Ουκρανία και προπαγάνδα – Του Π. Αδαμίδη

Ουκρανία και προπαγάνδα – Του Π. Αδαμίδη


Του
ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΥ ΑΔΑΜΙΔΗ
Δικηγόρου, LL.M (Harvard’ 95), ΔΝ, αν. Καθηγητή
Κοινοτικού Δικαίου, Προμηθειών και Διεθνών Σχέσεων
στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων


Στην ιστορική διαδρομή των πολεμικών συγκρούσεων, πάγια πρακτική των εμπολέμων ήταν και παραμένει η αποδόμηση του ηθικού των αντιπάλων. Η πρακτική αυτή, ανεξάρτητα από τους συνήθεις χαρακτηρισμούς της ως ψυχολογικού πολέμου και προπαγάνδας, παρουσιάζει διαφοροποιήσεις ως προς τη μεθόδευση, την επεξεργασία και την προβολή της, ανάλογα και με το στάδιο της πολεμικής προσπάθειας στο οποίο διεξάγεται.

Έτσι, μια μορφή ψυχολογικού πολέμου είναι και η απόλυτη αγριότητα με την οποία αντιμετωπίζονται οι αντίπαλοι, από την εποχή ακόμα του Αττίλα και του Τζέγκις Χαν, μετά το πέρασμα των οποίων δεν φύτρωνε ούτε χορταράκι, αλλά και οι ειδεχθείς βασανισμοί των αιχμαλώτων και όσων θεωρούνταν εχθροί του λεγόμενου Ισλαμικού Κράτους, όπως και η προσπάθεια να ενσπείρει κανείς στον αντίπαλο αμφιβολίες ως προς το μάταιο της προσπάθειάς του και των θυσιών που πραγματοποιεί.

Τέτοιες πρακτικές βίωσε ο Ελληνικός Στρατός, όπως λέγεται, κατά την προέλασή του στα ενδότερα της Μικράς Ασίας και τον φθοροποιό ε­γκλωβισμό του, επί ένα και πλέον έτος, στη γραμμή Κιουτάχεια, Εσκί Σεχίρ, Αφιόν Καραχισάρ, όπως και οι εμπόλεμοι κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στο ρωσικό μέτωπο, με φυλλάδια και διαρκείς προσκλήσεις με τηλεβόες προκειμένου να εγκαταλείψουν την προσπάθεια και να παραδοθούν στον αντίπαλο, δίνοντας τέλος σε μια άσκοπη, κατά τους προπαγανδιστές, αιματοχυσία.

Οι πρακτικές αυτές προπαγάνδας δεν απευθύνονται κατ’ ανάγκην μόνο σε όσους εμπλέκονται άμεσα στο πεδίο της μάχης. Σε πλείστες όσες περιπτώσεις μπορούν να έχουν κορυφαία αποτελέσματα, όταν κλονίζουν τους συμμάχους των εμπολέμων και περιορίζουν ή και εξαλείφουν τη βοήθεια που τους παρέχουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα όσα, το τελευταίο χρονικό διάστημα, αρχικά υπαινίσσονται και με το πέρασμα των ημερών ρητά διατυπώνουν βασικά στελέχη του Κρεμλίνου, με πρώτη την «αλεπού της ρωσικής διπλωματίας», τον Σεργκέι Λαβρόφ. Και δεν είναι μόνο η συχνή αναφορά –και ουσιαστικά απειλή και εκβιασμός– περί χρήσης των πυρηνικών, που εκφεύγει κάθε πλαισίου λογικής και διεκδικήσεων.

Στο κάτω κάτω της γραφής, εύλογα, η μεγάλη πλειοψηφία των δυτικών κρατών και κοινωνιών, και όχι μόνο, δεν μπορεί να ασχοληθεί –και ορθώς– με το ενδεχόμενο και τις συνέπειες ενός πυρηνικού πολέμου, διότι αποτελεί ανοησία και μόνο να αξιολογείς τις διαβαθμίσεις του ολέθρου και μια επόμενη μέρα που δεν πρόκειται να ακολουθήσει. Είναι τέτοιο το μέγεθος του παραλογισμού και το ατελέσφορο της διαπραγμάτευσης που διαμορφώνει, που ακυρώνει και την όποια επιρροή του.

Δεν ισχύει όμως το ίδιο στην περίπτωση της οικονομικής ύφεσης και των δυσχερειών στον ενεργειακό εφοδιασμό, στον βαθμό μάλιστα που είναι αποτέλεσμα των κυρώσεων εις βάρος της Ρωσίας. Οι κοινωνίες που θα πληγούν, για έναν πόλεμο στον οποίο δεν έχουν άμεση συμμετοχή ή εθνικό διακύβευμα, θα έχουν δυσκολίες να διαχειριστούν την κοινωνική δυσθυμία, η οποία θα βαίνει ογκούμενη, με τη βοήθεια και των προπαγανδιστικών μηχανισμών που διαθέτει η Ρωσία, από την εποχή ακόμα της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Οι αναφορές στην ελευθερία και στη δημοκρατία δεν είναι από μόνες τους ικανές –και σίγουρα όχι σε βάθος χρόνου– να κατευνάσουν τις αντιδράσεις και το ενδεχόμενο αδιέξοδο που δημιουργεί η φτώχεια. Ειδικά στη χώρα μας οι αντιδράσεις αυτές θα ενταθούν με την υπόμνηση και άλλων παραμέτρων, όπως του ρόλου της Τουρκίας, τη μεσολάβηση της οποίας ζητούν οι εγκλωβισμένοι στο Αζόφσταλ προκειμένου να σωθούν.

Σε ένα τόσο κρίσιμο σταυροδρόμι, η λύση δεν μπορεί παρά να είναι ευρωπαϊκή, με τη δημιουργία ενός ταμείου, στα πρότυπα του Ταμείου Ανάκαμψης, που συστήθηκε για την πανδημία, με ενδεχόμενη διεύρυνση των δράσεών του. Μόνο έτσι θα δημιουργηθούν υποδομές και θα εξασφαλισθούν σε βάθος 15ετίας τα ενεργειακά αποθέματα για την ισόρροπη κάλυψη, με όρους λειτουργικότητας και διασφάλισης του βιοτικού επιπέδου, των αναγκών των κρατών-μελών. Είναι λάθος και ασυγχώρητη ολιγωρία να ψέγει κανείς ή να ανέχεται την αμφισβήτηση του ρόλου της Ευρώπης. Εξ όσων γνωρίζω, δεν υπάρχουν και εναλλακτικές.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: gr.hellomagazine.com


Σχολιάστε εδώ