριξη του Κίεβου), ενώ έκανε μόνο τρεις αναφορές στο μείζον θέμα της Τουρκίας και των προκλήσεών της. Ζήτησε όλοι οι αυταρχισμοί και όλες οι προσπάθειες αλλαγής συνόρων διά της βίας να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο, όπως έγινε και στην περίπτωση της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, τόνισε ότι δεν γίνεται αποδεκτή λύση δύο κρατών στο Κυπριακό και, τέλος, επισήμανε ότι οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις θα υπερασπισθούν την εδαφική κυριαρχία της χώρας και η ενίσχυσή τους συνιστά ενίσχυση και της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ. Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε επίσημα το ενδιαφέρον της Ελλάδας να εντάξει στην Πολεμική Αεροπορία μια μοίρα από 20 μαχητικά F-35 αλλά και την είσοδο της Lockheed Martin στην ΕΑΒ, με μειοψηφικό πακέτο.
Η είδηση για την εκδήλωση ενδιαφέροντος για τα F-35 ήταν αναμενόμενη, καθώς η Αθήνα γνώριζε ότι θα πρέπει να προσφέρει κάτι σε αυτήν τη συνάντηση και αυτό παρά το γεγονός ότι τρέχει ήδη το πρόγραμμα αναβάθμισης των F-16 και των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας.
Λίγες ώρες μετά τη συνάντηση, βεβαίως, κυβερνητικές πηγές έσπευδαν να διευκρινίσουν ότι θα ξεκινήσει η διαδικασία ανταλλαγής επιστολών μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της κατασκευάστριας εταιρείας, αλλά η προμήθεια των μαχητικών, εφόσον όλα προχωρήσουν ομαλά, δεν θα γίνει πριν από το 2027, οπότε υπάρχει η προσδοκία ότι θα έχει εξασφαλισθεί και το αναγκαίο κονδύλι. Τα 20 F-35 εκτιμάται ότι θα στοιχίσουν περίπου 3,5 δισ. δολάρια, χωρίς τα οπλικά συστήματά τους.
Βεβαίως, με την ολοκλήρωση της αγοράς αυτής και εφόσον δεν έχουν υπάρξει δραματικές αλλαγές στις προμήθειες πολεμικού υλικού από την Τουρκία, η Ελληνική Αεροπορία, με τα Rafale, τα αναβαθμισμένα F-16 και Mirage 2000, στα οποία θα προστεθεί και μία μοίρα F-35, θα έχει υπεροπλία στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η είδηση για την εκδήλωση ενδιαφέροντος από την Ελλάδα για αγορά των F-35 προκάλεσε σωρεία αντιδράσεων από την Τουρκία, καθώς ακόμη και φιλοκυβερνητικοί σχολιαστές βλέπουν ότι με τους «υπερήφανους» χειρισμούς του κ. Ερντογάν η Τουρκία έχει αποκλειστεί από το πρόγραμμα συμπαραγωγής των F-35, στο οποίο συμμετείχε από την πρώτη στιγμή, έχοντας επενδύσει σχεδόν 1,5 δισ. δολάρια, ενώ δεν έχει ακόμη εξασφαλίσει τη συναίνεση του Κογκρέσου για την έγκριση αναβάθμισης των F-16 και αγοράς ακόμη 40 F-16. Την ίδια ώρα, μετά την αναβάθμιση των F-16, η Πολεμική Αεροπορία έχει εντάξει ήδη στις τάξεις της τα πρώτα Rafale και τώρα πλέον ετοιμάζεται να υποδεχθεί, έστω και σε μια πενταετία από τώρα, το πιο σύγχρονο μαχητικό που υπάρχει σήμερα, το F-35.
Βεβαίως, όπως όλοι γνωρίζουν, δεν αρκεί ο υπερεξοπλισμός για την άμυνα μιας χώρας και την ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της. Είναι κυρίως η επίδειξη αποφασιστικότητας της χώρας, στη βάση ότι τα υπερσύγχρονα αυτά εξοπλιστικά συστήματα δεν θα υπάρχουν μόνο για τις… παρελάσεις ή κάποιες αναγνωρίσεις τουρκικών μαχητικών, αλλά, εάν χρειασθεί, θα είναι έτοιμοι οι πιλότοι τους να πατήσουν το κουμπί μόλις δοθεί η εντολή.
Δυστυχώς, ο κ. Μητσοτάκης δείχνει να αντιμετωπίζει με μια εντυπωσιακή χαλαρότητα την τουρκική απειλή, καθώς αν και –σύμφωνα με τις διαρροές των κυβερνητικών πηγών– παρουσίασε στον κ. Μπάιντεν τον χάρτη με τη «Γαλάζια Πατρίδα», ώστε να αντιληφθεί το μέγεθος του τουρκικού, θρασύτατου αναθεωρητισμού, δεν επέμεινε προκειμένου να αποσπάσει είτε μια θετική αναφορά για την προάσπιση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων είτε τη στήριξη για συνέχιση των ερευνών στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο, στη βάση του Δικαίου της Θάλασσας.
Αλλά και στην ομιλία-συνέντευξη στο Πανεπιστήμιο της Georgetown ο κ. Μητσοτάκης άφησε να πλανάται μια συγκεχυμένη εικόνα για το τι συζητά με τον Ταγίπ Ερντογάν: «Του είπα ότι δεν είναι ώρα για αναθεωρητικές στάσεις, ας βρούμε ένα πλαίσιο διαλόγου για να επιλύσουμε τα ζητήματά μας». Για τις περιπτώσεις συστηματικών παραβιάσεων στα ελληνικά νησιά, όπως ισχυρίστηκε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, του επισήμανε ότι «μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι διαφωνούμε, αλλά τουλάχιστον ας συμφωνήσουμε ότι δεν θα προκαλεί ο ένας τον άλλον».
Αυτή η αναφορά του κ. Μητσοτάκη, εάν μάλιστα ανταποκρίνεται και στην πραγματικότητα, όσον αφορά τον διάλογο που είχε με τον Ταγίπ Ερντογάν, είναι ιδιαίτερα προβληματική, καθώς τουλάχιστον εμείς δεν νομίζουμε να έχουμε προκαλέσει την Τουρκία. Απλώς, με τέτοιες αναφορές νομιμοποιούνται οι παράνομες ενέργειες και οι αμφισβητήσεις της Τουρκίας. Και αυτό διότι η αναφορά «να μην προκαλεί ο ένας τον άλλον» παραπέμπει σε ένα τραγικό για τα συμφέροντα της χώρας μορατόριουμ στην άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, τα οποία για την Ελλάδα είναι υπαρκτά και βάσει του διεθνούς δικαίου, ενώ, αντιθέτως, στην περίπτωση της Τουρκίας είναι η προέκταση των αμφισβητήσεων της ελληνικής κυριαρχίας…
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ